Πολύς λόγος έγινε στο Δημοτικό Συμβούλιο (7ο/2017) για το αν η Ροτόντα είναι ή δεν είναι εκκλησία, αν δώδεκα αιώνες λειτουργίας της ως εκκλησίας είναι λίγοι ή πολλοί. Εμείς θα παραθέσουμε 2-3 στοιχεία σχετικά.
Το «Πάνθεο» της Ρώμης, επίσης προχριστιανικό / μη χριστιανικό κτίσμα, αρχαιότερο –κτίστηκε το 128 μ.Χ.– της Ροτόντας, ίδιας περίπου αρχιτεκτονικής με αυτήν (και βεβαιωμένα αφιερωμένο στην αρχαία λατρεία, σε αντίθεση προς τη Ροτόντα, για την οποία είναι άγνωστο αν αρχικώς ήταν αρχαίος ναός ή προοριζόμενη ως μαυσωλείο του Γαλερίου), έως σήμερα λειτουργεί ως χριστιανική εκκλησία κανονικότατα πενήντα δύο (52) φορές το χρόνο, τουλάχιστον, συν έξι ακόμη φορές ετησίως (Χριστούγεννα, Πάσχα κ.λπ.), ενώ τελούνται γάμοι κ.λπ.. Ταυτόχρονα όμως, προφανώς είναι και μνημείο επισκέψιμο στον καθένα τουρίστα, γίνονται συναυλίες κ.ο.κ. Η μία χρήση δεν εναντιώνεται στην άλλη (εκκλησία-μουσείο). Δεν υπάρχει λόγος να αντιτίθεται το μνημειακό-τουριστικό και καλλιτεχνικό στοιχείο στο εκκλησιαστικό ή αντίστροφα. Μόνη δικαιολογία για όσους δεν επιθυμούν το ίδιο για τη Ροτόντα είναι η θεωρητική δικαιολόγηση της οθωμανικής βίας την οποία παρουσιάζουν ως «εμπλουτισμό» της ιστορίας της πόλης και πολυπολιτισμικότητα, κι όχι ως αυτό που πραγματικά ήταν: Βία, που δεν προσέφερε τίποτε αλλά έβλαψε το κτήριο (τα ψηφιδωτά του, τις τοιχογραφίες του, κ.ά.).
Πάνθεο Ρώμης. Πάνω: χριστιανική θεία λειτουργία. Μέση: συναυλία πνευστών. Κάτω: επίσκεψη τουριστών.
Το βυζαντινό «εγκαίνιο» δεν τοποθετήθηκε για πρώτη φορά τις προάλλες από τον Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης, αλλά υπήρχε στη Ροτόντα έως το 1953, όταν ανακαλύφθηκε από τον αρχαιολόγο H. Torp (βλ. H. Torp. “The date of the conversion of the Rotunda at Thessaloniki into a church”, στο: O. Andersen & H. Whittaker (eds), The Norwegian Institute at Athens. The First Five Lectures, Athens, 1991, σ. 17).
Αντίστοιχο «εγκαίνιο» τοποθετήθηκε και το 1964 από τον τοτινό Μητροπολίτη, αφότου το βυζαντινό «εγκαίνιο» είχε απομακρυνθεί (βλ. Θ. Γιάγκου, καθηγητή Θεολογικής ΑΠΘ, «Η απόδοση των βεβηλωθέντων ναών στη λατρεία. Η πράξη μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης (1912)», στο: Κανόνες και Λατρεία, Θεσσαλονίκη 2006, σ. 222).
Σταυρός στη στέγη της Ροτόντας υπήρχε τουλάχιστον ώς τη δεκαετία του 1950 (1958). Βλ. φωτογραφία του 1953 (πηγή: parallaximag.gr):
Κατά την ορθόδοξη παράδοση, η καθιέρωση των ναών δεν επαναλαμβάνεται και η διηνεκής ιερότητα του ναού αναστέλλεται μόνο κατά το διάστημα που κατέχεται από αλλόθρησκους εχθρούς. Μάλιστα, ο επαναγιασμός άλλων τουρκοπατημένων εκκλησιών της Θεσσαλονίκης, όπως η Αχειροποίητος, έγινε με απλή ανάγνωση σχετικών ευχών. Μόνο στον Άγιο Δημήτριο πραγματοποιήθηκαν «εγκαίνια ναού» (Βλ. Θ. Γιάγκου, «Η απόδοση των βεβηλωθέντων ναών στη λατρεία. Η πράξη μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης (1912)», στο: Κανόνες και Λατρεία, Θεσσαλονίκη 2006, σσ. 206-214, 222-224).
Δύο ερωτήματα:
Το 2013, έπειτα από παρέμβαση του Τουρκικού Υπουργείου Εξωτερικών προς το Ελληνικό ΥΠ.ΕΞ., αφαιρέθηκε μια καλλιτεχνική δημιουργία (βίντεο) που προβαλλόταν (στα πλαίσια της έκθεσης Μπιενάλε 2013) στο Αλατζά Ιμαρέτ, γιατί το τουρκικό ΥΠ.ΕΞ θεώρησε ότι μέσω αυτής προσβάλλεται η μουσουλμανική θρησκεία. Άραγε, όσοι Θεσσαλονικείς αντιδρούν στην «εκκλησιαστικοποίηση της Ροτόντας», κατά πόσο αντέδρασαν τότε σε αυτά τα γεγονότα, στην «ισλαμοποίηση» του Αλατζά Ιμαρέτ;
Επίσης: Η αντίληψη που επιτάσσει «μην προσθέτετε πράγματα μονίμως στη Ροτόντα» έχει νόημα μόνο αν προηγουμένως έχει προσδιοριστεί κάποιο χρονικό σημείο μετά το οποίο απαγορεύεται να προστεθούν τέτοια πράγματα. Ποια είναι, λοιπόν, η στιγμή εκείνη (ημερομηνία, ώρα) μετά την οποία συνιστά ιεροσυλία τέτοια προσθήκη; Το 1430; Το 1590; Το 1912; Πώς υπολογίζεται; Πότε «σταματά ο χρόνος»; Το βυζαντινό «εγκόλπιο» που βρισκόταν στη Ροτόντα ώς το 1953 βρίσκεται εντός ή εκτός της μουσειακής χρονικής περιόδου του κτίσματος; Ο σταυρός της στέγης; Με βάση ποιο επιχείρημα η απονέκρωση-μουμιοποίηση ενός χώρου, δηλαδή η «μεταφορά» του σε μια άλλη σφαίρα διαφορετική από εκείνη της τοπικής κοινωνίας που ζει κι εξακολουθεί να διατηρεί τις θρησκευτικές της πεποιθήσεις, συνιστά ένδειξη ανώτερης πολιτισμικής αντίληψης σε σχέση προς την μη μισαλλόδοξη αντίληψη και πρακτική λ.χ. που ακολουθείται στο Πάνθεον της Ρώμης; Δεν μιλάμε για μια νεκρή λατρεία, της οποίας εκ των πραγμάτων οι χώροι έχουν καταστεί μουσειακοί (και για τους οποίους ο χρόνος έχει «παγώσει»), ούτε για εξαφάνιση των πιστών της στην περιοχή της Ροτόντας.
Αν, στο κάτω-κάτω, κάποιος φίλος της πολυπολιτισμικότητας της Θεσσαλονίκης ενδιαφέρεται τόσο πια για την ανάδειξή της, τότε μπορεί, πολύ απλά, να αναφερθεί στο Αλατζά Ιμαρέτ ή το Γενί Τζαμί ή τα άλλα κοσμικά οθωμανικά κτήρια της πόλης. Κυριολεκτικά, δεν υπάρχει λόγος να «ασχολείται» με την βυζαντινή και παλαιοχριστιανική κληρονομιά θεωρώντας την ως δείγμα «πολυπολιτισμού», αφού αυτή δεν είναι τέτοιο δείγμα. Η ολοκλήρωση μιας πράξης βαρβαρότητας (της αρπαγής-βεβήλωσης των εκκλησιών της Θεσσαλονίκης από τους Οθωμανούς) μπορεί να πραγματοποιηθεί -σε άλλο επίπεδο, πια- με την δικαιολόγηση κι εξιδανίκευσή της ως «έξοχης πράξης» που οδήγησε σε καταστάσεις «πολυπολιτισμού».
ΠΗΓΗ: menoumethess
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.