Πώς θα αποδομήσουμε ολοκληρωτικά τα επιχειρήματα της Τουρκίας για τις διεκδικήσεις της στο Αιγαίο
Τα τελευταία χρόνια, η ηγεσία της Τουρκίας προβάλλει συνεχώς αναβαθμιζόμενες διεκδικήσεις και αμφισβητεί την ίδια την κυριαρχία της Ελλάδας στα νησιά του Αιγαίου, αλλά και την κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας στα ύδατα του Αιγαίου, όπως πηγάζουν σαφώς από το Διεθνές Δίκαιο και συγκεκριμένα από την Σύμβαση του Μοντέγκο Μπαίη (UNCLOS) που υπογράφηκε το 1982. Ισχυρίζεται συγκεκριμένα ότι τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου είναι δήθεν «στην λάθος πλευρά» των συνόρων και επομένως πρέπει να αγνοηθούν κατά την οριοθέτηση της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης! Και ακόμα ότι δήθεν τα νησιά του βορειοανατολικού Αιγαίου και η Δωδεκάννησος έχουν αποδοθεί στην Ελλάδα υπό τον όρο να παραμείνουν αποστρατιωτικοποιημένα και ότι η κυριαρχία της Ελλάδας σε αυτά είναι υπό αίρεση επειδή αυτή τα έχει στρατιωτικοποιήσει! Έχει δε ανάγει επίσημα σε casus belli την επέκταση από την Ελλάδα της αιγιαλίτιδας ζώνης των ακτών της στο Αιγαίο από τα έξι στα δώδεκα μίλια, όπως η Ελλάδα δικαιούται με βάση την UNCLOS!
Για να αποδομήσουμε ολοκληρωτικά τα επιχειρήματα της Τουρκίας, πρέπει να ξεκινήσουμε από την ιστορική διαπίστωση ότι ολόκληρο το Αιγαίο, με όλα τα νησιά, τα παράλιά του και την ενδοχώρα τους, είναι όχι μόνο ελληνικό, αλλά το ίδιο το λίκνο της Ελλάδας και του ελληνικού πολιτισμού για πάνω από τρεις χιλιετίες. Για την καταγωγή του Ομήρου, μέγιστου Έλληνα, πατέρα της λογοτεχνίας και της ποίησης, ερίζουν η Χίος και η Σμύρνη. Στην Ιωνική Δωδεκάπολη και την Δωρική Εξάπολη, που απλώνονται στα δυτικά παράλια της Μικράς Ασίας, την Δωδεκάννησο και τα άλλα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, γεννήθηκαν αιώνες πριν τον Χριστό η φιλοσοφία, τα μαθηματικά και ο ορθός λόγος, από Έλληνες γίγαντες του πνεύματος όπως ο Θαλής ο Μιλήσιος, ο Πυθαγόρας ο Σάμιος, ο Κλεόβουλος ο Ρόδιος, ο Αναξαγόρας ο Κλαζομένιος και τόσοι άλλοι. Ο πατέρας της ιατρικής, τον όρκο του οποίου δίνουν ακόμα και σήμερα οι ιατροί όλου του κόσμου, είναι ο Έλληνας Ιπποκράτης ο Κώος. Οι αρχιτέκτονες του ναού της Αγίας Σοφίας της Κωνσταντινούπολης που αποπερατώθηκε το 537 μ.Χ. είναι οι Έλληνες Ανθέμιος και Ισίδωρος, από τις Τράλλεις (σημερινό Αϊδίνιο) και την Μίλητο της Μικράς Ασίας αντίστοιχα. Επί μία περίπου χιλιετία, από το 330 μ.Χ. μέχρι το 1204 μ.Χ., με πυρήνα το Αιγαίο, όλα τα νησιά του, τα παράλιά του και την ενδοχώρα τους, άκμασε η λαμπρή Αυτοκρατορία της Κωνσταντινούπολης, διάδοχος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας αλλά ταυτόχρονα πλήρως ελληνική στην γλώσσα και τον πολιτισμό, αυτή που αργότερα οι Δυτικοί ονόμασαν υποτιμητικά Βυζάντιο. Μέχρι το 1204, η μόνη παρουσία των Τούρκων στο χώρο του Αιγαίου ήταν μία σύντομη κατάκτηση της δυτικής Μικράς Ασίας που διήρκεσε από το 1071 μέχρι το 1099.
Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Δυτικούς σταυροφόρους το 1204, το Αιγαίο, τα παράλιά του και η ενδοχώρα τους γνώρισε είτε τον ενετικό και φραγκικό ζυγό είτε τον οθωμανικό, με αποτέλεσμα αρκετοί από τους κατοίκους του γεωγραφικού αυτού χώρου να χάσουν ή να αρχίσουν να υποκρύπτουν την ελληνική τους συνείδηση. Όμως, οι περισσότεροι από τους κατοίκους των μικρασιατικών παραλίων του Αιγαίου και σχεδόν όλοι οι κάτοικοι των νησιών του διατήρησαν ακέραια την ελληνική ταυτότητα τους μέχρι την νεότερη και σύγχρονη εποχή.
Αυτή η πραγματικότητα φανερώθηκε περίτρανα στην Ελληνική Επανάσταση του 1821 που είχε σκοπό την αποτίναξη του οθωμανικού ζυγού και στην οποία συμμετείχαν σύσσωμοι οι νησιώτες του Αιγαίου, και ειδικότερα αυτοί των νησιών του ανατολικού Αιγαίου. Ένας εκ των τριών ιδρυτών της Φιλικής Εταιρείας, η οποία προετοίμασε και οργάνωσε τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα των Ελλήνων, είναι ο Εμμανουήλ Ξάνθος από την Πάτμο της Δωδεκαννήσου. Από τα πρώτα νησιά που επαναστάτησαν είναι η Σάμος, η οποία με ηγέτη τον Λυκούργο Λογοθέτη και χάρη σε μνημειώδεις νικηφόρες ναυμαχίες όπως αυτές της Σάμου και του Γέροντα το 1824 έμεινε ελεύθερη μέχρι το τέλος της Επανάστασης και έγινε αυτόνομη ως Ηγεμονία της Σάμου. Το πλούσιο νησί της Χίου επαναστάτησε το 1822 παρά τα προνόμια που απολάμβανε από τον σουλτάνο, και το πλήρωσε με την σφαγή περί των 20.000 με 30.000 κατοίκων του από τους Οθωμανούς, το ξεπούλημα των περισσότερων από τους υπόλοιπους κατοίκους του στα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής και την ερήμωσή του. Το βάρος του ναυτικού αγώνα των Ελλήνων σήκωσε σε μεγάλο βαθμό το κατεξοχήν ναυτικό νησί των Ψαρών, το οποίο ανέδειξε τον μεγάλο μπουρλοτιέρη ήρωα Κωνσταντίνο Κανάρη και καταστράφηκε ολοσχερώς από τους Οθωμανούς το 1824, με σφαγή μεγάλου μέρους του ντόπιου πληθυσμού αλλά και των προσφύγων που είχαν καταφύγει σε αυτό από την Χίο και άλλες επαναστατημένες περιοχές, όπως το Αϊβαλί της Μικράς Ασίας. Η μεγαλόνησος Κρήτη έδωσε μεγάλο φόρο αίματος για το ύψιστο αγαθό της ελευθερίας, όχι μόνο κατά την Επανάσταση του 1821 αλλά καθόλη την διάρκεια του 19ου αιώνα με διαρκείς επαναστάσεις και συνεχείς συνακόλουθες σφαγές άμαχου ελληνικού πληθυσμού από τους Οθωμανούς. Τέλος, το νησί της Κάσου είχε και αυτό καθοριστική συνεισφορά στην Επανάσταση και καταστράφηκε από τον τουρκοαιγυπτιακό στόλο το 1824.
Αλλά και στα μικρασιατικά παράλια του Αιγαίου, παρ’ όλες τις μη ευνοϊκές συνθήκες λόγω της εγγύτητάς τους με την σε μεγάλο βαθμό μουσουλμανική μικρασιατική ενδοχώρα, η ελληνική πλειονότητα του πληθυσμού συμμετείχε ενεργά στην Επανάσταση. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του αμιγώς ελληνικού Αϊβαλί ή Κυδωνιών των 30.000 κατοίκων, το οποίο και προαναφέραμε. Οι Τούρκοι το περικύκλωσαν, το κατέκαψαν και έσφαξαν 5.000 κατοίκους, ενώ οι υπόλοιποι σώθηκαν χάρη στην επέμβαση του ελληνικού στόλου και κατέφυγαν στα Ψαρά. Οι Αϊβαλιώτες πολέμησαν στη συνέχεια σε όλη την υπόλοιπη επαναστατημένη Ελλάδα, μεταξύ άλλων στα σώματα του Κολοκοτρώνη και του Νικηταρά, με καπετάνιους όπως ο Χατζή-Αποστόλης, ο Δημήτριος Καπανδάρος και ο Κωνσταντίνος Αϊβαλιώτης. Στην Επανάσταση πολέμησαν και πλείστοι άλλοι Μικρασιάτες, δίνοντας την ζωή τους για την πατρίδα, όπως ο Βουρλιώτης Γιώργος Τσαπερλής που σκοτώθηκε κατά την επιτυχή πυρπόληση της τουρκικής φρεγάτας Μπουρλότ-Κορκμάζ στην ναυμαχία της Σάμου υπό τις εντολές του Κανάρη, πολλοί Εφέσιοι που πέρασαν στην Σάμο και πολέμησαν εκεί, και Μικρασιάτες από διάφορες περιοχές των δυτικών μικρασιατικών παραλίων που συγκρότησαν το 1826 την Ιωνική Φάλαγγα, με επικεφαλής τον Γιαννακό Καρόγλου από την Σμύρνη. Τέλος, μαζικές σφαγές ελληνικού πληθυσμού από Οθωμανούς έγιναν επίσης στην Σμύρνη, την Νέα Έφεσο και στην Καισάρεια της Καππαδοκίας.
Διαπιστώνουμε αβίαστα από τα παραπάνω τόσο την ενιαία φύση των δυτικών μικρασιατικών παραλίων και των νησιών του Αιγαίου ως προς την κυρίαρχη ελληνική ταυτότητα των πληθυσμών τους, η οποία εκδηλώθηκε με την καθολική τους συμμετοχή στην Επανάσταση του 1821, όσο και τον τεράστιο φόρο αίματος που έδωσαν αυτές οι περιοχές την περίοδο αυτή. Μετά το τέλος της Επανάστασης, με την εξαίρεση της αυτονομίας της Σάμου, το σύνολο των νησιών του ανατολικού Αιγαίου, της Κρήτης και των δυτικών μικρασιατικών παραλίων έμεινε υπόδουλο στους Οθωμανούς.
Προχωρώντας στον 20ο αιώνα, η Οθωμανική Αυτοκρατορία γνώρισε το κίνημα των Νεότουρκων το 1908. Οι Νεότουρκοι, υπό την καθοδήγηση των Γερμανών, εφάρμοσαν συστηματική πολιτική γενοκτονίας και αφομοίωσης όλων των χριστιανικών πληθυσμών της αυτοκρατορίας, συμπεριλαμβανομένων και των Ελλήνων. Η Ελλάδα, μαζί με άλλα βαλκανικά κράτη, κήρυξε τον πόλεμο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία το 1912 για να σώσει τους Έλληνες που κατοικούσαν στην τελευταία και κατόρθωσε, χάρη στην εποποιία του ελληνικού στόλου στο Αιγαίο υπό τον Ναύαρχο Παύλο Κουντουριώτη, με τις μνημειώδεις νίκες στις ναυμαχίες της Έλλης και της Λήμνου, και χάρη στο αίμα των Ελλήνων ναυτών, να απελευθερώσει όλα τα νησιά του βορειοανατολικού Αιγαίου και πιο συγκεκριμένα την Θάσο, την Σαμοθράκη, την Ίμβρο, την Τένεδο, την Λήμνο, την Λέσβο, τον Άγιο Ευστράτιο, την Χίο, τα Ψαρά, την Σάμο και την Ικαρία. Στο μεταξύ, η Δωδεκάννησος είχε καταληφθεί το 1912 από τους Ιταλούς.
Προτού προλάβει να καταλαγιάσει η καταιγίδα των Βαλκανικών Πολέμων, το 1914 ξέσπασε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία μπήκε στον πόλεμο στο πλευρό των Γερμανών κηρύσσοντας ιερό πόλεμο / «τζιχάντ» και η ηγεσία της έβαλε πλέον σε πλήρη εφαρμογή τα σχέδια για γενοκτονία των χριστιανικών εθνών της, Ελλήνων, Αρμενίων και Ασσυρίων. Μετά την δίνη του Εθνικού Διχασμού το 1915 και 1916, η Ελλάδα βγήκε στον πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ το 1917 και οι Έλληνες στρατιώτες, τόσο από την ελεύθερη Ελλάδα όσο και εθελοντές από τις υπόδουλες περιοχές της Δωδεκαννήσου και της Μικράς Ασίας, μαζί τους Γάλλους και τους Σέρβους νίκησαν τους Βούλγαρους και τους Γερμανούς στο Μακεδονικό Μέτωπο στις μάχες του Σκρα και του Ντόμπρο Πόλε το 1918, οδηγώντας στην κατάρρευση του μετώπου και στην συνθηκολόγηση της Βουλγαρίας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η Ελλάδα, νικήτρια, απελευθέρωσε το σύνολο της νότιας Θράκης και την περιοχή της Σμύρνης με την Συνθήκη των Σεβρών το 1920. Ας σημειωθεί ότι στην περιοχή της Σμύρνης, παρόλες τις μαζικές σφαγές και διώξεις των Ελλήνων από τους Οθωμανούς καθόλη την διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, η πλειονότητα του πληθυσμού το 1920 ήταν Έλληνες. Έτσι, ένα μέρος των δυτικών μικρασιατικών παραλίων απελευθερώθηκε προσωρινά μετά από έξι αιώνες υποταγής στον οθωμανικό ζυγό. Το τι ακολούθησε είναι εν πολλοίς γνωστό: επανάληψη του διχασμού με καθαιρέσεις αξιωματικών από το στράτευμα, διπρόσωπη πολιτική των ευρωπαϊκών δυνάμεων υπέρ των Τούρκων του Κεμάλ και αμέριστη υλική στήριξη του τελευταίου από τον Λένιν, με αποτέλεσμα την ήττα της Ελλάδας στην Μικρά Ασία και την ολοκλήρωση του φρικτού έργου της Γενοκτονίας των Ελλήνων από τον Πόντο μέχρι την Σμύρνη. Η Συνθήκη της Λωζάννης το 1923 παραχώρησε στο νεότευκτο τουρκικό κράτος το σύνολο της Μικράς Ασίας και σφράγισε τον ξεριζωμό πάνω από ενός εκατομμυρίου Ελλήνων από τις προαιώνιες εστίες τους. Επίσης, παραχώρησε στην Τουρκία την Ανατολική Θράκη, παρόλο που στρατιωτικά η Ελλάδα δεν την είχε απωλέσει. Το αυτό ίσχυσε και για την Ίμβρο και την Τένεδο.
Επομένως, η Τουρκία απέσπασε με την Συνθήκη της Λωζάννης μεγαλύτερα κέρδη από αυτά που είχε εξασφαλίσει στο πεδίο των μαχών. Η οργανική ενότητα των νησιών του ανατολικού Αιγαίου με τα δυτικά μικρασιατικά παράλια ως προς την ελληνική ταυτότητα της συντριπτικής πλειονότητας του πληθυσμού αμφότερων διασπάστηκε. Πράγματι, όπως ισχυρίζεται η ηγεσία της Τουρκίας, τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου είναι από γεωγραφική άποψη πολύ κοντά στα δυτικά μικρασιατικά παράλια. Όμως, το αντίστροφο ισχύει και για τα δυτικά μικρασιατικά παράλια: είναι και αυτά πολύ κοντά στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου! Και το σπουδαιότερο: αυτή η αμφίπλευρη εγγύτητα είχε από την αρχαία εποχή μέχρι το 1922 σαφές ελληνικό πρόσημο. Με το σημερινό status quo λοιπόν, δεν είναι τα νησιά του Αιγαίου «από την λάθος πλευρά», αλλά τα δυτικά μικρασιατικά παράλια!
Με την έκρηξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου το 1939, η Τουρκία παρέμεινε σταθερά ουδέτερη και μάλιστα έκανε διαπραγματεύσεις με τον Άξονα για να βγει στον πόλεμο στο πλευρό του! Γλίτωσε έτσι τον πληθυσμό της, την οικονομία της και το πολιτικό της σύστημα από τα δεινά του μεγαλύτερου πολέμου στην ιστορία της ανθρωπότητας. Αντίθετα, η Ελλάδα, ενώ θα μπορούσε όπως η Βουλγαρία, η Ρουμανία και πολλές άλλες χώρες της Ευρώπης να υποκύψει στις πιέσεις του Άξονα και να ταχθεί στο πλευρό του, απέρριψε το τελεσίγραφο της Ιταλίας την 28η Οκτωβρίου 1940 και πολέμησε εναντίον του Άξονα. Αυτό το υπερήφανο «Όχι» οδήγησε σε επτάμηνη αναμέτρηση της Ελλάδας με τους Ιταλούς και τους Γερμανούς και επακόλουθη τριπλή κατοχή της χώρας από τους Γερμανούς, τους Ιταλούς και τους Βουλγάρους μέχρι τον Οκτώβριο του 1944, με τραγικές συνέπειες για την χώρα. Συγκεκριμένα, κατά την διάρκεια του πολέμου και της Κατοχής, η Ελλάδα θρήνησε πάνω από 500.000 νεκρούς, κυρίως αμάχους που πέθαναν από τον λιμό λόγω της επίταξης τεράστιου μέρους των προμηθειών σε τρόφιμα από τους κατακτητές ή σκοτώθηκαν κατά τις συστηματικές σφαγές των Γερμανών σε όλη την επικράτεια αλλά και των Βουλγάρων στην Ανατολική Μακεδονία και την Θράκη και κατά το ολοκαύτωμα των Ελλήνων Εβραίων. Επιπλέον, το κενό εξουσίας που προκλήθηκε λόγω της φυγής της κυβέρνησης στην Μέση Ανατολή δημιούργησε πολιτικό διχασμό που ήταν η ρίζα των αιματηρών εμφυλίων συγκρούσεων που ξεκίνησαν ήδη από την Κατοχή και συνεχίστηκαν με διαλείμματα μέχρι το 1949, πέντε χρόνια μετά την απελευθέρωση.
Με την λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου το 1945, η Ελλάδα, χάρη στις τεράστιες θυσίες που προαναφέραμε, κέρδισε το δικαίωμα ως νικήτρια να διεκδικεί την απελευθέρωση της Βορείου Ηπείρου, της Κύπρου και της Δωδεκαννήσου, όλων προαιώνιων κοιτίδων του Ελληνισμού. Τελικά, με την Συνθήκη των Παρισίων το 1947, η Δωδεκάννησος αποδόθηκε στην Ελλάδα, απελευθερωνόμενη μετά από 750 χρόνια ξένου ζυγού. Η κυριαρχία της Ελλάδας στην Δωδεκάννησο με την Συνθήκη των Παρισίων, αλλά και στα νησιά του βορειοανατολικού Αιγαίου με την Συνθήκη της Λωζάννης, δεν υποβλήθηκε σε καμία προϋπόθεση ή δικλείδα μειωμένου στρατιωτικού αποτυπώματος, όπως ισχυρίζεται η ηγεσία της Τουρκίας. Η στρατιωτικοποίησή τους από την Ελλάδα έχει συντελεστεί ορθά και νόμιμα βάσει της Χάρτας του ΟΗΕ λόγω της διαρκώς αυξανόμενης απειλής βίαιης κατάληψής τους από την Τουρκία. Ας μην ξεχνούμε σχετικά το πώς η Τουρκία εισέβαλε στην Κύπρο το 1974 και κατέχει παράνομα το 36% του νησιού μέχρι σήμερα.
Ανακεφαλαιώνοντας, οι θυσίες των Ελλήνων κατά την νεότερη και σύγχρονη εποχή για την επίτευξη της ελευθερίας του Αιγαίου και την προσπάθεια απελευθέρωσης των δυτικών μικρασιατικών παραλίων και άλλων περιοχών που έχουν μείνει έξω από τα δύο ελληνικά κράτη της Ελλάδας και της Κύπρου είναι τεράστιες και συνδέονται με τα ακόλουθα ιστορικά γεγονότα:
- Επανάσταση του 1821
- Συνεχείς επαναστάσεις και σφαγές αμάχων στην Κρήτη από το 1830 μέχρι το 1913
- Βαλκανικοί Πόλεμοι 1912-1913
- Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος 1914-1918
- Γενοκτονία των Ελλήνων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας 1914-1923
- Ελληνοτουρκικός πόλεμος και Μικρασιατική Καταστροφή 1919-1922
- Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος 1940-1945
Αθροιστικά, μια συντηρητική εκτίμηση είναι ότι οι απώλειες του ελληνικού έθνους κατά την διάρκεια του αγώνα για την απελευθέρωση είναι δύο με τρία εκατομμύρια ψυχές, μη υπολογίζοντας τους νεκρούς σε όλες τις επαναστάσεις πριν το 1821 αλλά και αυτούς από το 1945 μέχρι σήμερα, κυρίως στην Κύπρο.
Χάρη στα εκατομμύρια αυτά των νεκρών μας, το σύνολο του Αιγαίου είναι σήμερα ελεύθερο και ελληνικό, πλην της Ίμβρου και της Τενέδου. Χάρη στο αίμα τους, η Ελλάδα δικαιούται, αλλά και επιβάλλεται, να ασκήσει μέχρι κεραίας την κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματα που απορρέουν από το Διεθνές Δίκαιο για κάθε ελληνική νήσο και νησίδα, από την Σαμοθράκη μέχρι το Καστελλόριζο, συμπεριλαμβανομένης της αιγιαλίτιδας ζώνης εύρους δώδεκα ναυτικών μιλίων και της ίσης επήρειας στον καθορισμό Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης με αυτή που έχουν ηπειρωτικά εδάφη, μη υποχωρώντας ούτε σπιθαμή. Η ευημερία των σημερινών Ελλήνων, η οποία συνδέεται στενά και με την δυνατότητα εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων που ανήκουν δικαιωματικά στην Ελλάδα, είναι ένα αγαθό για το οποίο όλοι αυτοί οι Έλληνες έδωσαν την ζωή τους. Η πολιτική και στρατιωτική ηγεσία της Ελλάδας έχει βαρύ χρέος προς τους νεκρούς αυτούς αλλά και προς όλους τους Έλληνες, ζωντανούς, πεθαμένους και αγέννητους, να εκπληρώσει το ιστορικό καθήκον της «τὴν πατρίδα οὐκ ἐλάσσω παραδῷ, πλείω δὲ καὶ ἀρείω ὅσης ἂν παραδέξηται» (να παραδώσει την πατρίδα όχι μικρότερη, αλλά μεγαλύτερη και ισχυρότερη από όση την παρέλαβε), κατά τον Όρκο των Αθηναίων Εφήβων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.