Το Περιοδικό - Ανήσυχες πόλεις - ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ - 29/08/2014
Στα τέλη Ιουλίου του 2014, ο Mark Laschelles Thornton θα ολοκληρώσει μετά από τρία χρόνια το έργο του Η Μηχανή της Ευτυχίας (The Happiness Machine). Για τον βρετανό αυτοδίδακτο καλλιτέχνη, ο πίνακας είναι μια κριτική ματιά στην κρίση, στον καταναλωτισμό, την οικονομία και το περιβάλλον. Σε πρόσφατη συνέντευξή του στο Archdaily θα αναφέρει:
«Το σκεφτόμουν για αρκετά χρόνια. Η οικονομική κατάρρευση του 2008 έπαιξε το βασικό ρόλο στην δημιουργία του. Ξαφνικά, όλα όσα ήξερες αρχίζουν να είναι υπό απειλή και οι πολιτικοί ηγέτες, σου λένε απλά να συνεχίζεις να καταναλώνεις. Είναι εντελώς τρελό, και ήθελα να πω κάτι για αυτό. Έκανα αρκετή έρευνα, έψαξα για απαντήσεις. Πώς φτάσαμε σε αυτή τη κατάσταση;»
Ο πίνακας, μεγέθους 2.4 χ 1.5 μέτρα και ζωγραφισμένος μόνο σε τόνους του κόκκινου και του μαύρου, είναι μια απεικόνιση μιας «παγκόσμιας πόλης» σαν να την βλέπεις από τον δεύτερο όροφο ενός πολυκαταστήματος. Το έργο χωρίζεται σε τέσσερα επίπεδα. Στο πρώτο βλέπουμε πλήθος κόσμου, σχεδιασμένο με υπερβολική λεπτομέρεια, να διαχέεται ανάμεσα στα σταντ και τα ταμεία. Στο δεύτερο επίπεδο, ο κόσμος «χάνεται» ανάμεσα στα ράφια του πολυκαταστήματος. Τα ράφια στη συνέχεια μετατρέπονται σε κτίρια γραφείων και μπλοκ κατοικιών. Τέλος μια σειρά ουρανοξυστών έρχονται να ολοκληρώσουν το τοπίο.
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο Thornton κατάφερε στην δυστοπία που σχεδίασε να αναδείξει ότι πάει στραβά στις σύγχρονες μητροπόλεις. Η Μηχανή της Ευτυχίας δεν έχει δημόσιους χώρους και η κατανάλωση φαίνεται να είναι το μόνο χαρακτηριστικό της δημόσιας ζωής στη πόλη. Το ίδιο το αστικό περιβάλλον θυμίζει λίγο Λονδίνο, Σικάγο, Νέα Υόρκη, Κουάλα Λουμπούρ, Ταϊπέι, τις «διεθνείς πόλεις» που όλα πλέον μοιάζουν ίδια.
Η Μηχανή της Ευτυχίας σου δημιουργεί αυτό το «αίσθημα» για τις σύγχρονες πόλεις, όπως το περιέγραφε οJonothan Glancey: «υπάρχει κάτι λάθος με αυτόν τον απόλυτο ρυθμό της αλλαγής, που φαντάζει και αναπόφευκτος, σήμερα. Όταν, για παράδειγμα, μπορείς ειλικρινά να μπερδέψεις το νέο City του Λονδίνου με την γραμμή ορίζοντα του Ντουμπάι». Ενδιαφέρον υπάρχει και στο γεγονός, ότι στον πίνακα του Thornton συνυπάρχουν «γνωστοί» ουρανοξύστες με ψευδώνυμα όπως το Gherkin του Norman Foster, το Shard του Renzo Piano ή το Cheesegrater του Richard Rogers, σχεδόν όλα αποτυχίες του real estate. Ειδικά το Shard, ο ψηλότερος ουρανοξύστης του Λονδίνου, ένα χρόνο μετά την ολοκλήρωση του το 2013 θα παραμείνει σχεδόν άδειος.
Τέλος η Μηχανη της Ευτυχίας επαναφέρει και την δουλειά δημιουργών και αρχιτεκτόνων όπως ο Ρεμ Κούλχας, φετινού επιμελητή της Μπιενάλε Αρχιτεκτονικής στη Βενετία. Αν και σήμερα ο ίδιος παρατηρεί πως δυστυχώς οι πόλεις μας «είναι εγκεφαλικά κατασκευάσματα του Ριγκαν και της Θάτσερ» και ότι πρέπει να κάνουμε κάτι για αυτό, πριν μια δεκαπενταετία πάνω στη φρενίτιδα της παγκοσμιοποίησης θα γράψει το μανιφέστο για τη Γενική Πόλη (Generic City) μια πόλη «απελευθερωμένη από την αιχμαλωσία του κέντρου, από τον ζουρλομανδύα της ταυτότητας. Η Γενική Πόλη σπάει τον καταστροφικό κύκλο της εξάρτησης: δεν είναι τίποτα άλλο από μια αντανάκλαση της σημερινής ανάγκης και της σημερινής δυνατότητας»*.
Κι εμείς σκεφτόμαστε την πλευρά των σύγχρονων μητροπόλεων που επιβεβαιώνουν ακριβώς αυτό: Πόλεις χωρίς ταυτότητα, χωρίς εξαρτήσεις, ένας θρίαμβος του «πραγματικού» όπως το καθορίζει η ελεύθερη αγορά, όπου η Γενική Πόλη μεταμορφώνεται σε «Μηχανη της Ευτυχίας».
Εδώ μπορείτε να πάρετε μια γεύση:
*Koolhaas, R., Mau, B., Sigler, J., Werlemann, H., & Office for Metropolitan Architecture. (1998). Small, medium, large, extra-large: Office for Metropolitan Architecture, Rem Koolhaas, and Bruce Mau. New York, N.Y.: Monacelli Press.
Επιμέλεια: Δημήτρης Πούλιος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.