29 Ιουνίου 2025

Εορτή των Αγίων Πέτρου και Παύλου


Του Μάνου Λαμπράκη 

«Καὶ ἐφίλησαν ἀλλήλους»: Ο Πέτρος και ο Παύλος ως θεολογία της διαφωνίας και μυστήριο της ενότητας

Η εορτή των Αγίων Πέτρου και Παύλου στις 29 Ιουνίου δεν είναι μια απλή συγκινησιακή σύναξη στη μνήμη δύο πρωταγωνιστών της αποστολικής εποχής. Είναι μια μυστηριακή επιτέλεση της Εκκλησίας ως σώματος που συστήνεται όχι μόνο δια του κοινού οράματος, αλλά δια της δυνατότητας να συνυπάρχουν στον ίδιο χώρο η πίστη και η ερώτηση, η αυθόρμητη παραδοχή και η στοχαστική ανατροπή, ο Πέτρος και ο Παύλος. Η συνύπαρξή τους δεν αποτελεί προϊόν συμφωνίας αλλά πνευματικής συγκατάβασης· όχι υπέρβαση της διαφωνίας αλλά θεολογική μεταστοιχείωσή της.

Η θεολογική σημασία της σχέσης Πέτρου και Παύλου εκκινεί ήδη από τα ιερά κείμενα. Ο Πέτρος, μαθητής του Ιησού από την πρώτη στιγμή, προσωποποιεί την εμπειρική πίστη, τη σταθερότητα του ανήκειν, την αμεσότητα της ομολογίας: «Σὺ εἶ ὁ Χριστὸς, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος» (Ματθ. 16,16). Ο Παύλος, εισερχόμενος μεταθανάτια στον κύκλο της Αποκάλυψης, είναι ο μάρτυρας της «εκθαμβωτικής» εμπειρίας· εκείνος που δεν γνώρισε τον Χριστό εν σαρκί, αλλά τον συνάντησε μέσα στο φως της Αναστάσεως. Αν ο Πέτρος αναπαριστά την αρχή, ο Παύλος διαστέλλει την αρχή στο άπειρο. Ο ένας είναι θεμέλιο, ο άλλος, αποδομητικό άνοιγμα.

Η διαφωνία τους στην Αντιόχεια (Γαλ. 2,11) αποτελεί μοναδική περίπτωση εντός της Καινής Διαθήκης όπου διασώζεται θεολογική ρήξη ανάμεσα σε κορυφαίους αποστόλους. Ο Παύλος κατηγορεί ευθέως τον Πέτρο για υποκρισία. Κι όμως, η Εκκλησία δεν εκτοπίζει αυτή τη σύγκρουση, την ενσωματώνει, την αναγνωρίζει ως θεολογικό γεγονός. Η σύγκρουση δεν διαιρεί, αποκαλύπτει την ετερότητα ως θεμέλιο της ενότητας. Η Εκκλησία δεν είναι ομοφωνία αλλά συμφωνία στην αγάπη. Ο Παύλος δεν αποδομεί τον Πέτρο, τον αγαπά μέσα από τη διαφωνία. Η κριτική γίνεται ευχαριστία, η αποδοκιμασία, μία μορφή ποιμαντικής αγωνίας.

Η εικονογραφική παράδοση αποτυπώνει την ένταση και τη συμφιλίωση αυτής της σχέσης με τρόπο βαθύτατα θεολογικό. Στην πρώτη εικόνα, οι δύο απόστολοι στέκουν αντικριστά: ο Πέτρος κρατά τα κλειδιά (σύμβολο εξουσίας, συγχωρητικότητας, αλλά και δεσμεύσεως), ο Παύλος κρατά τον λόγο (την επιστολή, τη γραφή, τη διάνοια). Η σχέση δεν είναι συμμετρική, είναι διαλογική. Στη δεύτερη εικόνα, οι δύο άνδρες ασπάζονται. Δεν ενώνονται, δεν ταυτίζονται, αποδέχονται ο ένας τον άλλον εν τω βάθει της θεολογικής τους διαφοράς. Ο ασπασμός αυτός δεν είναι απλό συγκινησιακό στιγμιότυπο, είναι εικονογραφική διατύπωση της έννοιας «καθολικότητα».

Η Ορθοδοξία ουδέποτε υποστήριξε την ενότητα ως ομογενοποίηση. Αντιθέτως, η πατερική παράδοση, ιδίως μέσα από τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, τονίζει πως η ενότητα στην Εκκλησία είναι καρπός της διαφοροποίησης «ἐν ἀγάπῃ». Ο Μάξιμος διακρίνει μεταξύ του «καθ’ ὁμοιότητα» και του «κατὰ τὸ ἕτερον»: το δεύτερο είναι ο τόπος της θεώσεως, εκεί όπου το έτερο δεν είναι απειλή αλλά εσχατολογική δυνατότητα. Η σχέση Πέτρου-Παύλου είναι η εικονογράφηση αυτής της μαξιμιανής λογικής: ο έτερος δεν είναι ο ξένος, είναι η φανέρωση του προσώπου μου υπό άλλη μορφή.

Ο Jean-Claude Larchet επισημαίνει ότι η Εκκλησία ως θεραπευτήριο έχει ακριβώς αυτή τη λειτουργία: να επιτρέπει την ειρηνική συνύπαρξη των πληγών και των χαρισμάτων, των δογμάτων και των μετανοιών, των θεμελίων και των ερώτων του πνεύματος. Η σύγχρονη θεολογία οφείλει να ανασύρει από τη σχέση Πέτρου και Παύλου την εσχατολογική της δυναμική: το ότι κάθε αλήθεια, για να είναι ζώσα, πρέπει να περιέχει και την κρίση, και κάθε κρίση, για να είναι ευαγγελική, πρέπει να απολήγει σε ασπασμό.

Η Εκκλησία ως ορατό σώμα δεν υπάρχει για να διαχειριστεί πολιτισμικά την αλήθεια, ούτε για να επιβάλλει την κανονικότητα του ενός· υπάρχει για να θυμίζει την ασυνέχεια της Χάριτος. Ο Πέτρος και ο Παύλος, πρώτοι και κορυφαίοι, συγκροτούν μία Εκκλησία μη-ιδεολογική, μία Εκκλησία που δεν έχει στόχο την επιβολή, αλλά τη συν-μετοχή, όχι την ταύτιση, αλλά την ελευθερία της κοινωνίας.

Στην εποχή μας, όπου κυριαρχεί η ανάγκη για ομοιομορφία, πιστοποιημένη αλήθεια και αποστείρωση της διαφωνίας, η μνήμη των Πέτρου και Παύλου επανέρχεται ως θεολογική πρόκληση. Το μέλλον της Εκκλησίας ίσως εξαρτάται όχι από την ικανότητα να υπερασπίζεται, αλλά από την ικανότητα να συγχωρεί, όχι από τη δογματική της συνέπεια, αλλά από την πνευματική της ετοιμότητα να διακινδυνεύει την αλήθεια μέσα στην ετερότητα.

Γιατί, τελικά, ο Θεός είναι Ένας όχι επειδή δεν έχει έτερα πρόσωπα, αλλά επειδή είναι Τριάδα, και η Εκκλησία είναι μία όχι επειδή σκέπτεται ομοίως, αλλά επειδή αγαπά εν διαφωνία.
ΠΗΓΗ:https://www.facebook.com/share/1H4o4VoAot/
 Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.