Σάββατο 1 Φεβρουαρίου 2025

«Ανασύσταση, ή πράξη που διακονεί την Ανάσταση»


Του Θανάση Ν. Παπαθανασίου 

Την Παρασκευή 3-11-2017, στο ξενοδοχείο «Κάραβελ» (Αθήνα) έγινε εκδήλωση προς τιμήν του (μακαριστού πλέον) αρχιεπισκόπου Αναστασίου, διοργανωμένη από τις εκδόσεις «Εν Πλω». Για την εκδήλωση αυτήν ο Αναστάσιος μου ζήτησε να παρουσιάσω το βιβλίο του «Η ανασύσταση της ορθοδόξου αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Αλβανίας, 1991-2016 (εκδ. Ορθόδοξος Αυτοκέφαλος Εκκλησία της Αλβανίας, Τίρανα 2017, 4η έκδοση). 

Περιττό να πω πόσο με συγκίνησε η πελώρια τιμή που μου έκανε, και με πόση χαρά με γέμισε η δυνατότητα που μου πρόσφερε, να σχολιάσω ζητήματα καίρια και ορθάνοιχτα για την οικουμενική Εκκλησία. Τα όσα είπα στην παρουσίαση εκείνη, δημοσιεύτηκαν λίγο αργότερα στο περιοδικό «Φρέαρ» 21 (Μάρτιος 2018), σσ. 130-135, υπό τον ως άνω τίτλο. Παραθέτω στη συνέχεια το κείμενό μου (στο οποίο επιμένω ότι ρίζα και του «αλβανικού έργου» του Αναστασίου είναι η ανοιχτωσιά με την οποία ο ίδιος νοούσε –και μας δίδαξε– την ιεραποστολή):
..............................................................

Θανάσης Ν. Παπαθανασίου 

Ανασύσταση, ή πράξη που διακονεί την Ανάσταση

Στην Αγία και Μεγάλη Σύνοδο των Ορθοδόξων Εκκλησιών, η οποία πραγματοποιήθηκε στην Κρήτη τον Ιούνιο του 2016 έλαβαν μέρος δέκα Ορθόδοξες εκκλησίες.Ο κανονισμός της Συνόδου προέβλεπε ότι οι αντιπροσωπίες θα αποτελούνταν από αρχιερείς, και θα μπορούσαν «να συνοδεύωνται […]υπό ειδικών συμβούλων, κληρικών, μοναχών ή λαϊκών», κατά κανόνα μέχρι έξι μέλη.

Έτσι λοιπόν είχαμε δυνατότητα για έξι συμβούλους ή και παραπάνω, αν κάποια Εκκλησία το επιθυμούσε.Τι έγινε, όμως, στην πράξη; Βάσει των στοιχείων που οι ίδιες οι δέκα εκκλησίες δημοσιοποίησαν,

Τέσσερις Εκκλησίες είχαν από 6 συμβούλους.
Τρεις Εκκλησίες είχαν από 7 συμβούλους.
Δύο Εκκλησίες είχαν από 8 συμβούλους.
Μία μόνο Εκκλησία είχε 9 συμβούλους. Η Εκκλησία της Αλβανίας.

Από τους συμβούλους αυτούς, πόσοι ήταν λαϊκοί; 

Μία Εκκλησία δεν είχε κανένα σύμβουλο λαϊκό (όλοι ήταν κληρικοί). 
Πέντε Εκκλησίες είχαναπό 1 λαϊκό σύμβουλο.
Δύο Εκκλησίες είχαν από 2 λαϊκούς.
Μία Εκκλησία είχε 3 λαϊκούς.
Μία Εκκλησία είχε 4 λαϊκούς συμβούλους. Η Εκκλησία της Αλβανίας.

Από αυτούς τους λαϊκούς συμβούλους, πόσοι ήταν γυναίκες;

Επτά Εκκλησίες (θυμίζω: από τις 10) δεν είχαν καμία γυναίκα σύμβουλο.
Μία Εκκλησία είχε 1 γυναίκα.
Δύο Εκκλησίες είχαν από 2 γυναίκες. Μία απ’ αυτές ήταν η Εκκλησία της Αλβανίας.

Προς τι τα αναφέρω αυτά; Φυσικά δεν είναι το άπαν ούτε οι αριθμοί ούτε οι ποσοστώσεις. Τo κορυφαίο κριτήριο είναι η θεολογία από την οποία εμφορείται κάποιος - είτε άντρας είτε γυναίκα, είτε κληρικός είτε λαϊκός. Αλλά και οι αριθμοί μπορεί να δείχνουν κάτι ενδιαφέρον: Ποια δυναμική υπηρετείται. Δίνω ενδεικτικά, προς διάσκεψη, δύο μεγέθη. Όχι χάριν αντιπαλότητας, αλλά χάριν της πραγματικότητας: 

Η Εκκλησία της Ελλάδος, που διεκδικεί περίπου δέκα εκατομμύρια πιστούς και διαθέτει υπερπλούσια θεολογική ενδοχώρα, επέλεξε τον μίνιμουμ αριθμό συμβούλων (6), τον μίνιμουμ αριθμό λαϊκών (1), και τον ανθυπομίνιμουμ αριθμό γυναικών: καμία! 

Η Εκκλησία της Αλβανίας, με πολύ λιγότερο από ένα εκατομμύριο πιστούς [1], κινήθηκε στο μάξιμουμ! 9 συμβούλους, και εξ αυτών 4 λαϊκούς, από τους οποίους οι μισές γυναίκες. 

Δεν θεωρώ διόλου τυχαίο ότι τη στάση αυτή την επέδειξε μια Εκκλησία η οποία κατεξοχήν υπολήπτεται την έννοια της μαρτυρίας, της ιεραποστολής και της εξόδου στα πελάγη της οικουμένης. Αυτό το πνεύμα αποτυπώνεται στο βιβλίο – απολογισμό του αρχιεπισκόπου της, «Η ανασύσταση της Ορθοδόξου αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Αλβανίας (1991-2016)», που εκδόθηκε για τα 25 χρόνια αυτής της τοπικής Εκκλησίας.

Δεν θα είχε νόημα να ασχοληθούμε αν ήταν απλώς ένας επετειακός τόμος, αυτοδοξαστικός και αυτιστικός όπως πολλοί τόμοι που εκδίδονται στον εκκλησιαστικό χώρο. Το βιβλίο έχει νόημα, διότι διατυπώνει προτάσεις, τις οποίες όλοι οι στοχαζόμενοι για τον τρόπο συγκρότησης και για τον τρόπο ύπαρξης της Εκκλησίας χρειάζεται να λάβουμε υπόψη.

Το 1991 ο νυν αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος έφτανε στην κοχλάζουσα Αλβανία ως έξαρχος του Οικουμενικού Πατριαρχείου,  σε ηλικία 62 ετών. Σε δυο βδομάδες συγκάλεσε Γενική Κληρικολαϊκή Συνέλευση (σσ. 16-17). Ήταν άραγε μια κίνηση εξ ανάγκης (και άρα μια κίνηση που θα εξατμιστεί μόλις το εμπερίστατο παρέλθει), ή μια πρωτοβουλία εκ πεποιθήσεως; Το 1993 έγινε κι άλλη κληρικολαϊκή συνέλευση, το 2006 κι άλλη, για την αποδοχή του Καταστατικού Χάρτη, και το 2016 κι άλλη, για τροποποιήσεις του Καταστατικού Χάρτη, ο οποίος και δημοσιεύεται στο βιβλίο.

Κι έτσι, στον Καταστατικό Χάρτη έχουμε πλέον ως θεσμικό όργανο την κληρικολαϊκή συνέλευση (άρθρο 27), η οποία συνέρχεται τακτικώς ανά διετία και εκτάκτως όποτε παραστεί ανάγκη. Δεν θα μπω εδώ σε λεπτομέρειες. Υπάρχουν σημεία που αξίζουν ιδιαίτερη συζήτηση, και μάλιστα σημεία όπου, νομίζω, αποτυπώνεται η διελκυστίνδα οράματος και αναγκαιότητας[2], στην οποία πάντα μπαίνει η εκκλησιαστική πράξη. Αλλά τώρα θα σταθώ στη βασική δυναμική την οποία υιοθέτησε προγραμματικά η Εκκλησία της Αλβανίας. Ενδεικτικά σημειώνω δύο πράγματα: Πρώτον, ότι ρητά προβλέπεται η κατάλληλη εκπροσώπηση ανδρών, γυναικών και νέων (άρθρο 28). Δεύτερον, ότι συμμετοχή του σώματος της Εκκλησίας υπάρχει και όσον αφορά την ανάδειξη επισκόπων. Τους υποψηφίους προς χειροτονία στον επισκοπικό βαθμό τους προτείνει το Κληρικολαϊκό Εκκλησιαστικό Συμβούλιο, και στη συνέχεια η Ιερά Σύνοδος εκλέγει έναν εξ αυτών(άρθρο 17). 

Ποια είναι η ρίζα αυτής της δυναμικής; Είναι αυτό που προανέφερα: η γενναία, δουλεμένη και ευρύχωρη ιεραποστολική αντίληψη του πρωτεργάτη, αρχιεπισκόπου Αναστασίου. Όχι η μιζέρια των εκκλησιαστικών χώρων, η οποία συχνά αυτοτιτλοφορείται «ιεραποστολή». Όχι ο χριστιανικός ζηλωτισμός που ασελγεί επί της έννοιας της ιεραποστολής. Ούτε βέβαια η αγραμματοσύνη που νομίζει ότι η ιεραποστολή είναι μια ιμπεριαλιστική υπόθεση του αιώνα που πέρασε.  

Στην ομιλία του Μακαριωτάτου κατά τα εγκαίνια του υδροηλεκτρικού έργου στο Ραπούνι της Αλβανίας, τον Αύγουστο του 2016, υπάρχει μια φράση με εξαιρετικό ειδικό βάρος: «Η Ορθόδοξος Εκκλησία δεν ζει για τον εαυτό της. Ό,τι είναι, ό,τι έχει, ό,τι κάνει προορίζεται για όλη την κοινωνία, όπου βρίσκεται» (σ. 209). Σχεδόν ένα μήνα νωρίτερα αυτή η οπτική είχε αποτυπωθεί στο επίσημο Μήνυμα της Μεγάλης Συνόδου της Κρήτης: «Θεμέλιο των θεολογικών μας αναζητήσεων υπήρξε η βεβαιότητα ότι η Εκκλησία δεν ζει για τον εαυτό της. Μεταδίδει τη μαρτυρία του Ευαγγελίου της χάριτος και της αληθείας και προσφέρει σε όλη την οικουμένη τα δώρα του Θεού» [3]. 

Έχουμε λόγο να υποθέτουμε ότι πίσω από τις γραμμές αυτές του Μηνύματος της Συνόδου ψηλαφείται  η συμβολή του Αναστασίου. Και είναι επίσης σπουδαία υπόθεση το ότι η φράση αυτή («η Εκκλησία δεν υπάρχει για τον εαυτό της») κατ’ επανάληψη διατυπώνεται εμβληματικά από σημαντικές προσωπικότητες του οικουμενικού χριστιανικού χώρου τον τελευταίο σχεδόν αιώνα [4]. Ολόκληρη η πορεία, άλλωστε, του Μακαριωτάτου επί 60 χρόνια είναι συμμετοχή στις κατακλυσμιαίες αναθεωρήσεις που έλαβαν χώρα στην οικουμενική εννόηση της ιεραποστολής: στη «Missio Dei»της δεκαετίας του ’50,  στην «ιεραποστολή προς έξι ηπείρους» της δεκαετίας του ’60, στην «ιεραποστολή με τον τρόπο του Χριστού» στη δεκαετία του ’90 κλπ.

Γυρίζω πίσω, σε κάτι πιο προσωπικό. Αρχές του 1986 – πριν τριάντα χρόνια και… Στο Διορθόδοξο Κέντρο της Μονής Πεντέλης η Εκκλησία της Ελλάδος πραγματοποιούσε ένα γιγαντιαίο πανελλήνιο συνέδριο για την κατήχηση, με τον φιλόδοξο τίτλο «Διακονώντας τα νιάτα του 2000». Εκεί λοιπόν  συμμετείχαν όλα τα ιερά τέρατα της ενοριακής αναζωπύρωσης, που ήταν τότε στο αποκορύφωμά της. Η δοξολόγηση της ενορίας και της παρέας αναδιδόταν σαν θούριος και παιάνας. Και μέσα σ’ αυτή την ευφορία, μία παράφωνη φωνή ακούστηκε στην ολομέλεια• προφητικά παράφωνη. Ήταν ο επίσκοπος Αναστάσιος Γιαννουλάτος, που σηκώθηκε από τα μπροστινά καθίσματα, γύρισε προς τους συνέδρους και είπε: «Είναι ωραία αυτά. Αλλά προσέξτε, μη φτιάξουμε κάτι κλειστό».  Φωνή προφητική δυστυχώς, και τα κατοπινά χρόνια το έδειξαν.

Η προφητική φωνή είναι η φωνή η άβολη, και συχνά μαρτυρική. Στην Αλβανία ο Αναστάσιος σήκωσε αμαρτίες άλλων, καθώς η αρνητική στάση αλβανικών κύκλων απέναντί του οφειλόταν κυρίως στην ελληνική του καταγωγή. Είναι τρελό: Τα απόνερα του εθνικισμού (ελληνικού και αλβανικού) χτυπούσαν τον κατεξοχήν αντιεθνικιστή! Αμαρτίες παλιές αλλά και εντελώς σύγχρονες, οι οποίες λεπτά επισημαίνονται και στο βιβλίο. Για παράδειγμα: Το 1912 ιδρύθηκε το αλβανικό κράτος. Δέκα χρόνια αργότερα αυτοανακηρύχθηκε αυτοκέφαλη η αλβανική εκκλησία, αυτόβουλα και αντικανονικά. Το Πατριαρχείο απέρριψε την ενέργεια, αλλά δήλωσε ότι δεχόταν να χορηγήσει αυτοδιοίκηση και να δεχτεί τη χρήση της αλβανικής γλώσσας στη λατρεία (σσ. 11, 13, 25). Εξ ανάγκης κίνηση (ως παραχώρηση), αυτού το οποίο οφείλει να είναι αυτονόητο στην Ορθόδοξη παράδοση. Και στη συνέχεια, κάθε τόσο λάμβαναν χώρα από διαφόρους Ορθοδόξους παράγοντες ενέργειες για την Αλβανία, δίχως γνώση των τοπικών συνθηκών και δίχως έγνοια για την εξακρίβωσή τους! 

Ήταν άραγε έκπληξη για τον Μακαριώτατο η δίνη της Αλβανίας, που με δύναμη αποτυπώνεται στο βιβλίο; Φρονώ πως όχι. Αυτό που φαίνεται εντελώς αταίριαστο (από τοποτηρητής στην Ανατολική Αφρική, αρχιεπίσκοπος στα Βαλκάνια), νομίζω πως δεν ήταν διόλου αταίριαστο. Όχι επειδή λέμε (σε βαθμό χυδαιότητας συχνά) ότι κάθε καθημαγμένο κράτος θυμίζει τριτοκοσμική χώρα. Αλλά επειδή ήδη στην Αφρική στη δεκαετία του 1980 ο Μακαριώτατος είχε διακονήσει ακριβώς την ανόρθωση μιας Εκκλησίας. Εννοώ το σχίσμα του επισκόπου Αρθούρου Γαδούνα, που σπάραξε την Ορθόδοξη Εκκλησία της Κένυας για καιρό [5]. Προσωπικά θυμάμαι την έκπληξη που ένιωσα το 1995, όταν πρωτοβρέθηκα στην Αφρική [6], σε επισκέψεις που φυσικά δεν διανοούμαι καν να συγκρίνω με τα οργώματα του Μακαριωτάτου. Σε μια περιοχή της Κένυας πέσαμε πάνωσε πιστούς του μακαρίτη πλέον Γαδούνα. Μας έστρεψαν ορμητικά την πλάτη και απομακρύνθηκαν, μουρμουρώντας περιφρονητικά «Μζούνγκου» - «λευκός», με κακή χροιά, σαν τη βαριά λέξη «αράπης» που λένε περιφρονητικά κάποιοι λευκοί. Καθόσον, από λευκούς είχαν πάθει… Στην Ανατολική Αφρική λοιπόν ο Μακαριότατος είχε ήδη ασκηθεί στο να σηκώνει αμαρτίες πολλών, ώστε εν τέλει, παρά τη λευκότητά του, να διακονήσει την αφρικανότητά του• και αργότερα στα Βαλκάνια, παρά την ελληνικότητά του, να διακονήσει την αλβανότητά του• και εν τέλει, την οικουμενικότητα του Ευαγγελίου του Χριστού και τη σάρκωση του Ευαγγελίου του σε τόπο και χρόνο.

Το βιβλίο είναι μια αναφορά, ένα report. Καταγράφει την εφαρμογή ενός σπουδαίου θεωρήματος. Εννοώ το θεώρημα «Λειτουργία μετά τη λειτουργία». «Λειτουργία μετά τη Λειτουργία» σημαίνει πως αυτό που βιώνεται μέσα στη θεία Λειτουργία, οφείλουν κατόπιν οι πιστοί να το διαχέουν έμπρακτα στον κοινωνικό χώρο και στην καθημερινή ζωή. Είναι γνωστό αυτό, και διαχρονική αξίωση της εκκλησιαστικής ζωής. Αλλά τι έθρεψε αυτή τη φράση; Την έθρεψε το πνεύμα της ιεραποστολικής. Όχι μια αφηρημένη συστηματική θεολογία, όχι μια εσωστρεφής λειτουργική. Τη φράση αυτή τη διατύπωσε ο Μακαριώτατος το 1963 στην Αθήνα και το 1975 σε διεθνή ιεραποστολική διάσκεψη  στο Ετσμιατζίν της Αρμενίας [7]. Έκτοτε καθιερώθηκε. Τη φόρμουλα τη γέννησε η ιεραποστολή. 

Το εκτεταμένο και ριζοσπαστικό κοινωνικό έργο της Εκκλησίας της Αλβανίας ανήκει στη Λειτουργία μετά τη Λειτουργία. Σχολεία, νοσοκομεία, οδοποιία, κοινωφελή έργα κλπ. Αλλά εδώ αναδύεται ένα κρίσιμο ερώτημα: Είναι όλα αυτά ουσιώδης παράμετρος της εκκλησιαστικής παρουσίας; Ποια είναι τα χαρακτηριστικά που κάνουν την κοινωνική παρουσία να μην είναι ένας κοινός ακτιβισμός, σαν αυτόν μιας ΜΚΟ ή ενός υπουργείου; Ποια είναι, δηλαδή, τα κριτήρια που κάνουν την εκκλησιαστική κοινωνική παρουσία να είναι προφητική, μυστηριακή παρουσία, φανέρωση του Ευαγγελίου; Θα έλεγα ότι είναι δύο τα κριτήρια: 

Κριτήριο πρώτο. Όχι απλώς διαχείριση μιας φιλανθρωπίας η οποία αφήνει ανέγγιχτο το ένοχο σύστημα και μάλιστα γίνεται στυλοβάτης του και άλλοθι όσων παράγουν την κοινωνική αθλιότητα. Χαρακτηριστικό της προφητικής κοινωνικής παρουσίας είναι η ευαγγελική κριτική προς το οικονομικό και κοινωνικό σύστημα. Η προφητική πράξη δεν ακολουθεί απλώς τη λειτουργία και το μυστήριο. Είναι κι αυτή λειτουργία και μυστήριο. Ο Μακαριώτατος κατ’ επανάληψη έχει καλέσει σε «αντίσταση στις δαιμονικές δυνάμεις που αλλοτριώνουν και εξαχρειώνουν την ανθρώπινη ύπαρξη με την αδικία και την πλεονεξία […].Δεν μπορεί κανείς», μας έχει πει, «να μείνει αδιάφορος μπροστά στις ποικίλες μορφές καταδυναστεύσεως των ανθρώπων από την ανέχεια, τη βία, τις άδικες διακρίσεις από τον πολύτροπο ανθρώπινο εγωισμό, που ακριβώς αυτός είναι η αμαρτία και η ανταρσία κατά της αγάπης του Τριαδικού Θεού» [8].

Κριτήριο δεύτερο. Η παρουσία της Εκκλησίας να μην είναι συντεχνιακή. Να υπάρχει, όπως είπαμε, για τους άλλους, κι όχι για τον εαυτό της. Αλλά… υπάρχει κανείς που δεν θα το προσυπογράψει αυτό; Οι λέξεις έχουν φτηνύνει και δεν κοστίζουν τίποτα οι δηλώσεις. Το θέμα είναι άλλο: Αν ευλαβούμαστε τον λόγο, και αν είμαστε πρόθυμοι να πληρώσουμε γι’ αυτόν, τότε η φράση «για τους άλλους» σημαίνει όντως για τους άλλους, για τους αληθινούς άλλους. Στο βιβλίο είναι σεμνά λακωνική [9], αλλά χυμώδης, η περιγραφή μιας καίριας στιγμής: Το 1999 καταφθάνουν στην Αλβανία κύματα προσφύγων από το εμπόλεμο Κόσσοβο, το γεμάτο μίσος μεταξύ των Ορθοδόξων Σέρβων και των μουσουλμάνων Αλβανών. Πολλοί οι μουσουλμάνοι πρόσφυγες που περνούν στην εν πολλοίς ομόδοξή τους Αλβανία. Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλβανίας, σε συνεργασία με άλλες εκκλησίες, περιθάλπει γύρω στις 33.000 προσφύγων. Και προσφέρει, σε μια κίνηση τεράστιου συμβολικού φορτίου, χρήματα για την  επισκευή ενός ναού κι ενός τεμένους στο Κόσσοβο (σσ. 58-59). Ευαγγέλιο έμπρακτο, δίχως φόβο. Τον έχει πετάξει έξω η αγάπη. Πριν από έναν αιώνα, πολύ ανατολικότερα, ο Ρώσος ιεραπόστολος στην Ιαπωνία άγιος Νικόλαος Κασάτκιν είχε παραμείνει στην Ιαπωνία, με το ιαπωνικό ποίμνιό του, όταν η εκκλησιαστική του πατρίδα (η Ιαπωνία) ήρθε σε πόλεμο με τη βιολογική του πατρίδα (τη Ρωσία). Το αβάσταχτο Ευαγγέλιο.

Θα κλείσω με το κείμενο του Μακαριωτάτου, με το οποίο κλείνει το βιβλίο (σ. 228). Ένας ποταμός, λέει ο Αναστάσιος, ο ποταμός Ιορδάνης, δίνει ατσιγγούνευτα νερό σε δύο λίμνες. Η μία λίμνη αυτό το νερό το προσφέρει στη γη, για να καρπίσει. Είναι η λίμνη της Γαλιλαίας. Η άλλη λίμνη όμως κρατά το νερό για τον εαυτό της. Και το νερό γίνεται φαρμάκι. Είναι η Νεκρά Θάλασσα.  Ό,τι κρατάς καταδικό σου, επιτρέψτε μου να σχολιάσω εγώ,  γίνεται κατάδικό σου. Και δεν είναι τυχαίο ότι στο ευαγγέλιο η Γαλιλαία δεν είναι ο τόπος ο μικρός, ο τόπος ο κακός. Είναι η Γαλιλαία των εθνών. Αν δεν το βλέπουμε αυτό, τότε θα φτιάχνουμε αδιάκοπα κάτι «κλειστό». Κι από πάνω, θα καμαρώνουμε, οι τραγικοί και οι μοιραίοι, για τη μιζέρια μας!

Μακαριώτατε, σας ευχαριστώ για το ότι είστε δάσκαλός μας, σας ευχαριστώ που αντέχετε, σας ευχαριστώ που επιμένετε ότι «τολμούμε να ελπίζουμε» (σ. 207).

ΘΑΝΑΣΗΣ Ν. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ 
[περιοδικό «Φρέαρ» 21 (Μάρτιος 2018), σσ. 130-135].

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ 
[Διευκρίνιση: Για λόγους που αγνοώ, το  fb δεν αφήνει να εμφανιστούν στην παρούσα ανάρτηση διαδικτυακές διευθύνσεις τις οποίες έχω σε κάποιες υποσημειώσεις. Αναγκαστικά λοιπόν τις αφαιρώ, για κάθε δε ενδιαφερόμενο /-η, υπάρχουν στην έντυπη δημοσίευση, στο «Φρέαρ»]:

[1] Οι αριθμοί που καταγράφονται κυμαίνονται μεταξύ 400.000 και 800. 000. Βλ. αντίστοιχα ...

[2] Αποτυπώματα αναγκαιότητας, η οποία συν τω χρόνω οφείλει να παρέλθει, θεωρώ τη δυνατότητα εκλογής τιτουλάριων και βοηθών επισκόπων (άρθρα 18 και 23 Κ.Χ.).

[3] ...

[4] Ενδεικτικά: William Temple (1881–1944), ... Dietrich Bonhoeffer (1906-1945), ... Πάπας Βενέδικτος ΙΣΤ΄ (1927- ), ...

[5] Ανδρούσης Αναστάσιος, «Μια περιπέτεια της Ορθοδοξίας στην Ανατολική Αφρική», Πάντα τα Έθνη 19 (1986), σσ. 22-25• 20 (1986), σσ. 24-27• 21 (1987), σσ. 24-27. Βλ. και «Τελευταία συνομιλία του Γαδούνα με τον επίσκοπο Αναστάσιο», Πάντα τα Έθνη 24 (1987), σσ. 20-21.

[6] Θανάσης και Ελένη Παπαθανασίου, «Κένυα “προφθάσει χείρα αυτής τω Θεώ”», Πάντα τα Έθνη 54 (1995), σσ. 44-45.  

[7] Αναστάσιος, Ιεραποστολή στα ίχνη του Χριστού, εκδ. Αποστολικής Διακονίας, Αθήνα 2007, σσ. 129-132.Βλ. και Athanasios N. Papathanasiou, «Social Engagement as part of the call to deification in Orthodox theologies», Logos: A Journal of Eastern Christian Studies 57.1-4 (2016), σ. 82.

[8] Αναστάσιος, Ιεραποστολή, ό.π., σ. 191.

[9] Περισσότερα έχει γράψει ο τότε συνεργάτης του Μακαριωτάτου π. Λουκάς Βερώνης από την Αμερική, στο βιβλίο του Go Forth: Stories of Mission and Resurrection in Albania, Conciliar Press, California 2009. Βλ. βιβλιοπαρουσίασή μου στη «Σύναξη» 130 (2014), σσ. 99-101.
ΠΗΓΗ:https://www.facebook.com/share/p/154bZ5cRyr/
 Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.