Έντονες αντιδράσεις προκάλεσε στους απογόνους των θυμάτων της σφαγής των Καλαβρύτων και σε τοπικούς φορείς, η επικείμενη κυκλοφορία της ταινίας “Καλάβρυτα 1943”, η οποία «είναι ένα μυθιστορηματικό δράμα, εμπνευσμένο από πραγματικά γεγονότα», όπως τουλάχιστον η ίδια θέλει να δηλώνει. Στην ταινία πρωταγωνιστεί ο σπουδαίος Σουηδός ηθοποιός Μαξ Φον Σίντοφ.

Όπως δημοσίευσε αρχικά η εφημερίδα “Πελοπόννησος”, οι συγγενείς των θυμάτων (και δικαίως) αισθάνθηκαν προσβεβλημένοι από μία σκηνή της ταινίας, η οποία συμπεριλαμβάνεται στο τρέιλερ που κυκλοφορεί: Σε αυτήν ένας “καλός Αυστριακός στρατιώτης” της Βέρμαχτ, σπάει με το κοντάκι του όπλου του την πόρτα του φλεγόμενου σχολείου (το οποίο προηγουμένως είχαν κάψει οι ναζιστικές δυνάμεις κατοχής) για να σώσει τα γυναικόπαιδα που είχαν καταφύγει σε αυτό.

Μόνο που αυτό το περιστατικό συνέβη στην φαντασία των σεναριογράφων! Μία σκηνή, που περισσότερο αρμόζει σε χολιγουντιανή ταινία προπαγάνδας (τις γνωστές μας “αμερικανιές” που εσχάτως αντιγράφουν τώρα και οι Τούρκοι) δεν αρμόζει σε μία παραγωγή που δηλώνει πως “εμπνέεται από πραγματικά γεγονότα” και στην οποία μάλιστα είναι συμπαραγωγός η ΕΡΤ!

Να κάνω τον δικηγόρο του διαβόλου; Να τον κάνω! Λοιπόν, η ιστορία του “καλού Αυστριακού στρατιώτη που έσωσε τα γυναικόπαιδα” είναι ένα παλιό ιστορικό μύθευμα, που συναντάται ακόμα και στον Τύπο της εποχής. Ένα ιστορικό μύθευμα που έχει βέβαια διαψευστεί από τους αυτόπτες μάρτυρες, τους επιζώντες της σφαγής και την ίδια την ιστορία. Ας πούμε, όμως, ότι οι συντελεστές της ταινίας “Καλάβρυτα 1943” δεν το γνώριζαν.

Έλα όμως που οι υπεύθυνοι της ταινίας είχαν επισκεφτεί 2,5 χρόνια πριν τα Καλάβρυτα και είχαν συζητήσει εκτενώς με την Ένωση Θυμάτων Καλαβρυτινού Ολοκαυτώματος. Μάλιστα, ο πρώην αντιδήμαρχος Καλαβρύτων και πρόεδρος της Ένωσης Χαρίλαος Ερμείδης αναφέρει πως είχαν δείξει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ιστορία με τον “καλό Αυστριακό στρατιώτη”.

Τους είχε, λοιπόν, τότε ειπωθεί σαφώς πως αποτελεί μύθευμα. Τους είχε επιπλέον ειπωθεί πως οι Καλαβρυτινοί θα αντιδρούσαν στην περίπτωση που συμπεριλαμβάνονταν αυτή η επίμαχη σκηνή, ή τέτοιες σκηνές μυθοπλασίας, καθώς θα το θεωρούσαν διαστρέβλωση της ιστορίας και προσβολή της μνήμης των θυμάτων. Οι συντελεστές της ταινίας τους έγραψαν τελικώς στα παλιά τους τα παπούτσια!

Δεν μιλάμε για ταινία του μετρ της μυθοπλασίας Κουέντιν Ταραντίνο, που στο  “Inglourious Basterds” ξεπατίκωσε την ιστορία του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, θέλοντας να αποτίσει φόρο τιμής στα ψευτοϊστορικά πολεμικά b movies που τόσο αγάπησε. Μιλάμε για ταινία που δηλώνει πως εμπνέεται από “πραγματικά γεγονότα” και ο τίτλος της δεν αφήνει καμία αμφιβολία ότι αναμετριέται με την ιστορία. Οι συντελεστές της, λοιπόν, (δεν αναφέρομαι στον Μαξ Φον Σίντοφ που είναι ερμηνευτής) θα έπρεπε να σεβαστούν την ιστορική μνήμη και όχι να “ξεπλύνουν” τις ναζιστικές δυνάμεις κατοχής με μυθεύματα, την στιγμή που τους είχε ξεκαθαριστεί πως τέτοιο περιστατικό δεν συνέβη ποτέ!

Οι απόγονοι των θυμάτων μιλούν για «αναβίωση μύθων που εξυπηρετούν αλλότριους σκοπούς». Ποιοι είναι αυτοί οι αλλότριοι σκοποί μπορούμε να φανταστούμε. Για παράδειγμα, αναρωτιέμαι αν θα κέρδιζε ο Ρόμπερτο Μπενίνι το Όσκαρ καλύτερης ταινίας για το “Η ζωή είναι ωραία” αν στο φινάλε έδειχνε την ιστορική πραγματικότητα, την είσοδο των σοβιετικών στρατευμάτων στο Άουσβιτς και όχι των αμερικανικών. Ή αν δεν αποθέωνε με τον δικό του μοναδικό τρόπο τα θύματα του Ολοκαυτώματος.

Δεν γνωρίζω τα κίνητρα που ώθησαν τον σεναριογράφο-παραγωγό Δημήτρη Κατσαντώνη και τον σκηνοθέτη Νικόλα Δημητρόπουλο να προβούν σ’ αυτή την ιστορική παραχάραξη. Γνωρίζω, όμως, ότι στην Γερμανία υπάρχει ισχυρή πολιτική και ιστοριογραφική τάση που θέλει να διαχωρίσει τους “κακούς Ναζί” από την “καλή Βέρμαχτ”! Και επειδή στο Βερολίνο εκτιμούν οτιδήποτε ρίχνει νερό σ’ αυτό το αφήγημα, το καχύποπτο μυαλό μου έχει πάρει φόρα…