αναδημοσίευση από τα Θέματα Ελληνικής Ιστορίας
άρθρο του Αρχιμανδρίτη κ. Κύριλλου Κεφαλόπουλου
ιστορικού συγγραφέα
.
Μόνο δύο μέρες μετά την παράδοση του φρουρίου της Αρκαδίας (Κυπαρισσίας), μαντατοφόροι έφθασαν στον Γουλιέλμο Σαμπλίττη φέρνοντάς του την είδηση πως ο αδελφός του στα μέρη της Γαλλίας πέθανε άκληρος και επομένως ο ίδιος έπρεπε να τον διαδεχθεί. Έτσι, ο Σαμπλίττης ανεχώρησε για την Γαλλία αφήνοντας τον στρατό του και την κατακτημένη περιοχή στον Γοδεφρίδο Βιλλεαρδουίνο. Ειδικότερα στον Βιλλεαρδουίνο παραχώρησε την Καλαμάτα και την Αρκαδία με την περιοχή της(11). Ο Βιλλεαρδουίνος είχε άμεσα ζητήματα να αντιμετωπίσει, τις σχέσεις με τους Βενετούς και την διοικητική οργάνωση της κατακτημένης περιοχής. Εκείνη την περίοδο οι σχέσεις του με τους Βενετούς ήσαν εχθρικές, διότι οι τελευταίοι είχαν αποσπάσει με εχθροπραξίες από τους Φράγκους την Μεθώνη και την Κορώνη τα έτη 1206-1207. Τα δύο μέρη τελικά κατέληξαν σε συμφωνία, που επικυρώθηκε με την συνθήκη της Σαπιέντζας (1209), που συντάχθηκε στην ομώνυμη νησίδα απέναντι από την Μεθώνη. Με την συνθήκη αυτή ο Βιλλεαρδουίνος αναγνώριζε την βενετική κυριαρχία στην Μεθώνη και την Κορώνη (με τις περιοχές τους), παραιτούνταν των διεκδικήσεών του επ’ αυτών, και επίσης παραχωρούσε ελευθερία στις εμπορικές δραστηριότητες των Βενετών, και το δικαίωμα των τελευταίων να έχουν τις δικές τους εκκλησίες και αποθήκες σε κάθε πόλη. Ενώ το Χρονικό του Μορέως αναφέρει την παραχώρηση των δύο πόλεων στους Βενετούς(12), την συνδέει με την βοήθεια που προσέφεραν οι Βενετοί με τα πλοία τους στον Γουλιέλμο Βιλλεαρδουίνο, τον γιο του Γοδεφρίδου, για την κατάκτηση της Κορίνθου, του Ναυπλίου, του Άργους και της Μονεμβασιάς, γεγονότα όμως που συνέβησαν αργότερα (1246-1250). Κάπου το Χρονικό συγχέει τα δύο γεγονότα και εμφανίζεται να έχει αναχρονισμούς.
Το άλλο μεγάλο ζήτημα που επείγε και είχε να αντιμετωπίσει ο Βιλλεαρδουίνος ήταν η διοίκηση του φραγκικού Μορέως. Ο Γοδεφρίδος Βιλλεαρδουίνος κάλεσε συνέλευση των Φράγκων στην Ανδραβίδα, ώστε να οργανωθεί διοικητικά η κατακτημένη περιοχή. Δύο κυρίως παραμέτρους έλαβαν υπ’ όψιν τους, το αντίστοιχο φεουδαρχικό σύστημα που επικρατούσε στην χώρα τους (Γαλλία), το οποίο χρησίμευσε ως πρότυπο για την διοικητική διάιρεση του Μορέως, και την πραγματικότητα που δεν ήταν δυνατόν να αγνοηθεί, πως βρίσκονταν αυτοί οι ολιγάριθμοι Φράγκοι κυρίαρχοι μιας ξένης περιοχής, πάντοτε αναγκασμένοι να είναι σε στρατιωτική ετοιμότητα. Η Πελοπόννησος διαιρέθηκε σε δώδεκα βαρωνίες, και κάθε βαρωνία σε μικρότερα φέουδα (»φέη» αναφέρονται στο Χρονικό του Μορέως), τα οποία διανεμήθηκαν στους Ιππότες, την Καθολική Εκκλησία και τους υποτελείς (λίζιους) στους βαρώνους. Ιδρύθηκαν επίσης αρχιεπισκοπή στην Πάτρα με Λατίνο Αρχιεπίσκοπο και Έξαρχο Αχαϊας, επισκοπές, επτά βαρωνίες εκκλησιαστικές με κληρικούς βαρώνους. Κάθε εκκλησιαστική βαρωνία έλαβε από τέσσερα τιμάρια. Δόθηκαν επίσης τιμάρια στα ιπποτικά τάγματα των Τευτόνων και των Ιωαννιτών.
Ειδικότερα, όσον αφορά την Μεσσηνία, αυτή χωρίσθηκε σε δύο βαρωνίες [Καλαμών και Αρκαδίας (Κυπαρισσίας)] και σε δύο επισκοπές με έδρες την Μεθώνη και την Κορώνη. Και οι έδρες των ιπποτικών ταγμάτων βρίσκονταν στην περιοχή της Μεσσηνίας, των μεν Τευτόνων στην Μοστενίτσα (κοντά στην Καλαμάτα),των δε Ιωαννιτών στην Μεθώνη (Χρονικό Μορέως στ. 1903-1988). Οι βαρωνίες Καλαμών και Αρκαδίας επικυρώθηκαν στον Βιλλεαρδουίνο, ο οποίος αναγνωρίσθηκε και βάϊλος του Μορέως (έτος 1209), αργότερα έγινε και ηγεμόνας. Τον ηγεμόνα πλαισίωναν οι βαρώνοι, οι επίσκοποι και οι λίζιοι, που αποτελούσαν κούρτη ( αυλή) γύρω από αυτόν (Χρονικό Μορέως στ. 2013-2016). Η κούρτη λειτουργούσε ως συμβουλευτικό όργανο του ηγεμόνα και είχε επίσης δικαστικές αρμοδιότητες(13). Ενδιαφέρουσες πληροφορίες για το πώς λειτουργούσε η κούρτη μας δίδει το Χρονικό του Μορέως σε διάφορα χωρία. Ο πρίγκηπας (ηγεμόνας), για παράδειγμα, δεν μπορεί να λάβει μόνος του την απόφαση να παραχωρήσει κάστρα ή τιμάρια που ανήκουν σε έναν υποτελή σε κάποιον άλλον, χωρίς την συγκατάθεση των βαρώνων (στ. 4280-4290), είτε η απάντηση του αιχμάλωτου Γουλιέλμου, γιου του Βιλλεαρδουίνου, στον Έλληνα αυτοκράτορα της Νικαίας μετά την μάχη της Πελαγονίας (θα αναφερθούμε στην συνέχεια).
Στην συνέλευση της κούρτης (στον »παρλαμά», parlament, Χρονικό Μορέως στ.4402) προϊστατο ο λογοθέτης ως αντιπρόσωπος του ηγεμόνα και ενεργούσε ως πληρεξούσιός του έχοντας το δικαίωμα να υπογράφει συνθήκες εν ονόματι αυτού. Ο ηγεμόνας, αν παρίστατο ο ίδιος, ή ο λογοθέτης ως πληρεξούσιός του, κρατούσε κατά την συνέλευση σκήπτρο ως έμβλημα της αρχής του (Χρονικό Μορέως στ.7533-7552). Οι υποτελείς (λίζιοι) ορκίζονταν πίστη σε αυτόν, αναγνώριζαν και τιμούσαν την αρχή του (ό.π., στ.7880-7905). Είχαν επίσης την υποχρέωση να προσπαθήσουν να απελευθερώσουν τον αιχμαλωτισμένο τους ηγεμόνα είτε πληρώνοντας τα λύτρα είτε παίρνοντας οι ίδιοι την θέση του έως ότου να συγκεντρωθεί το ποσό (ό.π. στ. 7570-7580). Οι στρατιωτικές υποχρεώσεις ορίσθηκαν ως εξής: όλοι οι υποτελείς θα στρατεύονταν για τέσσερεις μήνες, τέσσερεις μήνες θα έμεναν σε φρούρια και τους υπολοίπους τέσσερεις μήνες στα σπίτια τους, πάντοτε όμως ετοιμοπόλεμοι να προστρέξουν στο κάλεσμα του ηγεμόνα. Από τις στρατιωτικές υποχρεώσεις απαλλάσσονταν οι ιερωμένοι και οι ανήκοντες σε μοναχικά τάγματα (ό.π.,στ. 1995-2000). Στην κατώτερη κοινωνική βαθμίδα βρίσκονταν οι δουλοπάροικοι, οι οποίοι ανήκαν στον αφέντη τους, που ήταν ο μόνος που μπορούσε να τους ελευθερώσει. Πολλές φορές οι δουλοπάροικοι ήσαν υποχρεωμένοι να δουλεύουν για την καθολική εκκλησία δίχως πληρωμή(14). Κατ’ αυτόν τον τρόπο διαρθρώθηκε κοινωνικά και στρατιωτικά το φραγκικό πριγκηπάτο του Μορέως (και η Μεσσηνία φυσικά που μας ενδιαφέρει ειδικότερα).
Ο Βιλλεαρδουίνος, για να διασφαλίσει περισσότερο την μεσσηνιακή του επικράτεια, εξεστράτευσε εναντίον της Αρκαδίας και της Λακωνίας πολιορκώντας τα φρούρια των Ελλήνων, Βελιγοστή, Νικλί και την περιοχή της Λακεδαίμονας. Οι Έλληνες άρχοντες συνθηκολόγησαν για να διατηρήσουν τις γαιοκτησίες τους (Χρονικό Μορέως, στ.2017-2074). Ο Βιλλεαρδουίνος επίσης αντιμετώπισε επιτυχώς και τις εδαφικές δικδικήσεις του Ροβέρτου εξαδέλφου του Γουλιέλμου Σαμπλίττη, ο οποίος αξίωνε την κληρονομία του ως διάδοχος του Σαμπλίττη. Πότε ερχόμενος σε συνεννόηση με τους Βενετούς, ώστε οι τελευταίοι να μην προσφέρουν πλοίο στον Ροβέρτο και πότε αποφεύγοντας να τον συναντήσει μετακινούμενος συνεχώς, πέτυχε να κερδίσει χρόνο. Όταν τελικά οι δύο άνδρες συναντήθηκαν στην Λακεδαίμονα, σε συνέλευση οι αρχιερείς και οι »φλαουριαραίοι» (όσοι δηλ. είχαν δικαίωμα να φέρουν φλάμπουρο, σημαία βάσει των τιμαρίων τους, βλ. Χρονικό Μορέως στ.1980-1988) εξέτασαν τα έγγραφα του καθενός και έκριναν πως ο Βιλλεαρδουίνος ήταν ο νόμιμος διάδοχος του Σαμπλίττη, βαϊλος του Μορέως και ηγεμόνας(15). Στην απόφασή τους βάρυνε το γεγονός ότι ο Βιλλεαρδουίνος ήταν » καλοϋπόληπτος εις όλους δικαιοκρίτης», »καλός και φρόνιμος» (ό.π. στ.2100-2105) και οι Φράγκοι δεν ήθελαν για ηγεμόνα τους έναν άπειρο νεαρό, την στιγμή που διέθεταν έναν έμπειρο ηγέτη, αγαπητό σε όλους.
Το 1210 ο Βιλλεαρδουίνος εμφανίζεται ως ηγεμόνας (πρίγκηπας) του Μορέως, έχει στην ιδιοκτησία του τις δύο μεσσηνιακές βαρωνίες Καλαμών και Αρκαδίας (Κυπαρισσίας), με εδραιωμένη και αδιαμφισβήτητη την κυριαρχία του στην Μεσσηνία, χωρίς να υπάρχει ελεύθερο φρούριο απειλητικό της επικρατείας του σε ελληνική κυριαρχία (πλην της Μονεμβασιάς) και με συμμάχους τους Βενετούς που κατέχουν Μεθώνη και Κορώνη. Η ιστορία της Μεσσηνίας στα αμέσως επόμενα χρόνια θα είναι στενά συνδεδεμένη με την οικογένεια των Βιλλεαρδουίνων και την γενικότερη πορεία του πριγκηπάτου του Μορέως, την οποία συνακολουθει. Ο Γοδεφρίδος Βιλλεαρδουίνος άφησε δύο γιους, τον Γοδεφρίδο Β’ και τον Γουλιέλμο, ο οποίος μάλιστα επειδή γεννήθηκε στο φρούριο της Καλαμάτας γι’ αυτό τον αποκαλούσαν Γουλιέλμο ντε Καλαμάτα (ό.π. στ.2445-2451). Όταν πέθανε ο Βιλλεαρδουίνος (έτος 1218) »θρήνος εγένετο πολύς εις όλον τον Μορέα,/ διατί τον είχαν ακριβόν, πολλά τον αγαπούσαν/ διά την καλήν του αφεντίαν την φρόνεσιν όπου είχεν» (ό.π.στ.2462-2465). Την θέση του θανόντος ηγεμόνα διαδέχθηκε ο γιος του Γοδεφρίδος ο Β’, για τον οποίο το Χρονικό του Μορέως εκφράζεται θετικά. Τον χαρακτηρίζει άξιο και ικανό ηγέτη, όπως και ο πατέρας του (στ.2468-2472).
Και πραγματικά ήταν άξιος διάδοχος του πατέρα του. Επί των ημερών του Γοδεφρίδου Β’ οι βαρωνίες της Μεσσηνίας και όλο το πριγκηπάτο του Μορέως γνωρίζουν την άνθηση. Συγκεντρώθηκε πλούτος και δύναμη αξιόλογη. Αυτό φαίνεται από το γεγονός ότι στην αυλή του διατηρούσε μεγάλο αριθμό ιπποτών (ογδόντα), στους οποίους συχνά προσέφερε πλούσια δώρα(16). Ο Γοδεφρίδος ο Β’ ήλθε σε σύγκρουση με τους λατίνους επισκόπους και τον καθολικό κλήρο κατηγορώντας τους ότι δεν συνέβαλαν αρκετά στην αντιμετώπιση των Ελλήνων. Συγκέντρωσε μάλιστα τα έσοδα των εκκλησιαστικών φέουδων και έχτισε ισχυρό φρούριο στο Χλομούτσι, δυτικά της Γλαρέντζας (στην περιοχή της Ηλείας). Έκοψε επίσης και δικό του νόμισμα (Χρονικό Μορέως στ.2631-2657). Αργότερα όμως, ήλθε σε συμφωνία με την καθολική εκκλησία και της έδωσε προνόμια. Συμφωνήθηκε οι επισκοπές (και τούτο μας ενδιαφέρει ειδικότερα για τις δύο μεσσηνιακές επισκοπές της Μεθώνης και της Κορώνης) να απαλλαγούν από τις εισφορές και από κάθε δικαστική υποχρεώση, και να λάβουν όλα τα κτήματα που ανήκαν προηγουμένως στην ορθόδοξη εκκλησία. Ο ίδιος ο ηγεμόνας του Μορέως κράτησε την κινητή εκκλησιαστική περιουσία, με τον όρο να καταβάλλει ετησίως ένα ποσό ως πληρωμή (ό.π. στ.2658 κ.ε.). (17). Χάρη στην οικονομική του ισχύ ο Γοδεφρίδος Β’ μπόρεσε να προσφέρει στρατιωτική και οικονομική στήριξη στον Λατίνο αυτοκράτορα της Κων/πολης, Βαλδουίνο Β’, όταν ο τελευταίος απειλούνταν από την ελληνική αυτοκρατορία της Νικαίας. Σε αντάλλαγμα, ο Βαλδουίνος Β’ του παραχώρησε το Δουκάτο του Αιγαίου (1236). Όλες οι παραπάνω πληροφορίες του Χρονικού αποτελούν στοιχεία εύγλωττα της ακμής του πριγκηπάτου του Μορέως. Ανάλογη ακμή γνωρίζει και η Μεσσηνία ως αποτελούσα προσωπική ιδιοκτησία του Γοδεφρίδου Β’ Βιλλεαρδουίνου.
Μετά τον θάνατο του Γοδεφρίδου Β’, οι βαρωνίες Καλαμών και Αρκαδίας (Κυπαρισσίας) και το πριγκηπάτο του Μορέως (στο οποίο περιλαμβάνονταν οι μεσσηνιακές βαρωνίες), περιήλθαν στον Γουλιέλμο Βιλλεαρδουίνο, διάδοχο και αδελφό του Γοδεφρίδου Β’ (1246). Η περίοδος της ηγεμονίας του συμπίπτει με την μεγαλύτερη ακμή της Φραγκοκρατίας στην Πελοπόννησο, αλλά και με την αρχή της παρακμής της. Στα χρόνια του Γουλιέλμου ολοκληρώθηκε η φραγκική κατάκτηση ολόκληρης της Πελοποννήσου. Επί Γουλιέλμου όμως οι Βυζαντινοί, μετά την μάχη της Πελαγονίας, απέκτησαν ένα τμήμα της νοτίου Πελοποννήσου και σταδιακά κατόρθωσαν οι Παλαιολόγοι να διαλύσουν το πριγκηπάτο του Μορέως. Η εξέλιξη των γεγονότων ακολούθησε μία πορεία που περιγράφεται στην συνέχεια. Μετά τον θάνατο του Γοδεφρίδου Β’, ο Γουλιέλμος Βιλλεαρδουίνος έγινε ηγεμόνας του πριγκηπάτου του Μορέως, ο τρίτος κατά σειράν από την οικογένεια των Βιλλεαρδουίνων. Ήταν άνθρωπος επιδέξιος, φρόνιμος, φιλάνθρωπος και όλοι τον αγαπούσαν (Χρονικό Μορέως στ.2756-2762). Είχε γεννηθεί στην Καλαμάτα και μιλούσε την ελληνική γλώσσα ως μητρική (ό.π. στ.4130). Ο γουλιέλμος εκτέλεσε την επιθυμία του αδελφού και έκτισε μία εκκλησία για να αναπαυθούν τα σώματα των δύο Γοδεφρίδων Βιλλεαρδουίνων, πατέρα και γιου (ό.π.στ.2735-2747). Πρόκειται για την εκκλησία του Αγίου Ιακώβου στην Ανδραβίδα, όπως μας πληροφορεί η γαλλική παραλλαγή του Χρονικού.
Την περίοδο εκείνη οι Έλληνες σε όλη την Πελοπόννησο είχαν υπό την κυριαρχία τους τέσσερα φρούρια: την Μονεμβασιά, την Κόρινθο, το Ναύπλιο και το Άργος, τα οποία έχοντας λιμάνια, ανεφοδιάζονταν από τον αυτοκράτορα της Νικαίας (ό.π.στ.2763-2769). Ο Γουλιέλμος ήλθε σε συμφωνία με τους Βενετούς παραχωρώντας τους εμπορικά δικαιώματα(18), τον Μέγα Δούκα των Αθηνών Δελαρός, τον Δούκα της Νάξου και άλλους Φράγκους άρχοντες των νησιών (ό.π. στ.2770-2800). Οι Βενετοί από θαλάσσης και οι Φράγκοι από ξηράς πολιορκούν και εξαναγκάζουν σε παράδοση κατάς ειράν την Κόρινθο, το Ναύπλιο, το Άργος και την Μονεμβασιά (τρία χρόνια κράτησε η πολιορκία της). Αυτό που ειδικότερα αφορά τον μεσσηνιακό χώρο είναι ότι ο Γουλιέλμος υποτάσσοντας την Μονεμβασιά στην αρχή και χτίζοντας στην συνέχεια τα φρούρια του Μυστρά, της Μάινας (Μάνης) και του Λεύτρου (Beaufort στα γαλλικά) για να ελέγχει τους ανυπότακτους Σλάβους Μηλιγκούς του Ταϋγέτου, πέτυχε να εξαλείψει την απειλή των Ελλήνων και κάθε πηγή παρενοχλήσεων (από Έλληνες, Σλάβους) που μπορούσαν να του προξενήσουν προβλήματα στην Λακωνία και την ανατολική πλευρά της Μεσσηνίας(19).
Μέσα στην τετραετία 1246-1250 ο Γουλιέλμος καθυπέταξε και τα τελευταία ελληνικά φρούρια.Το πριγκηπάτο του Μορέως γνωρίζει περίοδο ακμής. Ο Γουλιέλμος κόβει και κυκλοφορεί δικό του νόμισμα. Επίσης πολλά κάστρα φραγκικά χτίζονται ή επισκευάζονται και ενισχύονται τα προϋπάρχοντα. Κάθε άρχοντας βαρώνος ή ιππότης χτίζει το δικό του φρούριο με αποτέλεσμα να γεμίσει ο Μοριάς φράγκικα κάστρα. Πολλοί επίσης Φράγκοι εγκαταλείπουν το γαλλικό τους προσωνύμιο και λαμβάνουν το ελληνικό της περιοχής που τους ανήκει (π.χ. ο Γουλιέλμος καλείται ντε Καλαμάτα,ό.π.στ.3145-3170). Στην Μεσσηνία το φρούριο της Αρκαδίας (Κυπαρισσίας) επισκευάζεται και στο αρχαίο ελληνικό κτίσμα προστίθενται φράγκικοι πύργοι (σημ= το φρούριο αυτό θα δοθεί το 1262 από τον Γουλιέλμο στον Βιλαίν ντ’ Ωνονά, πρωτοστράτορα της Ρωμανίας, δηλ.της Λατινικής Αυτοκρατορίας της Κων/πολης, ο οποίος μετά την κατάληψη της Κων/πολης από τους Έλληνες θα πάει στην Πελοπόννησο, ό.π. στ.8462). Επίσης επισκευάζονται και το Σιδηρόκαστρο που χτίσθηκε από τον Γοδεφρίδο Βιλλεαρδουίνο το 1210, και το φρούριο της Ανδρούσας, που το έχτισε ο Γουλιέλμος Βιλλεαρδουίνος το 1250 (όπως αναφέρεται στο Αραγωνικό Χρονικό του Μορέως ότι ανήκουν στην Καστελανία της Καλαμάτας). Για το φρούριο της Ανδρούσας που βρισκόταν στα δυτικά της πεδιάδας της Μεσσηνίας, απέναντι από την Ιθώμη, αξίζει να αναφερθεί ότι αποτελούσε την έδρα ενός από τα δύο δικαστήρια της Βαρωνίας των Καλαμών(20).
Οι Βενετοί επίσης επισκευάζουν και ενισχύουν τα ήδη υπάρχοντα μισοερειπωμένα και αδύναμα φρούρια της Μεθώνης και της Κορώνης. Οι δύο αυτές πόλεις τελικά θα εξελιχθούν σε μεγάλα κέντρα και λιμάνια εμπορικά, καθώς βρίσκονται στο πέρασμα προς την Ανατολική Μεσόγειο και το ελέγχουν. Κανένα πλοίο δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο από τους Βενετούς. Ακόμη, η Μεθώνη και η Κορώνη θα αποτελέσουν πόλεις σταθμούς ταξιδίου για τους πιστούς προσκυνητές των Αγίων Τόπων. Αλλά και μετά τους Βιλλεαρδουίνους και καθ’ όλην την Φραγκοκρατία και Βενετοκρατία χτίζονται φρούρια. Για παράδειγμα το φρούριο του Γαρδικίου, που χτίσθηκε μεταξύ του 1264 και 1292 πάνω στα ερείπια της αρχαίας Αμφείας, στα όρια Μεσσηνίας Αρκαδίας και άλλα πολλά, τα οποία δεν αποτελούν αντικείμενο της παρούσης εργασίας(21). Ο Γουλιέλμος, για να επανέλθουμε στο πρόσωπό του, δεν αρκείται στην κατοχή του Μοριά. Οι βλέψεις και οι φιλοδοξίες του εκτείνονται πολύ μακρύτερα και φθάνουν, ειδικά μετά τον γάμο του το 1259 με την κόρη του Μιχαήλ Β’, Δεσπότη της Ηπείρου, Άννα, ως τις βόρειες ελλαδικές περιοχές (Ήπειρος, Μακεδονία). Έτσι, τον βλέπουμε να αναμειγνύεται στην διαμάχη του Μιχαήλ Β’, Δεσπότη της Ηπείρου με την αυτοκρατορία της Νικαίας, διαμάχη που θα καταλήξει σε πολεμική αναμέτρηση στην μάχη της Πελαγονίας, περιοχής στην Καστοριά (1259). Στην μάχη αυτή ο Γουλιέλμος θα λάβει ο ίδιος μέρος στο πλευρό του Μιχαήλ Β’. Στο κρίσιμο όμως σημείο της μάχης, το περίφημο φράγκικο ιππικό θα διασπασθεί, θα χάσει την συνοχή του. Πολλοί Φράγκοι ευγενείς αλλά και ο ίδιος ο Γουλιέλμος θα αιχμαλωτισθούν και θα οδηγηθούν σιδηροδέσμιοι στον αντιβασιλέα της Νικαίας, Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγο, επίτροπο του ανήλικου διαδόχου, αλλά ουσιαστικό κυρίαρχο της αυτοκρατορικής αρχής.
Ο Μιχαήλ Η’ για να τους αφήσει ελεύθερους ζητάει από τον Γουλιέλμο να του δώσει τον Μοριά. Εκείνος ισχυρίζεται ότι δεν μπορεί χωρίς την σύμφωνη γνώμη των άλλων Φράγκων και αντιπροτείνει να πληρώσει λύτρα(22). Ο Γουλιέλμος θα κρατείται επί τρία έτη αιχμάλωτος, ώσπου να συμφωνήσει να παραδώσει τα φρούρια του Μυστρά, της Μάνης, της Μονεμβασιάς και του Λεύτρου. Τελικά, και αφού προηγείται σύγκλιση της κούρτης στην Πελοπόννησο όπου συμμετέχουν πολλές γυναίκες των αιχμαλώτων Φράγκων, ο Γουλιέλμος ανταλλάσσει τα φρούρια με την ελευθερία του (Χρονικό Μορέως στ.4402 κ.ε.). Το έτος 1262 αποτελεί κομβικό σημείο για την πορεία της Φραγκοκρατίας σε ολόκληρη την Πελοπόννησο, ειδικότερα για την περιοχή της Μεσσηνίας, την οποία εξετάζουμε. Ενώ από το 1250 δεν υπήρχε ούτε ένα φρούριο του Μοριά, ούτε μία περιοχή στην ελληνική κυριαρχία (όλος ο Μοριάς ήταν φραγκοκρατούμενος εκτός της Μεθώνης και της Κορώνης που ήσαν βενετοκρατούμενες, δηλ. πάλι σε χέρια Δυτικών), από το 1262 οι Έλληνες βρίσκονται να κατέχουν ένα τμήμα της νοτίου Πελοποννήσου, που θα αποτελέσει το προγεφύρωμα των Παλαιολόγων στην προσπάθειά τους να καταλύσουν το πριγκηπάτο του Μορέως, προσπάθεια που θα έχει επιτυχή κατάληξη. Ήδη από το 1262 οι Έλληνες θα εισβάλλουν στην Μεσσηνία και θα δώσουν μάχες με τους Φράγκους. Το έτος 1262 αποτελεί την αρχή, θα μπορούσε να πει κανείς, της πτωτικής πορείας της Φραγκικής κυριαρχίας.
Για όλους τους προαναφερθέντες λόγους θα ήταν δυνατόν να διακρίνουμε ως το 1262 μία πρώτη περίοδο της Φραγκοκρατίας, παρ’ όλο που ο Γουλιέλμος εξακολουθεί να ηγεμονεύει ως το 1277, έτος του θανάτου του, ή όπως αναφέρει χαρακτηριστικά το Χρονικό του Μορέως, το έτος ΣΨΠΕ από κτίσεως κόσμου (στ.7810). (24).
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Έχοντας εξετάσει την ιστορική πορεία της Μεσσηνίας στα πρώτα χρόνια της Φραγκοκρατίας, από την στιγμή της κατάκτησής της ως το έτος 1262, το οποίο για λόγους που έχουν εξηγηθεί ανωτέρω θεωρήθηκε ορόσημο του τέλους μιας πρώτης περιόδου της Φραγκικής κυριαρχίας στην Μεσσηνία, είναι δυνατόν να διατυπωθούν κάποιες τελικές κρίσεις για την συγκεκριμένη περίοδο.
(α)Οι Φράγκοι κατακτητές κατέλαβαν σχετικά εύκολα την Μεσσηνία και τον υπόλοιπο Μοριά. Το γεγονός έχει την εξήγησή του. Ήδη πριν την κατάλυση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας από τους Φράγκους το 1204, η τελευταία διερχόταν περίοδο κρίσεως. Ειδικά στην επαρχία υπήρχε εξαθλίωση κοινωνική, ανέχεια και σκληρότητα των τοπικών αρχόντων. Τα περισσότερα κάστρα ήσαν ανίσχυρα να αντέξουν μακροχρόνια πολιορκία, αρκετά φρούρια στον μεσσηνιακό χώρο ήσαν μισοερειπωμένα και παλιά. Άλλωστε δεν υπήρχε και μεγάλη διάθεση αντίστασης των ντόπιων. Οι τοπικοί άρχοντες, μετά από σύντομη πολιορκία των φρουρίων τους, τα παρέδιδαν στους φράγκους με τον όρο να διατηρήσουν την περιουσία και τα προνόμιά τους. Περισσότερο ενδιαφέρονταν για το προσωπικό τους μέλλον παρά νοιάζονταν να αντισταθούν στον ξένο εισβολέα. Πολλοί Έλληνες άρχοντες με ευκολία έγιναν σύμβουλοι και οδηγοί των Φράγκων υποδεικνύοντας τους τόπους και τους τρόπους κατάκτησης αυτών. Όσο για τα λαϊκά κοινωνικά στρώματα, η φραγκική κατάκτηση δεν σήμαινε καμία αλλαγή στην ζωή τους, παρά μόνον εναλλαγή του αφέντη τους. Η μόνη σοβαρή ελληνική αντίσταση στον »Κούντουρα ελαιώνα» οδήγησε σε ήττα από τους Φράγκους και εδραίωσε την ξενική κυριαρχία στον μεσσηνιακό χώρο.
(β)Ο τρόπος οργάνωσης της Φραγκοκρατίας στην Μεσσηνία με τις βαρωνίες, τους τοπικούς Φράγκους άρχοντες υποτελείς (λιζίους), τα τιμάρια και τους δουλοπαροίκους, παρουσίαζε ομοιότητες με το βυζαντινό φεουδαρχικό σύστημα (ύπαρξη τιμαρίων, δουλοπαροίκων).
(γ)Η κατεχόμενη Μεσσηνία στα χρόνια 1204-1262 (κατά την περίοδο που εξετάσαμε), αλλά και για μερικά χρόνια αργότερα έχει συνδέσει την ιστορία της με την οικογένεια των Βιλλεαρδουίνων. Ήδη από την στιγμή της κατάκτησής της οι δύο μεσσηνιακές βαρωνίες Καλαμών και Αρκαδίας (Κυπαρισσίας) κατοχυρώθηκαν στον Γοδεφρίδο Βιλλεαρδουίνο και διαδοχικά πέρασαν στους δύο γιους του, Γοδεφρίδο Β’ και Γουλιέλμο. Δεν πρέπει να λησμονείται η διπλή ιδιότητα των Βιλλεαρδουίνων ως βαρώνων της Μεσσηνίας και ταυτόχρονα ηγεμόνων του Πριγκηπάτου του Μορέως. Με αυτό το σκεπτικό εξετάσθηκαν και αναφέρθηκαν γεγονότα που μερικές φορές μπορεί να φαίνονται άσχετα με την Μεσσηνία, ωστόσο συνδεόμενα με αυτήν. Διότι κάθε απόφαση των Βιλλεαρδουίνων, κάθε τους ενέργεια η εκστρατεία, ανάλογα με την επιτυχή ή μη έκβασή της, μπορούσε να επηρεάζει αντίστοιχα την Μεσσηνία. Για παράδειγμα, οι επιτυχημένες εκστρατείες κατά των ελληνικών φρουρίων του Μοριά, απεμάκρυναν την ελληνική απειλή από την μεσσηνιακή ειδικότερα, και πελοποννησιακή γενικότερα επικράτεια των Βιλλεαρδουίνων. Ένα ατυχές αποτέλεσμα, όπως η αιχμαλωσία του Γουλιέλμου στην μάχη της Πελαγονίας, επιδρούσε αρνητικά στην Μεσσηνία.
(δ)Αν θέλουμε να κάνουμε μία συνολική αποτίμηση της περιόδου 1204-1262 στον μεσσηνιακό χώρο, θα μπορούσε να ειπωθεί πως είναι χρόνοι ακμής που συμπίπτουν με την ακμή του Πριγκηπάτου του Μορέως και το απόγειο της δόξας των Βιλλεαρδουίνων. Νέα κάστρα χτίζονται, παλαιότερα επισκευάζονται, πλούτος και μεγαλείο χαρακτηρίζουν την αυλή των Βιλλεαρδουίνων. Η Μεθώνη και η Κορώνη, βενετοκρατούμενες, εξελίσσονται σε σημαντικά κέντρα διαμετακομιστικού εμπορίου από και προς την Ανατολική Μεσόγειο και σε σταθμούς των ταξιδευτών προς τους Αγίους Τόπους.
(ε)Το 1262, τρία έτη μετά την μάχη της Πελαγονίας, αποτελεί σημαντική ιστορική καμπή για την συνέχιση της Φραγκοκρατίας. Είναι ο πρώτος σοβαρός κλονισμός της φραγκικής δύναμης, η οποία στο εξής θα ακολουθήσει φθίνουσα πορεία. Η Μεσσηνία, γειτνιάζοντας με τον Μυστρά, έδρα των Παλαιολόγων, θα αισθανθεί αρκετά γρήγορα την ελληνική απειλή. Είναι η αρχή του τέλους της φραγκικής κυριαρχίας στον Μοριά.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
(11)Χρονικό Μορέως, στ. 1791 κ.ε., στ. 1865, Chronique παρ. 117 κ.ε., Morel-Fatio, Libro de los fechos, παρ.144 κ.ε.
(12)Χρονικό Μορέως στ. 2755-2790 κ.ε., Chronique, παρ.189 κ.ε., Libro de los fechos, παρ.210 κ.ε.
(13)Όταν η κούρτη εκδίκαζε φονικές υποθέσεις, οι επίσκοποι δεν συμμετείχαν διότι το αντικείμενο των υποθέσεων αυτών δεν ταίριαζε στο ιερατικό τους αξίωμα (Χρονικό Μορέως, στ.2013-2016).
(14) Βλ. Πάπα Ιννοκεντίου Γ’ Epistolae, βιβλίο ΧΙΙΙ, στην Migne, Patrologia Latina, CCXIV-CCXII. Επίσης Μίλλερ, Η Ιστορία της Φραγκοκρατίας εν Ελλάδι, τ.Α’, σελ. 86-87, Αθήναι 1910 (μτρφρ. Σ.Λάμπρου).
(15).Χρονικό Μορέως, στ.2095-2437, Le Livre de la Conquête, εκδ. Buchon, Paris 1845, Morel Fatio, Libro de los fechos σελ.34-43, έκδ. 1885, Γενεύη.
(16).Livre de la Conquête, σελ. 79. Επίσης, αναφέρεται στον Hoρf, Chroniques Graecoromaines, σελ.100-101, Βερολίνο 1873.
(17)Επίσης Miller, Η Ιστορία της Φραγκοκρατίας εν Ελλάδι, τ.Α’, σελ. 129-130.
(18)Το Χρονικό του Μορέως εσφαλμένα αναφέρει ότι παραχώρησε στους Βενετούς Μεθώνη και Κορώνη, γαιτί αυτοί τις ακτείχαν ήδη από το 1206 (στ.2780-2785 και 2854-2859).
(19)Χρονικό Μορέως,στ.2800-3042, Chronique σελ. 91-95, Αραγωνικό Χρονικό σελ.48-49.
(20)Miller,Ιστορία της Φραγκοκρατίας εν Ελλάδι,τ.Α’ σελ.81, Αθήνα 1910.
(21)Για τα φρούρια της Μεσσηνίας και του Μοριά υπάρχει το βιβλίο Ι.Σφηκόπουλος, Τα μεσαιωνικά κάστρα του Μορηά, Αθήναι 1968.
(22)Σύμφωνα με την οργάνωση της Φραγκοκρατίας στην Πελοπόννησο, ο ηγεμόνας δεν έχει το δικαίωμα να παραχωρήσει τα φέουδα ή φρούρια των υποτελών του δίχως την σύμφωνη γνώμη και των άλλων Φράγκων ευγενών μετά από σύγκλιση κούρτης, συνέλευσης, »παρλαμά»).
(23)Για την περιγραφή των γεγονότων πριν την μάχη της Πελαγονίας, για την ίδια την μάχη και την αιχμαλωσία του Γουλιέλμου, αναφέρονται με λεπτομέρειες το Χρονικό του Μορέως, στ.3110 κ.ε., Chronique παρ.278 κ.ε., Morel Fatio, Libro de los fechos, σελ.53 κ.ε.
(24)Αξίζει να σημειωθεί ως πληροφοριακό στοιχείο πως, όταν ο Γουλιέλμος αισθάνθηκε πως πλησίζε ο θάνατός του, πήγε να τελευτήσει την ζωή του στο φρούριο της Καλαμάτας, όπου είχε γεννηθεί (Χρονικό Μορέως στ.7757-7765).
ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΗΓΩΝ ΚΑΙ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ
Α. ΠΗΓΕΣ.
1)Μιχαήλ Ακομινάτου του Χωνιάτου τα σωζόμενα, εκδ. Σ.Λάμπρου, τ.Α’,Β’, Αθήναι 1879-1880.
2)Ιννοκεντίου Γ’, Πάπα Ρώμης Epistolae, βιβλίο XIII, Migne, Patrologia Latina, τόμοι CCXIV-CCXVII.
3)Longnon, Livre de la Conquête de la princèe de l’ Amorèe, Chronique de Morèe, Paris 1911.
4)A.Morel Fatio, Libro de los fechos et conquistas de principado de la Morea, Geneva 1895.
5)Schmitt, The Cronicle of Morea (Το Χρονικό του Μορέως), επανεκδ. Της αρχικής του 1904.
6)Villeardouin, La conquête de Constantinople, ed. E.Faral, Paris 1961.
Β. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1)Μ.Κορδώση, Η κατάκτηση της νότιας Ελλάδας από τους Φράγκους, Ιστορικά και τοπογραφικά προβλήματα, θεσσαλονίκη 1986.
2)Σ. Λάμπρου, Ιστορία της Ελλάδος, από των αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι της Αλώσεως της Κωνσταντινουπόλεως, τ.ΣΤ’, Αθήνα 1908.
3)Longnon, L’ Empire latin de Constantinople et la principaute de la Morèe, Paris 1966.
4)Μίλλερ, Ιστορία της Φραγκοκρατίας εν Ελλάδι, τ.Α’ (μτφρ. Σ.Λάμπρου), Αθήναι 1910.
5)Μουνδρέα, Τοπωνυμικά της Μεσσηνίας (στην εποχή της Φραγκοκρατίας), Πρακτικά Α’ Διεθνούς Συνεδρίου Πελοποννησιακών Σπουδών, Σπάρτη 1975.
6)Ι.Σφηκόπουλος, Τα μεσαιωνικά κάστρα του Μορηά, Αθήναι 1968.
7)Φρ.Χέρτσμεργκ, Ιστορία της Ελλάδος από της λήξεως του αρχαίου βίου μέχρι σήμερα (μτφρ.Π.Καρολίδου), τ.Α’.Β’, Αθήναι 1906.
8)Hopf, Chroniques Greco-romanes, Berlin 1873.
ΠΗΓΗ: https://averoph.wordpress.com/2017/09/24/%CE%B7-%CE%B5%CE%B4%CF%81%CE%B1%CE%AF%CF%89%CF%83%CE%B7-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CF%86%CF%81%CE%B1%CE%B3%CE%BA%CE%BF%CE%BA%CF%81%CE%B1%CF%84%CE%AF%CE%B1%CF%82-%CF%83%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CE%BC%CE%B5%CF%83/
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.