Σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές στατιστικές, οι οποίες όμως δυστυχώς πάντοτε απεικονίζουν μέσους όρους και όχι το τι ακριβώς συμβαίνει στους επί μέρους «συντελεστές» τους, εν προκειμένω στις εκάστοτε χώρες, ο πυρήνας του πληθωρισμού (χωρίς τις τιμές της ενέργειας δηλαδή), έχει σταθεροποιηθεί στο 1%.
Ως εκ τούτου ο διοικητής της ΕΚΤ ανακοίνωσε το τέλος του αποπληθωριστικού κινδύνου – εκείνου του σπειροειδή κύκλου του θανάτου δηλαδή, ο οποίος συνοδεύεται από συνεχώς χαμηλότερες τιμές, από τον περιορισμό των επενδύσεων, από την αυτόματη αύξηση των χρεών, καθώς επίσης από την άνοδο της ανεργίας.
Στο γράφημα τώρα που ακολουθεί φαίνεται πως ο κανονικός πληθωρισμός, ο οποίος διαμορφώθηκε στο 1,8% κατά μέσον όρο στην Ευρωζώνη, παρουσιάζει μεγάλες διαφορές από χώρα σε χώρα – από 0,2% στην Ιρλανδία έως 3,1% στο Βέλγιο.
Επεξήγηση γραφήματος: Ετήσιος ρυθμός πληθωρισμού τον Ιανουάριο του 2017 – από τα κάτω προς τα επάνω (Ιρλανδία, Ρουμανία, Βουλγαρία, Δανία, Κύπρος, Κροατία, Σλοβακία, Φινλανδία, Ιταλία, Πορτογαλία, Μάλτα, Πολωνία, Ελλάδα, Σλοβενία, Σουηδία, Γαλλία, Ολλανδία, ΕΕ, Ευρωζώνη, Βρετανία, Γερμανία, Αυστρία, Τσεχία, Ουγγαρία, Λιθουανία, Λουξεμβούργο, Εσθονία, Ισπανία, Λετονία, Βέλγιο).
.
Με κριτήριο τώρα τα παραπάνω, συνεχίζει να μη φαίνεται πώς θα μπορούσε να βελτιωθεί η τιμολογιακή ανταγωνιστικότητα των πιο αδύναμων χωρών της νομισματικής ένωσης – η οποία απαιτεί ίδιο μικρότερο πληθωρισμό σε σχέση με τη Γερμανία, επειδή δεν έχουν στη διάθεση τους το εργαλείο της υποτίμησης. Στα πλαίσια αυτά τα εξής:
(α) Η Ελλάδα παραμένει η χώρα με τα μεγαλύτερα προβλήματα, αφού ο πληθωρισμός της, παρά το ότι οι τιμές αυξάνονται λόγω των υπερβολικών φόρων, διαμορφώθηκε μόλις κατά 0,4% χαμηλότερα από αυτόν της Γερμανίας. Ως εκ τούτου, είναι αδύνατον να ανακτήσει την τιμολογιακή της ανταγωνιστικότητα εντός της Ευρωζώνης – παρά τις τεράστιες προσπάθειες που έχουν γίνει με την πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης.
(β) Η Πορτογαλία έχει μεν εξαφανιστεί από τα φώτα της δημοσιότητας, αλλά έχει πάψει προ πολλού να αναπτύσσεται, ενώ είναι υπερχρεωμένη – όταν την ίδια στιγμή ο πληθωρισμός της είναι μόλις 0,6% χαμηλότερος από αυτόν της Γερμανίας, γεγονός που επίσης σημαίνει ότι, δεν μπορεί να ανακτήσει την ανταγωνιστικότητα της.
(γ) Η Ιταλία ευρίσκεται μεν σε καλύτερη θέση, απέχοντας 0,9% από τη Γερμανία, αλλά η διαφορά αυτή δεν είναι ασφαλώς τόσο μεγάλη, ώστε να τη βοηθήσει όσον αφορά την αύξηση των εξαγωγών της – πόσο μάλλον όταν είναι η περισσότερο υπερχρεωμένη χώρα της Ευρωζώνης μετά την Ελλάδα, με ένα χρηματοπιστωτικό σύστημα που μόνο λόγω της στήριξης της ΕΚΤ έχει αποφύγει μέχρι στιγμής την κατάρρευση.
(δ) Η Κύπρος, με πληθωρισμό 0,7%, είναι σε ακόμη καλύτερη θέση, απέχοντας 1,2% από τη Γερμανία – αν και είναι επίσης υπερχρεωμένη, με ένα μη εξυπηρετούμενο ιδιωτικό χρέος της τάξης του 50% του ΑΕΠ της, το οποίο θα δημιουργήσει ακόμη μεγαλύτερα προβλήματα στο ήδη πτωχευμένο τραπεζικό της σύστημα. Το δημόσιο χρέος της είναι επίσης μεγάλο, οπότε δεν είναι σε θέση να απορροφήσει τυχόν μελλοντικούς «κραδασμούς».
(ε) Τέλος, η Ισπανία έχει μεγαλύτερο πληθωρισμό από τη Γερμανία κατά 1% – οπότε η τιμολογιακή της ανταγωνιστικότητα επιδεινώνεται. Θα μπορούσε βέβαια να ισχυρισθεί κανείς πως έχει ήδη ολοκληρώσει την περίοδο της οικονομικής προσαρμογής της, αφού ο ρυθμός ανάπτυξης της είναι μεγαλύτερος από όλες τις άλλες χώρες του νότου – με αποτέλεσμα το ΑΕΠ της να έχει επιστρέψει στα επίπεδα του 2008.
Εν τούτοις, το κατά κεφαλήν εισόδημα της παραμένει κάτω από αυτό του 2008, το δημόσιο χρέος της είναι στο 100% του ΑΕΠ, ενώ αναπτύσσεται κυρίως μέσω της αύξησης της ιδιωτικής κατανάλωσης, των δημοσίων δαπανών (ελλείμματα του προϋπολογισμού, γράφημα), καθώς επίσης της ανάκαμψης του κλάδου των κατασκευών – οπότε εξαγωγικά παραμένει αδύναμη και μη ανταγωνιστική.
Επεξήγηση γραφήματος: Εξέλιξη των ελλειμμάτων του προϋπολογισμού της Ισπανίας ως ποσοστό επί του ΑΕΠ της.
.
Το γεγονός βέβαια, σύμφωνα με το οποίο (α) οι ισπανικές τράπεζες στηρίχθηκαν στο παρελθόν με 40 δις € απ’ ευθείας από την ΕΚΤ, χωρίς να επιβαρυνθεί το ισπανικό χρέος, καθώς επίσης (β) το ότι επιτρέπονται στο δημόσιο της χώρας ελλείμματα άνω του 3%, ενάντια στους κανονισμούς της ένωσης και παρά το ότι απαγορεύονται στα άλλα κράτη, δεν είναι καθόλου δίκαιο – ούτε το ότι οι παραχωρήσεις οφείλονται στην αδυναμία εκλογής μίας κυβέρνησης, η οποία θα μπορούσε τότε να «πιεστεί» από την Ευρωζώνη.
Περαιτέρω, είναι προφανές πως τόσο η ΕΕ, όσο και η Ευρωζώνη είναι εκ των πραγμάτων «πολλών ταχυτήτων», αφού οι οικονομικές διαφορές μεταξύ των επί μέρους κρατών είναι αρκετά μεγάλες – οπότε, εάν δεν ενωθεί δημοσιονομικά, τραπεζικά και πολιτικά, είναι καταδικασμένη να διαλυθεί (ανάλυση).
Εκτός αυτού είναι μη ρεαλιστικό το να πιστεύει κανείς πως με την εσωτερική υποτίμηση, με τη μείωση δηλαδή των μισθών και των τιμών, θα μπορούσε ο ευρωπαϊκός νότος να ξεφύγει από τη στασιμότητα. Βέβαια τα χαμηλά επιτόκια, το αδύναμο ευρώ, καθώς επίσης οι σχετικά φθηνές τιμές της ενέργειας, έχουν βοηθήσει τόσο στη σταθεροποίηση, όσο και στην καλυτέρευση των συνθηκών σε μερικές αδύναμες χώρες – κυρίως όμως έχουν προκαλέσει τον πλουτισμό των ισχυρότερων κρατών, όπως της Γερμανίας και της Ολλανδίας.
Τα θεμελιώδη όμως προβλήματα της Ευρωζώνης παραμένουν ως έχουν οπότε, το αργότερο όταν αυξηθούν τα επιτόκια, ισχυροποιηθεί το ευρώ και ακριβύνουν οι τιμές της ενέργειας, η κρίση θα επανέλθει δριμύτερη – ενώ τα επακόλουθα της θα είναι πολύ πιο καταστροφικά, αφού η ΕΚΤ έχει σπαταλήσει όλα της τα νομισματικά όπλα, μία σειρά χωρών είναι ήδη υπερχρεωμένες ως αποτέλεσμα της καταπολέμησης της κρίσης του 2008, ενώ άλλες, όπως η Ελλάδα, έχουν χάσει τα πάντα, χωρίς κανένα αποτέλεσμα.
ΠΗΓΗ: Η Ευρωζώνη των πολλών ταχυτήτων - Analyst.gr - Η γνώση είναι δύναμη
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.