Οι ασκητικές υπερβολές και οι εξωφρενισμοί, η αυστηρότητα του ύφους και του ενδύματος, η ακατάσχετη φλυαρία περί Θεού και περί πνευματικών πραγμάτων, η περιφρόνηση του σώματος, η άρνηση
των αθώων απολαύσεων, ο φόβος των κτισμάτων, κρύβουν πολύ συχνά καρδιά πονηρή και φρόνημα πολύ σαρκικό. Διότι παντού και πάντοτε μπορεί να βρει τον Θεό και παντού και πάντοτε να τον αγαπήσει και παντού και πάντοτε να τον διδάξει… Η απλή και συνηθισμένη ζωή είναι απόδειξη ταπεινοφροσύνης, είναι σημείο, ότι το Πνεύμα του Θεού κατοικεί στην ψυχή μας και αγιάζει το σώμα μας και την εργασία μας (Αγ. Νικόλαος Καβάσιλας, Περί της εν Χριστώ ζωής).
Με αυτά τα λόγια απαντά ο άγιος Νικόλαος Καβάσιλας πριν από έξι αιώνες, όταν προκύπτουν στην Βυζαντινή κοινωνία ερωτήματα αντίστοιχα με τα δικά μας σχετικά με την πνευματική ζωή. Μας θυμίζει πως τον Θεό τον συναντάμε σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής μας και πως εκείνο που χρειαζόμαστε πάνω απ’ όλα για να σχετιστούμε μαζί Του είναι η ταπείνωση, δηλαδή η ελευθερία από την φιλαυτία και την κενοδοξία μας, που είναι οι βασικές αιτίες της ανθρώπινης αμαρτίας.
Μας επισημαίνει ότι ο Χριστός κήρυξε το Ευαγγέλιο της σωτηρίας για όλους τους ανθρώπους και όχι μόνο για τους αναχωρητές. Η άσκηση έχει ως κύριο σκοπό να μας βοηθήσει να εφαρμόσουμε στην ζωή μας τον λόγο Του, ενώ ο μοναχισμός είναι μια ιδιαίτερη κλίση, μόνο για εκείνους που έχουν λάβει αντίστοιχη κλήση από τον Θεό. Εξάλλου, όπως λέει ο Χρυσόστομος, «Όμοια για όλους νομοθέτησε ο Θεός. Απ’ όλους θα ζητήσει λόγο για την υπακοή στο Ευαγγέλιο, και από τους μοναχούς και από τους εγγάμους» (Άπαντα τ. 8).
Διαπιστώνουμε ότι, όπως και στην εποχή του αγίου Νικολάου, έτσι και σήμερα, πολλοί Χριστιανοί είμαστε χαμένοι στην «μετάφραση»! Δεν αναφερόμαστε στο θέμα της γλώσσας (το οποίο κάποτε θα πρέπει να το αντιμετωπίσουμε αφού είναι πλέον αδιαμφισβήτητο το γεγονός ότι οι περισσότεροι συμπατριώτες μας και κυρίως οι νέοι δεν καταλαβαίνουν σχεδόν καθόλου τις ευχές και ιδίως τα αναγνώσματα στις ακολουθίες αλλά και τις διάφορες ιεροπραξίες που τελούνται στα σπίτια), αλλά στον τρόπο που θα ερμηνεύσουμε και θα εφαρμόσουμε τον λόγο του Θεού μέσα στο πολιτισμικό πλαίσιο της εποχής μας.
Η θεογνωσία των πατερικών κειμένων μάς προσφέρει μέγιστη ανθρωπογνωσία στον πνευματικό αγώνα, αλλά η εφαρμογή τους στην ζωή μας δεν μπορεί παρά να παίρνει διαφορετικές μορφές και τρόπους, με απαράβατο γνώμονα την διδασκαλία του Χριστού. Πρέπει να εννοήσουμε ότι πολλές από τις ποιμαντικές συμβουλές που διαβάζουμε στα ασκητικά κείμενα αφορούν τον άνθρωπο της συγκεκριμένης εποχής και δεν είναι δυνατόν να εφαρμοστούν στην σύγχρονη πραγματικότητα αν δεν ερμηνευτούν με βάση το πνεύμα και όχι το γράμμα του κειμένου, ώστε να θεραπεύουν τις δικές μας αστοχίες! Πώς να εφαρμόσουμε κατά λέξη κανόνες που σκοπό είχαν να παιδαγωγήσουν πνευματικά έναν άλλο τύπο ανθρώπου, με εντελώς διαφορετικές προσλαμβάνουσες;
Παρερμηνεύουμε την έννοια της άσκησης -και της ποιμαντικής- όταν μεταφέρουμε μηχανιστικά στην καθημερινότητά μας μια απομίμηση του τρόπου ζωής άλλων εποχών, λες και βρισκόμαστε στο Βυζάντιο ή στην έρημο τον τέταρτο αιώνα! Είναι ανέφικτο να πορευόμαστε πνευματικά ακόμα και με κάποιες συμβουλές που διαβάζουμε σε ασκητικά κείμενα των αρχών του εικοστού αιώνα, αφού η ζωή μας δεν έχει καμία σχέση με την προπολεμική ελλαδική κοινωνία, από την οποία απέχουμε πολιτισμικά… έτη φωτός!
Τι σχέση έχει η ζωή μας μ’ εκείνη των αναλφάβητων προγόνων μας, οι οποίοι ζούσαν σε μια κλειστή κοινότητα με αυστηρές αρχές, μεγάλωναν πειθαρχημένα σε μια πολυμελή οικογένεια, ήταν σκληραγωγημένοι, δούλευαν ολημερίς χειρωνακτικά, παντρεύονταν από μικρή ηλικία κι έκαναν πολλά παιδιά; Πώς μπορεί να είναι ίδια η συμβουλευτική για μας τους πολυταξιδεμένους, μορφωμένους, ορθολογιστές και δίχως όρια μεγαλωμένους αστούς με τον ευσεβή αλλά και προληπτικό προπάππου μας, ο οποίος έζησε σε μεγάλη φτώχεια όλη την ζωή στο χωριό του και επιβίωσε από πολέμους και ξεριζωμούς;
Την ευσέβεια των παλαιοτέρων οφείλουμε να την έχουμε ως πρότυπο, αλλά είναι τόσο διαφορετικές οι συνθήκες της σύγχρονης ζωής, που πρέπει να διερευνήσουμε και πάλι τον τρόπο που θα μας δωριστεί για να μην εκπέσουμε σε έναν υποκριτικό ευσεβισμό!
Το ίδιο ισχύει για όσους προσπαθούν να μιμηθούν τον μοναστικό τρόπο ζωής, ενώ ζουν στον κόσμο. Επηρεασμένοι από την ανάγνωση ασκητικών βιβλίων και από τις επισκέψεις σε μοναστήρια - ιδίως στο Άγιον Όρος - μεταφέρουν άκριτα ακραίες καλογερικές πρακτικές που τους εμποδίζουν να συνυπάρξουν αρμονικά με τους οικείους τους, αλλά και τους ίδιους δυσκολεύουν στην πνευματική ζωή.
Όλες αυτές οι νοοτροπίες έχουν σαν αποτέλεσμα να ζούμε φαντασιακά την πίστη μας, να μην αντιμετωπίζουμε την πραγματικότητα που μας περιβάλλει και να παραμένουμε στάσιμοι.
Την ακατάσχετη φλυαρία περί Θεού και περί πνευματικών πραγμάτων, στην οποία αναφέρεται ο άγιος Καβάσιλας, πώς να την αντιμετωπίσουμε με σύνεση όταν έχει γεμίσει το διαδίκτυο από κείμενα και βίντεο με ομιλίες ορισμένων αθεολόγητων «γεροντάδων», τα οποία παρασύρουν και παραπλανούν καθώς μεταδίδονται με αστραπιαία ταχύτητα συνεχώς;
Πρέπει να μάθουμε να μιλάμε μόνο για όσα έχουμε κατανοήσει, αντί να φαντασιωνόμαστε ότι προχωρήσαμε τάχα πνευματικά, αναμασώντας πατερικά αποφθέγματα για υπερφυσικές καταστάσεις που δεν έχουμε ζήσει. Να καταλάβουμε ότι δεν είναι και τόσο εύκολο ν’ αγιάσουμε, απλώς και μόνο επειδή κρατάμε ένα κομποσχοίνι στο χέρι και λέμε την ευχή, αν δεν συγκλονίζεται η ύπαρξη από την αστοχία μας.
Να προσέχουμε να μην αποκλειστούμε στον θρησκευτικό μικρόκοσμό μας, αλλά να ζούμε με ευχαριστία, αγαπώντας τον συνάνθρωπο μέσα στην αστοχία του. Να αναγνωρίσουμε τον ψυχικό διχασμό που μας κάνει να νομίζουμε ότι πλησιάσαμε τον Θεό επειδή εκκλησιαζόμαστε και κοινωνούμε, ενώ η καθημερινότητά μας παραμένει εντελώς χοϊκή, και να απαλλαγούμε από αυτόν.
Οφείλουμε να αναζητήσουμε την έννοια της υγιούς πνευματικής σχέσης μέσα στην εκκλησιαστική κοινότητα, απαλλαγμένη από ακραίες εξαρτήσεις και αρρωστημένου τύπου υπακοές, οι οποίες είναι πνευματικά επιζήμιες και αδιέξοδες.
Πρέπει να κατανοήσουμε ότι η σχέση του ανθρώπου με τον Θεό είναι μεν προσωπική και μοναδική, αλλά όχι ιδιωτική υπόθεση, όπως ισχυρίζονται σήμερα πολλοί. Να βιώνουμε το μυστήριο της Συνάξεως ως μέλη μιας κοινότητας συνοδοιπορούντων αδελφών, σε μια εποχή που οι περισσότεροι αδελφοί μας προσέρχονται και αποχωρούν από την Θεία Λειτουργία σαν ξένοι.
Να διαπαιδαγωγηθούμε πνευματικά, ώστε να βιώνουμε το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας ως πρόγευση της αιωνιότητας και όχι σαν μυστικιστική τελετή και να ζούμε την υπόλοιπη εβδομάδα μετά την Κυριακή ως συνέχεια της Θείας Λειτουργίας.
Από τον διαχρονικό πειρασμό της άρνησης των αθώων απολαύσεων και τον φόβο των κτισμάτων, πώς θα κατορθώσουμε να απαλλαγούμε;
Οφείλουμε να εννοήσουμε πως είναι ευλογημένο να απολαμβάνουμε τις απλές χαρές της ζωής, φτάνει να ευχαριστούμε καθημερινά τον Θεό και να τις μοιραζόμαστε με τους άλλους. Πάνω απ’ όλα, σημασία έχει, οτιδήποτε κάνουμε να το ζούμε με τρόπο πνευματικό, που σημαίνει καρδιακή επικοινωνία, αλληλοσεβασμό, ευχαριστία, χαρά και άνοιγμα ψυχής.
Πρέπει, όμως, να μπορέσουμε να αντιστεκόμαστε στην κυρίαρχη αντίληψη που διατυμπανίζει το «δικαίωμα στην απόλαυση», ώστε να θεραπευτούμε από την ασθένεια του καταναλωτισμού που έχει αλλοτριώσει το υποσυνείδητό μας και να μάθουμε να είμαστε καλοί διαχειριστές όσων αγαθών κατέχουμε, χωρίς να ζηλεύουμε τον πλούτο των άλλων.
Να βρούμε το μέτρο σε μια λελογισμένη χρήση του διαδικτύου και των κοινωνικών μέσων, τα οποία στην κυριολεξία μάς έχουν σκλαβώσει. Να διαθέσουμε περισσότερο χρόνο στους δικούς μας απ’ ό,τι στην οθόνη μας, ώστε να επικοινωνούμε μαζί τους, να τους χαμογελάμε και να μοιραζόμαστε οτιδήποτε προσφέρει τροφή για σκέψη και όχι σκουπίδια που μας απομονώνουν και μας αποκοιμίζουν. Να απεξαρτηθούμε από τον εθισμό μας στο κινητό και την τηλεόραση. Να μπορέσουμε να ψυχαγωγηθούμε από οτιδήποτε ωφέλιμο μας προσφέρει ο πολιτισμός και να μάθουμε να διαχωρίζουμε το ευτελές από το σημαντικό.
Πάνω απ’ όλα, να αντιστεκόμαστε στην σαγήνη του κόσμου, ώστε να μην θεωρήσουμε πως με όσα μας προσφέρει δεν έχουμε πλέον και τόση ανάγκη τον λόγο του Θεού!
Παντού και πάντοτε μπορεί να βρει τον Θεό και παντού και πάντοτε να τον αγαπήσει και παντού και πάντοτε να τον διδάξει, γράφει ο Καβάσιλας στο κείμενο που παραθέσαμε στην αρχή του κεφαλαίου. Ορθοδοξία σημαίνει ορθοπραξία, κι όλοι εμείς που προσδοκούμε «ανάσταση νεκρών και ζωή του μέλλοντος αιώνος», πρέπει να ξεκαθαρίσουμε όλα αυτά τα ζητήματα που προαναφέραμε, αφού ό,τι παρερμηνεύει τον Λόγο του Θεού οδηγεί σε παρανοήσεις και δεν μπορεί να αποδώσει καρπούς στην ζωή μας.
Λέει ο Αγ. Σωφρόνιος ότι, «το ύστατο τέλος της Χριστιανικής ασκήσεως είναι η απόκτηση της αγάπης» (Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστί). Έχουμε ανάγκη έναν ασκητικό τρόπο ζωής που θα μας ενισχύει στο να εννοούμε πώς θα μπορέσουμε, συν Θεώ, να μεταστρέψουμε την φιλαυτία μας σε φιλαδελφία και δι’ αυτής σε φιλοθεΐα (Όσ. Πέτρος Δαμασκηνός, Φιλοκαλία), αφού «αν δεν αγαπήσουμε τον αδελφό μας που τον βλέπουμε δεν είναι δυνατόν να αγαπήσουμε τον Θεό που δεν τον βλέπουμε», όπως γράφει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης.
Έχουμε επειγόντως ανάγκη από μια Ορθόδοξη ασκητική προσαρμοσμένη στις ανάγκες του σύγχρονου ανθρώπου μέσα σ’ έναν κόσμο που βυθίζεται στο σκοτάδι, την μισαλλοδοξία και την απελπισία!
Απόσπασμα από το ομώνυμο βιβλίο, εκδ. Γρηγόρη 2025
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.