ΘΑΝΑΣΗΣ Ν. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ
«Ο πόνος περνάει. Το να έχεις πονέσει δεν περνάει ποτέ», είχε πει ο Λεόν Μπλουά (Léon Bloy).
Και καταθέτω απ' το δικό μου μερδικό:
«Οι ανθρώπινοι λαβύρινθοι έχουν παραπάνω από έναν Μινώταυρους. Για τον άνθρωπο που όντως (και όχι κατά φαντασίαν) διώχτηκε, για τον άνθρωπο που όντως (και όχι κατά φαντασίαν) μαρτύρησε, για τον άνθρωπο που όντως (και όχι κατά φαντασίαν) αδικήθηκε, ίσως ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι να κοκαλώσει στο δίκιο του. Ολόκληρη η ύπαρξή του να μείνει παγωμένη, αγκιστρωμένη, σφιγμένη πάνω στο τραύμα της αδικίας που αληθώς υπέστη, απλούστατα διότι έχει δίκιο να μένει εκεί. Είναι αφόρητη η αίσθηση ότι, μόνο και μόνο επειδή το άδικο είναι ισχυρό, στερήθηκες τελεσίδικα αυτά που αγαπούσες. «Δώστε μου πίσω αυτά που μου πήρατε», είναι η κραυγή που θα μείνει για πάντα ανεκπλήρωτη, και, επειδή έχει όλα τα δίκια με το μέρος της, ακριβώς γι’ αυτό είναι πελώρια παγίδα. Το τραύμα θα κρατήσει έγκλειστο τον άνθρωπο, και η αδικία θα ορίζει στη συνέχεια όλη τη ζωή του. Κάθε χαρά, κάθε δυνατότητα να ανακαλυφθούν νέοι ορίζοντες, κάθε δροσιά, όλα χάνονται, και η μιζέρια (επαναλαμβάνω: η δικαιολογημένη μιζέρια) στέφει βασίλισσα της ζωής σου αυτό ακριβώς που μισείς και που θα ‘θελες να αφανίσεις: την αδικία που σου έγινε.
Η νομοτέλεια, δηλαδή η αδιάσπαστη αλυσίδα αδικίας – πικρίας – διάθεσης για εκδίκηση, μπορεί να σπάσει μόνο αν μια επαναστατική πράξη εισβάλει στη ζωή και διακόψει αυτή την αλυσίδα, στην οποία το παρελθόν υπαγορεύει αναπόδραστα το μέλλον. Η επαναστατική αυτή πράξη είναι η συγχώρεση.
‘Αυτός που ανακάλυψε τον ρόλο της συγγνώμης στην σφαίρα των ανθρώπινων υποθέσεων’, λέει η Εβραία Χάννα Άρεντ, ‘ήταν ο Ιησούς ο Ναζωραίος […]. Η συγγνώμη είναι το άκρο αντίθετο της εκδίκησης, η οποία λειτουργεί ως αντίδραση εναντίον ενός αρχικού αμαρτήματος και με την οποία, αντί να τερματίζονται οι συνέπειες του πρώτου παραπτώματος, παραμένουν όλοι δεμένοι στη διαδικασία […]. Αντίθετα από την εκδίκηση, η οποία αποτελεί φυσική, αυτόματη αντίδραση στην παράβαση, και την οποία λόγω του αμετάκλητου της διαδικασίας της πράξης μπορεί κανείς να περιμένει και να υπολογίσει, η πράξη της συγγνώμης δεν μπορεί να προβλεφθεί ποτέ• είναι η μόνη αντίδραση που πραγματοποιείται απροσδόκητα και έτσι, αν και είναι μια αντίδραση, διατηρεί κάτι από τον πρωτογενή χαρακτήρα της πράξης. Η συγγνώμη, με άλλους λόγους, είναι η μόνη αντίδραση που δεν αντι-δρά απλώς, αλλά δρα πρωτογενώς και απροσδόκητα, χωρίς να προσδιορίζεται από την πράξη, η οποία την προκάλεσε και απαλλάσσοντας, συνεπώς, από τις συνέπειές της τόσο τον συγχωρούντα όσο και τον συγχωρούμενο’.
Όμως εδώ θα ρωτούσε κανείς: Και η κραυγή των μαρτύρων της Αποκάλυψης; Η δίψα για εξάλειψη της αδικίας; Δεν είναι, άραγε, δυο αντίθετες προοπτικές, η συγχώρεση αφενός και η δικαιοσύνη αφετέρου;
Η γνώμη μου είναι ότι μεγάλο μέρος όσων έχει να συνεισφέρει η χριστιανική θεολογία στο θέμα του τραύματος, συνίσταται ακριβώς σε αυτό: Στην όσμωση συγχώρεσης και δικαιοσύνης, όσο δύσκολο κι αν φαίνεται. Το να σνομπάρουμε τις βιβλικές αναφορές στη δικαιοσύνη, ως εκδηλώσεις τάχα ενός δικανικού, άξεστου πνεύματος, το θεωρώ πολύ φτηνό. Η Βιβλική δικαιοσύνη δεν είναι εκδίκηση (οι Βιβλικοί θεολόγοι επισημαίνουν ότι οι μάρτυρες της Αποκάλυψης ποθούν τη δικαίωσή τους, αλλά δεν συμμετέχουν σε ιερό πόλεμο, ούτε εκφράζουν χαρά για τα βάσανα των εχθρών τους, όπως συμβαίνει σε άλλα αποκαλυπτικά κείμενα). Η Βιβλική δικαιοσύνη είναι κάτι άλλο: είναι «σημείον» της Βασιλείας. Το όραμά της έχει ιλιγγιώδη σημασία, διότι υπενθυμίζει ότι η βασική πρόταση που κομίζει ο Χριστιανισμός είναι η ανακαίνιση του σύμπαντος, η οριστική εξάλειψη του κακού και του άδικου. Ακριβώς αυτό το εσχατολογικό όραμα δίνει νόημα στην πράξη εντός της ιστορίας, αυτό κάνει μπορετή τη μαρτυρία των μαρτύρων. Αν απεμποληθεί, τότε δεν θα έχουμε ευαγγέλιο, αλλά μια πλαδαρή, προχριστιανική ή μεταμοντέρνα πεποίθηση ότι το καλό και το κακό, η ζωή και ο θάνατος αποτελούν αιώνια συζυγία. Αν απεμποληθεί, τότε κάθε ψυχοθεραπεία και κάθε συμβουλευτική, θα είναι μια αστική τακτοποίηση, η οποία θα εκπαιδεύει μεν τον άνθρωπο-καταναλωτή να ξεχωρίζει το καλύτερο ράφι του Σούπερ Μάρκετ, αλλά δεν θα τον κάνει ποτέ ικανό να αναρωτηθεί ‘Και γιατί Σούπερ Μάρκετ;’.
Πράγματα δυσβάστακτα. Που θα γίνονται αβάστακτα, αν τυχόν ως Κύριο της ζωής μας δεν αναγνωρίζουμε τον αφέντη των εκπλήξεων, τον ικανό να εκπλήξει ακόμα και τους δικούς του μάρτυρες».
*«Το τραύμα και το μαρτύριο. Μια ταλάντευση μεταξύ μιζέριας και μαρτυρίας», Σύναξη 134 (2015), σσ. 37-49, εδώ 47-49.
**O πίνακας: «Ζωή και θάνατος», του Gustav Klimt.
ΠΗΓΗ: Papathanasiou Athanasios
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.