Αγάπη του Σταυρού, Αγάπη της Ανάστασης
Του Αλέξανδρου Σταθακιού*
«Ἐὰν ταῖς γλώσσαις τῶν ἀνθρώπων λαλῶ καὶ τῶν ἀγγέλων, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, γέγονα χαλκὸς ἠχῶν ἢ κύμβαλον ἀλαλάζον. καὶ ἐὰν ἔχω προφητείαν καὶ εἰδῶ τὰ μυστήρια πάντα καὶ πᾶσαν τὴν γνῶσιν, καὶ ἐὰν ἔχω πᾶσαν τὴν πίστιν, ὥστε ὄρη μεθιστάνειν, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, οὐδέν εἰμι. καὶ ἐὰν ψωμίσω πάντα τὰ ὑπάρχοντά μου, καὶ ἐὰν παραδῶ τὸ σῶμά μου ἵνα καυθήσομαι, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, οὐδὲν ὠφελοῦμαι».
(Α’ Κορ 13, 1-4)
Στον «‘Ύμνο της Αγάπης» του Αποστόλου Παύλου που διαβάζεται την Μεγάλη Τετάρτη στην Εκκλησία, αφού συγκαταλέγεται στους 7 «Αποστόλους» και τα 7 Ευαγγέλια που υπάρχουν στην ακολουθία του «Ευχελαίου», η τελείται τέτοια μέρα για όλους τους πιστούς. Δεν είναι τυχαία εκεί όλες αυτές οι «Γραφές». Όλες μαζί πιστοποιούν ότι η όποια δύναμη μπορεί να δώσει η Χριστιανική Εκκλησία δεν είναι ένα «μαγικό» πράγμα, αλλά μια υπαρξιακή και κοινωνική διαδικασία με κορυφαία την πρόσκτηση αυτής της μυστηριώδους ενοποιητικής δύναμης, της Αγάπης.
Το κεντρικότερο σημείο της συμμετοχής του ανθρώπου, μέσα στην σύναξη των πιστών, την Εκκλησία, αυτό που κάνει την ιστορική Εκκλησία, σώμα του άχρονου και του απόλυτου είναι η καθημερινή ανακαίνιση του προσώπου της γης σε Αγάπη. Ακολουθώντας το μέλος της Εκκλησίας όσα ακούει, βλέπει, ζει στη Λατρεία του Σταυρωμένου Θεού, τα μετασχηματίζει ταυτόχρονα στην υπόλοιπη ζωή του, μέχρι η Αγάπη να ξαναγίνει ο Κόσμος όλος .
Ταυτόχρονα όμως γνωρίζει, ότι ο κόπος του αυτός έχει όρια, ότι η αποτυχία είναι στο παιγνίδι, «γιατί τώρα βλέπει αμυδρά σαν μέσα σε καθρέφτη», όπως λέει παρακάτω ο ίδιος ο Παύλος στους Κορίνθιους, αλλά κάποια μέρα θα δει όλη την εικόνα της Αγάπης.
Αυτή η εσχατολογική διάσταση μέσα στην Ιστορία έχει κατηγορηθεί για πολλά, αλλά εδώ ας περιοριστούμε σε αυτά που έκαναν τους φιλοσόφους και κοινωνικούς επιστήμονες, επιγόνους των «νεότερων φώτων», να προσπαθήσουν να αξιοποιήσουν αυτή τη μυστηριώδη δύναμη ενότητας, στη δική τους «χειραφετημένη μεγάλη διήγηση».
Ακόμα και ο Εμίλ Ντυρκέμ, που φαίνεται να έψαχνε στα Τοτέμ, «στην αρχή του πολιτισμού» τι θα ενώσει τον κόσμο του, που έμοιαζε να θρυμματίζεται, όντας στα πρόθυρα του πρώτου «Μεγάλου Πολέμου», για να ερμηνεύσει τα ευρήματα των ανθρωπολόγων, χρειάστηκε και τον βιβλικό πολιτισμό (δια του πατρικού Ταλμούδ, ίσως και της Καθολικής δασκάλας του). Θεώρησε ότι η θρησκεία είναι η θεοποίηση της ίδιας της Κοινωνίας, έτσι το «ιερό» μπορεί να δίνει στο «βέβηλο» κοινωνική συνοχή και κοινωνικό νόημα. Οι ψυχαναλυτές -πολύ κοντά του- πίστευαν ότι γίνεται αυτό μέσω της διαχείρισης των απαγορεύσεων.
Πιο κοντά από όλους τους στον βιβλικό πολιτισμό ο Κάρλ Μάρξ: Η Θρησκεία καταντά «καρδιά ενός άκαρδου κόσμου» και ένα παυσίπονο που κάνει τους καταπιεσμένους και αδικημένους να αντέχουν γιατί είναι ένα «αντεστραμμένο είδωλο». Αυτή την ενοποιό δύναμη που ο άνθρωπος λατρεύει στο θεό την έχει ο ίδιος, η χρόνια αλλοτρίωσή του σε ένα κόσμο «εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο», δεν τον αφήνει να το δει. Φτάνουν όμως οι χρόνοι που κάποια ρεαλιστικά εσχατολογικά όντα, «που δεν θα έχουν να χάσουν παρά μόνο τις αλυσίδες τους», θα μπορέσουν να πραγματώσουν την Ενότητα με απολύτως επιστημονικές μεθόδους.
Το τελευταίο, μετά τόσες άκαρπες προσπάθειες, αποτυχίες και ενδεχομένως «τερατογενέσεις» των παντοειδών μαρξιστικών κινημάτων, σε συνέχεια των χριστιανικών, πολλοί λένε ότι έχει την ίδια σημασία με την «ουτοπική εσχατολογία» της χριστιανικής «Αποκάλυψης». Για αρκετούς όμως δεν είναι πάντα ένας «ουτοπικός» στόχος κακός για μια κίνηση του Ανθρώπου και της Ιστορίας του προς την ουσιαστική Κοινωνία και την Ενότητα. Κινεί τα πράγματα προωθητικά προς κάτι που ποτέ δεν μπορεί να προσεγγιστεί απόλυτα. Τα κινεί όμως δυναμικά.
Ενδεχομένως μια τέτοια προσέγγιση να δώσει λύση για να ξεφύγουμε από την κυκλική στασιμότητα των ημερών μας. Ναι, άλλη μια φορά μπορούμε να πάρουμε το μαστίγιο και να διώξουμε από τα δικά μας ιερά, αυτούς που μαγαρίζουν την ανάγκη μας για κοινωνικότητα, για ασφάλεια, για Αγάπη και την μετατρέπουν σε εμπόρευμα, γιατί γνωρίζουμε ότι θα νικήσουμε στο τέλος. Έχει νόημα αυτό που προσπαθούμε ακόμα και να διαψευδόμαστε τώρα.
Ακόμα και αν ξέρουμε ότι μετά από νίκες θα ξαναέρθουν ήττες, μπορούμε να δώσουμε ένα νόημα και να προχωρήσουμε. Αυτό ίσως είναι η Αγάπη του Σταυρού. Γιατί το «αντεστραμμένο είδωλο», δεν οδηγεί μονοσήμαντα σε έναν «Κύριο Σαβαώθ» μέσα μας. Το είδωλο αυτό δείχνει έναν Κύριο «Σαβαώθ», ισχυρό, παντοδύναμο, άξιο να μας προστατέψει από το κακό της Φύσης, έξω μας και μέσα μας. Υπάρχει όμως; Η Πίστη μας λέει να κοιτάξουμε στον ουρανό, το σύγχρονο κοινωνικό κίνημα μας λέει να κοιτάξουμε στο μεταξύ μας. Αλλά και ο ουρανός για να ερμηνευτεί στις κάθε φορά καινούργιες συνθήκες χρειάζεται το μεταξύ μας. Έτσι λέει το Ευαγγέλιο. Ο Κύριος «Σαβαώθ», είτε «μεταφυσικά» είτε θετικιστικά τον επιθυμούμε, είναι πολλές φορές αδύναμος.
Η Φύση όμως για την Χριστιανική Εκκλησία, δεν είναι κακή αλλά ατελής. Αυτή η αρχή που «δουλεύτηκε» πολύ στην Ορθόδοξη παράδοση, δηλαδή περικλείει την ίδια στιγμή δυνάμεις τελειοποίησης, αλλά και αφανισμού της. Ο άνθρωπος «το τελειότερο αποτέλεσμα στο «προτσές της φύσης», την ίδια στιγμή που κοιτάζει το «άπειρο» κοιτάζει και το «κενό», ή έστω το «άμορφο», αφού από εκεί προήλθε.
Όπως θεωρεί ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης, η δύναμη που επιταχύνει την ροπή προς το κενό, είναι η αναζήτηση της αυτασφάλειας, μπροστά στον αφανισμό αυτό, ο «φόβος θανάτου»: Το κλείσιμο σε συνεχώς μικρότερα όρια.
Αντίθετα τοποθετείται η Αγάπη η οποία ταυτίζεται με την αιτία της Δημιουργίας και καλεί σε συνεχώς μεγαλύτερα ενοποιητικά ανοίγματα που σημαίνουν ενεργητικότητα, κοινωνικότητα, κατανόηση της διαφορετικότητας. Η ανθρωπότητα έχει εμπειρία τόσο του αφανισμού, όσο και της προόδου σύμφωνα με αυτή την οπτική. Μπορεί να επιλέξει τον αφανισμό από εσφαλμένη κρίση. Κρίση που κυρίως οφείλεται στον φαύλο κύκλο του φόβου του αφανισμού.[1]
Αυτή η θέση ανοίγει τον δρόμο στον διάλογο με την σύγχρονη κοινωνική επιστήμη, την φιλοσοφία, αλλά και τα κινήματα, αφού καλεί σε ουσιαστικότερη ανάλυση της βιωμένης εμπειρίας. Κυρίως στο τι συνιστά τον αφανισμό σήμερα και τι ανοίγει τον φαύλο κύκλο του φόβου. Και αν μπορεί με ενότητα και αλληλεγγύη αντιμετωπιστεί αυτό.
Το να ταυτίζουμε την δημιουργική αρχή του Κόσμου με ένα παντογνώστη και πανάγαθο Θεό, θεωρείται ότι είναι η «αχίλλειος πτέρνα» του Χριστιανισμού και κατά την γνώμη μου είναι, εφόσον θεωρήσουμε τον Χριστιανισμό ένα κλειστό δογματικό σύστημα. Αν όμως τον δούμε σαν μια Ιστορία που λέγεται και ξαναλέγεται (βέβαια για αυτούς που πιστεύουν στην διήγηση εμπλέκεται και ο Θεός), δεν είναι πρόβλημα.
Υπάρχει η κατάσταση του Κόσμου, υπάρχει αυτό που «σαν αίνιγμα» θέλουμε πραγματικά και σαν «μέσω καθρέφτη» βλέπουμε και προσπαθούμε να δώσουμε κάθε φορά μια εξήγηση που να οδηγεί σε Πράξη.
Η εξήγηση της Ορθοδοξίας είναι ότι η Αγάπη πρέπει να πραγματωθεί με Ελευθερία. Η αποδοχή όμως της Ελευθερίας, σημαίνει και αποδοχή της αποτυχίας που μπορεί να προέλθει από την ενδεχομενικότητα της ανθρώπινης κατάστασης. Η ανθρώπινη κατάσταση περιέχει και το μαρτύριο από αυτούς που αγαπάς: Τον Σταυρό. Σέβομαι όμως την ανθρώπινη μου κατάσταση, είναι η αρχή του Δρόμου.
Η ενδεχομενικότητα γίνεται έτσι εργαλείο και όχι φόβητρο. Η πίστη – εμπιστοσύνη ότι η Αγάπη έχει δύναμη να νικήσει με κάνει αισιόδοξο. «Μπορώ να αναστηθώ, να σηκωθώ και να ξανασηκωθώ, δεν γίνεται με κάθε δική μου πρόνοια να κλείσω απόλυτα τον δρόμο στον αφανισμό, οπότε ας αναπνεύσω Ελεύθερα»: Η Ανάσταση.
Αυτή είναι μια σημαντική πλευρά της κληρονομιάς μας -είτε πιστεύει, είτε δεν πιστεύει κανείς- και οφείλουμε να την δούμε. Είναι δύναμη να προχωρήσουμε ως Λαός.
* Ο Αλέξανδρος Σταθακιός είναι Θεολόγος, υπ. Διδ Κοινωνιολογιας, Λειτουργός Πρόληψης των Εξαρτήσεων.
[1] Νύσσης Γρηγορίου, Αγίου(1993), Περί Χριστιανικής Τελειότητος, (Επιμ. Μπρούσαλη Παγκρατίου) 2η έκδοση, Κατερίνη
ΠΗΓΗ:https://www.tomtb.com/?p=15069
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.