Λουκ. 18,9 Εἶπε δὲ καὶ πρός τινας τοὺς πεποιθότας ἐφ᾿ ἑαυτοῖς ὅτι εἰσὶ δίκαιοι, καὶ ἐξουθενοῦντας τοὺς λοιπούς, τὴν παραβολὴν ταύτην· ἄνθρωποι δύο ἀνέβησαν εἰς τὸ ἱερὸν προσεύξασθαι, ὁ εἷς Φαρισαῖος καὶ ὁ ἕτερος τελώνης. ὁ Φαρισαῖος σταθεὶς πρὸς ἑαυτὸν ταῦτα προσηύχετο· ὁ Θεός, εὐχαριστῶ σοι ὅτι οὐκ εἰμὶ ὥσπερ οἱ λοιποὶ τῶν ἀνθρώπων, ἅρπαγες, ἄδικοι, μοιχοί, ἢ καὶ ὡς οὗτος ὁ τελώνης· νηστεύω δὶς τοῦ σαββάτου, ἀποδεκατῶ πάντα ὅσα κτῶμαι. καὶ ὁ τελώνης μακρόθεν ἑστὼς οὐκ ἤθελεν οὐδὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς εἰς τὸν οὐρανὸν ἐπᾶραι, ἀλλ᾿ ἔτυπτεν εἰς τὸ στῆθος αὐτοῦ λέγων· ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ. λέγω ὑμῖν, κατέβη οὗτος δεδικαιωμένος εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ ἢ γὰρ ἐκεῖνος· ὅτι πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται, ὁ δὲ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται.
ΖΕΡΑΡ ΣΕΒΕΡΕΝ : Να μια πολύ παράξενη παραβολή! ‘Ενας άνθρωπος της θρησκείας καταδικάζεται, ένας αμαρτωλός αθωώνεται!
Πράγματι, ο Φαρισαίος είναι άνθρωπος της θρησκείας, ένας ”ξεχωριστός” (αυτό σημαίνει ο τίτλος του), ένα είδος μοναχού που ζει ανάμεσα στους ανθρώπους. Είναι κάποιος πολύ ”εντάξει”. Κάτι σαν ήρωας.
ΦΡΑΝΣΟΥΑΖ ΝΤΟΛΤΟ: Είναι πολύ ”εντάξει”, λέτε, αλλά είναι πολύ εντάξει σε σχέση με ποιόν; Σε σχέση με τί;… Σε σχέση με το νόμο!
Στέκεται μπροστά σε ένα νόμο και κοιτιέται. Ο νόμος είναι ο καθρέφτης του. Μέσα εκεί βρίσκει τον εαυτό του! Ο νόμος ”ανακλά”, εκφράζεται, σκέφτεται στη θέση του. Είναι λοιπόν ανεύθυνος, αλλά ευτυχισμένος: ο νόμος αντανακλά την εικόνα του. Κι αυτός καμαρώνει. Δεν του λείπει τίποτα.
Επιπλέον οι άλλοι οφείλουν να κάνουν όπως αυτός :ο Φαρισαίος ξέρει πως πρέπει να υπακούει κανείς στο νόμο. Οι άλλοι είναι υποχρεωμένοι να τον μιμούνται. Πέραν της δικής του ερμηνείας δεν υπάρχει σωτηρία: αυτός μόνος εξηγεί σωστά, τον βιώνει σωστά. Οι άλλοι είναι ”αρπακτικά”, ”μοιχοί”, κ.λπ. Εν ολίγοις ακολουθεί ”κατά γράμμα” τους κανόνες, τον θεσπισμένο νόμο, τις εντολές του, αλλά δεν είναι νόμος της επιθυμίας, είναι έπαρση, ίσως ούτε αυτό, διότι στην έπαρση διακρίνουμε κάτι το ευάλωτο, την απειλή μιας έλλειψης που διεγείρει την ένταση της επιθυμίας. Εδώ είναι η πλήρης ικανοποίηση της ματαιοδοξίας.
ΖΕΡΑΡ ΣΕΒΕΡΕΝ : Ξέρει τί είναι καλό για τη ζωή των άλλων, ξέρει στη θέση των άλλων: θέλει την ευτυχία τους παρά την θέλησή τους!
ΦΡΑΝΣΟΥΑΖ ΝΤΟΛΤΟ: Ναι, έχει φουσκώσει από την αυταρέσκειά του. Είναι η σύγχυση της επιθυμίας και ανάγκης.
Ακόμη και σήμερα… Πόσοι δεν είναι οι άνδρες που ”κάνουν” κουμάντο σπίτι τους, που ξέρουν στη θέση της γυναίκας τους τί είναι καλό γι’ αυτήν… ”Η γυναίκα μου -στην κουζίνα”, ”Η γυναίκα μου-στη δουλειά”, ”Η κούκλα μου”, κ.λπ.
Πόσες δεν είναι οι γυναίκες που ξέρουν στη θέση του άνδρα τους τί πρέπει να κάνει: ”Ο άνδρας μου-όχι-πολιτική”, ”ο άνδρας μου-προαγωγή”, ο άνδρας μου-να- βοηθά στις δουλειές”…
Πόσοι δεν είναι οι γονείς που ξέρουν τα πάντα στη θέση του παιδιού τους! Που θέλουν να αρέσει στο παιδί τους ό,τι θ’ άρεσε σ’ εκείνους αν ήταν στη θέση του, ή τους αρέσει όταν είναι επιτυχημένο γιατί τους κολακεύει, και το περιφρονούν όταν αποτυγχάνει ή περνά μια δοκιμασία.
Πόσοι δεν είναι οι στρατευμένοι σε συνδικάτα, κόμματα, θρησκείες, ιδεολογίες, που θεωρούν ότι κατέχουν την αλήθεια ή, αν όχι αυτό, θεωρούν ότι ξέρουν τί πρέπει να σκέφτονται οι άλλοι και πώς να ζουν!
Η επιθυμία γίνεται αντικείμενο διαχείρησης, όπως ένας προϋπολογισμός από κάποιον ειδικό στις κλίμακες των επιτοκίων. Ο Μωυσής, ο μεγάλος πάτρονας είναι ικανοποιημένος από τον υφιστάμενό του. Γιατί όχι; Αλλά πού είναι η ζωή, η επιθυμία, η αγάπη;
ΖΕΡΑΡ ΣΕΒΕΡΕΝ : Η παραβολή μας παρουσιάζει έναν ψ υ χ α ν α γ κ α σ τ ι κ ό Φαρισαίο: από πουθενά δεν του ξεφεύγει η ζωή του, διότι έχει ταυτιστεί με τον νόμο. Δεν έχει συγκρούσεις που να δείχνουν ότι είναι ζωντανός. Είναι σαν αυτόματο ρυθμισμένο σύμφωνα με τους κανόνες. Αλλά γιατί ο Ιησούς δείχνει τον άλλο, τον τελώνη να απαλλάσσεται και να συγχωρείται;
ΦΡΑΝΣΟΥΑΖ ΝΤΟΛΤΟ : Λίγο πριν απ’ αυτήν την παραβολή, υπάρχει ένα άλλο κομμάτι του Ευαγγελίου που μας βοηθά να καταλάβουμε τι θέλει να πει ο Ιησούς: ”ἀλλ᾿ οὐαὶ ὑμῖν τοῖς Φαρισαίοις, ὅτι ἀποδεκατοῦτε τὸ ἡδύοσμον καὶ τὸ πήγανον καὶ πᾶν λάχανον, καὶ παρέρχεσθε τὴν κρίσιν καὶ τὴν ἀγάπην τοῦ Θεοῦ· ταῦτα δὲ ἔδει ποιῆσαι, κἀκεῖνα μὴ ἀφιέναι. (‘Λουκ. 11,42 )”
Πρέπει να ζούμε σκιρτώντας από δικαιοσύνη και από αγάπη όπως ο πατέρας-Θεός ή ο αδελφός-Ιησούς κι όχι να ζούμε με τα μάτια καρφωμένα σε τόκους, την καρδιά κολλημένη σε καταλόγους, θέλοντας να επιβάλλουμε στον άλλον το μερίδιο της αλήθειας ή της αγάπης που μας αφορά.
Με άλλα λόγια, όταν δίνει κανείς το 10% των εισοδημάτων του για να είναι ευχαριστημένος με τον εαυτό του, ”ουαί”… όπως λέει ο Ιησούς αν δεν έχει άλλο λόγο για να είναι ευχαριστημένος με τον εαυτό του, διότι επιπλέον σταματά το δυναμισμό της επιθυμίας. Θα άξιζε περισσότερο να ξόδευε και να ευχαριστιόταν συναντώντας ανθρώπους, γλεντώντας μαζί τους! Συχνά άλλωστε αναφέρεται ότι ο Ιησούς ”τρώει” και πίνει με διάφορους ανθρώπους και οι Φαρισαίοι του το προσάπτουν. (καὶ διεγόγγυζον οἱ Φαρισαῖοι καὶ οἱ γραμματεῖς λέγοντες ὅτι οὗτος ἁμαρτωλοὺς προσδέχεται καὶ συνεσθίει αὐτοῖς. Λουκ. 15,2 )
ΖΕΡΑΡ ΣΕΒΕΡΕΝ: Νομίζω ότι οι Φαρισαίοι -στους οποίους ανήκουμε κι εμείς- ονομάζουν αρετή το να γυαλίζει κανείς την εικόνα του και να απολαμβάνει την καλή του υπόληψη. Αγνοούν τους άλλους: θεωρούν ότι ο νόμος τους επιτρέπει να ζουν χωρίς επαφή με τον κόσμο, με τους άλλους που δε ζουν όπως αυτοί. Θα λέγαμε ότι πρόκειται για ταξική διάκριση.
ΦΡΑΝΣΟΥΑΖ ΝΤΟΛΤΟ: Για να φθάσουμε τον Θεό πρέπει να ”αγγίξουμε” το σώμα του άλλου (Λουκ. 15,2 καὶ διεγόγγυζον οἱ Φαρισαῖοι καὶ οἱ γραμματεῖς λέγοντες ὅτι οὗτος ἁμαρτωλοὺς προσδέχεται καὶ συνεσθίει αὐτοῖς. Ματθ. 25,35 36 ἐπείνασα γάρ, καὶ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην, καὶ συνηγάγετέ με, γυμνός, καὶ περιεβάλετέ με, ἠσθένησα, καὶ ἐπεσκέψασθέ με, ἐν φυλακῇ ἤμην, καὶ ἤλθετε πρός με.), να επικοινωνήσουμε μέσω των αισθήσεων με τον άλλο, με την όσφρηση, με την ακοή, κ.λπ. Όταν γράφω, όταν παίρνω τηλέφωνο, ”πιάνω” τον άλλο, τον ”αγγίζω” στο σώμα του, στην καρδιά του. Όταν κολλάω αφίσες, όταν πουλάω εφημερίδες, όταν ρίχνομαι σε έναν πολιτικό ή συνδικαλιστικό αγώνα, ”αγγίζω” τον άλλον.
Για να είναι πραγματική μια ανθρώπινη επιθυμία, πρέπει να εμπλέκεται όλο το είναι μας. Τότε, δεν υπάρχει πια θέση ούτε χρόνος να σκεφτούμε τί είναι ”ενάρετο” ή νομοταγές.
Ο Θεός ενσαρκώνεται, παίρνει σάρκα και οστά για να ”αγγίξει”, να συναντήσει τον άνθρωπο. Η επαφή μας με τον Θεό είναι ο Ιησούς. Και, φυσικά, ο μόνος τρόπος να συναντήσουμε τον Θεό είναι να περάσουμε από τον άλλο άνθρωπο. Διαφορετικά είναι αυταπάτη, όνειρο.
ΖΕΡΑΡ ΣΕΒΕΡΕΝ: Όταν η επαφή με τον άλλον είναι σύγκρουση, όταν η επιθυμία μας δεν αισθάνεται να την αφορά η επιθυμία του, όταν δεν τον έχουμε πια ”ανάγκη”, τότε μπορούμε να αρχίσουμε να είμαστε ευαίσθητοι σ’ αυτόν τον άλλον, να μας γεννά ερωτήματα ο εαυτός μας, να επικοινωνούμε.
ΦΡΑΝΣΟΥΑΖ ΝΤΟΛΤΟ: Με τον άλλον και μέσω του άλλου αποκτούμε σαφέστερη γνώση της ανάγκης και της επιθυμίας. Η διαλεκτική διάκριση ανάγκης -που περισσότερο είναι ευχαρίστηση του σώματος- και της πιο λεπτής έννοιας της επιθυμίας -που αφορά την κοινωνία, την δημιουργική επικοινωνία- μας συνδέει τους μεν με τους δε μέσα σε μια μεταλλαγή που εξανθρωπίζει.
Πρώτη έρχεται η ανάγκη, διότι κατ’ αρχάς είμαστε δεμένοι με το σώμα μας, που έχει τις απαιτήσεις του. Η επιθυμία είναι μεταμόρφωση της ανάγκης, δηλ. ρεύμα επικοινωνίας, αναζωογονητικό του πνεύματος, μεταξύ δύο ένσαρκων όντων. Περνάμε από την ευχαρίστηση του σώματος στην χαρά της επικοινωνίας. Πρόκειται για μεταλλαγή.
Για παράδειγμα, στην αρχή της ζωής, το μωρό έχει ανάγκη το γάλα της μητέρας του για να ζήσει. Του είναι απαραίτητο. Το γάλα, το στήθος, η μητέρα, όλα συγχέονται τότε στην ίδια ανάγκη που, όταν ικανοποιηθεί, φέρνει ευχαρίστηση. Όταν πια το μωρό δεν έχει ανάγκη το γάλα της μητέρας του, όταν δεν έχει ανάγκη το γάλα που του δίνει η μητέρα του, τότε μπορούμε να πούμε ότι, κυριολεκτικά, δεν έχει ανάγκη τη ”μητέρα” του για να ζήσει ως προς το σώμα του. Τότε μπορεί να αγαπήσει ένα πρόσωπο, την μητέρα του εν προκειμένω. Από την ανάγκη φθάνει στην επιθυμία. Μπορούμε λοιπόν να πούμε ότι αγαπά αυθεντικά όταν δεν έχει πια ανάγκη…
Με τη μεταλλαγή της ανάγκης σε επιθυμία, βρισκόμαστε στο κατώφλι της πνευματικής ζωής, της ζωής με τον Θεό. Για μένα η ζωή της πίστης είναι σε ευθεία γραμμή με την επιθυμία, την προσδοκία συνάντησης στο χώρο της αγάπης.
ΖΕΡΑΡ ΣΕΒΕΡΕΝ : Όλα αυτά μου θυμίζουν εκείνους που λένε ότι έχουν ανάγκη τους άλλους για να ζήσουν. ”Χωρίς εσένα δεν μπορώ να ζω”. Είσαι η πηγή που με ξεδιψάει”. Όταν χάνεται ο θησαυρός τους, αποδιοργανώνονται για ένα διάστημα, αλλά κατορθώνουν να επιζήσουν και μετά να ξαναζήσουν και τέλος να ζήσουν πραγματικά. Αντιλαμβάνονται ότι δεν είχαν ”ανάγκη” τον άλλον για να ζουν. Ανακαλύπτουν ότι τελικά, αυτό που ζητούσαν απ’ τον άλλο και που νόμιζαν ότι τους βοηθούσε να ζουν ακόμη ήταν άλλο πράγμα.
ΦΡΑΝΣΟΥΑΖ ΝΤΟΛΤΟ: Κι ο πόνος που έζησαν όταν τον έχασαν τους έμαθε ότι, αφού επέζησαν, σημαίνει ότι αυτό για το οποίο επρόκειτο δεν ήταν η ανάγκη, αλλά η αγάπη που είχε πληγωθεί, μένοντας όπως πάντα ζωντανή.
Αφύπνιση στην ατέρμονη επιθυμία, αυτό δεν είναι η ανάσταση… του καθενός μας;
Η φράση ”δεν έχω ανάγκη τον άλλον για να ζήσω”, τον άνδρα μου, λόγου χάρη, ή το παιδί μου, μπορεί να φαίνεται προκλητική αλλά είναι σωστή.
Όταν ξεπερνάμε την ανάγκη να θέλουμε να καταπιούμε τον άλλον, να τον καταναλώσουμε, να τον βλέπουμε, να τον αγγίζουμε, φθάνουμε πιο κοντά στην επιθυμία, και συνεπώς στην αγάπη. Οι ευαγγελικές αξίες είναι πάντα ζωογόνες συναντήσεις μεταξύ προσώπων, δηλαδή συναντήσεις επιθυμίας: ο Ιησούς μας προτρέπει να υπερβούμε αυτό που βρίσκεται περιχαρακωμένο ή περιορισμένο στο σώμα μας, χωρίς ωστόσο να αρνούμαστε την αξία του. Αυτό είναι η αποκάλυψή του.
Γι αυτό η παραβολή λέει ότι ”ουαί” αν δίνουμε από το χρόνο ή από το χρήμα μας επειδή έτσι πρέπει. Ο νόμος περί ”δικαίων” ανταλλαγών πρέπει να καταργηθεί.
ΖΕΡΑΡ ΣΕΒΕΡΕΝ : Έτσι λοιπόν, ο τελώνης γίνεται υπόδειγμα διότι πηγαίνει με τους άλλους…
ΦΡΑΝΣΟΥΑΖ ΝΤΟΛΤΟ: Ο Φαρισαίος συναντά τον νόμο, τρέφεται με κείμενα, διαλέγει έναν κώδικα για οδηγό του, και πιστεύει ότι αυτό τον απαλλάσσει από το να ζει τις ανάγκες του, από το να συναντά τον εαυτό του, από το να αφήνεται να τον ”αγγίζουν” οι άλλοι. Ζει στην αφηρημένη τάξη, στην αποστείρωση του νόμου-κώδικα. Είναι φτιαγμένος από τον νόμο.
Ο Ιησούς λέει το αντίθετο: ο νόμος είναι φτιαγμένος για τον άνθρωπο κι όχι ο άνθρωπος για τον νόμο.(Μαρκ. 2,27 -28 καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς· τὸ σάββατον διὰ τὸν ἄνθρωπον ἐγένετο, οὐχ ὁ ἄνθρωπος διὰ τὸ σάββατον· ὥστε κύριός ἐστιν ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου καὶ τοῦ σαββάτου.)
Ο νόμος λοιπόν πρέπει να τροποποιείται διαρκώς. Πρέπει να εξελίσσεται ανάλογα με τις εκάστοτε αλλαγές των ανθρώπων και της κοινωνίας. Ο νόμος είναι εργαλείο, το χρησιμοποιούμε για λίγο, κατόπιν δε μας χρειάζεται, το αφήνουμε. Ο νόμος δεν ανάγεται ποτέ σε σκοπό στο Ευαγγέλιο, το ίδιο και ο ”ιερός κανόνας” των μοναστικών ταγμάτων: είναι ένα μέσο που επιτρέπει να διευθετηθεί η έκφραση της επιθυμία μας μια δεδομένη στιγμή, που πρέπει όμως να ξεπεραστεί διότι αλλιώς γίνεται ταμπού και μας κάνει πολύτιμα φετίχ του νόμου. Το μέσο γίνεται σκοπός. Το γράμμα σκοτώνει, μόνο το πνεύμα μας δίνει ζωή. (Β Κορ. 3,6 ὃς καὶ ἱκάνωσεν ἡμᾶς διακόνους καινῆς διαθήκης, οὐ γράμματος, ἀλλὰ πνεύματος· τὸ γὰρ γράμμα ἀποκτείνει, τὸ δὲ πνεῦμα ζωοποιεῖ.)
ΖΕΡΑΡ ΣΕΒΕΡΕΝ: Αυτός λοιπόν ο τελώνης και οι άλλοι ”αμαρτωλοί”, που περιφρονούν και στιγματίζουν οι Φαρισαίοι, συναντιούνται μεταξύ τους και με τον Ιησού, που κάθεται και τρώει μαζί τους.
(Λουκ. 5,29 καὶ ἐποίησε δοχὴν μεγάλην Λευΐς αὐτῷ ἐν τῇ οἰκίᾳ αὐτοῦ, καὶ ἦν ὄχλος τελωνῶν πολὺς καὶ ἄλλων οἳ ἦσαν μετ᾿ αὐτῶν κατακείμενοι.) Αντί να συναντούν τον νόμο, συναντιούνται μεταξύ τους. Γιατί είναι τόσο σημαντικό αυτό το πράγμα;
ΦΡΑΝΣΟΥΑΖ ΝΤΟΛΤΟ: Σ’ αυτά τα γεύματα αδελφοσύνης εκφράζεται η δυναμική της επιθυμίας: νιώθουν ανάγκη να φάνε, θέλουν να χορτάσουν, επιθυμία τους είναι να αναγνωριστούν οι μεν από τους δε, να αγαπηθούν, να ενδιαφέρουν, επιθυμούν να τους υπολογίζουν οι άλλοι. Δηλαδή ο καθένας τους επιθυμεί να κυοφορηθεί, να αναγνωριστεί, να αποκαλυφθεί από τον άλλον ότι αξίζει να τον εκτιμούν. Εξαρτώμαι λοιπόν από τον άλλον διότι ο άλλος με διεγείρει περιβάλλοντάς με με αξία, με καθησυχάζει επιβεβαιώνοντάς με ότι είμαι κάποιος γι’ αυτόν… κι ο άλλος συντονίζεται μαζί μου, για τους ίδιους λόγους, αδελφικά.
Ο Ιησούς, ένας προφήτης, μοιράζεται το γεύμα όλων αυτών που η θρησκευτική ζωή έχει απορρίψει. Τί μεγαλύτερη εγγύηση για την αξία τους! Θαυμάζουν τον Ιησού κι ο Ιησούς ζώντας ανάμεσά τους, τους προσελκύει κοντά Του. Πιστεύει σ’ αυτούς.
ΖΕΡΑΡ ΣΕΒΕΡΕΝ: Κι όμως, αναφέρονται σαν αμαρτωλοί. Ο τελώνης είναι αμαρτωλός!
ΦΡΑΝΣΟΥΑΖ ΝΤΟΛΤΟ: Του προσάπτουν ένα ”αμάρτημα” που είναι συναφές με το επάγγελμά του. Οι τελώνες εισέπρατταν περισσότερα από όσα ζητούσε ο έπαρχος. Έτσι ”πληρώνονταν” από τη δουλειά τους, αυτός ήταν ο μισθός τους. Βεβαίως, πολλοί εκμεταλλεύονταν η θέση τους κι έκαναν καταχρήσεις. Πιστεύω δηλαδή ότι κατηγορούσαν τους τελώνες για ένα ”αμάρτημα” άρρηκτα συνδεδεμένο με το επάγγελμά τους, όπως αυτά που προσάπτουν σήμερα στους αστυνομικούς, στους δήμιους, στούς στρατιωτικούς, κ.λπ.
Πέραν του ζητήματος ποιά επαγγέλματα επιτρέπονταν ή απαγορεύονταν άλλοτε στους χριστιανούς, θα έλεγα ότι αυτός ο συγκεκριμένος άνθρωπος δεν είναι παραπάνω αμαρτωλός. Είναι διαφορετικό!
Πράγματι η θρησκεία του τού έχει δημιουργήσει την ιδέα ότι είναι αμαρτωλός. Είναι πεπεισμένος και υποφέρει επειδή τα έχει χαλάσει με τον Θεό που είναι η προσδοκία του. Ξέρει ότι είναι τιποτένιος. Έχει χάσει πια την τιμή του. Δεν έχει πια πρόσωπο, και το λέει αυτό στον Θεό. Ο Ιησούς του ξαναδίνει το πρόσωπό του. Αθωώνεται. Ας επιτρέψει στην (αμαρτωλή) του ζωή με ειρήνη.
Αμαρτωλός ή όχι, ας είναι ο άνθρωπος επιθυμών, πάντα ανικανοποίητος.
Ο Ιησούς ήλθε για να απαλλάξει την επιθυμία από όλα τα αισθήματα ενοχής που τη φόρτωναν.
ΖΕΡΑΡ ΣΕΒΕΡΕΝ: Θα μπορούσατε να μας εξηγήσετε με δυό λόγια τί είναι το αίσθημα της ενοχής;
ΦΡΑΝΣΟΥΑΖ ΝΤΟΛΤΟ: Είναι τεράστιο θέμα! Θα μπορούσαμε να το παρομοιάσουμε με ένα σκουλήκι που τρώει την καρδιά, είναι μια συναισθηματική κατάσταση, ένα διάχυτο συναίσθημα προσωπικής απαξίας, καμιά φορά δίχως σχέση με μια συγκεκριμένη επιλήψιμη πράξη, με μια εκούσια επιζήμια πράξη.
Όταν όμως κάποιος αισθάνεται τιποτένιος, αυτοκατηγορείται. Ύστερα, ψάχνει να βρει κάτι με το οποίο να συνδέσει αυτές τις κατηγορίες. Και καθώς η ευχαρίστηση αγχώνει, καθώς η παραβίαση ή η ανυπακοή αγχώνουν, βρίσκει εκεί πρόσφορο έδαφος που δικαιώνει τις κατηγορίες. Αισθάνεται λοιπόν ένοχος. Δεν αγαπά τον εαυτό του. Καμιά φορά η απογοήτευση από τον εαυτό του είναι τόσο βαθιά που κάθε επιθυμία, ακόμη και κάθε επιθυμία για επιθυμία, παραλύει.
Μερικοί θεωρούν τις αποτυχίες τους ”αμαρτία”. Πραγματικά οι αποτυχίες τούς κάνουν να υποφέρουν. Νομίζουν ότι ο πόνος και η αποτυχία τούς άξιζε από ηθικής απόψεως. Όχι επειδή ήταν κακοί οι υπολογισμοί τους, αλλά διότι έπρεπε να τιμωρηθούν. Προβάλλουν το άγχος τους στο μέλλον. Δεν βλέπουν τις αποτυχίες τους σαν μια θετική εμπειρία.
Άλλοι κάνουν κάποιον άλλον να υποφέρει από τη ζωή, από την ύπαρξή τους και μόνο, ή ακόμη εξαιτίας της ζωτικότητάς τους που ούτε είναι κακόβουλη ούτε έχει την πρόθεση να βλάψει. Και μόνον από το γεγονός ότι βλέπουν την μητέρα τους να κλαίει με την επιλογή που έκαναν στη ζωή τους, φαντάζονται ότι είναι κακά παιδιά, αισθάνονται ένοχοι με το άγχος του άλλου, που τους αγχώνει.
Όλα αυτά φρενάρουν την πορεία της επιθυμίας, πνίγουν και μαραίνουν το νόημα της ζωής. Ο Ιησούς λέει, το θυμίζω, ότι με αυτόν, όλα τούτα τα ”αμαρτήματα” συγχωρούνται, βρίσκουν άφεση. Πρέπει να ξεπεράσει κανείς αυτές τις συναισθηματικές καταστάσεις, τα αισθήματα απαξίας και ενοχής.
Αναγκαστικά, όταν ζούμε, όταν προσπαθούμε να συναντήσουμε τους άλλους, όταν παλεύουμε να τα βγάλουμε πέρα κ.λπ. υπάρχουν ενδοιασμοί, δισταγμοί, υπέρβαση ορίων.
ΖΕΡΑΡ ΣΕΒΕΡΕΝ: Δηλαδή με τον Ιησού δεν υπάρχει πια νόμος; Κάνουμε ό,τι θέλουμε; Όπως μας αρέσει;
ΦΡΑΝΣΟΥΑΖ ΝΤΟΛΤΟ: Ναι… Γιατί όχι; Ο άγιος Αυγουστίνος δεν είχε πει, όπως θυμίσατε: Αγάπα και κάνε κατά την βούλησή σου; (βλ.Αυγουστίνου.Tractatus in epistolam Joannis I{Ομιλίαι εις την Α’ Επιστολήν Ιωάννου 7,παρ.8.} Αυτή η φράση τρόμαζε γενιές ”ευσεβών”… Είναι ευαγγελική φράση. Αγάπα και ζήσε την επιθυμία σου.
ΖΕΡΑΡ ΣΕΒΕΡΕΝ: Για σας, μόνος νόμος είναι ο Ιησούς Χριστός; Μόνος μας νόμος είναι η αγάπη του Ιησού Χριστού;
ΦΡΑΝΣΟΥΑΖ ΝΤΟΛΤΟ: Ναι, μόνος νόμος μας είναι ο Ιησούς Χριστός, διότι αυτός μόνος, με το ”νόμο” του, που μιλά για αγάπη, ελευθερώνει την επιθυμία του ανθρώπου. Δεν την εγκλωβίζει σε κανόνες που πρέπει να μείνουν ανέπαφοι.
Αγάπα εξ ίσου κάθε κίνδυνο… Όλη η ιστορία του Ιησού σημαδεύεται από παραβιάσεις του νόμου. Αυτές οι παρασπονδίες φαντάζουν ανήθικες στους κοντόφθαλμους. Είναι ”ανήθικο” φυσικά να πηγαίνει κανείς ενάντια στο νόμο των ανθρώπων, αλλά αν κάποιος παρανομεί από επιθυμία, επειδή νιώθει χρέος να πραγματώσει έτσι τη ζωή του με κίνδυνο να χαρακτηριστεί προδότης ή να αφοριστεί από εκείνους που εξουσιάζουν ελέω Θεού… τότε, αυτός ο κάποιος ζει με το Ευαγγέλιο του Ιησού Χριστού.
Βεβαίως, όπως έλεγα, υπάρχουν και οι νόμοι για να μπορούμε να ζούμε στην κοινωνία, που μας δομούν ηθικά κατά την διάρκεια της ανάπτυξής μας, αλλά αυτοί οι νόμοι δεν είναι ταμπού. Ποτέ κανένας ανθρώπινος νόμος δεν δίνει οριστική απάντηση. Είμαστε υποχρεωμένοι να τον βάζουμε διαρκώς σε αμφισβήτηση (όπως επίσης τον εαυτό μας), ίσως να τον αλλάζουμε άρδην για να μας επιτρέψει για να μας επιτρέψει να οργανώσουμε όσο καλύτερα γίνεται, όσο πιο αληθινά, την αναζήτηση της δικής ας επιθυμίας και της επιθυμίας των περισσοτέρων. Αυτό, φυσικά, χωρίς να πιστεύουμε ότι η αλήθεια μας μπορεί να είναι αλήθεια για τον άλλον, ούτε ότι είναι κάτι καλό γι’ αυτόν. Ποτέ ο νόμος δεν πρέπει να γίνεται είδωλο -τότε θα πρέπει να τον ξεστελειώσουμε. Πρέπει να είναι σημείο αναφοράς για ζωντανούς, όχι κρησφύγετο ”εναρέτων”.
ΖΕΡΑΡ ΣΕΒΕΡΕΝ: Προσπαθήσατε να εξηγήσετε τί είναι αίσθημα ενοχής. Θα μπορούσατε τώρα, μετά την έννοια της μοιχαλίδας και την παραβολή του Φαρισαίου και του τελώνη, να αναπτύξετε τη σχέση επιθυμίας και αμαρτίας;
ΦΡΑΝΣΟΥΑΖ ΝΤΟΛΤΟ: Νομίζω ότι η ανθρώπινη επιθυμία προκύπτει από ένα δίκτυο αντιφάσεων και ασυνεπειών, μέσα από τις οποίες ανοίγει ο καθένας μας το δρόμο του αναζητώντας κατ’ αρχάς την ασυνείδητη, κατόπιν τη συνειδητή ευχαρίστηση και ευτυχία.
Αυτοί οι αντιφατικοί δισταγμοί προέρχονται από τη μακριά περίοδο της ζωτικής μας εξάρτησης, όταν ήμασταν παιδιά, από άλλους ανθρώπους, ενήλικους προστάτες, πρότυπα, δασκάλους, οι οποίοι, τελικά, μας δίδαξαν το δικό τους τρόπο ομιλίας και αγάπης. Όμως δυστυχώς, η ενήλικη γλώσσα τους δεν ήταν συμβατή με την ευαισθησία του παιδιού που αναπτύσσεται. Από αυτήν την αναντιστοιχία προήλθαν, νομίζω, δισταγμοί, ενδοιασμοί, απόπειρες, αρνήσεις και αντιφάσεις.
Έτσι το παιδί αισθάνεται να απειλείται η επιθυμία του όταν εκθέτει τον εαυτό του στον κίνδυνο του θανάτου. Δεν είναι αντιφατικό για μας τους ενήλικες που θεωρούμε το θάνατο σαν μια από τις μεγαλύτερες τραγωδίες και σαν το τέλος της ζωής της επιθυμίας;
Στο δρόμο της ζωής βλέπουμε καθημερινά περιπτώσεις όπου η ευχαρίστηση συμβαδίζει με τον κίνδυνο του θανάτου.
Συχνά κινδυνεύουμε να σκοτώσουμε και προσφιλείς μας ακόμη άλλους αναζητώντας την δική μας ευχαρίστηση! Είναι η αντίφαση του ανθρώπου!
Εδώ υπεισέρχεται το αίσθημα της αμαρτίας: είτε το ξέρει είτε όχι, αυτό το αίσθημα κάνει έναν πατέρα να διαπραγματεύεται αλλιώς την ευχαρίστηση που αισθάνεται οδηγώντας με υπερβολική ταχύτητα, λόγου χάρη, και παραβιάζοντας τον κώδικα οδικής κυκλοφορίας. Ο συνδυασμός ευχαρίστηση του οδηγού και ασφάλειας των επιβατών επιβάλλει στον νομοθέτη να τιμωρεί τον ανεύθυνο πατέρα, όπως εκείνον που έχει συναίσθηση μόνο του εαυτού του. Σύμφωνα με τον κώδικα οδικής κυκλοφορίας, και οι δύο είναι υπόλογοι για το αν σεβάστηκαν ή όχι τη ζωή των άλλων.
Ας δούμε από πιο κοντά το θέμα. Αν παραβούμε τον κώδικα οδικής κυκλοφορίας μη συνειδητά, αν προκαλέσουμε ένα ατύχημα ή θάνατο από ένα μη ηθελημένο λάθος στην οδήγηση, αισθανόμαστε υπεύθυνοι. Κι αν συνειδητά, ηθελημένα, παραβιάσαμε τον κώδικα οδικής κυκλοφορίας και προκαλέσαμε δυστύχημα ή θάνατο, αισθανόμαστε όχι μόνο υπεύθυνοι αλλά και ένοχοι.
ΖΕΡΑΡ ΣΕΒΕΡΕΝ: Μπορεί λοιπόν ένα αμάρτημα να υπάρχει μόνο στη φαντασία; Και να δημιουργείται στον άνθρωπο ένα ψευδές αίσθημα ενοχής;
ΦΡΑΝΣΟΥΑΖ ΝΤΟΛΤΟ: Φυσικά! Μπορεί κάποιος που είναι ενάρετος να αισθάνεται μια ενοχή ακατανόητη στα μάτια των άλλων. Η φαντασίωση δεν είναι πραγματικότητα και η πραγματικότητα μπορεί να μη συνοδεύεται από καμία συνειδητή αντίληψη.
ΖΕΡΑΡ ΣΕΒΕΡΕΝ: Από πού προέρχεται λοιπόν αυτό το αίσθημα της αμαρτίας;
ΦΡΑΝΣΟΥΑΖ ΝΤΟΛΤΟ: Ούτε οι νόμοι ούτε τα λόγια μπορούν να αφαιρέσουν από την επιθυμία την καταπληκτική δύναμη που έχει να αναζητά την ευχαρίστηση. Η επιθυμία μας ωθεί να συναντάμε τους άλλους και να βρισκόμαστε σε κοινωνία μαζί τους, για να αποκομίζουμε αίσθηση απόλαυσης κι αίσθηση ευτυχίας.
Πολύ συχνά όμως, επειδή είναι πολύ έντονη, η επιθυμία κομίζει πικρή απογοήτευση αντί την ευχαρίστηση που περιμέναμε. Και η σχετική ή πλήρης αποτυχία αυτής της συνάντησης αφήνει πίσω της θλίψη και πόνο, που είναι η πηγή του αισθήματος ενοχής. Η οδύνη της δυσαρέσκειας-είτε υπήρξε άστοχη η πρόθεση της επιθυμίας είτε όχι-προκαλεί αίσθημα και φαντασίωση ότι σφάλαμε.
Αίσθημα ενοχής υπάρχει επίσης όταν, για οποιονδήποτε λόγο, η εκπλήρωση μιας (μερικής) επιθυμίας δεν προσέφερε παρά μοναχική απόλαυση, χωρίς κανέναν να την μοιραστούμε.
ΖΕΡΑΡ ΣΕΒΕΡΕΝ: Λέτε ότι σε μια δεδομένη στιγμή πρέπει να βρούμε το κουράγιο να παρανομήσουμε, για να μπορέσουμε να ζήσουμε. Ωστόσο, ο Ιησούς λέει στην μοιχαλίδα : ”Μηκέτι αμάρτανε”.
ΦΡΑΝΣΟΥΑΖ ΝΤΟΛΤΟ: Κάτ’ αρχάς, μπορεί κάποιος να αισθάνεται σαν σφάλμα το κουράγιο που βρίσκει να παραβιάζει τον νόμο. Αλλά στις αντιφάσεις της ζωής του, κι έτσι όπως περιπλέκονται οι μερικές επιθυμίες του, επιλέγει τη λύση της παράβασης. Κάποιος άλλος, με τις ίδιες αντιφάσεις, ίσως διάλεγε την εύκολη λύση να παραιτηθεί από τις επιθυμίες του!
ΖΕΡΑΡ ΣΕΒΕΡΕΝ: Μα τελικά τί είναι αμαρτία;
ΦΡΑΝΣΟΥΑΖ ΝΤΟΛΤΟ: Η αμαρτία είναι, νομίζω, η εγγενής αντίφαση της ανθρώπινης ζωής μας: προσπαθούμε να ζήσουμε την επιθυμία μας, αλλά ο φόβος να διακινδυνέψουμε να τη ζήσουμε, τα γεγονότα που ορθώνουν φραγμό στο δρόμο μας, η βία της δυναμικής μας, οι ηθικές αξίες της κοινότητας στην οποία ανήκουμε, οι εύκολοι δρόμοι, μας σταματούν. Αυτές οι αντιφάσεις κάνουν να καταρρέει η ορμητικότητά μας, τη ”σφηνώνουν”… Αυτό είναι η αμαρτία. Δεν πρόκειται οπωσδήποτε για κάποια εκούσια και συνειδητή πράξη. Δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς: Αμαρτάνουμε!
Επιγραμματικά, θα έλεγα: ζω σημαίνει αμαρτάνω. Εγκαθίσταμαι στην αμαρτία σημαίνει πεθαίνω.
Πραγματικά, αν η απαίτηση μιας αγάπης μάς κάνει να προσπαθήσουμε να βγούμε από τις αντιφάσεις που μας παραλύουν, τότε, όπως έλεγα και προηγουμένως, επανερχόμαστε και συνεχίζουμε την πορεία μας προς την κατεύθυνση της δομής μας.
Όταν ο Ιησούς λέει στην μοιχαλίδα: ”Ουδέ εγώ σε κατακρίνω. Πορεύου και από του νυν μηκέτι αμάρτανε”, την επανεντάσσει.
Έμενε εγκλωβισμένη σε μια ευχαρίστηση, δέσμια ενός νόμου, παράλυτη στη ζωή της… Ακινητοποιημένη. Αντί να την λιθοβολήσει, την ξαναβάζει στη ζωή, την ξαναβάζει στον δρόμο, την επανεντάσσει στο δικό της νόμο.
Η αμαρτία είναι μια εμπειρία. Η αμαρτία είναι μια στιγμιαία παράλυση. ”Εμπρός”, λέει ο Ιησούς, ”μην παραλύεις πια…”
“Φρανσουάζ Ντολτώ, Ζεράρ Σεβερέν, Τα Ευαγγέλια και η πίστη – Ο κίνδυνος μια ψυχαναλυτικής ματιάς”, εκδόσεις Εστία.
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.