Ο Nicolas Berdyaev είναι ένας από τους κορυφαίους στοχαστές του 20ού αιώνα, παρά το γεγονός ότι είναι υποτιμημένος. Καθώς βρίσκεται στο μεταίχμιο της θρησκευτικής και φιλοσοφικής σκέψης, συμβαίνει το παράδοξο να παραβλέπεται από τους ειδικούς στη φιλοσοφία ως «θεολόγος» και από τους θεολόγους ως υπερβολικά φιλοσοφικός στοχαστής.
- i) Προς μια νέα φιλοσοφία της ύπαρξης
Όπως άλλωστε συμπεραίνει και ο ίδιος, κάθε φιλόσοφος αποτελεί ένα άτομο-εξαίρεση που διαθέτοντας την εμπειρία της τραγικότητας της ανθρώπινης ύπαρξης, υπερβαίνει τις κοινωνικές πιέσεις, ενώ η πλειοψηφία είναι πάντα εναντίον του. Οι φιλόσοφοι σε κάθε κοινωνία βρίσκονται πάντα σε ανασφάλεια. «Σε κάθε φιλόσοφο υπάρχει κάτι από το Spinoza και τη μοίρα του», υπογραμμίζει ο Berdyaev[1]. Συγκεκριμένα, ο κόσμος της Θρησκείας, που αποτελεί ανθρώπινη εμπειρία μιας υπερφυσικής αποκάλυψης και ενισχύεται από τις κοινωνίες, ανέκαθεν ήταν εχθρικός προς τους φιλοσόφους. Από την άλλη πλευρά, ο κόσμος της επιστήμης είναι απόπειρα αποκάλυψης του κόσμου από τον άνθρωπο, θεωρείται επίσης κοινωνικά ωφέλιμος, αφού προσφέροντας αποδεδειγμένη γνώση καθοδηγεί τις κοινωνίες και απολαμβάνει την εμπιστοσύνη τους. Οι επιστήμονες λοιπόν, συνήθως αποδοκιμάζουν τους φιλοσόφους ως ανούσιους και υπερβολικά θεωρητικούς στοχαστές που δε μας προσφέρουν τίποτα άλλο από αυθαίρετες ιδέες. Με λίγα λόγια, ενώ η Θρησκεία (παλιότερα) και η Επιστήμη (σήμερα) είναι αποδεκτές επειδή προσφέρουν κοινωνικά ωφέλιμες υπηρεσίες, η Φιλοσοφία θεωρείται άχρηστη και περιττή, οπότε καταπιέζεται και κινδυνεύει να αφομοιωθεί είτε από τη θρησκεία, είτε από την επιστήμη[2]. Οι σύγχρονοι φιλόσοφοι της ύπαρξης (Heidegger, Jaspers), αν και κατόρθωαν να υπερβούν τον νατουραλισμό[3], δεν κατέστησαν τον άνθρωπο κέντρο των φιλοσοφικών τους προβληματισμών[4]. Κατέληξαν μονάχα σε μια τραγική απαισιοδοξία που ποτέ πριν η φιλοσοφία δεν είχε φτάσει[5]. Ο Berdyaev εισηγείται τη στροφή της σκέψης προς μια απαισιόδοξη και συγχρόνως δημιουργική κατεύθυνση, η οποία μέσα από τον ανθρώπινο πόνο θα κατευθύνεται προς την αναζήτηση της αλήθειας του Χριστού. Ο Ρώσος στοχαστής υποστηρίζει ότι ο «Υπαρξισμός» είναι η μοναδική φιλοσοφία που μπορεί να φέρει στο φως τα προβλήματα και την τραγική μοίρα του ανθρώπου, του οποίου την ύπαρξη θέτει στο επίκεντρο[6]. Όπως παραδέχεται ο ίδιος ο Berdyaev, εκφράζει μια σκέψη ελευθεριακή, περσοναλιστική, υποκειμενική και δυϊστική[7]. Φιλοσοφία είναι η δημιουργική κατανόηση εκ μέρους του πνεύματος του νοήματος της ανθρώπινης ύπαρξης. Σύμφωνα με το Ρώσο στοχαστή, κάθε είδος φιλοσοφίας είναι σε ένα βαθμό ανθρωποκεντρικό, αφού αντανακλά τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του δημιουργού του («ανθρωπομορφισμός»). Ιστορικά όμως, είναι γεγονός ότι μόνο με την έλευση του Χριστιανισμού ήρθαν στο φως η προσωπικότητα και η ελευθερία του ανθρώπου, από την οποία προήλθε τελικά η Φιλοσοφία της Ύπαρξης.
Στη βάση της φιλοσοφίας του Berdyaev βρίσκεται ο καντιανός δυϊσμός σε φαινόμενο και νοούμενο κόσμο, ο οποίος όμως λαμβάνει επιπλέον χριστιανική σημασία[8]: ο φαινόμενος κόσμος είναι η γήινη πραγματικότητα στην οποία ζούμε όλοι μας και είναι γεμάτη υποδούλωση, αποξένωση, αμαρτία και θάνατο, ενώ ο νοούμενος είναι η κυριαρχία των προσώπων, της αλήθειας, της ελευθερίας, του πνεύματος, της αγάπης και του ίδιου του Θεού. Ο άνθρωπος είναι το πλάσμα που μετέχει συγχρόνως και στους δύο αυτούς κόσμους. Σε αυτό έγκειται η τραγικότητα της ύπαρξής του[9]. Το εγώ είναι μεν ριγμένο μέσα στον κόσμο, δεν ανήκει όμως εκεί[10]. Δίψα για γνώση δεν είναι τίποτε άλλο από τη βαθύτερη επιθυμία να υπερβούμε τη μοναξιά[11]. Η μοναξιά μας όμως, με τη σειρά της, δεν είναι παρά η νοσταλγία του Θεού[12]. Η τραγική μοίρα του ανθρώπου, είναι ότι προέρχεται από την αλήθεια, την ελευθερία, την αιωνιότητα και το πνεύμα, αλλά αναγκάζεται να ζει μέσα στην αμαρτία, το ψέμα, τη δουλεία και τη φθορά του θανάτου. Ο υπερβατικός κόσμος του πνεύματος έχει τη δυνατότητα να εισχωρεί στην ανθρώπινη ιστορία, μέσα σε αυτόν τον ατελή κόσμο που ζούμε, και καθετί μεγάλο και σπουδαίο προέρχεται στην πραγματικότητα από αυτόν. Κάθε διείσδυση όμως του πνεύματος του άλλου κόσμου στον δικό μας, είναι καταδικασμένη να υφίσταται τις δυνάμεις της «αντικειμενοποίησης» και να φθείρεται[13]. Αντικειμενοποίηση είναι για τον Berdyaev η παραμόρφωση του πνεύματος του άλλου κόσμου μέσα στους όρους αυτού εδώ[14]. Αίτιο για το διαχωρισμό των δύο κόσμων και κατά συνέπεια για την αντικειμενοποίηση και την ατομική μοναξιά και δυστυχία του ανθρώπου, είναι αυτό που στη θρησκευτική γλώσσα αποκαλείται προπατορικό αμάρτημα. Αυτό έχει επιφέρει την απομάκρυνση του ανθρώπου από το Θεό και κατά συνέπεια το χωρισμό στους δύο κόσμους (βασίλειο του πνεύματος και βασίλειο του Καίσαρα). Η τραγωδία του σοσιαλισμού σηματοδοτεί λοιπόν για τον Berdyaev την τραγωδία της ιστορίας, η οποία αποκαλύπτει την τραγωδία του ανθρώπου μέσα στον κόσμο. Κάθε φορά όμως που επικοινωνούμε με κάποιον άλλο, ουσιαστικά προσπαθούμε να νικήσουμε τη μοναξιά και την ανελευθερία της ύπαρξής μας σε αυτόν τον κόσμο. Η ίδια η γνώση δεν είναι παρά ένας αγώνας να δραπετεύσουμε από τη μοναξιά μας ως ατομικές οντότητες. ο Berdyaev αναλύει το πως η γνώση, που πάντα προϋπέθετε το διχασμό υποκειμένου και αντικειμένου, ενώ αρχικά θεωρούνταν απλά μια αντικειμενική αντανάκλαση του εξωτερικού κόσμου (Ρεαλισμός), κατέληξε σταδιακά να νοείται ως μια ελεύθερη και δημιουργική προσπάθεια του ανθρώπου (Ιδεαλισμός). Από το αντικείμενο, το ενδιαφέρον μας σιγά σιγά μετατοπίστηκε προς το υποκείμενο και ο αφελής Ρεαλισμός αντικαταστάθηκε από την προσωπική δημιουργία γνώσης. Ο Χριστιανισμός ευνόησε αυτή τη μετάβαση, θέτοντας τον άνθρωπο στο επίκεντρο του κόσμου[15].
iii) Μοναξιά και μέθεξη
Για τον Berdyaev, η γνώση δεν είναι παρά ο ξεπερασμένος εγωκεντρισμός[16]. Η αυθεντική γνώση είναι «μέθεξη», δηλαδή μετοχή της ανθρώπινης ύπαρξης στην αλήθεια του άλλου κόσμου. Η μέθεξη έχει επίπεδα και όσο πιο ψηλά βρίσκεται κανείς στην αλήθεια, τόσο πιο πολύ προσεγγίζει τον άλλο κόσμο. Η αλήθεια διεισδύει σε αυτόν τον κόσμο αλλά διαρκώς κινδυνεύει να προσαρμοστεί στα χαρακτηριστικά του. Αυτό ακριβώς εννοεί ο Berdyaev όταν μιλάει για «σβήσιμο» του πνεύματος. Αυτός ο κόσμος διαστρεβλώνει την αλήθεια, προσαρμόζοντάς τη στα δικά του μεγέθη. Από αυτή τη διαστρέβλωση δεν ξέφυγε ούτε η μεγαλύτερη επανάσταση του κόσμου: o Χριστιανισμός. Οι άνθρωποι τον διαστρέβλωσαν και ύστερα τον απέρριψαν παραθεωρώντας το μήνυμά του. Οντολογικά, η μοναξιά είναι η νοσταλγία της χαμένης επικοινωνίας μας με το Θεό μετά την Πτώση. Αυτός είναι ο σκοπός του έρωτα: να ξεπεραστεί η απομόνωση των ανθρώπων σε φύλα και να φτάσουν οι άνθρωποι σε σχέση «κοινωνίας». Ακόμη και οι πολιτικές εξελίξεις της σύγχρονης εποχής (επαναστάσεις, δικτατορικά καθεστώτα) είναι ένα αποτέλεσμα μιας τέτοιας προσπάθειας. Πάντα ο έρωτας είναι μια κίνηση προς την αλήθεια και την αιωνιότητα. Στη σχέση μας με το χρόνο, τον οποίο αντιλαμβανόμαστε πότε ως επίπονη παρελθοντική ανάμνηση και πότε ως μελλοντική ανησυχία, γίνεται αισθητός ο φόβος του θανάτου. Ο φόβος του θανάτου αντιπροσωπεύει το έσχατο σημείο αντικειμενοποίησης, καθώς και το τελευταίο αποτέλεσμά της. Επειδή ο άνθρωπος είναι πρόσωπο, λαχταράει να υπερβεί τα αντικειμενικά όρια της εμπειρίας (χώρος, χρόνος) που κορυφώνονται με το θάνατο. Η ύπαρξή μας λαχταράει το αιώνιο και το απεριόριστο.
- iv) Κριτική των ιδεολογιών
Σύμφωνα με τον Berdyaev, όλες οι σύγχρονες ουτοπίες απέτυχαν να λυτρώσουν τους ανθρώπους από τα δεινά τους και απλώς αντικατέστησαν τις παλιές μορφές δουλείας με άλλες, πιο σύγχρονες και πιο επικίνδυνες: ο σοσιαλισμός υποσχόταν να απελευθερώσει τους εργάτες από την οικονομική εκμετάλλευση της αστικής τάξης, αλλά κατέληξε μια στυγνή δικτατορία, ενώ ο φασισμός, μια άλλη μάστιγα του σύγχρονου κόσμου, δημιούργησε ένα πανίσχυρο κράτος που αιχμαλώτισε τους ανθρώπους μέσα στην ανελευθερία. Η σύγκριση φυσικά δεν είναι τυχαία: κομουνισμός και φασισμός εξαλείφουν εξίσου τη σύγκρουση ανάμεσα στο ανθρώπινο πρόσωπο και την κοινωνία[17]. Πίσω από την απόπειρα των μαρξιστών και των κάθε λογής κοινωνικών αναμορφωτών να οργανώσουν και να γιατρέψουν τον κόσμο μας από τα βάσανά του, ο Berdyaev εντοπίζει αυτό που ο Dostoevsky περιέγραψε ως το «δίλημμα του Μεγάλου Ιεροεξεταστή»[18], δηλαδή τον πειρασμό του Χριστού να μετατρέψει τις πέτρες σε ψωμιά, ανακουφίζοντας έτσι τον άνθρωπο από το βαρύ φορτίο του να είναι ελεύθερος και κατά συνέπεια, υπεύθυνος για τις πράξεις του[19]. Η ελευθερία όμως δεν είναι μια διεκδίκηση αλλά ένα καθήκον, μια βαριά υποχρέωση που ο άνθρωπος, στον βαθμό που αναγνωρίζει ότι είναι πρόσωπο, οφείλει να αναλάβει[20]. Η τραγικότητα της ανθρώπινης ύπαρξης έγκειται στη σύγκρουση ανάμεσα στις θετικές αξίες[21]. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της σύγκρουσης, οι Μπολσεβίκοι κομουνιστές έχτισαν την ιδεολογία τους με βάση την ύλη, παραμέρισαν το ανθρώπινο πρόσωπο, καταπιέζοντας την ελευθερία του. Το πρόβλημα του (κομουνιστικού) σοσιαλισμού βρίσκεται λοιπόν στην τραγική σύγκρουση που εκείνος επισύρει: η δυνατότητα οργάνωσης και ρύθμισης της ανθρώπινης ζωής στα πρότυπα της γενικής ευημερίας προσκρούει πάνω στην ανθρώπινη ελευθερία. Σε αυτό το σημείο είναι που δικαιώνεται τραγικά ο Dostoevsky[22]. Αναπτύσσοντας μια φιλοσοφία στην κατεύθυνση των ντοστογιεφσκικών στοχασμών[23], ο Berdyaev επίσης θεωρεί πως ο Dostoevsky, ως κατά κάποιον τρόπο «προφήτης» της ρωσικής επανάστασης του 1917, διέκρινε ότι ο σοσιαλισμός και κυρίως ο μηδενισμός των Ρώσων επαναστατών έχει ως βαθύτερο πολιτικό σκοπό να διασώσει την ανθρωπότητα δίχως Θεό[24]. ). Η κύρια μομφή του Berdyaev είναι όμως χριστιανικής τάξης: οι κομουνιστές έχτισαν την ιδεολογία τους με βάση την ύλη, παραμερίζοντας εντελώς το ιερό ανθρώπινο πρόσωπο και τις πνευματικές του αξίες. Ο μαρξισμός είναι ένα σύστημα που καταπιέζει την ανθρώπινη ελευθερία και απαιτεί από τους ανθρώπους να απεμπολήσουν τα πρωτοτόκια της φύσης τους. Ο κόσμος μας πάσχει κυρίως από ανελευθερία και καταδυναστεύεται από την ύλη, οπότε ήταν ασυγχώρητη αμέλεια να νομίζουμε ότι μπορούμε να βρούμε το ιδανικό πολίτευμα και να θεμελιώσουμε έναν επίγειο παράδεισο. Οι μαρξιστές διακατέχονται από την αφελή αισιοδοξία των Γάλλων Διαφωτιστών και κυρίως του Rousseau που πίστευε πως η ανθρώπινη φύση είναι εκ φύσεως αγνή και με το σχηματισμό ενός κατάλληλου κρατικού μηχανισμού μπορεί να εκδηλώσει την αγαθότητά της. Στην πραγματικότητα όμως, η ανθρώπινη φύση είναι φθαρμένη από το «Προπατορικό αμάρτημα: ο κόσμος μας είναι γεμάτος από αμαρτία και θάνατο. Γι ‘αυτό είναι αδύνατο να επικρατήσει μια οριστική κατάσταση ευδαιμονίας όπου ο πόνος θα έχει τερματιστεί. Κατά συνέπεια, η οριστική δικαίωση της ανθρωπότητας δε μπορεί να πραγματοποιηθεί μέσα σε αυτόν τον κόσμο, αλλά μονάχα μέσα στα έσχατα της ιστορίας[25]. Αυτό οδηγεί σ’ έναν ιδιαίτερο χριστιανικό μεσσιανισμό, την ελπίδα για εσχατολογική αποκατάσταση ολόκληρης της ιστορίας, που είναι το θεμέλιο της σκέψης του Berdyaev. Για να αποφύγει την αιτιοκρατία που κατά κανόνα ενεδρεύει στις κλασικές μεταφυσικές των φιλοσόφων, ο Berdyaev χρησιμοποιεί τη θεωρία του Γερμανού μυστικιστή Jakob Boehme για το “Ungrund”. Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη θεωρία, τα πάντα σε αυτόν τον κόσμο είναι δημιουργήματα μιας άχρονης και απόλυτα ελεύθερης βούλησης. Αυτή η άχρονη ελευθερία είναι η βάση μέσα στην οποία ο Θεός «γεννιέται» συνεχώς. Η ελευθερία επομένως προηγείται κάθε οντολογικού καθορισμού και ηθικής κατηγοριοποίησης. Είναι δηλαδή «προ-οντική»[26].
Σύμφωνα με τον Berdyaev, η ρωσική επανάσταση αποτελεί, μαζί με τον παγκόσμιο πόλεμο, το πλέον σημαδιακό γεγονός του σύγχρονου κόσμου, καθώς αποδεικνύεται η οριστική κατάρρευση του δυτικού πολιτισμού και την είσοδο της Ευρώπης στη βαρβαρότητα ενός νέου Μεσαίωνα[27]. Συγκεκριμένα, αυτά τα δύο γεγονότα είναι θεμελιώδους σημασίας γιατί σηματοδότησαν την επιστροφή της Ευρώπης στο βαρβαρισμό, ακριβώς όπως είχε συμβεί κατά τον 3ο αιώνα μ.Χ. με την πρώτη της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και την αρχή της ιστορικής περιόδου που αποκαλούμε «Μεσαίωνα». Σύμφωνα με τον Ρώσο φιλόσοφο, η σύγχρονη εποχή βρίσκεται ακριβώς στο όριο ενός νέου «Μεσαίωνα»: μια νέα εποχή ανορθολογισμού και μυστικισμού έχει ήδη κάνει την εμφάνισή της. Ποιος όμως θα κυριαρχεί σε αυτή τη νέα εποχή που διανύουμε; Η απάντηση του Berdyaev είναι απροσδόκητη: η εκκλησία. Πράγματι, ο Χριστιανισμός σήμερα περνά μια φάση αντίστοιχη με εκείνη που περνούσε στην περίοδο του βυζαντινού αυτοκράτορα Μεγάλου Κωνσταντίνου, όταν ακόμη δεν είχε κυριαρχήσει στον κόσμο με τις θεοκρατικές μοναρχίες του. Όπως τότε, έτσι και σήμερα, οι Χριστιανοί διώκονται και κινδυνεύουν, αυτή τη φορά όχι από τους ειδωλολάτρες αλλά από τους άθεους Μπολσεβίκους της Ρωσίας. Ο λόγος που οι Ρώσοι βρίσκονται σε μια τέτοια κατάσταση πρέπει να αναζητηθεί στη διαποτισμένη από τη χριστιανική πίστη ψυχοσύνθεσή τους, που καθιστά αδύνατη την υιοθέτηση μιας δυτικής «ουδέτερης» κοσμοθεωρίας. Οι Ρώσοι είτε θα ακολουθούν μαζικά το Χριστό (Χριστιανισμός), είτε τον Αντίχριστο (Μαρξισμός). Σε κάθε περίπτωση πάντως, είναι αδύνατο για τους Ρώσους να αποδεχτούν, όπως οι δυτικοί άνθρωποι, το «χλιαρό» ευρωπαϊκό φιλελευθερισμό και την ιεροποίηση της ατομικής ιδιοκτησίας. Σύμφωνα με τον Berdyaev, το δίλημμα του σύγχρονου κόσμου ανάμεσα σε Φιλελευθερισμό-(Καπιταλισμό) και Σοσιαλισμό είναι κίβδηλο, επειδή και τα δύο κινήματα είναι αστικά και αντιλαμβάνονται την ανθρώπινη εργασία μονάχα με τους υλιστικούς όρους του καταναλωτισμού. Από αυτή την άποψη, ο σοσιαλισμός δεν είναι παρά η ακραία συνέπεια του καπιταλισμού. Το πραγματικό δίλημμα είναι αυτό που έθεσε εκατό χρόνια πριν ο «προφήτης της ρωσικής επανάστασης», Dostoevsky: από τη μια μεριά στέκεται η ελευθερία που προσφέρει το χριστιανικό μήνυμα και από την άλλη η βίαιη ένωση των ανθρώπων που επιβάλλει ο Σοσιαλισμός του Marx.
Στην πραγματικότητα, ο κομουνιστικός Σοσιαλισμός του Marx δεν είναι παρά η αναβίωση των θεοκρατικών μοναρχιών του παρελθόντος: μεσσιανισμός, ανελευθερία και βίαιη συναδέλφωση είναι κοινά στοιχεία και των δύο. Τίθεται λοιπόν το δίλημμα: ελευθερία ή βίαιη ένωση των ανθρώπων; Η λύση σε αυτό δε μπορεί να είναι πνευματικής φύσεως: η εποχή μας έχει ανάγκη μιας νέας πνευματικής επανάστασης. Μόνο ο Χριστιανισμός μπορεί να επιλύσει τα μεγάλα ανθρώπινα προβλήματα, τώρα που η οικονομία και η πολιτική έχον αποδειχτεί ανίσχυρες και έχουν χάσει την πίστη μας. Όπως η Αρχαιότητα ολοκλήρωσε τον κύκλο της και έλαβε τέλος με την πτώση της Ρώμης, δίνοντας τη θέση της στον ευρωπαϊκό Μεσαίωνα, έτσι και η Νεωτερικότητα που ξεκίνησε με την Αναγέννηση, έχει ήδη αρχίσει να φτάνει στο τέλος της. Όλες οι αξίες της έχουν πια χρεοκοπήσει και καθώς η Δημοκρατία και ο Σοσιαλισμός απέτυχαν να προσφέρουν στους ανθρώπους ελευθερία και δικαιοσύνη, πρόκειται να έρθει μια καινούργια εποχή, ένας νέος Μεσαίωνας, όπου οι λαοί θα επιζητήσουν ξανά τη θεοκρατική μοναρχία. Όπως παραδέχεται ο Ρώσος συγγραφέας, η αποτυχία του θεοκρατικού πολιτεύματος τόσο στο Βυζάντιο όσο και στη Δύση, έγκειται στον περιορισμό του σε σύμβολα και τύπους, αλλά και την ανελευθερία του, που πρόδωσε το μήνυμα του Ιησού Χριστού. Ως αντίδραση σε εκείνη, εμφανίστηκε η φιλελεύθερη Δημοκρατία, η οποία αξίωσε την ελευθερία του ατόμου θεσπίζοντας δικαιώματα και εκλογές, γρήγορα όμως κατέληξε σε έναν άχρωμο σχετικισμό και τον ατομισμό του σημερινού Καπιταλισμού που εξαθλιώνει τις μάζες. Από τη μεριά του, ο Σοσιαλισμός επιδίωξε να ενώσει ξανά τους ανθρώπους για έναν προκαθορισμένο σκοπό, αρνήθηκε όμως την ελευθερία τους, εγκαθιδρύοντας έναν ολοκληρωτισμό παρόμοιο με του Μεσαίωνα. Τώρα, μέσα σε αυτή την αποσύνθεση και παρακμή του παλιού κόσμου, τώρα που ο Χριστιανισμός αντιμετωπίζει ξανά διωγμούς, μπορεί να αναδυθεί μια αληθινά πνευματική επανάσταση στην ανθρωπότητα. Αυτή η επανάσταση οφείλει να προασπίζεται αδιαπραγμάτευτα την ελευθερία, όχι στο όνομα των αυθαίρετων ατομικών προτιμήσεων, αλλά στο όνομα του Χριστού του οποίου κατ’ εικόνα έχουμε δημιουργηθεί. Η σημασία της Ρωσίας καθίσταται επομένως καίρια, αφού εκείνη καλείται να σηκώσει στις πλάτες της αυτό το μεγάλο σχέδιο, ανοίγοντας μια εντελώς καινούργια εποχή. Η ρωσική επανάσταση δεν ήταν μια αλλαγή του κόσμου προς νέα κατεύθυνση. Στην πραγματικότητα, η αμαρτία και το ψέμα του παλιού καιρού έφεραν την αμαρτία και το ψέμα της επανάστασης. Η ρωσική επανάσταση ήταν το τελευταίο γεγονός του παλιού καιρού, το οποίο μάλιστα σηματοδοτεί την τελική αποσύνθεσή του.
Ο συγγραφέας παρομοιάζει τον 20ό αιώνα με το Μεσαίωνα, υποστηρίζοντας ότι πρόκειται για μια σκοτεινή εποχή όπου το ανθρώπινο πρόσωπο καταπατάται. Η πολιτική κατάσταση στην Ευρώπη της εποχής προδίδουν την ίδια απαισιοδοξία και την ανάγκη των ατόμων να πιστέψουν και να καθοδηγηθούν, ακόμη και παραχωρώντας την ελευθερία τους: απόδειξη προς τούτο αποτελεί ο ρωσικός Κομουνισμός, ο ιταλικός Φασισμός, καθώς και ο γερμανικός Ναζισμός. Αυτά τα τρία κινήματα είναι χαρακτηριστικά συμπτώματα της εξαφάνισης του προσώπου στη σύγχρονη εποχή. Παρατηρώντας τον περιορισμό της σκέψης και της έκφρασης, το ρατσισμό, τις διώξεις των Εβραίων, το κάψιμο των βιβλίων και την εξορία των δημοκρατικών στοχαστών (πχ Benedetto Croce), προβλέπει με ιδιαίτερη απαισιοδοξία ότι η βία έχει πλέον κυριαρχήσει και η Ευρώπη κινδυνεύει σοβαρά. Ο Berdyaev υποστηρίζει πως η αιτία για την εξαφάνιση του προσώπου αποτελεί η απόρριψη της χριστιανικής πίστης. Αφού οι άνθρωποι απέρριψαν αυτή την πίστη και διακήρυξαν το «θάνατο του Θεού», ο ευρωπαϊκός πολιτισμός έχασε τα πνευματικά θεμέλια και οδεύει προς νέες, απροσδιόριστες κατευθύνσεις. Μόνο με την πίστη προς το Χριστό θα έρθει η ειρήνη και ο σεβασμός στο ανθρώπινο πρόσωπο, υποστηρίζει επίμονα ο Ρώσος στοχαστής. Σύμφωνα με τον Berdyaev, τα πνευματικά κινήματα της εποχής μας, (μαρξιστικός) κομουνισμός, φασισμός και ναζισμός, επηρεασμένα από τον Marx και τον Nietzsche αντίστοιχα, αποτελώντας συνάμα και διαστρεβλώσεις τους, είναι δύο κατευθύνσεις απανθρωπισμού: ο κομουνισμός κατευθύνεται προς την υποταγή του ανθρώπου στη μηχανοποίηση, ενώ ο φασισμός και ο ναζισμός προς την υποταγή στη φυσιοκρατία[28]. Για τον Berdyaev, κάθε βίαιη επανάσταση είναι μονάχα μια αντίδραση εκ μέρους του παλιού κόσμου απέναντι στο κακό που κυριαρχεί εντός του. Οι νέες δυνάμεις έρχονται στην επιφάνεια μετά από την επανάσταση και την κατάρρευση των παλιών μορφών ζωής. Μάλιστα, ύστερα από τους πολέμους και τις αποτυχίες των σύγχρονων κοινωνικών κινημάτων, έχουν εμφανιστεί στον σύγχρονο κόσμο ορισμένοι μηδενιστές συγγραφείς που αρνούνται τόσο το ανθρώπινο πρόσωπο όσο και το θείο στοιχείο, ενώ δίνουν αυτοτελή αξία στον θάνατο[29]. Πρόκειται ακριβώς για τον αθεϊστικό υπαρξισμό που πραγματευτήκαμε παραπάνω και οι εκπρόσωποι του οποίου είναι για τον Berdyaev χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτού που ο ίδιος ονομάζει, «αθεϊα που υποφέρει» ασκώντας της κριτική[30]. Μονάχα αν αποκαθαρθεί η πίστη μας θα εμφανιστεί ένας αυθεντικότερος Χριστιανισμός που θα φωτίσει τον κόσμο. Αυτό το έργο αναλαμβάνει ο θεϊστικός υπαρξισμός, που αντίθετα με τον άθεο, αναγνωρίζει την τραγωδία της ανθρώπινης μοίρας στον κόσμο: ο άνθρωπος μετέχει σε δύο κόσμους την ίδια στιγμή, τόσο σε αυτόν της δημιουργίας και της ελεύθερης επικοινωνίας με το Θεό, όσο και στο γήινο κόσμο όπου κυριαρχεί η αντικειμενοποίηση και η υποδούλωση του ανθρώπου στην αμαρτία. Παρά την κριτική του για τον σοσιαλισμό και τις νέες μορφές ανελευθερίας, ο Berdyaev αρνείται να εξιδανικεύσει το φιλελεύθερο καπιταλιστικό σύστημα. Σύμφωνα με τον Berdyaev, ο φιλελευθερισμός όπως τον ξέρουμε είναι χρεοκοπημένος και βρίσκεται στον δρόμο της παρακμής[31]. Επιπλέον, ο Ρώσος φιλόσοφος παραδέχεται ότι η «ελευθερία» όπως ορίζεται από τον φιλελευθερισμό, είναι μια ψευδεπίγραφη έννοια:
«Η ελευθερία έγινε μέσο για να διατηρεί μια μειονότητα με ιδιαίτερα προνόμια την καπιταλιστική περιουσία και τη δύναμη του χρήματος. Το μεγάλο πλήθος των εργατών δε γνώρισε ποτέ ποια είναι αυτή η ελευθερία»[32].
Στην πραγματικότητα, η μόνη διέξοδος από τον έκπτωτο κόσμο είναι η πνευματική επανάσταση του Χριστιανισμού που μας έμαθε πως πρέπει να διαχωρίζουμε τα δύο βασίλεια. Η διαίρεση των δύο κόσμων θα αρθεί οριστικά μόνο στο εσχατολογικό επίπεδο. Κατά συνέπεια, καμία οριστική λύση του ανθρώπινου δράματος δεν είναι εφικτή σε αυτόν τον κόσμο. Μοναδική λύση λοιπόν είναι να μεταφερθεί η μεσσιανική προσδοκία μας από το βασίλειο του Καίσαρα στο βασίλειο του Πνεύματος, στην αληθινή βασιλεία του Θεού που θα έρθει στους έσχατους καιρούς. Ωστόσο, μέσω του Χριστιανισμού, ο μεσσιανισμός έχει διεισδύσει τόσο πολύ στη σκέψη μας που ακόμη και οι άθεοι εκφράζουν μεσσιανικές προσδοκίες. Τέτοιες ήταν λόγου χάρη η ιδέα της νίκης του Παγκόσμιου Πνεύματος (Hegel), η ιδέα του θριάμβου του Προλεταριάτου (Marx), η ιδέα του Υπερανθρώπου (Nietzsche), ακόμη και οι προσδοκίες των Θετικιστών (Comte). Ο κόσμος που ζούμε είναι μονάχα ένα σύμβολο του πραγματικού κόσμου και ως τέτοιο πρέπει να τον αντιμετωπίζουμε. Γι’ αυτό δεν πρέπει να ιεροποιούμε τις περιορισμένες και ατελείς συνθήκες του, όπως λόγου χάρη κάνουν οι παλιοί θεωρητικοί του κοινωνικού συμβολαίου με τη γενική βούληση του λαού (Rousseau) ή οι Μαρξιστές των ημερών μας με το προλεταριάτο (Σοβιετική Ένωση). Διαρκώς οι άνθρωποι χτίζουν μεσσιανικές προσδοκίες για το μέλλον: οι Sain Simon, Fourier, Hegel, Marx, Comte, de Maistre και Nietzsche είναι χαρακτηριστικά παραδείγματα. Ακόμη και η ρομαντική λατρεία του παρελθόντος είναι μια μορφή μεσσιανικής προσδοκίας. Στην ιστορία, αναπόφευκτα συμβαίνουν επαναστάσεις, πόλεμοι, πάντα όμως παίρνουν διαφορετική τροπή από εκείνη που επιδιώκουν οι πρωτεργάτες τους. Ακόμη και οι ουτοπίες όταν εφαρμόζονται στην πράξη καταλήγουν να επιδεινώνουν την ανθρώπινη ζωή.
- v) Εσχατολογία
Σύμφωνα με τον Berdyaev, μόνη διέξοδος από τον έκπτωτο κόσμο είναι η πνευματική επανάσταση του Χριστιανισμού που μας έμαθε πως πρέπει να διαχωρίζουμε τα δύο βασίλεια. Ο δυϊσμός των δύο κόσμων θα αρθεί οριστικά μόνο στο εσχατολογικό επίπεδο. Κατά συνέπεια, καμία οριστική λύση του ανθρώπινου δράματος δεν είναι εφικτή σε αυτόν τον κόσμο. Ακόμη και η μεγαλύτερη πνευματική επανάσταση είναι μοιραίο μόλις θριαμβεύσει να προδώσει η ίδια τα μεγαλύτερα ιδανικά της, ακριβώς όπως έγινε με το χριστιανικό μήνυμα που εκφυλίστηκε σε έναν εγκόσμιο ολοκληρωτισμό (παποκαισαρισμός, καισαροπαπισμός). Είναι μοιραίο κάθε ουτοπία που γίνεται πράξη να μετατρέπεται γρήγορα σε δυστοπία. Αυτό έγινε με τη γαλλική επανάσταση, όπως επίσης και με την πιο πρόσφατη ρωσική. Όλες αυτές οι πολιτικές είναι μονάχα μορφές τις οποίες έχει πάρει ο «Καίσαρας», δηλαδή το βασίλειο της αμαρτίας που έχει εγκαθιδρυθεί με αυτό που οι Θεολόγοι ονομάζουν «Προπατορικό αμάρτημα». Ο Dostoevsky καταλάβαινε πολύ καλά ότι ένας επίγειος παράδεισος θα μας ήταν στην πραγματικότητα ανυπόφορος[33]. Αυτό το νόημα έχουν τα λόγια του Χριστού: «ζητεῖτε πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν» (Λκ, 12.31). Το ανθρώπινο πρόσωπο ποθεί περισσότερο από όλα την αθανασία. Το πρόσωπο είναι «μέθεξη», αιώνια αυτοδημιουργία και διαρκώς υπερβαίνει κάθε αντικειμενική κατηγορία, αφού το ίδιο είναι ελευθερία. Ζώντας μέσα στον κόσμο, αγωνίζεται να υπερβεί τα όριά του δημιουργώντας πολιτισμό. Ο πολιτισμός είναι οπωσδήποτε ένα ανθρώπινο επίτευγμα, αλλά αποτυγχάνει να ικανοποιήσει τον υπερκόσμιο προορισμό του ανθρώπου. Τότε λοιπόν πώς μπορεί να νικηθεί η μοναξιά και κατ’ επέκταση τα αυστηρά προσδιορισμένα όρια του ανθρώπου σε αυτόν τον κόσμο; Η απάντηση που δίνει ο Berdyaev είναι η αγάπη. Ο μόνος τρόπος να ξεπεράσουμε την τραγωδία και τις οδύνες της ύπαρξης είναι να εξέλθουμε από τα όρια του ατομικού μας εαυτού και να έρθουμε σε «κοινωνία» με τους άλλους. «Η αγάπη είναι ακριβώς αυτό που καταργεί τη μοναξιά, αυτό που φέρνει το εγώ στον άλλο» γράφει χαρακτηριστικά[34]. Σύμφωνα με τον ο Χριστιανισμός ήταν η μεγίστη επανάσταση στη ζωή της ανθρωπότητας αφού μεταμόρφωσε το πνεύμα της και αποκάλυψε τα τραγικά αδιέξοδα της ύπαρξης κάτι που η χονδροειδώς υλιστική ουτοπία του Μarx απέτυχε να κάνει. Όσο και αν προδόθηκε και διαστρεβλώθηκε κατά την ιστορική του πορεία ο Χριστιανισμός δεν παύει να είναι η γνησία αποκάλυψη του Χριστού, η μεγαλύτερη γέφυρα στη σχέση του ανθρώπου με το Θεό. Στο βιβλίο του Αλήθεια και Αποκάλυψη, ο Berdyaev επιχειρεί μια εκ θεμελίων κριτική της χριστιανικής αποκάλυψης, βασισμένος στο ίδιο το πνεύμα που έφερε ο Χριστιανισμός στον κόσμο. Η κριτική του είναι αποφασιστικά φιλοσοφική, αφού γίνεται με τη λογική σκέψη, προϋποθέτει όμως διαρκώς το θρησκευτικό βίωμα. Η αποκάλυψη του Θεού είναι μια πράξη που συμβαίνει με την ελεύθερη και δημιουργική συνεργασία του ανθρώπου. Είναι μια πράξη θεία και την ίδια στιγμή ανθρώπινη. Σύμφωνα με τον Berdyaev, ο Θεός επιτρέπει στον άνθρωπο να ερμηνεύσει την αποκάλυψη με τα δικά του μέσα, τα οποία όμως είναι περιορισμένα και ξεπερνιούνται με το χρόνο. Το πνεύμα που έφερε στον κόσμο μας η χριστιανική αποκάλυψη διαφώτισε την ανθρωπότητα, επιτρέποντάς της να προχωρήσει σε ένα υψηλότερο επίπεδο κατανόησης του θείου μηνύματος. Αυτό συμβαίνει επειδή η χριστιανική αλήθεια είναι μεθεκτή, αλλά έχει πολλούς βαθμούς μετοχής, με αποτέλεσμα να προσεγγίζεται σταδιακά όλο και περισσότερο όσο ο άνθρωπος ωριμάζει πνευματικά. Καθώς η ανθρωπότητα έχει σημειώσει σημαντική πνευματική πρόοδο από την εποχή του Χριστού, οφείλουμε να ανανεώσουμε την ερμηνεία της αποκάλυψης, αποκαθάροντάς τη από τυχόν στοιχεία ανθρώπινων αδυναμιών. Στοιχεία ανθρώπινων αδυναμιών μπορούν να εντοπιστούν στους Πατέρες της εκκλησίας, στους Αγίους της, ακόμη και στην Αγία Γραφή, η οποία έχει στοιχεία κακώς εννοούμενου ανθρωπομορφισμού (ή κοινωνιομορφισμού αντίστοχα): απεικονίζει το Θεό σαν ένα σκληρό και άγριο μονάρχη.
Ο Χριστιανισμός πρέπει να αποκαθαρθεί από τέτοιους κακώς νοούμενους ανθρωπομορφισμούς, για να ανοίξει ο δρόμος στη νέα αποκάλυψη[35]. Αυτή η αποκάλυψη αναμένεται να πραγματοποιηθεί στο εσχατολογικό επίπεδο. Ο Χριστιανισμός είναι η αλήθεια που ήρθε στον αφήναμε και αμαρτωλό κόσμο μας από μια ανώτερη πραγματικότητα. Είναι λοιπόν ανάγκη να γίνει προσιτή στους ανθρώπους η αλήθεια του Χριστού. Για να πραγματοποιηθεί αυτό, πρέπει να μετασχηματιστεί ο ίδιος ο Χριστιανισμός ριζικά: η εκκλησία οφείλει να υποστηρίξει τα δικαιώματα των εργατικών μαζών από την αδικία του Καπιταλισμού, υπενθυμίζοντας πως τα κοινωνικά προβλήματα είναι πνευματικής σημασίας και όχι απλώς υλικά. Η εκκλησία πρέπει να απορρίψει τόσο τον Καπιταλισμό όσο και το (μαρξιστικό) Σοσιαλισμό, που όσο και αν αυτοπροβάλλεται ως εναλλακτική λύση, παραμένει αστικός, καθοδηγώντας τους ανθρώπους να έχουν ως πρώτη τους προτεραιότητα τη βασιλεία του Θεού. Μόνο όταν αναζητάμε την ελευθερία μας, πλησιάζουμε την αλήθεια στον κόσμο του Πνεύματος και σχετιζόμαστε με τον ίδιο το Θεό. Ασφαλώς το οικονομικό πρόβλημα είναι απαραίτητο να επιλυθεί. Είναι όμως απαράδεκτο να περιμένουμε τη λύτρωση από την οικονομία και την πολιτική[36]. «Οὐκ ἐπ’ ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται ἄνθρωπος» (Ματθ, 4.4), υπενθυμίζει ο Berdyaev.
Η χριστιανική φιλοσοφία πρέπει να προετοιμάσει την τρίτη μεγάλη αποκάλυψη του Θεού, η οποία αναμένεται στο προσεχές μέλλον, όπως οραματίζονταν οι προφητικές μεγαλοφυϊες σαν το Nietzsche και τον Dostoevsky. Η θεία αποκάλυψη είναι βέβαια αποτέλεσμα συνεργασία του Θεού με τον άνθρωπο, οπότε διαθέτει αδυναμίες και ατέλειες, οι οποίες είναι καιρός να ξεπεραστούν. Ο Βerdyaev σκιαγραφεί τα χαρακτηριστικά της αλήθειας: δημιουργικότητα, υποκειμενισμός, κοινοτισμός, αριστοκρατικότητα και ανθρωπιά είναι οι κύριες ιδιότητές της. Οντολογικά, η αλήθεια είναι ο ίδιος ο Θεός. Ωστόσο, για να καταλάβουμε το Θεό πρέπει να χρησιμοποιήσουμε περισσότερο την πίστη παρά τη λογική γνώση.
Δίνοντας χριστιανική απόχρωση στον καντιανό δυϊσμό, η σκέψη του Berdyaev αρνείται τον δεύτερο πειρασμό του Χριστού (σοσιαλισμός) και προβάλλει μια εσχατολογική μεταφυσική που αρνείται κάθε δυνατότητα οριστικής μεταμόρφωσης του κόσμου μας πριν τη βασιλεία του Θεού. Το «ζητεῖτε δέ πρῶτον τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καί τήν δικαιοσύνην αὐτοῦ, καί ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν» (Ματθ, 6.33) είναι το συμπέρασμα της θρησκευτικής φιλοσοφίας του Berdyaev.
[1] Νικόλαος Μπερντιάεφ, Πέντε στοχασμοί περί υπάρξεως, (μτφρ. Βάσω & Σωτήρης Γουνελάς), Αθήνα: εκδόσεις Παρουσία, 1996, σ. 37.
[2] Ό.π., σ. 37.
[3] Ό.π., σ. 69.
[4] Ό.π., σ. 55.
[5] Ό.π., σ. 69.
[6] Ό.π., σσ. 55-56.
[7] Ό.π., σ. 39.
[8] Σύμφωνα με το Berdyaev, ο πρώτος φιλόσοφος που έστρεψε τη γνώση στο υποκείμενο που την παράγει, ήταν ο Kant. Εκείνος έκανε τη μεγαλύτερη επανάσταση στη φιλοσοφία και τη γνώση γενικότερα. Από μια άποψη λοιπόν, ο Kant μοιάζει εδώ να θεωρείται από το συγγραφέα ως πρόδρομος της υπαρξιακής φιλοσοφίας. Ωστόσο, χωρίς τα δεδομένα που έφερε ο Χριστιανισμός μια τέτοια επανάσταση προς το υποκείμενο και την ελευθερία θα ήταν αδύνατη.
[9] Νικόλαος Μπερδιάγεφ, Δοκίμιο εσχατολογικής μεταφυσικής, (μτφρ. Χρήστου Μαλεβίτση), Αθήνα: εκδόσεις Αρμός, 2010, σ. 36. Ο Berdyaev αναπτύσσει εδώ εκτενώς τη μεταφυσική του πρόταση, διερευνώντας το πρόβλημα της γνώσης, του όντος, της δημιουργίας και τέλος, της ιστορίας και των εσχάτων. Το βιβλίο διαλέγεται συχνά όχι μόνο με τον Kant, αλλά και με τον Γερμανό μυστικιστή Jakob Boehme, ενώ δε διστάζει να αναφερθεί μέχρι και στην ινδική σκέψη. Επηρεασμένος από τον Dostoevsky, o Berdyaev αντικαθιστά το καρτεσιανό “cogito ergo sum” (σκέπτομαι άρα υπάρχω), με το υπαρξιστικό «υπάρχω, άρα σκέφτομαι».
[10] Νικόλαος Μπερντιάεφ, Πέντε στοχασμοί περί υπάρξεως, ό.π., σ. 111.
[11] Ό.π., σ. 117.
[12] Ό.π., σ. 117.
[13] Ό.π., σσ. 224-226 κ’ σσ. 77-78. Μέσα σε αυτό το δοκίμιο-μανιφέστο του χριστιανικού υπαρξισμού, ο Berdyaev προσδιορίζει τις θεμελιώδεις συνθήκες της ύπαρξης (εγώ, πρόσωπο, αντικειμενοποίηση, μοναξιά, μέθεξη) και εισηγείται μια επανένωση της θρησκευτικής πίστης με τη φιλοσοφική σκέψη, με στόχο την επίλυση των διαχρονικών προβλημάτων του ανθρώπου. Το βιβλίο απαντά πολλά ερωτήματα, αλλά αφήνει ένα: μπορεί άραγε η λογική να ενωθεί με την πίστη; Πρόκειται για το καίριο ερώτημα της σχέσης λογικής και πίστης, Αθήνας και Ιερουσαλήμ, που θα αποτελέσει τη βάση της σκέψης του Lev Shestov. Βλ. το επόμενο κεφάλαιο της παρούσας εργασίας.
[14] Νικόλαος Μπερδιάγεφ, Δοκίμιο εσχατολογικής μεταφυσικής, ό.π., σσ. 109-114 κ’ σ. 154.
[15] Νικόλαος Μπερντιάεφ, Πέντε στοχασμοί περί υπάρξεως, ό.π., σσ. 24-25. Όπως λέει ο Berdyaev, μια φιλοσοφίας όπως ο γερμανικός ιδεαλισμός δε θα μπορούσε να ευδοκιμήσει παρά μονάχα σε χριστιανικές χώρες.
[16] Ό.π., σ. 59.
[17] Ό.π., σ. 216, κ’ Nicolas Berdyaev, Το πεπρωμένο του ανθρώπου στο σύγχρονο κόσμο (μτφρ. Ευτυχίας Β. Γιούλτση), Θεσσαλονίκη: εκδόσεις «Π. Πουρναρά», 1980, σ. 127 κ’ σ. 71 κεξ, όπου ο Berdyaev εξηγεί πως θεωρεί τον φασισμό ως την ακραία κατάληξη της δημοκρατίας.
[18] Ό.π.,., σ. 67. Ο Berdyaev ισχυρίζεται πως και ο ναζισμός αποτελεί μια τέτοια τραγική συνέπεια του ντοστογιεφσκικού διλήμματος.
[19] Νικόλαος Μπερντιάεφ, Αλήθεια και Αποκάλυψη, (μτφρ. Χρήστος Μαλεβίτσης), Αθήνα: εκδόσεις Δόμος, 2010, σ. 135.
[20] Nicolas Berdiaeff, Χριστιανισμός και κοινωνική πραγματικότητα, (μτφρ. Βασίλης Τ. Γιούλτσης), Θεσσαλονίκη: Πουρναράς, 1986, σ. 125, (διαθέσιμο στην ηλεκτρονική διεύθυνση: http://www.imdlibrary.gr/index.php/el/2013-01-14-09-09-13/books/book/719?page=125). Πρβλ. κ’ Νικόλαος Μπερντιάεφ, Πέντε στοχασμοί περί υπάρξεως, ό.π., σ. 225.
[21] Νικολάου Μπερδιάγεφ, Βασίλειο του πνεύματος και βασίλειο του Καίσαρα (μτφρ. Βασίλης Τ. Γιούλτσης), Θεσσαλονίκη: Πουρναράς, 2002, σ. 122.
[22] N. Berdiajew, Ο Νέος Μεσαίωνας, (μτφρ. Πρόδρομος Π. Αντωνιάδης), Θεσσαλονίκη: Πουρναράς, 1987, σ. 204.
[23] Έχει μάλιστα υποστηριχθεί ότι ο Berdyaev διατύπωσε φιλοσοφικά τις ίδιες ιδέες που ο Dostoevsky προτύπωσε λογοτεχνικά. Βλ. Μάριος Π. Μπέγζος, «Φιλόσοφος σε δύσκολους καιρούς: προλογίζοντας τον Νικόλαο Μπερντιάεφ (1974-1948)», στο Νικόλαος Μπερντιάεφ, Πέντε στοχασμοί περί υπάρξεως, ό.π., σ. 8.
[24] N. Berdiajew, ό.π., σ. 103.
[25] Νικόλαος Μπερντιάεφ, Πέντε στοχασμοί περί υπάρξεως, ό.π., σ. 179.
[26] Ό.π., σσ. 94-95.
[27] N. Berdiajew, Ο Νέος Μεσαίωνας, ό.π., ιδιαίτερα σσ. 23 κ’ 110. Στο επόμενο βιβλίο του, περίπου δέκα χρόνια αργότερα, ο Berdyaev θα ισχυριστεί όχι μονάχα ότι ο φιλελευθερισμός όπως τον ξέρουμε είναι χρεοκοπημένος και βρίσκεται στον δρόμο της παρακμής, αλλά και ότι τα φασιστικά κινήματα δεν είναι παρά η ακραία συνέπεια της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Βλ. Nicolas Berdyaev, Το πεπρωμένο του ανθρώπου στο σύγχρονο κόσμο ό.π., σσ. 128 κ’ 71-74 αντίστοιχα. Να σημειωθεί πως ο Berdyaev θεωρεί ότι ο κομουνισμός κατευθύνεται προς την υποταγή του ανθρώπου στη μηχανοποίηση, ενώ ο φασισμός και ο ναζισμός προς την υποταγή στη φυσιοκρατία, υποδεικνύει ως σημαντική έμπνευση του πρώτου τον Marx, ενώ των τελευταίων τον Nietzsche. Ό.π., σσ. 37-39.
[28] Nicolas Berdyaev, Το πεπρωμένο του ανθρώπου στο σύγχρονο κόσμο, ό.π., σσ. 37-39.
[29] Η σύγχρονη λογοτεχνία (Luis Ferdinand Celine, Aldous Huxley, Andre Malraux, Laurence και Jouhandeau), υποστηρίζει ο Berdyaev, προδίδει την απαισιόδοξη διάθεση, τη σύγχυση και κάποιες φορές την αγωνία του σύγχρονου ανθρώπου μπροστά στη χρεοκοπία όλων των παλιών ιδανικών. Nicolas Berdyaev, Το πεπρωμένο του ανθρώπου στο σύγχρονο κόσμο, ό.π., σσ. 41-43. Είναι εκπληκτικό που την ίδια περίοδο, ο φιλόσοφος Max Scheler παρατηρούσε την εξαφάνιση της έννοιας του θανάτου από το εννοιολόγιο του δυτικού πολιτισμού: «Μάταια ο σύγχρονος άνθρωπος “διαπραγματεύεται” με τον θάνατο και πασχίζει να “διασφαλιστεί” με μύριους τρόπους, η αλήθεια είναι ότι ο θάνατος υπάρχει σαν αντικείμενο αληθινής ενόρασης. […] [Η ιδέα του θανάτου] τράπηκε σε φυγή λόγω της ίδιας ζωικής αγωνίας που μας οδήγησε να υποτάξουμε σύνολη την ύπαρξη στο πνεύμα του υπολογισμού. […] Δεν “πεθαίνουμε” πια τον θάνατο τίμια και συνειδητά […] ο αλλοτινός άνθρωπος οικοδομούσε τη ζωή του, τις πράξεις του και τα έργα του ενσωματώνοντάς τα στην πάντα παρούσα μέσα στο πνεύμα του ολότητα της ζωής του. […] ο σύγχρονος άνθρωπος ζει, κυριολεκτικά, “από μέρα σε μέρα”, έως τη στιγμή πού- παράδοξο- δεν του μένει πλέον άλλη μέρα να ζήσει· “λογαριάζει” τα σχετικά με τον θάνατο όπως κάνει με τον κίνδυνο πυρκαγιάς ή πλημμύρας, σάμπως ο θάνατος να μοιάζει με τον κίνδυνο της φωτιάς και του νερού· τουτέστιν, προοδευτικά, τον λογαριάζει σαν αξία ή απαξία ενός κεφαλαίου». Μαξ Σέλερ, Θάνατος και μετά θάνατον ζωή, (μτφρ. Κωστής Παπαγιώργης), Αθήνα: Εκδόσεις Καστανιώτη, 2003, σσ. 60-63.
[30] Νικόλαος Μπερντιάεφ, Αλήθεια και Αποκάλυψη, ό.π., σ. 157 κ’ εξ’, κ’ Νικολάου Μπερδιάγιεφ, Θείον και ανθρώπινον: η υπαρξιακή διαλεκτική των σχέσις, (μτφρ. Προδρόμου Π. Αντωνιάδου), Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις Πουρναρά, 1971, σ. 77. Για την κριτική στον Heidegger ειδικότερα, που για τον Berdyaev αποτελεί τον πιο ακραίο μηδενιστή της Δύσης, βλ. Νικόλαος Μπερδιάγεφ, Δοκίμιο εσχατολογικής μεταφυσικής, ό.π., σ. 184. Πρβλ κ’ Nicolas Berdyaev, Το πεπρωμένο του ανθρώπου στο σύγχρονο κόσμο, ό.π., σσ. 44-45, όπου ο Berdyaev ισχυρίζεται ότι και η φροϋδική ψυχανάλυση εκφράζει αυτή τη μεταφυσική της ανυπαρξίας, ενώ ακόμη και οι σύγχρονες θεολογικές ζυμώσεις (Karl Barth) μαρτυρούν την πλήρη υποβάθμιση του ανθρώπινου προσώπου.
[31] Nicolas Berdyaev, Το πεπρωμένο του ανθρώπου στο σύγχρονο κόσμο, ό.π., σ. 128.
[32] Ό.π., σ. 50
[33] Νικόλαος Μπερντιάεφ, Αλήθεια και Αποκάλυψη, ό.π., σ. 226. Η φράση του Χριστού: «ἡμῶν γὰρ τὸ πολίτευμα ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει» (Φιλιπ. 3,20) υποστηρίζεται πλήρως από τον Ρώσο στοχαστή.
[34] Nikolas Berdiaeff, Πέντε στοχασμοί περί υπάρξεως, ό.π. σ. 141.
[35] Μια τέτοια κριτική της αποκάλυψης επιχείρησε αργότερα ο Berdyaev στο βιβλίο του Αλήθεια και Αποκάλυψη.
[36] Για τους Σοβιετικούς βέβαια, ο θρησκευτικός υπαρξισμός δεν αποτελεί παρά μια αντιδραστική αναβίωση της θρησκείας των αστών. Ο Trotsky λόγου χάρη εντάσσει τον Berdyaev στο ρεύμα των Ρώσων διανοουμένων που επηρεασμένοι από τον Kant και τη ρωσική επανάσταση του 1905, δημιούργησαν έναν νέο μυστικισμό και αποπειράθηκαν να εκσυγχρονίσουν την εκκλησία, αγνοώντας πως αποτελούν απλώς αντιδραστικές δυνάμεις της αστικής τάξης που συνετρίβη από την επανάσταση του 1917. Λέον Τρότσκι, Λογοτεχνία και επανάσταση (μτφρ., Λ. Μιχαήλ), Αθήνα: εκδόσεις Παρασκήνιο, 2003, σσ. 36-38.
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.