Του Λεωνίδα Χ. Αποσκίτη
Ο πρόσφατος βομβαρδισμός, που χαρακτηρίστηκε έγκλημα πολέμου από το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων, στο ιστορικό ελληνορθόδοξο μοναστήρι του Αγίου Πορφυρίου στην Γάζα και η ηρωϊκή στάση του Αρχιεπισκόπου Τιβεριάδος Αλεξίου δίπλα στο ποίμνιό του έφερε στο φως της δημοσιότητας ένα ξεχασμένο ζήτημα: την τύχη των χριστιανικών μειονοτήτων της Μέσης Ανατολής, που ζουν υπό το κράτος του φόβου στις αρχές του 21ου αιώνα.
Ένα ζήτημα που θα έπρεπε να ευαισθητοποιεί ιδιαίτερα εμάς τους Έλληνες (Ρωμιούς) διότι αυτοί οι χριστιανικοί πληθυσμοί της περιοχής είναι κατευθείαν παιδιά του Βυζαντίου.
Το εξ αρχής ελληνοποιημένο Βυζάντιο περιελάμβανε τον χώρο της μητροπολιτικής Ελλάδας, την Μικρά Ασία και μεγάλο μέρος των ελληνιστικών επαρχιών της Μέσης Ανατολής. Όλοι ανεξαιρέτως οι γειτονικοί λαοί αναγνώριζαν την ελληνικότητα σε αυτό. Οι Βόρειοι και οι Δυτικοευρωπαίοι αποκαλούσαν τους υπηκόους της Αυτοκρατορίας «Γραικούς», όπως έκαναν πάντα με τους Έλληνες. Για τους ανατολικούς λαούς, το «Ρωμιός» αντικατέστησε το «Έλληνας» ή, το πιο γνωστό, «Γιουνάν» (Ίωνας), το οποίο εννοιολογικά είναι το ίδιο πράγμα.
Η θρησκεία αποτελούσε ένα από τα σημαντικότερα χαρακτηριστικά του μεσαιωνικού πολιτισμού. Ειδικά, όμως, για το Βυζάντιο, η θρησκεία αποτέλεσε τον άξονα γύρω από τον οποίο κινήθηκε όλη η ιδεολογική, πολιτιστική και πολιτική ζωή του.
Οι θεολογικές συζητήσεις και αντεγκλήσεις του 2ου και 3ου αιώνα προετοίμασαν το έδαφος για τις μεγάλες διαμάχες του 4ου αιώνα μ.Χ., στην διάρκεια των οποίων διατυπώθηκε η ορολογία του περί Τριάδος δόγματος, που ισχύει ως σήμερα στον χριστιανικό κόσμο.
Το θεμελιώδες ζήτημα της Χριστολογίας στους πρώτους χριστιανικούς αιώνες ήταν η έκταση και ο χαρακτήρας της σχέσης μεταξύ Θεού και ανθρώπου στο πρόσωπο του Χριστού. Από πολύ νωρίς, εκείνοι που αποκαλούσαν τον Ιησού «Κύριο» διαφωνούσαν ως προς το αν ο θεϊκός ή ο ανθρώπινος χαρακτήρας Του ήταν ο πιο θεμελιώδης.
Ομάδες πιστές σε αυτές τις αντίθετες δοξασίες περί Χριστού άρχισαν να δημιουργούνται από το τέλος της εποχής της Καινής Διαθήκης. Από την μια πλευρά, δρούσαν εκείνοι που τόνισαν τη Θεϊκή ιδιότητα σε τέτοιο βαθμό που αρνήθηκαν ακόμη και ότι είχε ανθρώπινο σώμα, πολύ λιγότερο ανθρώπινη διάνοια. Από την άλλη, ορισμένοι τόνισαν τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά του Ιησού.
Με αυτά τα αρχικά δεδομένα και μέσα από όλο το φάσμα της ιστορικής πορείας του μεσαιωνικού ελληνισμού δημιουργήθηκε ένα μωσαϊκό χριστιανικών Εκκλησιών διαφόρων αποχρώσεων: αρχαίων, σχισματικών και αιρετικών εκκλησιών, εκκλησιαστικών μειονοτήτων και παραχριστιανικών ομάδων γύρω από τον Βυζαντινό και, στην συνέχεια, τον Ορθόδοξο κόσμο σ’ όλη την Μέση Ανατολή.
Η θεολογική αυτή εξέλιξη στο Βυζάντιο και την Καθ’ Ημάς Ανατολή δεν μπορεί να εννοηθεί ανεξάρτητα από τα πολιτικά πλαίσια μέσα στα οποία αυτή γεννήθηκε και αναπτύχθηκε. Δεδομένου ότι στην βυζαντινή αυτοκρατορία κρατική και εκκλησιαστική εξουσία ήταν αλληλένδετες, ελάχιστες πλευρές της καθημερινότητας και της πνευματικότητας του μεσαιωνικού ελληνισμού μπορούν να ιδωθούν χωρίς αυτή την προϋπόθεση.
Σε όλες τις εκκλησιαστικές Συνόδους, διαμάχες και δογματικές διαφορές είχαν εμπλακεί εθνικές, πολιτικές και εξουσιαστικές σκοπιμότητες, με αποτέλεσμα, από το έτος 451 (μετά την Σύνοδο της Χαλκηδόνας), οι Κοπτικές, Αρμενικές και Συριακές Εκκλησίες να χωριστούν από την Βυζαντινή. Και αυτό συνεχίζεται σε μεγάλο βαθμό μέχρι σήμερα, παρ’ όλο που η βασική Χριστολογία είναι η ίδια σε όλες τις επί μέρους οικογένειες της Ορθοδοξίας.
Συρία: Η "Παλαιόθεν Ελληνίς"
Ο θρίαμβος του Χριστιανισμού στην Ελληνορωμαϊκή Ανατολή βρήκε την Εκκλησία της Συρίας οργανωμένη γύρω από το Πατριαρχείο της Αντιοχείας, το οποίο περιλάμβανε και την Κιλικία, την Ισαυρία και την Μεσοποταμία. Στην κυρίως Συρία υπήρχαν οι αναχωρητές μοναχοί και οι κοινοβιακοί που ζούσαν σε μοναστηριακά συγκροτήματα και διαδραμάτιζαν σπουδαίο ρόλο στην κοινωνική ζωή της βυζαντινής Συρίας. Οι πολυάριθμες μονές στελεχώνονταν τόσο από Έλληνες, όσο και από συρόφωνους μοναχούς και μοναχές.
Η εκκλησία της Αντιοχείας υποστηριζόταν από την Κωνσταντινούπολη και ονομάστηκε μελχιτική, δηλαδή πιστοί στον Αυτοκράτορα της Ρωμανίας. Οι Μελχίτες αποδέχονται την Δ’ Οικουμενική Σύνοδο της Χαλκηδόνας, χρησιμοποιούν τα ελληνικά στην λατρεία τους, αλλά έχουν ενσωματώσει σήμερα και τα αραβικά.
Από την άλλη μεριά, όλοι οι συρόφωνοι πληθυσμοί δεν έγιναν μονοφυσιτικοί, κυρίως αυτοί που ζούσαν σε πόλεις εκ θεμελίων ελληνικές. «Καυχιέται η Αντιόχεια για τα λαμπρά της κτίρια, και τους ωραίους της δρόμους… Καυχιέται που είναι η έδρα ένδοξων βασιλέων», μας λέει ο Καβάφης. «Μα πιο πολύ ασυγκρίτως απ’ όλα, η Αντιόχεια καυχιέται που είναι πόλις παλαιόθεν Ελληνίς, του Άργους συγγενής…» (στο ποίημά του Παλαιόθεν Ελληνίς).
Σήμερα επιβιώνουν στην Μέση Ανατολή τέσσερις κύριοι κλάδοι του Βυζαντινού Χριστιανισμού, καθεμία με διακριτή θεολογία και δόγμα: η Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία, οι Αρχαίες Ανατολικές Ορθόδοξες Εκκλησίες, η Νεστοριανή Εκκλησία της Ανατολή και οι Ανατολικές Καθολικές Εκκλησίες
Στον απόηχο της λεγόμενης «Αραβικής Άνοιξης» επιδεινώθηκε δραματικά η κατάσταση της ασφάλειας των πιστών όλων των χριστιανικών δογμάτων και περιορίστηκαν οι ελευθερίες των χριστιανικών κοινοτήτων, που αντιμετωπίζουν, πλέον, την απειλή της πληθυσμιακής εξαφάνισης από την περιοχή.
Τα βίντεο με τις εκτελέσεις και τους βασανισμούς των Χριστιανών που έγιναν από τους τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους στην Συρία είναι αδιάψευστα τεκμήρια για την έκταση της ανθρωποσφαγής και της καταστροφής των χριστιανικών μνημείων.
Τόσο η αδιάφορη Δύση, όσο και το δικό μας δυτικό προτεκτοράτο των Αθηνών, δεν ανέλαβαν ούτε για μια στιγμή σωστά τις ευθύνες τους απέναντι στο μαρτύριο, ανάλογο των Ρωμαϊκών διωγμών, που υφίστανται οι αρχέγονοι Χριστιανικοί πληθυσμοί της Μέσης Ανατολής.
Η τύχη των χριστιανικών κοινοτήτων στην Συρία, μετά από έναν δεκαετή πόλεμο, και στην υπόλοιπη Μέση Ανατολή δείχνει να έχει αφεθεί στα χέρια των μεγάλων δυνάμεων της Δύσης, των ΗΠΑ, του Ισραήλ, από την μια, και, από την άλλη, είναι στο παιχνίδι η Ρωσία, το Ιράν και η Τουρκία.
Όπως διαπιστώνει ο καθηγητής των Ελληνοαραβικών Σπουδών στο Γαίηλ, Δημήτρης Γούτας, μιλώντας στην Καθημερινή για τους Χριστιανούς στην γη της Βίβλου, «είναι ακούσια πιόνια στην μεγάλη γεωπολιτική σκακιέρα και η χριστιανική Δύση είναι κυρίως υπαίτια για το δράμα τους» (Συνέντευξη στον Σταύρο Τζήμα, 23 Δεκεμβρίου 2019).
Τόσο αυτός, όσο και ο καθηγητής των Αβρααμικών Σπουδών στο Καίμπριτζ, βλέπουν φοβερούς παραλληλισμούς της σημερινής κατάστασης στη Μέση Ανατολή με την αρχαιότητα και ειδικά με τη Σασανιδική εποχή, του 3ου και του 7ου αιώνα, όταν το Ιράν προσπαθούσε να επεκταθεί στην Μεσόγειο Θάλασσα. Ο ιρανικός παράγοντας είναι και πάλι σε πολύ ισχυρή θέση στην Αραβία και στον Λίβανο, στην Συρία και στο Ιράκ. Αυτό προκαλεί μια πολύ ασταθή κατάσταση λόγω των αντιδράσεων και των υπονομεύσεων στην περιοχή από τους Δυτικούς και τους Ισραηλινούς. «Αυτό δεν διαμηνύει κάτι αισιόδοξο για την επιβίωση των χριστιανών…», λένε οι δύο καθηγητές. Ήδη η φυγή των Χριστιανών είναι πρωτοφανής.
Από το Χαλέπι, όπου υπήρχε μεγάλη συμπαγής χριστιανική κοινότητα πριν από τον πόλεμο, απ’ ό,τι φαίνεται πάρα πολλοί έχουν διαφύγει προς τον Λίβανο και κάποιοι προς την Ευρώπη. Μαζί με τους ανθρώπους χάνονται και μοναδικοί πολιτιστικοί θησαυροί με εξαιρετική σημασία για την χριστιανική παράδοση.
Στην Δαμασκό του Παύλου, εκεί που μεγαλούργησε ο Ρωμανός ο Μελωδός, ένας από τους μεγαλύτερους υμνογράφους της Ελληνικής γλώσσας, και εργάστηκε ο Ιωάννης Δαμασκηνός, ο «μαΐστορας» της Βυζαντινής μουσικής, πολίτες και ιερείς, στρατιωτικοί και μοναχοί είναι οι εκατοντάδες Χριστιανοί νεομάρτυρες της Συρίας - που δεν απεμπόλησαν την θρησκευτική τους ταυτότητα και αρνήθηκαν την υποταγή της πατρίδας τους στα σχέδια του ΝΑΤΟ και των ενεργούμενων του ισλαμιστών.
Η Συρία δεν βρίσκεται πλέον στα πρωτοσέλιδα, ωστόσο παραμένει ένας «ζωντανός εφιάλτης», σύμφωνα με πρόσφατη διαπίστωση του Γ.Γ. του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτιέρες. Ο λαός της Συρίας έχει υπομείνει μερικά από τα χειρότερα εγκλήματα που έχουν γίνει στην Μέση Ανατολή κατά την διάρκεια της συριακής «Αραβικής Άνοιξης», η οποία απείλησε με εξαφάνιση το χριστιανικό στοιχείο από τις κοιτίδες του.
Στην Συρία, σύμφωνα με τα στοιχεία της Διακοινοβουλευτικής Συνέλευσης Ορθοδόξων, που συνεδρίασε τον Νοέμβριο του 2019 στην Αθήνα, ο χριστιανικός πληθυσμός μειώθηκε κατά τα δύο τρίτα από τα 2 εκατομμύρια το 2011, όταν ξεκίνησε ο εμφύλιος πόλεμος (Τα Νέα, 17 Νοεμβρίου 2019). Παρ’ όλο που σήμερα ο πόλεμος έχει τελειώσει στις περισσότερες περιοχές και η κατάσταση στις πόλεις εξομαλύνεται, εκεί που έχουν εγκατασταθεί παρανόμως Τούρκοι στρατιώτες και μισθοφορικές φιλοτουρκικές μιλίτσιες, το περιβάλλον παραμένει εχθρικό για τους Χριστιανούς.
Τα επακόλουθα της Καταιγίδας της Ερήμου
Η εισβολή των Ηνωμένων Πολιτειών στο Ιράκ, ο επακόλουθος εμφύλιος πόλεμος και η ανάδυση του Ισλαμικού Κράτους / ISIS αποτέλεσαν καταστροφικούς παράγοντες για τις γηγενείς χριστιανικές κοινότητες της ιστορικής Μεσοποταμίας.
Το Ιράκ, αν και κυριαρχείται από την σιϊτική εκδοχή του Ισλάμ, αποτελεί τόπο συνάντησης πολλών θρησκευτικών δογμάτων.
Στα χωριά και τα μοναστήρια του βόρειου Ιράκ και τις εκκλησίες της Βαγδάτης, της Μοσούλης και του Αρμπίλ ακούς ακόμα σήμερα την γλώσσα του Χριστού, τα αρχαία αραμαϊκά. Οι λίγοι εναπομείναντες Ασσύριοι Χριστιανοί είναι οι απ’ ευθείας απόγονοι των γηγενών κατοίκων της Μεσοποταμίας.
Πριν την εισβολή των Αμερικανών στην Βαγδάτη, ο ιρακινός χριστιανικός πληθυσμός αριθμούσε ενάμιση εκατομμύριο, ζούσε ειρηνικά και πολλά μέλη του ανήκαν στην άρχουσα τάξη. Ο πρώην υπουργός Εξωτερικών του Ιράκ, ο βετεράνος πολιτικός και φιλέλληνας Ταρίκ Ασίζ, ήταν ο πιο γνωστός Χριστιανός του Ιράκ.
Μετά την εισβολή, παρέμειναν γύρω στις 800.000, ενώ οι θρησκευτικοί ηγέτες τους έβλεπαν ότι γίνεται μια οργανωμένη εθνοκάθαρση και προέτρεπαν το υπόλοιπο ποίμνιο να εγκαταλείψει το Ιράκ πριν είναι πολύ αργά και κινδυνεύσουν να σφαγιασθούν, όπως και έγινε στην συνέχεια από το Ισλαμικό Κράτος.
Οι περισσότεροι Χριστιανοί στο Ιράκ εθνικά είναι Ασσύριοι και ανήκουν στην ιστορική Εκκλησία της Ανατολής, έναν από τους τρεις βασικούς κλάδους της Ανατολικής Χριστιανοσύνης. Η γλώσσα της λατρείας τους είναι μια διάλεκτος της αραμαϊκής, της γλώσσας που μίλαγε ο ίδιος ο Χριστός.
Όσοι ομιλούν την ασσυριακή διάλεκτο είναι στην πλειοψηφία τους Νεστοριανοί, ενώ οι συρόφωνοι είναι Μονοφυσίτες. Οι Ελληνορθόδοξοι, που ως επί το πλείστον σήμερα είναι Άραβες, αποτελούν την Ρουμ-Ορθόδοξη Εκκλησία.
Σήμερα, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις πολλών ΜΚΟ, οι εναπομείναντες Χριστιανοί υπολογίζονται γύρω στις 550 χιλιάδες (πιο συγκρατημένες εκτιμήσεις τους περιορίζουν σε 250 χιλιάδες)· πολλοί από αυτούς είναι της συριακής και της χαλδαϊκής εκκλησίας.
«Αλλάξτε πίστη, πληρώστε ή θα πεθάνετε», ήταν η «επιλογή» που έδινε το Ισλαμικό κράτος (ISIS) στους Χριστιανούς στην Μοσούλη, την τρίτη (τότε) μεγαλύτερη πόλη του Ιράκ: είτε να αγκαλιάσει το Ισλάμ, είτε να πληρώνει θρησκευτικό φόρο ή να πεθάνει
Οι Χριστιανοί συχνά δεν είχαν άλλη επιλογή από το να πάρουν ό,τι μπορούσαν και να φύγουν από μια πόλη που ήταν λίκνο για τον Ανατολικό Χριστιανισμό επί 1.700 χρόνια. Τελικά, το ISIS νικήθηκε στην Μοσούλη, ωστόσο οι τζιχαντιστές είχαν πετύχει τον αρχικό τους στόχο: να αφανίσουν τους Χριστιανούς. Μόνο στην Μοσούλη 45 εκκλησίες καταστράφηκαν ή βανδαλίστηκαν, σύμφωνα με ρεπορτάζ της γαλλικής, καθολικής εφημερίδας Le Temps, το 2019.
Η τύχη των Χριστιανικών πληθυσμών είναι παρόμοια με αυτήν και στις άλλες πόλεις του Ιράκ, σύμφωνα με το Nasarean.org, που βοηθάει τους διωκόμενους Χριστιανούς της Μέσης Ανατολής.
Για τα εγκλήματα κατά των Χριστιανών είναι άμεσα υπεύθυνες οι Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες με την επιχείρηση «Καταιγίδα της Ερήμου» διέλυσαν το σουνιτικό κράτος και τον στρατό του Σαντάμ, φέρνοντας τους Σιΐτες στην εξουσία. Το αποτέλεσμα ήταν ότι το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού του Σουνιτών και των απολυμένων αξιωματικών του Σαντάμ οργάνωσαν την ισλαμική αντίσταση με την γνωστή κατάληξη: την διείσδυση της Αλ Κάϊντα στην Μεσοποταμία και την εμφάνιση του Ισλαμικού Κράτους.
Παρά τα βάσανα, όμως, αρκετοί είναι οι Χριστιανοί της Μέσης Ανατολής, οι οποίοι επέμειναν να μείνουν στις πατρίδες τους, πρόθυμοι να γίνουν μάρτυρες για τον Χριστό. Οι σταυρώσεις των πιστών ήταν ένα σύνηθες μαρτύριο στις δύο πρώτες δεκαετίες… του 21ου αιώνα, την ώρα που η πολιτισμένη «χριστιανική» Δύση σφύριζε αδιάφορα για την δράση ποικίλων ισλαμοφασιστικών συμμοριών που, σε μεγάλο βαθμό, η ίδια είχε χρηματοδοτήσει. Πέρα από την ορθόδοξη Ρωσία, η παρουσία της οποίας υπήρξε ομπρέλλα για τους ομόδοξους πληθυσμούς της Συρίας, απούσα υπήρξε και η Ελληνική Εκκλησία -πλην ορισμένων φωτισμένων ιεραρχών από την Ελλάδα και την Κύπρο- όπως και το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Η Αίγυπτος, οι Κόπτες και η συστηματική σφαγή τους
Η Αίγυπτος είναι χώρα με περίοπτη θέση στην Μέση Ανατολή και τον Αραβικό κόσμο, στην οποία ζουν οι περισσότεροι Χριστιανοί στην ευρύτερη περιοχή.
Στην χώρα της Κλεοπάτρας, έναν τόπο ανέκαθεν πολιτισμένο, τα μεγάλα θρησκευτικά ρεύματα συναντιόντουσαν για αιώνες. Στα μέρη αυτά γεννήθηκε ο αιγυπτιακός Χριστιανισμός, από τον πρώτο μ.Χ. αιώνα κιόλας, και τα σχεδόν 1.500 χρόνια μουσουλμανικής επικράτησης δεν μπόρεσαν ποτέ να τον ξεριζώσουν.
Σήμερα, όμως, δύο αιώνες μετά την γέννηση του σύγχρονου αιγυπτιακού κράτους, αυτό που ήταν αδιανόητο μέχρι την δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα, δεν είναι πια, έγραψε ο Αιγύπτιος δημοσιογράφος Hani Shu Krallah στην Al-Ahram. Δηλαδή: «μια Αίγυπτος χωρίς Χριστιανούς, όπου ο σταυρός θα εξαφανιστεί από την σημαία που συμβολίζει την σύγχρονη αιγυπτιακή εθνική ταυτότητα. Ελπίζω ότι δεν θα δω ποτέ αυτή την ημέρα. Τότε θα πρόκειται για μια Αίγυπτο που δεν θα αναγνωρίζω και στην οποία θα αρνηθώ να συμμετάσχω».
Για την Αίγυπτο, η βυζαντινή εποχή ήταν μια περίοδος κατά την οποία πραγματοποιήθηκαν βαρυσήμαντες μεταβολές για την ιστορία. Η μετάβαση από τον ελληνορωμαϊκό κόσμο στην εκχριστιανισμένη κοινωνία είναι μια μοναδική περιπέτεια καταγραμμένη σε δεκάδες χιλιάδες βυζαντινούς παπύρους.
Η αφομοίωση της Αιγύπτου στον κοινωνικό και πολιτιστικό βυζαντινό κόσμο ήταν ολοκληρωτική: «ίδια γραφή, η ελληνολατρική ‘’κοινή γραφή’’ του ύστερου ρωμαϊκού κράτους, ίδια γλώσσα, ίδιες κατηγορίες και τύποι εγγράφων, όμοιες διατυπώσεις, διηθημένες από τον Χριστιανισμό» (Εκδοτική, ό.π., σ.463).
Η βυζαντινή Αίγυπτος ήταν κατά βάση χριστιανική και ο εκχριστιανισμός της μετά τον 4ο αιώνα μπορεί να θεωρηθεί ως δυναμικό βήμα για τον εκβυζαντινισμό της χώρας. Είναι χαρακτηριστικό ότι, τον 6ο και 7ο αιώνα, η φημισμένη Σχολή της Αλεξανδρείας δεν περιλάμβανε παρά μόνο Χριστιανούς σοφούς, όπως ο Ιωάννης Φιλόπονος, ο Στέφανος κ.ά. Μολονότι, όμως, η Σχολή επέζησε, το γενικό επίπεδο του μη θρησκευτικού αιγυπτιακού Ελληνισμού, αποκομμένο από τις ρίζες του, κατέρρευσε.
Το Βυζάντιο διατηρούσε την επιρροή του στην Αίγυπτο μέχρι τον 8ο αιώνα και η τοπική διάλεκτος της ελληνικής συνέχιζε να υπερισχύει επί ένα σχεδόν αιώνα μετά την αραβο-ισλαμική κατάκτηση. Ο διοικητικός μηχανισμός των Αράβων εξακολουθούσε να στελεχώνεται από χριστιανούς Αιγύπτιους.
Σήμερα στην Αίγυπτο ζουν 8-9 εκατομμύρια Χριστιανοί σε έναν πληθυσμό 98,42 εκατομμυρίων, σύμφωνα με την εκτίμηση της Παγκόσμιας τράπεζας το 2018. Περίπου το 10% του πληθυσμού, οι οποίοι στην συντριπτική πλειοψηφία τους είναι Κόπτες Ορθόδοξοι. Οι Ελληνορθόδοξοι εκτιμάται ότι πρέπει να κυμαίνονται γύρω στους 350.000 πιστούς.
Για αιώνες, η Αίγυπτος και η ευρύτερη περιοχή είχε ελληνικό χαρακτήρα. Σήμερα, ο Ελληνισμός επιβιώνει ως εθνική κοινότητα και ως θρησκευτική μειονότητα τμήμα της Ορθόδοξης Ελληνικής Εκκλησίας.
Ο Ελληνισμός και ο Κοπτικός πολιτισμός της Αιγύπτου έχουν πολλές κοινές παραδόσεις, όπως το αλφάβητο, την ιδιότυπη βυζαντινή εικονογραφία, τον ασκητισμό και άλλα έθιμα με πρωτοχριστιανικές καταβολές.
Με μια μετριοπαθή εκτίμηση, ο πληθυσμός των Κοπτών (παραφθορά του ελληνικού «Αιγύπτιος») είναι, όπως είδαμε, παραπλήσιος με αυτόν της Ελλάδας, για την οποία παραπονιούνται ότι τους έχει ξεχάσει.
Σύμφωνα με τον δημοσιογράφο-ερευνητή Αλέξανδρο Μασσαβέτα, στο insidestory.gr (02/02/2021), η κύρια κληρονομιά της ελληνορωμαϊκής Αιγύπτου, που οι Κόπτες διέσωσαν, είναι οι εικόνες.
Αξίζει να κάνουμε ιδιαίτερη αναφορά στους Ναβαταίους, μια νομαδική φυλή της ερήμου, οι οποίοι αναμίχθηκαν με τους αλεξανδρινούς Έλληνες, εξελληνίσθηκαν και ανέπτυξαν έναν αξιόλογο πολιτισμό, ζώντας ως Έλληνες.
Τα τελευταία χρόνια, οι Χριστιανοί της Αιγύπτου ζουν υπό το καθεστώς μόνιμου φόβου. Σε κάθε περίπτωση, ειδικά στην Αίγυπτο, όπου υπάρχει η συμπαγής κοινότητα των Κοπτών με σημαντική δραστηριότητα, δεν θα έπρεπε οι Χριστιανοί να κινδυνεύουν και να διακατέχονται από ανασφάλεια. Το ίδιο, βέβαια, θάπρεπε να συμβαίνει και στην Παλαιστίνη όπου ο χριστιανικός πληθυσμός, ορθόδοξος κυρίως, έχει μειωθεί κατά 50%.
Ιερουσαλήμ: Υπερορθόδοξοι Εβραίοι επιτίθενται σε Χριστιανούς προσκυνητές που κουβαλούν έναν Σταυρό, σύμφωνα με ρεπορτάζ της ισραηλινής Haaretz (2 Οκτωβρίου 2023)
Παλαιστίνη και Βυζαντινή Ταυτότητα
Η ελληνική θρησκευτική κοινότητα της Παλαιστίνης διακρίνεται στους Ελληνορθόδοξους και τους Ελληνοκαθολικούς (Ουνίτες). Και οι δύο προέρχονται από την αρχαία ελληνική κοινότητα της περιοχής, η οποία δεν μπόρεσε να διατηρήσει την γλώσσα της μετά τον 12ο αιώνα, και μιλούν σήμερα τα αραβικά.
Μόνο η διοίκηση του ορθόδοξου Πατριαρχείου των Ιεροσολύμων και τα μέλη της Αγιοταφικής Αδελφότητας εξακολουθούν να ομιλούν ελληνικά. Στα χέρια των Ελλήνων της Παλαιστίνης βρίσκονται και τα σημαντικά προσκυνήματα των Αγίων Τόπων, όπως οι Ναοί της Γεννήσεως και της Αναστάσεως, η μονή της Αγίας Αικατερίνης (Όρος Σινά) και πλήθος άλλα.
Το ελληνικό στοιχείο υπομένει πολλά και από τους ισλαμιστές και από υπερορθόδοξους εθνικιστές Εβραίους. Αντιστέκεται, χωρίς βοήθεια όμως από το ελληνικό κράτος. Πολλές εκκλησίες της Παλαιστίνης έχουν υποστεί βανδαλισμούς, κλοπές και εμπρηστικές επιθέσεις και αναγκάστηκαν να κλείσουν για πολλές μέρες.
Τι συμβαίνει τελικά; Υπάρχει σχέδιο αφανισμού των Χριστιανών; Κάτι τέτοιο ισχυρίζεται ο Χριστιανός Ορθόδοξος αντιπρόεδρος του Κοινοβουλίου του Λιβάνου, Ιλάϊ Φερζλί (Elie Ferzli). Μιλώντας ο ίδιος στην Καθημερινή (06/01/2019), έκανε λόγο για εν εξελίξει «σχέδιο αφανισμού των Χριστιανών από τη Μέση Ανατολή ώστε η ιδέα του Ιησού Χριστού να καταστεί σε βάθος χρόνου μύθος».
Ο αντιπρόεδρος του λιβανικού Κοινοβουλίου επέμεινε, στη σχεδιασμένη στοχοποίηση από «παγκόσμιες δυνάμεις»… «Αν μείνουν οι εκκλησίες άδεια κουφάρια, τότε θα έχουν πετύχει τον σκοπό τους, να απαλείψουν στη συνείδηση των ανθρώπων την Καινή Διαθήκη από τη Μέση Ανατολή και να παραμείνει μόνο η Παλαιά Διαθήκη», δηλαδή μόνο η εβραϊκή παράδοση, όπως υποστήριξε. Ο ίδιος ακόμη πρότεινε τη Βηρυτό ως το κέντρο διαλόγου μεταξύ των θρησκειών της Μέσης Ανατολής, ώστε να βρεθεί τρόπος αρμονικής συνύπαρξής τους.
Αξίζει να αναφέρουμε ότι στην Βηρυτό υπάρχουν, εκτός από την Ορθόδοξη Μητρόπολη, η Συρο-Ιακωβιτική Εκκλησία, η Αρμενική Εκκλησία, δύο Προτεσταντικές κοινότητες, προϊόντα των «ιεραποστολών» του ΙΘ΄ αιώνος, και έξι Ρωμαιοκαθολικές επισκοπές: των Μαρωνιτών, των Ελληνορύθμων, των ηνωμένων με τη Ρώμη Σύρων, των ηνωμένων με τη Ρώμη Αρμενίων, των Χαλδαίων και βέβαια η καθ' αυτό Ρωμαιοκαθολική, δηλ. η λατινόρυθμη κοινότητα.
Αλλά και αυτός ακόμα ο Ορθόδοξος κόσμος στη Μέση Ανατολή δεν εκπροσωπείται από μία και μόνο εκκλησιαστική δικαιοδοσία. Στην περιοχή υπάρχουν τρία πρεσβυγενή Πατριαρχεία: το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας, το Πατριαρχείο Αντιοχείας και το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων, όπως επίσης και η Αυτοκέφαλος Εκκλησία της Κύπρου.
Όλες αυτές οι χριστιανικές, μειονοτικές, Εκκλησίες είναι παιδιά του Βυζαντίου με ισχυρές θεολογικές και πολιτισμικές καταβολές και μεγάλη ιστορική κληρονομιά. Είναι όχι μόνο αξιοπρόσεκτες, αλλά και «δυνάμεις πολλές φορές αποφασιστικής σπουδαιότητας, τόσο στις διορθόδοξες εξελίξεις, όσο και στους διαχριστιανικούς διαλόγους…», σύμφωνα με την Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδας.
Σε αυτή την επικίνδυνη περίοδο για την Ορθοδοξία στην Μέση Ανατολή, οι ξεχασμένοι αδελφοί μας περιμένουν εναγωνίως την «αντεπίθεση του Βυζαντίου»... Οπως δίδασκε ο Γέροντας Παΐσιος: «Για να χτίσουμε την ψυχή μας και την Ελληνική ψυχή, πρέπει να κοιτάξουμε και στην Ανατολή, όχι μόνο στην Δύση. Η Ελλάδα πρέπει να επιστρέψει στις Χριστιανικές ρίζες της του Βυζαντινού Πολιτισμού. Γιατί, αν η Δύση συνεχίσει να ξεθωριάζει, η Ελλάδα θα κινδυνεύσει να χάσει τον εαυτό της».
Πραγματικά, «δεν θα μπορούσαμε να φανταστούμε ένα Βυζαντινό πολιτισμό χωρίς τον Άγιο Χρυσόστομο που καταγόταν από την Αντιόχεια, ή τον Ιωάννη το Δαμασκηνό που καταγόταν από τη Δαμασκό, ή χωρίς τον Άγιο Γεώργιο που έμενε στη Βηρυτό, ή χωρίς τον Ρωμανό τον Μελωδό από την Έμεσα (Χομς), χωρίς την Αγία Βαρβάρα από την Ηλιούπολη της Φοινίκης (Μπάαλμπεκ Λιβάνου), ή χωρίς τον Καλλίνικο που εφηύρε το «υγρόν πυρ» και γεννήθηκε από Ελληνο-Ορθόδοξους πρόσφυγες (πρόσφυγες λόγο της αραβικής εισβολής στην Βυζαντινή Ανατολή το 634 μ.Χ.) από την Ηλιούπολη της Φοινίκης (Μπάαλμπεκ Λιβάνου).
Για έναν Ρωμιό της Μέσης Ανατολής, για πολλούς αιώνες το κέντρο του πολιτισμού του ήταν η Κωνσταντινούπολη. Η Ορθοδοξία ήταν «ταυτότητα», «τρόπος ζωής» και «δρόμος σωτηρίας».
Η κατάσταση δεν είναι καλή στην Μέση Ανατολή και Ελλάδα πρέπει να κοιτάξει στις παλιές Ανατολικές, Βυζαντινές, ρίζες της γιατί αυτές οι Ανατολικές ρίζες είναι η ψυχή της.
Όπως δείχνει επίσημη έκθεση του Βρετανικού Φόρεϊν Όφις, πριν από έναν αιώνα οι Χριστιανοί αποτελούσαν το 20% του πληθυσμού στην Μέση Ανατολή και την Βόρεια Αφρική, αλλά σήμερα η αναλογία έχει μειωθεί στο 4%, δηλ. είναι κατά 15 εκατομ. λιγότεροι.
Και σ’ αυτό τον άθλιο εξευτελισμό των ελληνορθόδοξων πληθυσμών της Μέσης Ανατολής εμείς οι Έλληνες, δια της επίσημης πολιτικής ηγεσίας μας, δείξαμε μια εξωφρενική αναλγησία, μια ανεύθυνη αποστασιοποίηση. Με αυτή την ένοχη ουδετερότητα, όμως, και με το να δίνουμε λευκή επιταγή στο Ισραήλ να εξοντώσει τους Παλαιστίνιους, διακυβεύονται μοναδικά συμφέροντα και κληρονομιές χιλιετιών σε μια ιστορική περιοχή γεμάτη ελληνικές και ορθόδοξες μνήμες, αδιάσπαστα δεμένη με την ιστορία μας.
ΠΗΓΗ:https://pylitonfilon.blogspot.com/2023/10/blog-post.html?m=1
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.