Ἡ ἐκκλησία βρίσκεται στὸ μέσον μιᾶς διπλῆς κρίσης: (α) Τοῦ Κορωνοϊοῦ – ποὺ κλῆρο καὶ λαό, ἰεράρχες καὶ ἁπλοὺς πιστούς, μᾶς βρῆκε καὶ μᾶς ἄφησε ‘ἀδιάβαστους’. (β) Τοῦ διορθοδόξου σχίσματος – ποὺ στὴν ἀρχὴ φάνηκε σὰν ἕνα ἀκόμα ἐπεισόδιο τῆς ὑποβόσκουσας μακρᾶς ἑλληνορωσικῆς διένεξης, ἀλλὰ πλέον διχάζει τὸ σύνολο τοῦ ὀρθοδόξου κόσμου μὲ τρόπο πολὺ πιὸ βαθὺ καὶ πιὸ μόνιμο ἀπ’ ὅ,τι θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ διανοηθεῖ. Φαίνονται σὰν δύο ἄσχετα μεταξύ τους πράγματα, ἀλλὰ δὲν εἶναι. Καὶ τὰ δύο μαζὶ συνοψίζουν τὶς δύο ὄψεις τῆς σχιζοειδοῦς – μὴ χριστιανικῆς, μὴ ἐκκλησιαστικῆς – σχέσης ποὺ ἔχει στὶς μέρες μας ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία (οἱ πιστοί, οἱ θεολόγοι, οἱ ἰεράρχες, οἱ τελετουργίες, οἱ θεσμοὶ) τόσο μὲ τὸν κόσμο στὸν ὁποῖο ζεῖ, ὅσο καὶ μὲ τὸν ἑαυτό της. Ἐξαγγέλεται τὸν ἐξαγιασμὸ τοῦ ἀνθρώπου καὶ τοῦ κόσμου, τὴν ὥρα ποὺ ἡ ἴδια ἀδυνατεῖ νὰ τὸν αἰσθανθεῖ πραγματικὰ καὶ νὰ τὸν βιώσει συνειδητά.
* * *
Ἦρθε ὁ Κορωνοϊός, σὰν σύγχρονη μάστιγα τοῦ Θεοῦ, νὰ περιγελάσει τὴ μεγαλόσχημη ἱεροπρέπεια κάτω ἀπὸ τὴν ὁποία οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοὶ κρύβαμε τὸν πνευματικὸ ἀναλφαβητισμό μας. Aὐτὴ ἡ ἀπειροελάχιστη σὲ μέγεθος ὕπαρξη ἔφερε μὲ ἀδιαμφισβήτητο τρόπο στὸ φῶς αὐτὸ ποὺ οἱ περισσότεροι κλείναμε τὰ μάτια για νὰ μὴν τὸ δοῦμε: Πὼς ἐμεῖς – οἱ κληρονόμοι καὶ φύλακες, ὑποτίθεται, τοῦ ἀληθοῦς δόγματος – δὲν ἔχουμε τελικὰ κοινὴ αἴσθηση καὶ κοινὴ ἀντίληψη τοῦ κεντρικοῦ ἐκκλησιαστικοῦ μυστηρίου· σὲ τὶ συνίσταται ἡ κοινωνία τοῦ Σώματος καὶ τοῦ Αἴματος τοῦ ἀναστημένου Χριστοῦ.
Αὐτὸ τὸ μυστήριο θέλησαν πολλοὶ νὰ ὑπερασπιστοῦν, ἀλλὰ τὸ ἔκαναν μὲ μιὰ ἀφελὴ ἁγιοβασιλιάτικη ἢ μαγικὴ ἀντίληψη τοῦ ἱεροῦ, ὡς δῆθεν φυλαχτοῦ ἀπὸ κάθε φυσικὸ κακὸ καὶ κάθε ἀσθένεια. Ἄλλοι φροντίσαμε νὰ ξεφορτωθοῦμε ἐντελῶς κάθε αἴσθηση ἱερότητας καὶ συστοιχηθήκαμε μὲ τὶς ἀγωνίες καὶ τὰ ἄγχη τοῦ αἰῶνος τούτου, ὑποβιβάζοντας τὸ θυσιαστικὸ μυστήριο τῆς ἀγάπης σὲ ἠθικοπλαστικὲς κοινοτυπίες τοῦ τύπου «κρατάμε ἀποστάσεις …ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον». Καὶ οἱ μὲν καὶ οἱ δὲ δείξαμε ότι μᾶς λείπει μιὰ βιωματικὰ ἰσχυρή, ρεαλιστικὴ καὶ ὂχι φαντασιακή, αἴσθηση τῆς ἁγιοπνευματικῆς ἱεροφάνειας καὶ τοῦ θαύματος. Ὅτι μᾶς λείπει μιὰ ἐναλλακτικὴ πνευματικὴ ἀξιολόγηση τῆς ὑγείας καὶ τῆς ἀσθένειας, τῆς χαρᾶς καὶ τοῦ πόνου, τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου.
Ἡ δὲ ἐκκλησιαστικὴ ἰεραρχία δέν ἔκανε οὖτε τὸ στοιχειῶδες: νὰ πάρει, ὣς ὄφειλε, ἐξ ἀρχῆς καὶ μὲ δική της εὐθύνη λελογισμένα μέτρα προσαρμογῆς τῶν ἀκολουθιῶν καὶ γενικότερα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς στὶς ἔκτακτες συνθῆκες τῆς πανδημίας. Πολλῶ δὲ μᾶλλον δὲν ἦταν σὲ θέση οὔτε κἂν νὰ διανοηθεῖ εὐρύτερες πρωτοβουλίες οὐσιαστικῆς παρηγοριᾶς καὶ ἀνόρθωσης τῶν τρομαγμένων κοινωνιῶν μας καὶ πνευματικῆς ἀνασυγκρότησης τῆς ἴδιας τῆς ἐκκλησίας. Περιορίστηκε σὲ μιὰ συντεχνιακοῦ τύπου ἀμυντικὴ ὑπεράσπιση τῆς ἐκκλησιαστικῆς ρουτίνας, ἐνῶ ὅταν ἔφτασε ὁ κόμπος στὸ χτένι ὑποτάχθηκε μὲ ἀνακούφιση στὶς ἐπιταγὲς τῆς ἁπλῆς κοινῆς λογικῆς, τοῦ κράτους καὶ τῶν μέσων ἐνημέρωσης. Ἔτσι ἤρθαμε σὲ σύγκρουση ὁ ἕνας μὲ τὸν ἄλλον, καὶ ὅλοι μαζὶ μὲ τὴν περιβάλλουσα κοινωνία, ποὺ ἕνα μεγάλο κομμάτι της βλέπει πλέον τὴν ἐκκλησία καὶ τὴ διδασκαλία της σὰν ἀπειλή.
* * *
Διαφορετικῆς φύσεως φαίνεται νὰ εἶναι τὸ πρόβλημα τοῦ διορθοδόξου σχίσματος, ἔχει ὅμως τὴν ἴδια πνευματικὴ ρίζα. Ἡ ρίζα αὐτή, ὅπως καὶ στὴν κρίση τοῦ Κορωνοϊοῦ, εἶναι ἡ ἀσαφὴς αἴσθηση αὐτοῦ τούτου τοῦ μυστηρίου τῆς ἐκκλησίας ὅπως αὐτὸ ἐκδηλώνεται μέσα στὴν ἱστορία. Εἶναι ἡ ἐλλιπὴς κατανόηση τῆς ἁγιοπνευματικῆς συγγένειας ποὺ πηγάζει ἀπὸ τὴ Θεία Κοινωνία καὶ τὴν κοινὴ πίστη. Πρόκειται γιὰ ἕνα βαθὺ πνευματικὸ κενό, ποὺ ἀνάμεσα σὲ πολλὰ ἄλλα κακά, ἔχει ὡς αποτέλεσμα καὶ τὴ μετάλλαξη τῶν ἡγετικῶν θεσμῶν τῆς ἑκκλησίας· τὴ μετατροπή τους ἀπὸ θεσμοὺς ποιμαντικῆς μέριμνας σὲ δομὲς ἐξουσίας, ἢ ἀκόμα χειρότερα, σὲ ἰδεολογικὰ σύμβολα μαζικῆς ψυχολογικῆς χειραγώγησης.
Ἀσφαλῶς τὸ πρόβλημα δὲν εἶναι καινούργιο, καὶ ἔχει μὲ πολλοὺς τρόπους ἐπαναληφθεῖ στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία, ἀπὸ τοὺς ἀρχαίους ἢδη χρόνους. Δὲν εἶναι λίγες οἱ φορὲς ποὺ ἐκκλησιαστικὲς δομὲς ἔχουν ἐμπλακεῖ σὲ εὐρύτερα παιχνίδια ἐξουσίας, σὲ συγκρούσεις, συναλλαγές, προδοσίες κλπ, μπαίνοντας στὴν ὑπηρεσία τελείως κοσμικῶν στόχων, ποὺ γιὰ προφανεῖς λόγους ἐνδύονται μὲ εὐσεβεῖς, ὑποτίθεται, σκοπούς. Δυστυχῶς αὐτὸ συμβαίνει καὶ σήμερα στὴ διαμάχη γιὰ τὸ Οὐκρανικὸ αὐτοκέφαλο ποὺ προκάλεσε τὸ σχίσμα. Ἐκκλησιολογικὰ ἐπιχειρήματα, εἴτε ἱστορικῆς εἴτε θεολογικῆς φύσεως, διατυπώνονται προσχηματικά, καὶ χρησιμοποιοῦνται ἐργαλειακὰ γιὰ νὰ δικαιολογήσουν ἐπιλογὲς ἄλλου εἴδους. Καὶ αὐτὴ ἡ ἐργαλειακὴ χρήση τῆς θεολογίας, τῶν ἐκκλησιαστικῶν κανόνων, τῶν συνόδων κλπ, εἶναι ποὺ περισσότερο ἀπ’ ὅλα ἀποκαλύπτει τὸ πνευματικὸ κενὸ πάνω στὸ ὁποῖο ἀκροβατοῦν καὶ οἱ δύο πρωταγωνιστὲς τῆς σύγκρουσης: καὶ ἡ Μόσχα καὶ τὸ Φανάρι.
Ἡ πρόσφατη κρίση στὴν Ἐκκλησία τῆς Κύπρου δείχνει ὅτι ἡ διένεξη γιὰ τὸ Οὐκρανικὸ δὲν περιορίζεται στὴν παραδοσιακὴ σύγκρουση Μόσχας-Φαναρίου, οὔτε ἔχει νὰ κάνει μὲ τὴν ὑποτιθέμενη ἀντιπαράθεση τῆς ρωσικῆς μὲ τὴν ἑλληνικὴ Ὀρθοδοξία. Ἀγγίζει βαθύτερα ἐπίπεδα τῆς ἐκκλησιαστικῆς μας ὑπόστασης. Ἀπόδειξη εἶναι ἡ πρόσφατη κρίση στὴν Ἐκκλησία τῆς Κύπρου. Ἀλλὰ καί πρίν ἀπ’ αὐτό, ἡ στάση ἐκκλησιαστικῶν προσωπικοτήτων ἀδιαμφισβήτητης ἀκεραιότητας, ὅπως ὁ Ἀλβανίας Ἀναστάσιος ὴ ὁ Διοκλείας Κάλλιστος Γουέαρ. Ὁ τελευταῖος τὸ εἶχε πει μὲ τὸν πιὸ ἁπλὸ καὶ ἀφοπλιστικὸ τρόπο σὲ μιὰ συνέντευξή του στὸ Οὐκρανικὸ τηλεοπτικὸ κανάλι Inter TV στὰ τέλη Μαρτίου 2019: « Ἀνησυχῶ γιὰ τὴ χρήση βίας καὶ εἶμαι βαθιὰ πεπεισμένος ὅτι δὲν μποροῦμε νὰ βροῦμε μιὰ λύση μέσω τῆς βίας καὶ τῆς καταπίεσης».
Εἰδικὰ γιὰ τοὺς Ἕλληνες ὀρθοδόξους χριστιανοὺς εἶναι φοβερὸ τὸ σκάνδαλο, νὰ βλέπουμε τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, τὸ ἀδιαμφισβήτητο συμβολικὸ κέντρο τῆς ἑνότητας τῶν Χριστιανῶν σὲ ὅλο τὸν κόσμο, νὰ ἐμπλέκεται σὲ βρώμικα παιχνίδια γεωπολιτικῆς. Λένε πολλοὶ ὅτι ἡ συμπόρευση μὲ τὶς ΗΠΑ εἶναι γιὰ τὸ Πατριαρχεῖο ὑποχρεωτικὴ ἐπιλογὴ ἐπιβίωσης. Λένε ἄλλοι ὅτι τὸ Πατριαρχεῖο στηρίζει μὲ τὸν τρόπο αὐτὸν τὴν ἐθνικὴ καὶ πνευματικὴ αὐτοδιάθεση τῶν Οὐκρανῶν. Μὰ ἂν ἦταν νὰ κάνει τὸ δεύτερο, ὄφειλε νὰ τὸ κάνει ὂχι μὲ ὅρους ἰσχύος, ἀλλὰ μὲ ὅρους πνευματικοὺς καὶ ἐκκλησιολογικὰ ἔγκυρους: (α) παίρνοντας τὶς μέγιστες δυνατὲς ἀποστάσεις ἀπὸ τὰ σχέδια καὶ τὶς στρατηγικὲς τῶν ΗΠΑ καὶ κάθε ἄλλου ἀπὸ τοὺς στρατηγικοὺς παῖκτες στὴν περιοχή, καὶ (β) ἐξασφαλίζοντας τὴ μέγιστη δυνατὴ ἐκκλησιαστικὴ συναίνεση – ἂν ὂχι τῆς Ρωσίας, ὁπωσδήποτε τῶν ὑπολοίπων Ἐκκλησιῶν.
Καὶ ἂν πάλι ἡ συμπόρευση μὲ τοὺς Ἀμερικανοὺς καὶ ἡ ἐμπλοκὴ στὰ σχέδιά τους εἶναι πράγματι ὅρος ἱστορικῆς ἐπιβίωσης γιὰ ἕναν πνευματικὸ θεσμὸ σὰν τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, τότε θὰ πρέπει κανεὶς νὰ ἀναρωτηθεῖ – καὶ πρῶτοι ἀπ’ ὅλους οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἡ μοίρα τοὺς ἔχει φέρει νὰ διαχειρίζονται αὐτὴ τὴ βαριὰ κληρονομιὰ – τὶ εἶναι αὐτὸ που πρέπει νὰ διασωθεῖ; Ὁ θεσμὸς ἢ ἡ ἀλήθεια ποὺ αὐτὸς ἐνσαρκώνει; Καὶ ἂν τὸ ἕνα πρέπει νὰ γίνει εἰς βάρος τοῦ ἀλλου, τότε μᾶλλον σὲ κάποια δαιμονικὴ παγίδα ἔχουμε πιαστεῖ.
* * *
Καὶ στὶς δύο αὐτὲς προκλήσεις, τοῦ Κορωνοϊοῦ καὶ τοῦ διορθοδόξου σχίσματος, ἡ ἐκκλησιαστικὴ ἀλήθεια σκιάζεται ἀπὸ νόθα ὑποκατάστατά της. Ὑπὸ προϋποθέσεις αὐτὴ ἡ ἀνεπάρκεια θὰ μποροῦσε νὰ ἀποτελεῖ εὐκαιρία πνευματικῆς ἀνασυγκρότησης. Ἀρκεῖ νὰ μπορούσαμε νὰ τὴν ἀντικρύσουμε χωρὶς ὑπεκφυγές, καὶ νὰ ζητήσουμε προσευχητικὰ καὶ χωρὶς ψευτοθεολογικὲς διασφαλίσεις τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ – ὂχι δηλαδὴ σὰν τὸν Φαρισαῖο τῆς παραβολῆς, ἀλλὰ σὰν τὸν Τελώνη. Καὶ νὰ εἴμαστε ἔτοιμοι νὰ ἀναλάβουμε δημιουργικὰ τὶς ἀναγκαίες ἀναγεννητικὲς πρωτοβουλίες. Δύσκολο… Ἀμήν!
ΣΗΜ. Tὸ κείμενο δημοσιεύθηκε τὸν Σεπτέμβριο 2020 στὸ θεωρητικὸ περιοδικὸ “Τὸ Κοινὸν τῶν ὡραίων τεχνῶν” (τεῦχος 9, σελ. 3-4).
Στην εικαστική πλαισίωση της σελίδας, σκηνή από την Παλαιά Διαθήκη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.