Η αρχή της απόλυτης οικονομικής «ελευθερίας», ως προϋπόθεση της απόλυτης σκλαβιάς
«Κόλαση με τόσο φως
δεν το περίμενα»
Μίλτος Σαχτούρης
Το άρθρο του Τζήμερου σχετικά με τη χορήγηση της κατασχεμένης ηρωίνης στους εξαρτημένους, είναι σίγουρο πως ήθελε να προκαλέσει. Άλλωστε όταν αποτελείς πολιτική μειοψηφία, η πρόκληση είναι πολλές φορές μια λύση επιβίωσης και μάλιστα, είτε είσαι «δεξιός» είτε «αριστερός».
Πέρα από το πραγματιστικό πνεύμα της πρότασης, αυτή μπορεί να καταχωρηθεί, ως μια από της μορφές που μπορεί να πάρει το τεχνοκρατικό και εργαλειακό πνεύμα του νεοφιλελευθερισμού στην εποχή μας. Η ακραία τάση της, εμφορούμενη από ένα πνεύμα «πλήρους ελευθερίας», είναι ότι ο τοξικομανής είναι «άξιος της επιλογής του», εφόσον επέλεξε τον τρόπο αυτοκαταστροφής του και η προοπτική είναι ο «φυσικός νόμος» της επιβίωσης : όποιος αντέξει.
Ο Τζήμερος, όσο κι αν φαίνεται παράξενο, βλέπει το ζήτημα από μια … «κοινωνική ματιά» διαχείρισης, σε μια κοινωνία όμως που είναι ταυτόσημη με την οικονομική κυριαρχία , τον «ορθολογισμό» της και την «πρόοδο». Η αντίκρουση του επιχειρήματος, για τη χορήγηση ηρωίνης στους εξαρτημένους, μοιάζει ανώφελη και αστεία, από τη στιγμή που η ίδια η σύνθεση της ουσίας, η αύξηση της ανοχής που δεν θα αναστέλλεται από μια λελογισμένη «κρατική» χορήγηση, οι παράπλευροι κίνδυνοι της παράλληλης χρήσης ουσιών, αλλά και η «απόσυρση» προγραμμάτων χορήγησης ηρωίνης από κλινικές της Αγγλίας, ως μη αποτελεσματικές, καταδεικνύουν την ελαφρότητα του ανίδεου νεοφιλελεύθερου πολιτευτή.
Το πρότυπο, πάντως της διαχείρισης του προβλήματος των ναρκωτικών, ως ήπια ή οξεία «νομιμοποίησή» τους, προβάλλεται τόσο από «δεξιά», όσο και από «αριστερά». Μπορεί να προκαλεί πολλές «ευαίσθητες» ψυχές η διαπίστωση αυτή, όμως, εδράζεται σε μια αποκλειστικά οικονομιστική πεποίθηση, που ισχυρίζεται πως η «ευτυχία» των ανθρώπων, εξαρτάται από την καλή και «φιλελεύθερη» εφαρμογή ενός μηχανισμού, που στη μια περίπτωση είναι η Αγορά και στην άλλη το Κράτος.
Μια «ριζοσπαστική νέο-φιλελεύθερη δεξιά» και μια «δικαιωματική αντιεξουσιαστική αριστερά»(συμπεριλαμβάνοντας και τάσεις του αναρχικού χώρου), μπορούν άνετα να συναντώνται στο ίδιο έδαφος και μάλιστα έχοντας την ψευδαίσθηση, ότι η μια αντιπαλεύει την άλλη.
Είναι εκπληκτική και δηλωτική των παράδοξων συγκλίσεων των δύο τάσεων, η δήλωση του πατριάρχη του νέο-φιλελευθερισμού, Μίλτον Φρήντμαν, στο “The Drug War as a SocialistEnterprise”: «Είμαι ένας ελευθεριακός της περιορισμένης κυβερνησιμότητας, όχι ένας ελευθεριακός αναρχικός, αν και τρέφω πολλή συμπάθεια για τους ελευθεριακούς αναρχικούς, συμπεριλαμβανομένου του γεγονότος ότι ο γιος μου είναι ένας [από αυτούς]». Παιδιά που τσακώνονται μεταξύ τους, αλλά από τον ίδιον «ελευθεριακό» πατέρα, εντέλει;
Ο νεοφιλελεύθερος «εγωιστής» άνθρωπος της αστικής κοινωνίας, συνευρίσκει τον «αφηρημένο» πολίτη των ατομικών δικαιωμάτων της «ελευθεριακής» παγκοσμιοποιημένης κοινωνίας. Άλλωστε και η «δεξιά» και η «αριστερά», επικαλούνται ως κληρονομιά τους το πνεύμα του Διαφωτισμού, βάση του οποίου, τελικά, είναι ένας «φιλελεύθερος-ελευθεριακός» ατομικισμός. Συχνά μια «ελευθεριακή αριστερά» επιταχύνει και νομιμοποιεί πολιτιστικά το ιδεολογικό όχημα του «φιλελευθερισμού», μέσα από την απολυτοποίηση της έννοιας του «εκσυγχρονισμού» και της «προόδου». Στο πρόταγμα ενός κόσμου, χωρίς περιττούς χρόνους, χωρίς αναχρονισμούς και αναστολές κάθε είδους, η «αριστερά» αυτή είναι πιο αποτελεσματική να τον πετύχει, απ’ότι η πολιτιστικά ασθενική και συντηρητική «δεξιά». Έχει άλλωστε το «ηθικό βάρος», την αγωνιστικότητα και τους διανοούμενους του θεάματος για να το πετύχει.
Η κοινωνία της Οικονομίας, του «φιλελεύθερου φαντασιακού» και του Θεάματος, μπορεί να ξεκινά και να επιβάλλεται και από την «ελευθεριακή» αφετηρία της. Άλλωστε, από τη στιγμή που διαλύεται η κοινότητα και οι συνεκτικές της δομές (δέσμευση, υπευθυνότητα, αλληλοβοήθεια, συνεργατικότητα, αυτάρκεια, αυτοτέλεια, οργανικές οικονομικές σχέσεις, κ.α) πολύ εύκολα μπορεί ο «δεξιός» ατομικιστής της αστικής κοινωνίας, να συναντήσει τον άνθρωπο των «δικαιωμάτων», ο οποίος από πρόσωπο, γίνεται μοναχικό άτομο, αποχωρισμένο, από την κοινότητα, τον εαυτό του και από τους άλλους. Ο καταναλωτισμός και ο «ηδονισμός» (στην εμπορευματική ή την «ελευθεριακή» του μορφή) είναι τότε οι κοινοί τόποι συνάντησή τους, έστω και αν θεωρούν τους εαυτούς τους, δυο ξένες κοσμοθεωρίες. Όπως, συνοψίζει ο Κλώντ Μισεά («Το αδιέξοδο Άνταμ Σμίθ» – Εναλλακτικές Εκδόσεις – Αθήνα 2002): «Απλουστεύοντας πολύ, θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο σύγχρονος άνθρωπος της «δεξιάς» έχει μεν την τάση να υπερασπίζεται την προϋπόθεση (την οικονομία του απόλυτου ανταγωνισμού )αλλά δυσκολεύεται ακόμα να αποδεχτεί τη συνέπεια (της) (τα πολιτικά συμβόλαια γάμου ανεξαρτήτως φύλου, την «παραβατικότητα», τα gay parades, το ξένοιαστο life style, την κάθε είδους «απελευθέρωση», κ.α), ενώ ο σύγχρονος άνθρωπος της επίσημης «Αριστεράς», τείνει στις αντίστροφες επιλογές».
Στα άκρα της, η επίκληση από τη δεξιά και αριστερή «ελευθεριότητα», της «απόλυτης ελευθερίας», οδηγεί σταθερά στο «φιλελεύθερο» ποικιλόμορφο χάος της απόλυτης δουλείας. Η ελευθερία, που άλλοτε λογιζόταν ως «συνειδητοποίηση της αναγκαιότητας» ή ως αίτημα της ικανότητας να δρούμε σύμφωνα με τον καθαρά «ηθικό» κανόνα, ξέμεινε ελευθερία γυμνή, ελευθερία ως καθαρή αυθαιρεσία, ελευθερία ως κενό. Και το κενό, γεμίζει με «ποσότητα», δηλαδή με ύλη, δηλαδή με εμπόρευμα και θέαμα.
Ο κοινωνικός μετασχηματισμός
Το ζήτημα της «διαχείρισης» των εξαρτημένων, μέσω της χορήγησης «φαρμάκων» ή της ρητορικής για την «νομιμοποίηση», εντάσσεται στο πνεύμα του μετασχηματισμού των κοινωνιών, που αναφέρονται πια στη μετα-νεωτερικότητα. Εντάσσεται στον ανταγωνισμό της «δεξιάς» και «αριστεράς» προόδου, ενάντια στις «παραδοσιακές» κοινωνίες. Είναι το πολιτισμικό πρότυπο ενός μετα-βιομηχανικού οικονομιστικού ολοκληρωτισμού, που προσπαθεί να κτίσει την νέα «προοδευτική» κοινωνία, μέσα από τα ερείπια που δημιουργεί η βιομηχανική και οικονομική ύβρις. Ο Ιβάν Ιλιτς (1926-2002 ) πίστευε ότι η κρίση απλώνει τις ρίζες της, στην αλαζονεία της υπερβολής, στην υπέρβαση κάθε ορίου. Στο έργο του («Ιατρική Νέμεση – Η απαλλοτρίωση της υγείας», «Κοινωνία χωρίς σχολεία», «Ενέργεια και ισοτιμία», «Εργαλεία για τη συμβιωτικότητα», «Για τις ανάγκες του ανθρώπου σήμερα», κ.α), συχνά αποδίδει στους σύγχρονους θεσμούς και στους «ειδικούς» τους, την αντίσταση να αναγνωρίσουν τα όρια της ανθρώπινης ισχύος και αντοχής. Υπογραμμίζει το γεγονός, ότι η έλλειψη ορίων, διαπερνά πολλές πλευρές του ανθρώπινου βίου, χάρη στη μεγέθυνση αξιών και εννοιών, όπως η «ανάπτυξη», η «υγεία», η «ζωή», σε δραματικά μεγέθη, που εκμηδενίζουν τον άνθρωπο με σάρκα και οστά. Παράλληλα, με την κρίση και σήψη του φυσικού περιβάλλοντος, από την υπερ-μεγέθυνση, συνυπάρχει και η ηθική, κοινωνική κρίση, εφόσον χάνονται οι συνθήκες που μπορούν να καρπίσουν η αγάπη για τον άλλον, η αλληλοβοήθεια, η προσωπική ευθύνη, κ.α.
Από την δεκαετία του ’70, ο Ιβάν Ιλιτς, μιλούσε για την «πολιτισμική ιατρογέννεση» τονίζοντας την αλλαγή της κουλτούρας σε σχέση με την αντιμετώπιση των προβλημάτων υγείας. Τα πολιτισμικά πρότυπα και οι τρόποι που η κάθε κοινωνία είχε αναπτύξει για να αντιμετωπίζει το πόνο, την αρρώστια ή τον θάνατο, αντικαθίστανται από το μονοσήμαντο ιατρικό μοντέλο.
Ο «πόλεμος» ενάντια στην κοινότητα, αποτελεί προϋπόθεση του ατομικισμού και των «δικαιωμάτων». Στην εποχή μας, οι σοσιαλφιλελεύθερες ελίτ, συνεχίζουν την ολοκληρωτική κυριαρχία του εμπορεύματος, επιχειρώντας να εξαφανίσουν την ιστορία, τις αξίες χειραφέτησης, τις ντόπιες ταυτότητες και κουλτούρα. Επιτίθενται λυσσαλέα στο κοινοτικό και ουσιαστικό «σχετίζεσθαι», ως το γόνιμο σπέρμα για ένα μοντέλο ζωής με ισορροπία Λόγου και Πνεύματος, με συγκεκριμένο πολιτισμικό όραμα, αυτόνομες οριζόντιες κοινωνικές σχέσεις, με δικαιώματα και παροχές, αλλά με όρια και με κανόνες ή ενίοτε και με λειτουργικές απαγορεύσεις.
Ο Κορνήλιος Καστοριάδης είναι σαφής για τα «όρια» και την «ωριμότητα» της αυτοθέσμισης: «Ακόμα και στην πιο ελεύθερη, αυτόνομη και διεθνιστική κοινωνία θα πρέπει να αποφασίζεται η σύνθεση του εκλογικού σώματος. (…) π.χ να αποφασίζεται αν στις δημοτικές εκλογές θα έχει δικαίωμα ψήφου οποιοσδήποτε βρίσκεται στην πόλη αυτή, τη στιγμή των εκλογών. Αν όχι, ποιο είναι το ελάχιστο όριο διαμονής μετά από το οποίο θα έχει κανείς το δικαίωμα να ψηφίζει; (…) η άποψη «είμαι ανθρώπινο όν και ψηφίζω σε μια κοινωνία, όπου δεν υπάρχουν διακρίσεις», μπορεί να καταλήξει, και καταλήγει, στο αντίθετο από αυτό που θα ήθελε να είναι. Ο θεσμός της εκλογής διακωμωδείται αν ο οποιοσδήποτε, χωρίς καμιά προϋπόθεση, καμιά συμμετοχή στη πολιτική ζωή της ομάδας… καμιά πιθανότητα να υποστεί τις συνέπειες τις συνέπειες της ψήφου του, ψηφίζει. Ψηφίζω σημαίνει συμμετέχω πλήρως σε μια συγκεκριμένη πολιτική κοινότητα, η οποία και πρέπει κατά κάποιο τρόπο να οριοθετείται». Στις μέρες μας, είναι σίγουρο πως η εύκολη ετυμηγορία της «δικαιωματικής αριστεράς» για τον Καστοριάδη, θα τον κατέτασσε στους «αντιδραστικούς», αν όχι στους «φασίστες».
Η διέξοδος, από την κυριαρχία της οικονομίας και του θεάματος, αντί να επιδιώκει τον «εκσυγχρονισμό της κοινότητας», προκρίνει την καταστροφή της. Την απόσπαση του ανθρώπου, ως πρόσωπο, από τις μορφές παραδοσιακής κοινωνικότητας: του κοινοτισμού, της γειτονιάς, του επαγγέλματος, των τελετουργικών αλληλοβοήθειας και επιβίωσης. Η αποθέωση του ατομισμού και της οικονομικής κυριαρχίας πάνω στις ανάγκες, έπρεπε να συντρίψει παραδοσιακούς θεσμούς κοινοτισμού, ώστε όπως λέει ο Κάρλ Πολανύι (1896-1964), στο έργο του «Ο μεγάλος μετασχηματισμός»), η απειλή της φυσικής εξόντωσης από την πείνα είχε ως απαραίτητη προϋπόθεση «να καταστραφεί η οργανική κοινωνία, που δεν ανεχόταν τη λιμοκτονία του ατόμου». Ο «μεγάλος μετασχηματισμός» της Βιομηχανικής επανάστασης αντικατέστησε τελείως όλους τους τρόπους αλληλεπίδρασης μεταξύ των ανθρώπων. Ξεθεμελίωσε το πολιτισμικό μοντέλο των μη καπιταλιστικών ( και επομένως αντι-καπιταλιστικών ) κοινωνιών. Η πλήρης κυριαρχία του εμπορεύματος, διαμέσου της απελευθερωμένης αγοράς, εμπεριέχει μια μολυσματική, αποσυνθετική διαδικασία, που μετατρέπει τις αμοιβαία δομημένες σχέσεις των «παραδοσιακών» κοινωνιών σε απάνθρωπες οικονομικές συναλλαγές. Η «φιλελευθεροποίηση» του πολιτισμικού καθεστώτος, συμβαδίζει με τον ολοκληρωτισμό του οικονομικού και πολιτικού προτύπου, για να αποδυναμώσει τις κοινωνικές αντιδράσεις.
Η καταστροφή και η εξαφάνιση του τρόπου ζωής, που αναφέρεται σε οργανικά διαρθρωμένες κοινωνίες, με ριζωμένη πολιτισμική ταυτότητα και αμοιβαιότητα στις σχέσεις, αποτελεί την κατάλληλη βάση για τον ολοκληρωτικό «εκσυγχρονισμό» της εποχής μας. Όταν εξαλειφθούν ή απονευρωθούν οι δεσμοί, που ορίζουν την κοινότητα, τόσο ως πολιτισμικό βίωμα όσο και ως κοινωνικοοικονομική δομή, αφενός αποδυναμώνεται η πίστη στον μέσο άνθρωπο, πως μπορεί να αυτοδιοικείται ή και να «θεραπεύεται» και αφετέρου μειώνονται οι τελευταίες αντιστάσεις σε μια ολοκληρωτική κυριαρχία του παγκοσμιοποιημένου κεφαλαίου. Η κοινότητα ως τρόπος αυτονομίας και αυτοδιεύθυνσης, μπορεί να αποτελέσει ένα εναλλακτικό μοντέλο συνολικής ανάπτυξης και παραγωγής, που λαμβάνει υπόψιν τις νέες τεχνολογικές εξελίξεις, αλλά έρχεται σε αντιδιαστολή και αντίσταση με την παγκοσμιοποίηση και την απόλυτη πολιτισμική κυριαρχία του ατόμου, ως μονάδας και καταναλωτή.
ΠΗΓΗ: https://tokoinonikoodofragma.wordpress.com
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.