Κυριακή 1 Οκτωβρίου 2017

Γράφει ο Οδ. Ελύτης για τον Ρωμανό τον Μελωδό


Φωτογραφία του Δημήτρης Μπαλτάς.

Γράφει ο Οδ. Ελύτης για τον Ρωμανό τον Μελωδό του οποίου η μνήμη τιμάται την 1η Οκτωβρίου:

Το φως της λαμπάδας που άναψε αυτός ο νεαρός διάκονος της Βηρυτού, φτάνοντας μία μέρα στη Βασιλεύουσα μ’ ένα τυλιχτάρι κάτω από τη μασχάλη, για να κλειστεί σ’ ένα καμαράκι και να γράψει εκατοντάδες ποιήματα, δεν ομολογεί απλώς πίστη και αφοσίωση στην εκκλησία του Χριστού· καίει και θρέφεται από μια παράδοση που δεν είχε ίσως κανένα πλέον αντίκρισμα στον απέραντο ελληνόφωνο πληθυσμό (ηττημένη καθώς ήτανε από τον μονοθεϊσμό και τις νέες ανθρωπιστικές αξίες), κρατιότανε όμως γερά, σαν τρόπος εκφραστικός, αγκιστρωμένη από τη γλώσσα κι έτοιμη, μεσ’ απ’ αυτήν, να περάσει στο αντίπαλο στρατόπεδο, για να κατισχύσει με τον ίδιο τρόπο ακριβώς που ο φορέας της είχε, ειρηνικά κι εκείνος, πετύχει να βρεθεί, από υποτελής, κυρίαρχος και ιδρυτής μιας παντοδύναμης αυτοκρατορίας.

Αν ο Μέγας Κωνσταντίνος ήταν αδύνατον να προβλέψει το αποτέλεσμα που θα μπορούσε να είχε η μετακίνησή του, πόσο μάλλον ο Ρωμανός. Λίγοι, ελάχιστοι, ακόμη και σήμερα, έχουμε συνειδητοποιήσει ότι το χαρτί που του έδωσε κάποια νύχτα η Παναγία να καταβροχθίσει, όπως μας λένε τα συναξάρια, τον έκανε άξιο να μεταμοσχεύσει από τον κορμό του αρχαίου στον κορμό του μεσαιωνικού ελληνισμού έναν ειδικό τρόπο του εκφράζεσθαι που έφτασε σώος ως τις μέρες μας. Είναι κάτι τόσο μεγάλο αυτό και -δυστυχώς- σε τόσο μικρό ποσοστό φανερωμένο, που η δυσκολία να το αποδείξεις το αφήνει να πάρει μοιραία το σχήμα της υπερβολής.

Και πρώτα - πρώτα, ο ίδιος ο Ρωμανός θα ’χε λόγους να διαμαρτυρηθεί: καμιά σχέση δεν ήθελε να ’χει αυτός με τον αρχαίο κόσμο. Ούτε καν Ελληνας δεν ήταν. Σύρος ή κατά τον Maas, Εβραίος, έγραψε στην κοινή του καιρού του, μια μεταβατική φάση της ελληνικής, που -υπάρχουνε πολλά δείγματα- τη χειρίσθηκε με τους δισταγμούς και τα παραπατήματα ενός ξένου. Κάτι περίπου σαν τους μεγάλους σύγχρονους ποιητές μας που δεν ήξεραν ελληνικά, όπως έλεγε ο Σεφέρης για τον Σολωμό, τον Κάλβο και τον Καβάφη και που ωστόσο -ίσως γι’ αυτό- αναπαρθενεύσανε, από έναν δρόμο απροσδόκητον ο καθένας τους, τον ποιητικό λόγο.

 Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.