.Οι Έλληνες, φοβούμενοι μήπως τους λείψουν οι γάζες από τα νοσοκομεία, οι ασπιρίνες από τα φαρμακεία και το χαρτί υγείας από τα Σούπερ Μάρκετ, αδιαφορούν εντελώς για την πατρίδα τους και τα παιδιά τους – τα οποία θα κληθούν να πληρώσουν τη δειλία τους, αποτελώντας την πρώτη γενιά που αντιμετωπίζεται προσβλητικά από τους Πολίτες άλλων χωρών και που νοιώθει ντροπή για την καταγωγή της.
.
«Υπήρξαν εποχές όπου οι ελίτ, οι κάτοχοι της εξουσίας δηλαδή στον πλανήτη, οδηγούσαν μαζικά τους ανθρώπους στο θάνατο – συνήθως όμως θεωρούσαν προτιμότερο να εργάζονται οι άλλοι για αυτούς, έτσι ώστε να αποκομίζουν κέρδη.
Ειδικότερα, από το ξεκίνημα της ανθρώπινης ιστορίας, όλα εξελίσσονται με τον ίδιο ακριβώς τρόπο: υπάρχει μία περιορισμένη ελίτ, η οποία προσπαθεί να αναγκάσει την υπόλοιπη ανθρωπότητα να τοποθετηθεί κάτω από το ζυγό της.
Όταν κάποιος έπρεπε στο παρελθόν να συμμετέχει ως εργάτης στην κατασκευή μίας πυραμίδας, να προσφέρει αργότερα το ένα τρίτο της σοδειάς του στο γαιοκτήμονα ή να δίνει σήμερα το μισό του εισόδημα στην εφορία, συνεχίζει ουσιαστικά να υποχρεώνεται στην ίδια διαδικασία: να κάνει πλουσιότερους τους ισχυρούς, εις βάρος του. Με απλά λόγια, μετατρέπεται σε σκλάβο, σε ανθρώπινο δυναμικό, σε «φυσικό πόρο» (Human resource), ο οποίος αξιοποιείται καταληστευμένος, εξυπηρετώντας αποκλειστικά και μόνο τα συμφέροντα αυτών που κατέχουν τη Δύναμη.
Ορισμένες μορφές της σκλαβιάς έχουν βέβαια απαγορευθεί σήμερα. Εν τούτοις, ένας από τους πλέον ύπουλους τύπους της έχει διευρυνθεί και διαδοθεί περισσότερο από κάθε άλλη εποχή. Ο τύπος αυτός ονομάζεται «χρέος» – όπου, στην πραγματικότητα, σχεδόν κάθε απόφαση μας στη ζωή μας οδηγεί, ατομικά ή συλλογικά, όλο και πιο βαθιά στην παγίδα των δανειστών. Ακόμη και οι σπουδές σε ορισμένες χώρες εξυπηρετούν τη συγκεκριμένη διαδικασία – κρίνοντας από το ύψος των φοιτητικών δανείων στις Η.Π.Α., τα οποία έχουν υπερβεί το 1,2 τρις $.
Συνεχίζοντας, κάποια στιγμή στη ζωή τους οι περισσότεροι άνθρωποι αγοράζουν σπίτι, υπογράφοντας ένα ενυπόθηκο δάνειο που πολύ δύσκολα μπορούν να εξυπηρετήσουν, ειδικά σε εποχές κρίσης – όπως τεκμηριώνεται σήμερα στην Ελλάδα, όπου χιλιάδες κατοικίες είναι στα πρόθυρα της κατάσχεσης και των πλειστηριασμών. Το ίδιο συμβαίνει και με την αγορά αυτοκινήτων, τα οποία συνήθως αποκτούνται επί πιστώσει – με τους γάμους, με τα ταξίδια, με τις πιστωτικές κάρτες, καθώς επίσης με μία σειρά άλλων καταναλωτικών δανείων, με τα οποία οι άνθρωποι μετατρέπονται σε σκλάβους χρέους.
Ελάχιστοι άλλωστε κατανοούν πως ένα δάνειο δεν πρέπει να συνάπτεται ποτέ για καταναλωτικούς σκοπούς, αλλά μόνο για επενδυτικούς –παραδείγματος χάριν, για την αγορά μηχανημάτων, μέσω των εσόδων (κερδών) των οποίων θα μπορούν να αποπληρώνονται τα τοκοχρεολύσια. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και στα κράτη, με τα δάνεια των οποίων επιβαρύνονται οι Πολίτες τους – όταν, ως επί το πλείστον, χρεώνονται για την κάλυψη των καταναλωτικών δαπανών τους (ελλείμματα) και όχι για να διενεργήσουν προσοδοφόρες επενδύσεις.
Οι περισσότεροι λοιπόν, κράτη και ιδιώτες, μετατρέπονται εκούσια σε σκλάβους χρέους – ενώ όταν αποπληρώνουν τα δάνεια τους φροντίζουν έτσι ώστε η ελίτ, η οποία τους έχει οδηγήσει στη μεγάλη παγίδα, να «εγγράφει», να πιστώνεται καλύτερα με τεράστια κέρδη. Ειδικά όσον αφορά μία χώρα όπως η Ελλάδα, το δημόσιο χρέος της οποίας καλούνται να εξυπηρετήσουν οι Έλληνες λόγω του φόβου τους να χρεοκοπήσουν, το ύψος του σε όρους εισοδημάτων των Πολιτών είναι 50% υψηλότερο από αυτό που φαίνεται – αφού τα εισοδήματα των ανθρώπων, καθώς επίσης τα πάγια περιουσιακά τους στοιχεία έχουν μειωθεί τουλάχιστον κατά 50%.
Ως εκ τούτου η πληρωμή του είναι αδύνατη, ενώ η απλή εξυπηρέτηση του πολύ δύσκολη – σημειώνοντας πως το δημόσιο χρέος μειώνεται είτε από τα δημοσιονομικά πλεονάσματα (=μετά τους τόκους), είτε από την πώληση της κρατικής περιουσίας. Με δεδομένο όμως το ότι, τα δημοσιονομικά πλεονάσματα είναι σχεδόν ανέφικτα χωρίς τη λεηλασία του πληθυσμού μετά από οκτώ χρόνια βαθιάς ύφεσης, ενώ οι τιμές της δημόσιας περιουσίας έχουν καταρρεύσει, σε τελική ανάλυση θα εξυπηρετείται μεν το χρέος ασθμαίνοντας μέσω της επιμήκυνσης του στο διηνεκές, καθώς επίσης του ξεπουλήματος των περιουσιακών στοιχείων, αλλά στην καλύτερη περίπτωση θα παραμένει στο ίδιο ύψος, ακόμη και αν ξεπουληθούν τα πάντα – οπότε το οδυνηρό τέλος είναι προδιαγεγραμμένο, νομοτελειακό, είτε το συνειδητοποιεί κανείς, είτε όχι«.
.
Ανάλυση
Ανήκοντας κανείς στους φιλελεύθερους οικονομολόγους οφείλει να αποσαφηνίζει τις θέσεις του, επειδή συχνά παρανοούνται – τονίζοντας πως ο φιλελευθερισμός δεν έχει καμία απολύτως σχέση με τον ακραίο νεοφιλελευθερισμό, όπως ο σοσιαλισμός και η αληθινά αναθεωρητική αριστερά δεν έχουν καμία σχέση με τον κρατισμό.
Ο νεοφιλελευθερισμός (έτσι όπως έχει δυστυχώς εξελιχθεί μετά το 1980, όπου επικράτησε η σχολή του Σικάγο), στις οικονομικά ισχυρές χώρες είναι πλέον συνώνυμος με το «μονοπωλιακό καπιταλισμό» – όπου σχεδόν όλοι οι επιχειρηματικοί κλάδοι, συμπεριλαμβανομένης της άμυνας, της παιδείας, της υγείας, της εσωτερικής ασφάλειας όπως οι φυλακές κοκ. «οφείλουν» να ανήκουν στους ιδιώτες.
Κάποια στιγμή λοιπόν δημιουργούνται πολυεθνικά τέρατα, τα οποία μονοπωλούν την αγορά, ενώ πληρώνουν μηδαμινούς φόρους εκμεταλλευόμενα τις φορολογικές οάσεις – με αποτέλεσμα να επιβαρύνονται με τους φόρους που λείπουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις και οι εργαζόμενοι Πολίτες, να μειώνονται τα εισοδήματα τους, να περιορίζεται το κοινωνικό κράτος κοκ.
Εκτός αυτού, οι πολυεθνικές μονοπωλιακές επιχειρήσεις «χειραγωγούν» την πολιτική, με στόχο την εξυπηρέτηση των δικών τους συμφερόντων – ενώ εκβιάζουν με το μέγεθος τους (too big to fail) ή/και με τις επενδυτικές τους δυνατότητες τα κράτη, αυξάνουν τις τιμές πώλησης τους (ειδικά στις κοινωφελείς επιχειρήσεις που εξαγοράζουν) κοκ.
Στις οικονομικά αδύναμες χώρες τώρα ο νεοφιλελευθερισμός επιβάλλεται με την πολιτική λιτότητας, με τα μνημόνια, με τις διατλαντικές συμφωνίες (ανάλυση) κοκ. – με στόχο αφενός μεν τη λεηλασία τους, αφετέρου την υποταγή τους στις πρακτικές του. Παράδειγμα η TiSA, μέσω της οποίας επιδιώκεται η απαγόρευση της εθνικοποίησης κοινωφελών επιχειρήσεων που έχουν προηγουμένως ιδιωτικοποιηθεί – καθώς επίσης μία σειρά άλλων πραγμάτων.
Φυσικά ο ακραίος νεοφιλελευθερισμός χρησιμοποιεί ως θρησκεία του (η θρησκεία στα οικονομικά είναι συνώνυμη με το δογματισμό) το αόρατο χέρι της ελεύθερης αγοράς – η οποία δήθεν ρυθμίζει αυτόματα τα πάντα χωρίς κανένα λάθος, αρκεί να μην επεμβαίνει το κράτος στη λειτουργία της. Δηλαδή την «πεφωτισμένη ιδιοτέλεια» του Adam Smith, σύμφωνα με τον οποίο μέσα στο σύστημα του καπιταλισμού ένα άτομο που δρα για το ατομικό του συμφέρον, προωθεί νομοτελειακά και το συμφέρον της κοινότητας (ανάλυση).
Εν τούτοις έχει τεκμηριωθεί πλέον πως αυτά που ίσχυαν στην εποχή του A. Smith έχουν πάψει να ισχύουν σήμερα, μεταξύ άλλων λόγω του μεγέθους των επιχειρήσεων – ενώ το αόρατο χέρι της ελεύθερης αγοράς κάνει πάρα πολλά λάθη, όταν δεν ελέγχεται από κανέναν, λειτουργώντας ως εκ τούτου ασύδοτα.
Ειδικά όσον αφορά το χρηματοπιστωτικό σύστημα, το οποίο αύξησε τη δύναμη του μετά τη δημιουργία χρημάτων από το πουθενά εκ μέρους του, κατασκεύασε την παγίδα του χρέους (άρθρο) – ενώ αποθρασύνθηκε μετά την κατάργηση του νόμου που διαχώριζε τις επενδυτικές από τις καθαρά τραπεζικές δραστηριότητες (Glass-Steagall). Σε τελική ανάλυση λοιπόν η ελεύθερη αγορά δεν είναι καθόλου σε θέση να λειτουργήσει – οπότε χωρίς τη ρύθμιση της από τα κράτη, θα καταστρέψει τον πλανήτη.
Στα πλαίσια αυτά, ανήκουμε σε εκείνους τους φιλελεύθερους οικονομολόγους που δεν συμφωνούν με την ασύδοτη αγορά – θεωρώντας πως τα κράτη πρέπει να επεμβαίνουν ρυθμιστικά στη λειτουργία της, ενώ ειδικά σε περιόδους ύφεσης οφείλουν να λαμβάνονται δημοσιονομικά μέτρα (κρατικές επενδύσεις, φορολογικές ελαφρύνσεις κλπ.).
Πιστεύουμε δηλαδή στη μικτή οικονομία, στη χρυσή μεσότητα κατά κάποιον τρόπο, όπου οι κοινωφελείς (παιδεία, υγεία, άμυνα, ηλεκτρισμός, ύδρευση, εσωτερική ασφάλεια, κεντρική τράπεζα κλπ), οι στρατηγικές (αεροδρόμια στα σύνορα κα.), καθώς επίσης οι μονοπωλιακές κερδοφόρες επιχειρήσεις (τυχερά παιχνίδια κλπ.), πρέπει να ανήκουν στο κράτος – ενώ όλες οι υπόλοιπες στους ιδιώτες, οι οποίοι όμως πρέπει να ελέγχονται πολύ αυστηρά από το Κράτος Δικαίου και τους υπόλοιπους Θεσμούς. Προφανώς δε, χωρίς να εμποδίζεται η λειτουργία τους από τα μη ορθολογικά φορολογικά, γραφειοκρατικά, περιβαλλοντικά και λοιπά δημόσια συστήματα.
Το βασικό επιχείρημα βέβαια των νεοφιλελεύθερων είναι πως τα κράτη είναι διεφθαρμένα, οι πολιτικοί διαπλέκονται, είναι δημαγωγοί που προωθούν το κομματικό τους συμφέρον κοκ. – οπότε πρέπει όλα να ανήκουν στους ιδιώτες που (δήθεν) δεν έχουν τέτοια ελαττώματα. Εμείς όμως θεωρούμε αντίθετα ότι, η μοναδική προστασία των ανθρώπων απέναντι στην οικονομική εξουσία είναι η Πολιτική – η οποία, όταν δεν ανταποκρίνεται στο λειτούργημα της, πρέπει να υποχρεώνεται να το κάνει από τους ίδιους τους Πολίτες, με τελικό στόχο τους την άμεση δημοκρατία.
Η σημερινή Ελλάδα και η πολιτική λιτότητας
Περαιτέρω, υπό τις συνθήκες που επικρατούν σήμερα στην Ελλάδα, ειδικά μετά την πρωτοφανή κυβίστηση της «αριστεράς» που αποτελούσε το ύστατο ανάχωμα των Πολιτών, είναι προφανώς δύσκολο να αμυνθεί κανείς απέναντι στην σφοδρή επίθεση του ακραίου νεοφιλελευθερισμού – ο οποίος χρησιμοποιεί ως όπλα αιχμής την πολιτική λιτότητας και τα εξοντωτικά μνημόνια, εκμεταλλευόμενος τις αδυναμίες της χώρας λόγω της υπερχρέωσης της, των θεσμικών της ελλειμμάτων, της πολιτικής διαφθοράς και ανικανότητας, του κομματικού κράτους, του ενδοτισμού, της γεωπολιτικής της ανασφάλειας κοκ.
Πόσο μάλλον όταν το ασφαλιστικό καταρρέει και οι κοινωφελείς επιχειρήσεις είναι επίσης υπερχρεωμένες, όπως στο παράδειγμα της ΔΕΗ με επισφάλειες που υπερβαίνουν τα 2,5 δις € – ενώ στα πλαίσια του PSI έχουν αποδεχθεί ορισμένες το αγγλικό δίκαιο στα ομόλογα τους, παρά το ότι δεν υπήρχε απολύτως κανένας λόγος.
Πολύ περισσότερο όταν έχει αφελληνισθεί εντελώς ο χρηματοπιστωτικός τομέας της χώρας, με αποκλειστική ευθύνη της σημερινής κυβέρνησης – ενώ οι τράπεζες έχουν μετατραπεί σε επιθετικά κερδοσκοπικά κεφάλαια (hedge funds) διαχείρισης κόκκινων δανείων, με αμέτρητες κατασχέσεις και πλειστηριασμούς προ των πυλών. Οι μεγάλες εκκρεμότητες δε παραμένουν: οι εγγυήσεις δηλαδή του δημοσίου που ευχόμαστε να μην κληθούν οι Έλληνες να τις πληρώσουν, καθώς επίσης η ανάγκη νέων κεφαλαίων εκ μέρους τους.
Όσον αφορά την εγχώρια ελίτ, αυτή που απομυζεί από χρόνια τους Έλληνες ελέγχοντας τις κυβερνήσεις και χαριεντιζόμενη μαζί τους, αποτελεί την πέμπτη φάλαγγα των δανειστών, ευελπιστώντας να πάρει μερίδιο από τα λάφυρα της λεηλασίας – γεγονός που σημαίνει πως τους στηρίζει, βοηθώντας στο έργο τους και στη χειραγώγηση των Πολιτών.
Ακόμη λοιπόν και αν τεκμηριώσει κανείς πως οι ιδιωτικοποιήσεις των κοινωφελών επιχειρήσεων είναι καταστροφικές, χρησιμοποιώντας το παράδειγμα της Γερμανίας που τις εθνικοποιεί ξανά, έχοντας διαπιστώσει πως το κόστος για τους Πολίτες της ήταν τεράστιο (πηγή), ενώ κάτι ανάλογο ισχύει επίσης για τις συμπράξεις του δημοσίου με τον ιδιωτικό τομέα, δεν πρόκειται να επιτύχει τίποτα – πολύ περισσότερο επειδή οι Έλληνες έχουν πια συνθηκολογήσει, επιλέγοντας τη συλλογική αποχαύνωση.
Απλούστατα, με το κράτος σε άθλια κατάσταση, με τον ιδιωτικό τομέα να καταρρέει από το βάρος των φόρων και των δανείων του, καθώς επίσης με τους Πολίτες να σιωπούν όπως τα πρόβατα, έστω αιτιολογημένα (ανάλυση), δεν έχει κανένα νόημα η τεκμηρίωση του ότι, ο ακραίος νεοφιλελευθερισμός θα αποβεί καταστροφικός για την πατρίδα μας – όποιο από τα κόμματα εξουσίας και αν αναλάβει τη διαχείριση του, κατ’ εντολή των δανειστών. Μίας χώρας που είναι η περισσότερο χρεοκοπημένη στην ιστορία του πλανήτη, χωρίς καμία απολύτως δυνατότητα διάσωσης της, εάν δεν προηγηθεί η ονομαστική διαγραφή μεγάλου μέρους των χρεών της – κάτι που, για να υπάρχει κάποια ελπίδα επίτευξης του, θα έπρεπε οι Πολίτες να είναι πρόθυμοι να υποστούν τη χρεοκοπία του δημοσίου, ακόμη και με τον κίνδυνο εξόδου από το ευρώ.
Συμπερασματικά λοιπόν, το να περιμένει κανείς πως η χώρα μας θα επιστρέψει σε μία βιώσιμη πορεία ανάπτυξης, με τη σημερινή ή με την επόμενη κυβέρνηση, όταν επιβάλλονται συνεχώς νέα δημοσιονομικά μέτρα, όπως το θηριώδες νομοσχέδιο που θα ψηφιστεί σύντομα, αποτελεί το άκρον άωτο της ανοησίας – για να μην χρησιμοποιήσουμε το σωστό όρο που λογικά προσβάλλει τους ιθαγενείς.
Επίλογος
Με κριτήριο τα παραπάνω είναι εμφανές ότι, δεν υπάρχει πια καμία απολύτως δυνατότητα κοινοβουλευτικής, ειρηνικής άμυνας των Ελλήνων – παρά το ότι δεν πρέπει να χάνει κανείς ποτέ την αισιοδοξία και την ελπίδα του για ένα καλύτερο μέλλον. Εν τούτοις φαίνεται καθαρά ότι, όλο και πιο πολλοί θα υποκύψουν στο σύνδρομο της Στοκχόλμης, θα νοιώθουν δηλαδή θύτες αντί για θύματα αναλαμβάνοντας ακούσια ευθύνες που δεν τους αναλογούν – επειδή το ένστικτο της αυτοσυντήρησης θα πάρει τα ηνία.
Επίσης πως θα υπάρξουν ελάχιστες κοινωνικές αντιδράσεις, όταν μαζικοποιηθούν οι πλειστηριασμοί και ξεκινήσουν οι εξώσεις – επειδή ο φόβος έχει πλέον καταλάβει το πνεύμα, την ψυχή και την καρδιά των Ελλήνων. Όλοι έχουν καταλάβει πάντως πως δεν υπάρχει καμία κοινοβουλευτική λύση για τη χώρα – αφού σχεδόν όλα τα πολιτικά κόμματα έχουν σκύψει το κεφάλι, τασσόμενα υπέρ των μνημονίων στο διηνεκές. Κανένας όμως δεν είναι πρόθυμος να αποδεχθεί το ρίσκο της μοναδικής εναλλακτικής λύσης: της κοινωνικής εξέγερσης.
Στα πλαίσια αυτά, όλες οι πολιτικές και οικονομικές συζητήσεις περί συστημάτων διακυβέρνησης, είναι κενές πρακτικού νοήματος – ενώ περιττεύουν επίσης οι αναλύσεις και οι διαπιστώσεις, αφού μοιάζουν πια με νεκροψία και όχι με συνταγές ανάρρωσης του ασθενούς.
Ολοκληρώνοντας, έχουν πέσει πια οι «τίτλοι τέλους», με νέα αφετηρία την παλαιότερη επιδεινωμένη: μία οδύνη δίχως τέλος. Εκτός εάν βέβαια οι Έλληνες αντιδράσουν κάποια στιγμή συλλογικά, έστω στην άκρη του γκρεμού – επιλέγοντας ένα οδυνηρό τέλος που είναι συνήθως συνώνυμο με την ανατολή της ελπίδας.
ΠΗΓΗ: https://analyst.gr
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.