Γιῶργος Καστρινάκης
Ἔχει, ἄραγε, κάποια σχέση ἡ ἕλξη τῶν φύλων μὲ τὴν ἠθική; Ἢ διεκπεραιώνεται σ’ ἕνα πεδίο «ἐκεῖθεν» τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ;
Ἡ διερώτηση θὰ μποροῦσε, ἀσφαλῶς, νὰ ἔκλεινε ἀμέσως μὲ τὴ διαβεβαίωση πὼς ἡ ἕλξη τῶν φύλων εἶναι κάτι αὐτοδήλως καλό – ἔτσι ὥστε δικαιοῦται νὰ διεκπεραιώνεται «ἐντεῦθεν» ὅλων τῶν διερωτήσεων.
Θά ’ταν, ὅμως, μιὰ ἀπάντηση ποὺ ἀφήνει ἀνεξήγητη τή… φόρτιση μὲ τὴν ὁποία ἡ παροῦσα ἐποχὴ προσεγγίζει τὸ συγκεκριμένο πεδίο: τὸ μάτι ποὺ κλείνει, τὰ ζαρωμένα γελάκια, τὸ προφανὲς διφορούμενο... Ἐν μέσῳ μάλιστα μιᾶς ἐπίσημης ρητορικῆς ποὺ καταγγέλλει, στεντόρεια, ἁπαξάπασα τὴν προγενέστερη ἐπιφυλακτικότητα κατενώπιον τοῦ θέματος.
Ἔχουμε ἐδῶ, αὐταποδείκτως, νὰ κάνουμε μὲ μιὰ σύγχυση ἐννοιῶν. Πολὺ ριζικώτερα, ὡστόσο, ἔχουμε νὰ κάνουμε μὲ τὴ «λαθραία» παρουσία τῆς ἔλλογης ἀντίφασης μέσα σὲ ἕναν καιρό (τὸν νεώτερο) ποὺ ἔταξε, ὡς «ὅρο» του, νὰ καθαιρέσει ἐξ ἅπαντος κάθε ζῶσας ὑπόστασης τὶς ἀντιφάσεις – ἤ, κατὰ τὴ “μετα-νεώτερη” φάση του, νὰ ἀποσυνδέσει κάθε αἰτιατὸ ἀπὸ ἀντίστοιχο αἴτιο, καταποντίζοντας τὸ εἶναι μέσα σ’ ἔνα ἄλογο ἔρεβος.
Ἡ ἕλξη τῶν φύλων, ἂς δοῦμε, διερμηνεύεται, πρὸ ὁ,τιδήποτε ἄλλου, ὡς ἕλξη σωμάτων. Συνάγεται, μάλιστα, τὸ συμπέρασμα πὼς ἀρκεῖ ἡ ἐπαφή τους νὰ ὑλοποιηθεῖ, προκειμένου ἡ ἕλξη νά ’χει ὁλοκληρωθεῖ. Καὶ θὰ γινόταν πράγματι – ἐὰν τυχὸν “ἐαυτός” μας ἦταν μόνο ἡ “φύση” μας – οἱ σχέσεις νὰ ἀποκαθίστανταν ἔτσι. Τὸ πρόβλημα ξεκινάει ὅταν καταλαβαίνουμε πώς, διαθέτοντας τὸ σῶμα μας χάριν ἀπολαβῆς τῆς ἀπόλαυσης (σὰ νὰ λέμε, γιὰ ἕνα αὐτοσκοπούμενο κέρδος) ἔχουμε, συγχρόνως, παραγράψει κάθε ἄλλη διάσταση τῆς ἀνάγκης μας. Ἔχουμε, τελικά, ἀπομειώσει τὸν ὁρίζοντα τῶν ἐκπληρώσεών μας. Χαιρόμαστε, βέβαια. Ἀλλὰ χαιρόμαστε ἐντὸς τῶν ὁρίων μιᾶς ἐλλειμματικώτερης ὕπαρξης. Κι ὁ ἐαυτός μας τὸ ξέρει.
Τὸ ξέρει τόσο καλά, ὥστε δὲν ἐπιφυλάσσεται, πιά, νὰ παραδεχθεῖ πὼς ἐκεῖνο ποὺ ἀπομένει ὡς σημαῖνον τοῦ ὠφέλους μας εἶναι μόνο τὸ κλεισμένο ματάκι, τὸ πνιγμένο χαμόγελο, ἡ ἀμφίσημη νύξη... Μαζὶ κι οἱ λέξεις ποὺ ὁρίζουν, ἀπρόσκοπτα, τὸν «ἑταῖρο» ὡς «πολέμιο»: Πάει τὴν πεῖ, ἡ (ἂν νοοῦμε) ὑποδήλωση πώς – στὸν κόσμο – ἐ κ π λ ή ρ ω σ η_ προσκομίζει τὸ_ σ κ ό τ ο ς.
Ὡς δεινὲς ἀντιφάσεις μιᾶς ζωῆς ποὺ ὁ λόγος της ἀγνοεῖ (ἢ τεχνητὰ ἀποθεώνει) τὴν ἑδραία ἀντίφαση.
Ἔχει, ἐν τέλει, κάποια σχέση ἡ ἕλξη τῶν φύλων μὲ τὴν ἠθική; «Ὄχι – στὸν ἔρωτα ὅλα ἐπιτρέπονται!», μᾶς… ἐφησυχάζουν, συντονισμένοι, σύμπαντες οἱ πομποὶ τοῦ ἐπίσημου λόγου. Διαβιβάζοντάς μας, εὐαρεστημένα, σὲ ἕναν ἄτρεπτο Νόμο διαφυλαγμένο μιὰ γιὰ πάντα ἀπὸ Ἀντινομίες.
Διαβιβάζοντάς μας, δηλαδή, σὲ μιὰ νεκρότητα πού, εὐθὺς μόλις διασταυρωθεῖ μὲ τὴ ζωή, θὰ αἰσθανθεῖ νά ’χει παγιδευτεῖ μέσα σ’ ἕνα ὁριστικὸ ἀδιέξοδο... Μὲ μόνη «παρηγοριὰ» τὴν_ ἀπ ο μ ε ί ω σ η τῶν_ σ η μ α σ ι ῶ ν – ὁπότε καὶ τὴ συστολή, αὐτοῦ καθεαυτό, τοῦ μετέχειν στὸ εἶναι.
Προκειμένου ἴσα ἴσα νὰ μὴν ἀντιληφθοῦμε, διὰ βίου, πὼς ἐκεῖνο ποὺ διακυβεύεται πάνω στὸ ἐρώτημα γιὰ τοὺς ὅρους τῆς ἕλξης, εἶναι τὸ Ἕνα της Χρείας μας: Ἂν ἡ χαρὰ ἔχει νόημα! Πώς, ἂν «ναί», τότε ἀκόμα καὶ τὸ τίποτα μπορεῖ νὰ περιέχει τὸ πᾶν. Πῶς, ἂν «ὄχι», τότε ἀποκλειστικὸ περιεχόμενο τοῦ παντὸς ἀποβαίνει τὸ τίποτα.
Δημοσιεύθηκε στὴ «Νέα Εὐθύνη», τχ 6, Ἰούλιος-Αὔγουστος 2011
Ο ζωγραφικός πίνακας που πλαισιώνει τη σελίδα είναι έργο του Μίκη Φοινικαρίδη.
πηγή: Aντίφωνο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.