Πέμπτη 23 Νοεμβρίου 2023

ΤΟ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ

Aldous Leonard Huxley - Άλντους Χάξλεϋ (26 Ιουλίου 1894 – 22 Νοεμβρίου 1963)




«Αληθινά, τούτη η θέση ήταν ολότελα ακατάλληλη για ένα βιβλιοπωλείο. Όλες οι άλλες εμπορικές επιχειρήσεις σ’ αυτό το δρόμο αποβλέπανε στον ανεφοδιασμό της πολυάσχολης, βρώμικης συνοικίας. Μόνο ο κεντρικός, αρτηριακός δρόμος είχε κάποια ιδιαίτερη αίγλη και ζωή, που του χάριζε τ’ αστραπιαίο πέρασμα των αυτοκινήτων. Ήταν χαρούμενος ο κεντρικός δρόμος. Όμως ολόγυρα, σε μεγάλες εκτάσεις, ήταν φτωχογειτονιές, που οι τρώγλες μύριζαν μούχλα… Οι χωριανοί έκαναν τα ψώνια τους στον εμπορικό δρόμο. Διάβαιναν κρατώντας μεγάλα κομμάτια κρέας που φαίνονταν πλαδαρά, ακόμα και διπλωμένα. Γυναίκες με μαύρους σκούφους και μαύρα σάλια σέρνονταν στο δρόμο της Αγοράς, κρατώντας γιαλιστερές, πλεχτές τσάντες από χόρτο. 

Αναρωτιόμουν, αν αυτές θ’ αγόραζαν ποτέ βιβλία. Κι όμως, υπήρχε σ’ αυτό τον εμπορικό δρόμο, ένα πολύ μικρό μαγαζί που οι βιτρίνες του είχαν ράφια και σ’ αυτά φάνταζε η μαύρη ράχη βιβλίων στην αράδα.
Στα δεξιά του μαγαζιού, μια μεγάλη αποθήκη φτηνών επίπλων στόλιζε το δρόμο και στ’ αριστερά, πίσω από κουρτίνες η διακριτική βιτρίνα ενός μαγειριού διαφήμιζε με σκαλιστά λευκά γράμματα την εκλεκτή ποιότητα γευμάτων μόνο με έξη πέννες. Ανάμεσα σ’ αυτά τα φανταχτερά καταστήματα, το μικρό βιβλιοπωλείο περνούσε απαρατήρητο. Μια πόρτα κι ένα σκοτεινό παράθυρο, τέσσερα πόδια μακρύ, ήταν όλη η πρόσοψή του.

 Έβλεπες εκεί ότι η λογοτεχνία αποτελούσε πολυτέλεια. Έπιανε τον ανάλογο χώρο της ανάγκης. Όμως η παρηγοριά ήταν ότι είχε επιζήσει, οριστικά επιζήσει.
Ο ιδιοκτήτης του βιβλιοπωλείου έστεκε στην πόρτα: ένας μικρόσωμος άντρας, με γκρίζο γένι και μάτια πολύ ζωηρά, που άνοιγαν αριστερά και δεξιά της μακριάς σουβλερής μύτης του που την αγκίστρωνε η τσιμπίδα των γυαλιών του (…….).

Μέσα στο κατάστημα βασίλευε ένα καστανό μούχρωμα, που μύριζε δερματίλα κι ακόμη εκείνη τη μυρουδιά της λεπτής σκόνης που κάθεται πάνω στις σελίδες των λησμονημένων βιβλίων σα να φυλάει τα μυστικά τους – έτσι, όπως κάτω από τη στεγνή άμμο της ασιατικής ερήμου, απίστευτα ανέπαφοι, βρίσκονται οι θησαυροί, και οι διάφορες αρχαιότητες και τα μικροθυμητικά χιλιάδων χρόνων (….)

Το νήμα της σκέψης μου διακόπηκε από τη φωνή του γέρου.
Θα πρέπει να είστε μουσικός, είπε.
Ω, ναι, ήμουν λίγο. Μου έτεινε έναν ογκώδη τόμο.
Το έχετε ακούσει ποτέ αυτό; ρώτησε.
«Ρομπέρτο ο διάβολος». Όχι, δεν τ’ άκουσα ποτέ. Δεν είχα αμφιβολία ότι υπήρχαν κενά στη μουσική μου κατάρτιση.

Ο γέρος πήρε το βιβλίο κι έσυρε μια καρέκλα από τα σκοτεινά βάθη του μαγαζιού. Τότε ακριβώς παρατήρησα κάτι το εκπληκτικό. Αυτό που είχα περάσει, μ’ επιπόλαιη ματιά, σαν κοινό μπάγκο καταστήματος, διέκρινα τώρα ότι ήταν πιάνο με τετράγωνο, κάπως άγαρμπο σχήμα.
Ο γέρος κάθησε μπρος στο πιάνο.
Θα συγχωρήσετε λίγο το φαλτσάρισμα στον τόνο του, είπε, στρέφοντας το κεφάλι του προς εμένα. Είναι ένα παλιό Μπρόουντγούντ Τζώρτζιαν που έχει πολλές υπηρεσίες προσφέρει μέσα σε εκατό χρόνια.
Άνοιξε το σκέπασμα και τα κιτρινισμένα πλήκτρα έτριξαν στο σκοτάδι σαν τα δόντια ενός γέρικου αλόγου.

Ο γέρος γύρισε τις σελίδες ωσότου βρήκε κείνο που ζητούσε.
Μουσική μπαλέτου, είπε, ακούστε το, είναι ωραίο κομμάτι.
Τα κοκκαλιάρικα, λίγο τρεμάμενα χέρια άρχισαν ξαφνικά να κινούνται με καταπληκτική ευλυγισία και μέσα στο θόρυβο της κυκλοφορίας υψώθηκε αδύνατη, καμπανιστή, μια χαρούμενη μουσική πιρουέττας (……).

Ένα ατμοκίνητο βαγόνι μπύρας βρυχόταν μέσα στην εξουθενωτική βροχή κ’ έσβηνε ολότελα τον τελευταίο στίχο. Τα χέρια του γέρου κινούνταν ακόμα πάνω στα πλήκτρα, το στόμα μου ανοιγόκλεινε, όμως δεν έβγαινε ήχος από λέξεις ή μελωδίες. Ήταν σαν οι απαίσιοι δαίμονες, τα φαντάσματα της φρίκης να είχαν κάνει επιδρομή σ’ αυτό τον ειρηνικό, τον ονειροπόλο τόπο.
Κοίταξα έξω από τη στενή πόρτα.

 Οι άνθρωποι περνούσαν δίχως διακοπή, άντρες και γυναίκες με ψυχρά πρόσωπα βάδιζαν βιαστικά. Φαντάσματα φρίκης όλοι τους, βασίλεια κόλασης οι κατοικίες τους. Έξω οι άνθρωποι ζούσαν κάτω από την τυραννία των πραγμάτων. Κάθε τους πράξη ήταν καθορισμένη από τις εντολές της ύλης, του χρήματος, των οργάνων του εμπορίου των και των απερίσκεπτων νόμων της συνήθειας και του συμβιβασμού. Όμως, εδώ μου φαινόταν να είμαι ασφαλισμένος. Ζούσα μακριά από την πραγματικότητα, εδώ, που ένας γενειοφόρος γέρος, απίθανη επιβίωση από κάποιον άλλο καιρό, με άκαμπτη θέληση έπαιζε ρομαντική μουσική, παρ’ όλο που τα φαντάσματα της φρίκης μπορούσαν από καιρό σε καιρό να καταπνίγουν τον ήχο με το ούρλιασμά τους.

Θέλετε να το πάρετε; Η φωνή του γέρου διέκοψε τις σκέψεις μου. Θα σας το αφήσω πέντε σελίνια. Μου πρόσφερε τον χοντρό παλιωμένο τόμο. Το πρόσωπό του φανέρωνε δυνατή αγωνία.
Έβλεπα καλά με πόση λαχτάρα περίμενε τα πέντε μου σελλίνια, πόση ανάγκη τα είχε ο φτωχός γέρος. Έπαιξε μουσική για να του πάρω το βιβλίο, σκέφθηκα, με αλόγιστή πίκρα, σαν ένα γυμνασμένο σκυλί. Η επιφυλακτικότητά του, η καλλιέργειά του – όλα ένα τρυκ του επαγγέλματος. Αισθανόμουνα λύπη. Ήταν ακριβώς ένα από τα κοινά φαντάσματα της φρίκης που είχε μεταμφιεστεί σε άγγελο κάποιου κωμικού παράδεισου στοχασμών. Του έδωσα δυόμιση κορώνες κ’ εκείνος τύλιξε το βιβλίο σε πακέτο.

Σας βεβαιώνω ότι μου κοστίζει να το αποχωριστώ. Πάντα ήμουν δεμένος με τα βιβλία μου, αλλά πάντα έπρεπε να φεύγουν.
Αναστέναξε με τόση ειλικρίνεια που μετάνιωσα γιατί τον είχα κρίνει έτσι άδικα. Ήταν ένας ακούσιος κάτοικος του βασιλείου του Άδη, όπως ήμουν κ’ εγώ.
Έξω οι εφημεριδοπώλες διαλαλούσαν τις απογευματινές εφημερίδες: «ένα πλοίο βυθίστηκε», «ο δυναμικός λόγος κάποιου νέου πολιτικού» κλπ.

 Κοιταχτήκαμε στα μάτια σωπαίνοντας, ο γερο – βιβλιοπώλης κ’ εγώ. Δίχως λόγια καταλάβαμε ο ένας τον άλλο. Εδώ είμαστε μόνοι κ’ εδώ ήταν όλη η ανθρωπότητα που μπρος της ορθωνόταν ο απαίσιος θρίαμβος των πραγμάτων. Σ’ αυτή τη συνεχιζόμενη δολοφονία των ανθρώπων, σ’ αυτή την αναγκαστική θυσία του γέρου, η ύλη θριάμβευε το ίδιο».

Το υπέροχο αυτό και συνάμα συγκινητικό διήγημα του Άγγλου μυθιστοριογράφου και  σατυρικού συγγραφέα Άλντους Χάξλεϋ, εγγονού του διάσημου βιολόγου Τόμας Χάξλευ, δημοσιεύθηκε στο περιοδικό ΕΥΘΥΝΗ στο τεύχος 8, τον Αύγουστο του 1972 σε μετάφραση Μερόπης Οικονόμου.


ΠΗΓΗ: 
 Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.