Διάβασα στις ειδήσεις ότι η άπατρις Δόμνα Μιχαηλίδου συμφωνεί με την απόφαση των Φίλη, Τάκη Κατσαρού να μην υπάρχει έπαρση και υποστολή της Σημαίας στα σχολεία μας. Θυμάμαι 50 χρόνια πριν και ανατριχιάζω τι σήμαινε για εμάς τα τότε δεκαπεντάχρονα παιδιά ο Εθνικός Ύμνος και η Σημαία. ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ και ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ.....
Του Νίκου Παστελάκου
"......16-11-1973. Ξεκινήσαμε κατά τις 5 το απόγευμα και μόλις φτάσαμε Στουρνάρα και Πατησίων, το αδιαχώρητο. Συνθήματα, τραγούδια από μεγάφωνα, φωνές και σημαίες, πολλές ελληνικές σημαίες. Σταθήκαμε μπροστά στο θέατρο ΑΛΦΑ. Τα συνθήματα που επαναλάμβαναν τα διπλανά μας πηγαδάκια ήταν το «έξι χρόνια αρκετά δεν θα γίνουνε εφτά» και «δεν σε θέλει ο λαός παρ’τη Δέσποινα και μπρος».
Τέτοιο ενθουσιασμό δεν τον έχω ζήσει ποτέ από τότε. Ποτάμια ο κόσμος να χαίρεται, να τραγουδά, να φωνάζει, να υπάρχει μια αισιοδοξία και μια σιγουριά ότι από την επόμενη μέρα όλα θα αλλάξουν προς το καλύτερο. Κάποιος δίπλα μας είπε ότι «όπου νάναι ξεκινάμε».
Εμείς προχωρώντας στο πεζοδρόμιο της Πατησίων, παράλληλα με την πορεία προς Ομόνοια, στο ύψος της οδού Χαλκοκονδύλη, συναντήσαμε πολλούς αστυνομικούς με κράνη, στρογγυλές ασπίδες και κάτι στειλιάρια στα χέρια.
Θορυβημένοι, στρίψαμε αμέσως δεξιά και κατεβαίναμε προς τη γειτονιά μας. Όταν φτάναμε στην οδό Ακομινάτου, ακούστηκαν οι πρώτοι ήχοι από σειρήνες και κάποιοι ξεροί κρότοι σαν πυροβολισμοί. Χώθηκα σπίτι και από το μπαλκόνι έβλεπα τον κόσμο να τρέχει προς διάφορες κατευθύνσεις, χωρίς να γνωρίζει ούτε πού βρίσκεται, ούτε προς τα πού να πάει.
Η μυρωδιά από τα δακρυγόνα έκαιγε τα ρουθούνια και τα μάτια, αυτοκίνητα κόρναραν δαιμονιωδώς και οδοφράγματα με φωτιές στους γύρω δρόμους. Είδα ακόμη να μεταφέρουν στην αγκαλιά ανθρώπους λιπόθυμους ή χτυπημένους.
Συγχρόνως είχα ανοιχτό το ραδιόφωνο και ο ραδιοσταθμός των παιδιών απεγνωσμένα ζητούσε γιατρούς και φάρμακα στο χώρο του Πολυτεχνείου.
Έξω, στο γνωστό πια σημείο από τα Ιουλιανά του 1965, Ακομινάτου και Φαβιέρου, εργάτες και άλλοι νέοι είχαν ανάψει φωτιές με λάστιχα και σανίδες από οικοδομές και σποραδικά πέρναγαν κλούβες που τις ονόμαζαν «αύρες» και πετούσαν δακρυγόνα...
Κοιμήθηκα γύρω στη μία και νόμιζα ότι όταν ξυπνούσα θα είχαν όλα αλλάξει προς το καλύτερο. Ξημερώματα με ξύπνησε η μάνα μου για να μου πει ότι κατέβηκαν τα τανκς!
Κάθε Σάββατο, πριν το σχολείο, είχαμε εκκλησιασμό. Τον βαριόμουνα όπως και οι υπόλοιποι συμμαθητές. Όμως εκείνο το πρωί πήγα με αγωνία και κρυφή χαρά γιατί η εκκλησία ήταν ο Άγιος Κωνσταντίνος Ομονοίας και ήθελα να δω τι ακριβώς είχε γίνει τη νύχτα, λίγο πιο πάνω από τη γειτονιά μας.
Στους δρόμους οδοφράγματα που κάπνιζαν, πέτρες, αυτοκίνητα και βιτρίνες καταστημάτων σπασμένες. Στην Πλατεία Ομονοίας διαδηλωτές να φωνάζουν συνθήματα χωρισμένοι σε μικρές ομάδες.
Μετά από λίγο, όταν γυρίσαμε σχολείο, κατά την έπαρση της σημαίας, εμείς των μεγάλων τάξεων Δ΄, Ε΄ και Στ΄, αποφασίσαμε να τραγουδήσουμε τον Εθνικό Ύμνο όλοι μαζί, χωρίς τα άτομα της χορωδίας, ως ελάχιστη πράξη συμπαράστασης στους ξεσηκωμένους.
Και είπαμε και την στροφή από τον Ύμνο προς την Ελευθερία «Άργειε νάρθει εκείνη η μέρα κι ήταν όλα σκοτεινά γιατί τάσκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά».
Εκείνη την ανεπανάληπτη στιγμή η ελληνική σημαία ξανάγινε στα μάτια μας λάβαρο ξεσηκωμού και αντίστασης, σύμβολο ελευθερίας και οι στίχοι του Ύμνου προς την Ελευθερία, «Α, τι νύχτα ήταν εκείνη που την τρέμει ο λογισμός;» πήραν το πραγματικό τους νόημα...
Ο Τσέλος (ο γυμνασιάρχης) εκνευρίστηκε και κοκκίνισε πολύ σα μπαρμπούνι, τιμώντας το παρατσούκλι του (Μπαρμπούνας) και μας έλεγε ότι τα νέα Δεκεμβριανά δεν θα περάσουν και να μη μας παρασύρουν οι κομμουνιστές, που έφταιγαν για όλα φυσικά.
Μας είπε να μπούμε στις τάξεις απειλώντας μας με απουσίες και αστυνομίες. Μετά από μία ώρα περίπου οι πυροβολισμοί πύκνωσαν επικίνδυνα, μανάδες μαθητών εισέβαλαν αλλόφρονες στο σχολείο και φύγαμε τρέχοντας.
Πηγαίνοντας προς το σπίτι, ένα τανκ πέρασε από μπροστά μου στην οδό Φαβιέρου. Κάποιος συμμαθητής μου τους φώναξε. «Άσφαιρα είναι!» Τότε το τανκ φρέναρε απότομα, σε απόσταση ελάχιστων μέτρων από εμένα, που έστεκα αποσβολωμένος, σήκωσε ψηλά το πολυβόλο και με μια ριπή έριξε κάτω στο δρόμο κάτι μαδέρια από διπλανή νεοαναγειρόμενη οικοδομή! Φοβήθηκα πολύ! Τρεχάτε ποδαράκια μου!...."
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.