Σάββατο 6 Μαΐου 2023

Κώστας Μελάς, Η ανεξέλεγκτη δύναμη της τεχνοεπιστήμης




1.
Τα τελευταία σαράντα χρόνια, ίσως και περισσότερο, η ανθρωπότητα υφίσταται την όλο και αυξανόμενη χιονοστιβάδα της σύγχρονης τεχνολογίας (τεχνοεπιστήμης). Η κυριάρχηση της λογικής της είναι εμφανής σχεδόν στο σύνολο των ανθρωπίνων πεδίων δράσης.

Στο κοινωνικό πεδίο, η αποσάθρωση και η απουσία νοήματος από τις μαζικοδημοκρατικές συνομαδώσεις, οι οποίες όλο και επεκτείνονται σε πλανητικό επίπεδο υποκαθιστώντας τα προϋπάρχοντα κοινωνικά σχήματα, αποτελούν τα κυρίαρχα χαρακτηριστικά της μετανεωτερικότητας. Η «κοινωνία» αδυνατεί να αναγνωρίσει τον εαυτό της[1] παραδιδόμενη αμετάκλητα σε έναν χυδαίο αγοραίο ηδονισμό. Πολτοποιείται η όποια συλλογικότητα στο όνομα ενός φρενήρη ατομισμού, της λατρείας του εφήμερου και της βραχυπρόθεσμης απόλαυσης. Οι διαπιστώσεις που κάνουν οι ειδικοί για τις σημερινές δημοκρατίες είναι σαφείς: άρνηση της ύπαρξης, διαστροφή, σωματικοί και ψυχικοί φόνοι, παράδοξη παρακμή του υποκειμένου με τις μορφές ενός ακραίου ατομικισμού, μαζοποίηση των συμπεριφορών.[2] Ο άνθρωπος δεν διαθέτει πλέον άλλα σημεία αναφοράς πέρα από τις προσωπικές του αντιλήψεις, την εμπειρία και τις ερμηνείες του. Και από τη στιγμή που τα πάντα μπορούν να σημαίνουν τα πάντα, δε σημαίνουν τίποτε, επειδή έχουν χάσει την καθολική τους ισχύ. Το ατομικό Εγώ γίνεται το μέτρο των πάντων και, συνεπώς, αυτό είναι το μόνο που μετράει: πως αισθάνομαι Εγώ, πως σκέφτομαι Εγώ. Εγώ απαιτώ να γίνονται σεβαστά το δικό μου γούστο, το πώς Εγώ τελικά είμαι, γιατί διαφορετικά αισθάνομαι προσβεβλημένος[3].

Στο οικονομικό πεδίο η εμφάνιση του φαινομένου της λεγόμενης «χρηματιστικοποίησης» στις χώρες της αναπτυγμένης Δύσης, αποτελεί το κυρίαρχο χαρακτηριστικό του σύγχρονου καπιταλισμού[4]. Είμαστε μάρτυρες της μετατροπής του καπιταλισμού σε μεταβιομηχανικό, χρηματιστηριακό και βασισμένο στην έντονη πιστωτική επέκταση. Παράλληλα, παρατηρούμε την εξάπλωση του καπιταλισμού σε παγκόσμιο επίπεδο (Κίνα, πρώην «σοσιαλιστικές» χώρες κ.τ.λ.) και μάλιστα η μορφή την οποία λαμβάνει θυμίζει σε πολλά σημεία τις πρωταρχικές συσσωρεύσεις από τις οποίες διάβηκαν οι σημερινές αναπτυγμένες χώρες της Δύσης. Τα δύο φαινόμενα διασυνδέονται μεταξύ τους. Υπάρχει σαφής συσχέτιση, η οποία ξεκινά από την εμφάνιση της χρηματιστικοποίησης και κατευθύνεται προς την εξάπλωση σε νέες εντοπισμένες γεωγραφικές περιοχές.

Στο φιλοσοφικό πεδίο, η εγκατάσταση στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος της εργαλειακής ορθολογικότητας με τη μορφή της καθολικής εκτεχνίκευσης και του οντολογικού εκχρηματισμού της ανθρώπινης ύπαρξης. Παρατηρείται μια απόλυτη τεχνοκρατική υπαγωγή της σκέψης και του στοχασμού.

Στο επιστημονικό πεδίο, η εμφάνιση της τεχνοεπιστήμης και η άνευ προηγουμένου ανάπτυξή της διεκδικεί από την πολιτική τον ρόλο του κατόχου των καθολικών λύσεων των προβλημάτων της ανθρωπότητας. Παράλληλα για πρώτη φορά εμφανίζεται ένας αποδομητικός λόγος μέγιστης αμφισβήτησης των «βεβαιοτήτων» που προσφέρει η επιστήμη ως «αντικειμενική διαδικασία» και της εγγενούς ευεργετικότητας των επιστημονικών ανακαλύψεων και των εφαρμογών τους[5].

Όμως το πλέον σημαντικό είναι ότι η συγκεκριμένη αντίληψη διαστρέφει πλήρως το ρόλο που η φιλοσοφία, η επιστήμη και η τεχνολογία έχουν ως διαδικασίες ανθρώπινης δράσης με αποτέλεσμα την πλήρη μεταστροφή της αντίληψής μας για τη φύση του ανθρώπου και τελικά την αλλοτρίωση της ίδιας της φύσης του ανθρώπου. Η φιλοσοφία περιγελάται ως άχρηστη δραστηριότητα που αφορά ανθρώπους που σπαταλούν τον χρόνο τους ενώ η ζωή απαιτεί κίνηση, γρηγοράδα και ανθρώπους της «αγοράς». Ο θεωρητικός βίος (vita contemplativa) των Ελλήνων παραπέμπεται στις ελληνικές καλένδες της ιστορίας. Η πρακτική ζωή (vita activa) είναι κυρίαρχη. Όμως «η Φιλοσοφία διακρίνει το σκεπτόμενο ανθρώπινο όν από τον επιστημονικό πειραματικο-αλγοριθμικό τεχνοκράτη, ο οποίος είναι τυφλός»[6]. Η επιστήμη ουσιαστικά ταυτίζεται με την τεχνολογία με έμμεσο τρόπο καλυπτόμενη από την γνωστή θέση «της ορθολογικότητας ως προς τον σκοπό» με στόχο την κάλυψη των ιστορικών «ανθρωπίνων αναγκών»[7]. Έτσι η τεχνολογία καταλαμβάνει μια θέση και μάλιστα δεσπόζουσα και κυρίαρχη στην αυτό-γένεση του ανθρώπου.

Η επιστήμη, το ειδέναι, ως διαδικασία ερμηνείας (φυσικές επιστήμες) και κατανόησης (ανθρωπιστικές επιστήμες) του κόσμου, φαίνεται ουσιαστικά ότι δεν έχει απολύτως κανένα νόημα εκτός αν εγκαθίσταται μια άμεση και μονότονη σχέση με την τεχνολογία και την απόληξη σε καινοτομική εφαρμογή και μάλιστα τέτοιας μορφής που


θα οδηγήσει στην αύξηση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας. Στον οικονομισμό μιας ανταγωνιστικής κοινωνίας δεν έχει θέση ό,τι δεν μπορεί να αξιοποιηθεί στην αγορά, ό,τι από μόνο του παραπέμπει πέρα από τους πρακτικούς σκοπούς της καθημερινής ζωής και δυνητικά την υπερβαίνει.

Τα πάντα υποτάσσονται στην εφαρμοσμένη έρευνα που άμεσα μετατρέπεται σε εμπορεύσιμη καινοτομία, σε αυτό που δόκιμα έχει ονομασθεί τεχνοεπιστήμη.[8] Ο Καστοριάδης[9] γράφει: «γίνομαι μάλιστα όλο και περισσότερο απαισιόδοξος, καθώς βλέπω ότι όλος ο ζωτικός χυμός της επιστήμης πηγαίνει ολοένα και περισσότερο προς τις εφαρμογές και ολοένα και λιγότερο προς τη βασική έρευνα. Αυτό είναι καθαρά σημεία παρακμής, σημείο αλεξανδρισμού. Την πρώτη ατμομηχανή δεν την έφτιαξε ούτε ο Ευκλείδης ούτε ο Αρχιμήδης, την κατασκεύασε ο Ήρων ο Αλεξανδρεύς τον 1ο αιώνα, διότι και τότε το ενδιαφέρον ήταν στραμμένο περισσότερο προς τις εφαρμογές της επιστήμης και λιγότερο προς τη θεωρία»

2.

Η άποψη αυτή μας επιτρέπει να διατυπώσουμε ορισμένες επιπλέον σκέψεις αναφορικά με τη σχέση που διέπει την επιστήμη, την τεχνολογία και το μόρφωμα που αποκαλείται τεχνοεπιστήμη. Θα αρκεστούμε να υπογραμμίσουμε ότι η επιστήμη “e’ un’altra cosa” σε σχέση με την τεχνολογία[10].

Η πρώτη ανοίγεται στο άπειρο του στοχασμού με μοναδικό στόχο την γνώση που θα στηρίξει την ερμηνεία και την κατανόηση των μυστικών του κόσμου. «Όποιος πατά το έδαφος της επιστήμης δεν πρέπει να έχει κανέναν σκοπό απολύτως. Γιατί αυτός δεν θα ήταν παρά γνώμη σχηματισμένη εκ των προτέρων, δηλαδή κάτι ολότελα ξένο προς την επιστήμη» [11]. Η πρώτη είναι η περιπλάνηση και η δημιουργία σχημάτων γνώσης δηλαδή κατανόησης και ερμηνείας[12].

Η δεύτερη είναι μια σχεδιασμένη εφαρμογή για την επίτευξη συγκεκριμένου και καθορισμένου, από άλλους, σκοπού. «Έτσι, η τεχνική είναι η εφαρμογή ενός ειδέναι, στο βαθμό που διακρίνεται από το ειδέναι αυτό ως τέτοιο﮲ στο βαθμό επίσης που δεν παίρνει υπόψη της τους έσχατους σκοπούς της εν λόγω δραστηριότητας… Την εφαρμογή των μέσων οφείλουμε να κρίνουμε μόνο με βάση την αποτελεσματική προσαρμογή των μέσων αυτών στον επιδιωκόμενο σκοπό, που τον θέτει μια άλλη αρχή».[13]

Συνεπώς, η τεχνική είναι χωρισμένη από το ειδέναι και είναι επίσης χωρισμένη από ζητήματα που αφορούν σε αυτό που παράγεται με τον τρόπο αυτό, και στο γιατί παράγεται. «Η επιστήμη μπορεί να είναι είτε θεωρητική είτε εφαρμοσμένη, αλλά πάντα προσανατολίζεται στον συστηματικό πειραματισμό και την ανακάλυψη των κρυμμένων αρχών. Και η τεχνολογία μπορεί να περιλαμβάνει θεωρία και πειραματισμό, όμως κύριος στόχος της είναι ο σχεδιασμός και η εφαρμογή κανόνων στα έργα των ανθρώπων».[14]

Στην περίοδο του νεωτερικού επιστημονικού παραδείγματος (με έμφαση στα τελευταία 200 χρόνια, δηλαδή ουσιαστικά από τις απαρχές της α’ βιομηχανικής επανάστασης) οι περισσότερες επιτυχίες της τεχνολογίας[15] δεν θα μπορούσαν να επιτευχθούν αν δεν υπήρχαν τα επιτεύγματα της σύγχρονης επιστήμης.[16] Γι’ αυτό άλλωστε χρησιμοποιείται και ο όρος τεχνοεπιστήμη ή επιστημονικοτεχνική επανάσταση.

«Η τεχνοεπιστήμη, είναι ένα αποτέλεσμα, ή μάλλον είναι η σημερινή φάση αυτού που αρχίζει, πριν από 2500 χρόνια, ίσως και πολύ περισσότερο, με μιaν άλλη μορφή, δηλαδή μια φάση της ορθολογικής έρευνας, της ορθολογικής αναζήτησης, της έρευνας του κόσμου, της έρευνας της ύπαρξής μας, ακόμα και της έρευνας αυτού του μυστηρίου που μας οδηγεί αδιάκοπα να ψάχνουμε και να ρωτάμε»[17]

Όμως διαπιστώνεται ότι υπάρχουν περίοδοι στην ιστορία όπου διασαλεύεται η «κατάσταση ισορροπίας» και η ελεύθερη και δημιουργική σκέψη, η επιστημονική έρευνα περιορίζεται, υποβαθμίζεται και το πάνω χέρι το παίρνει η εφαρμοσμένη έρευνα, η τεχνολογία. Υπάρχει αν μπορούμε να πούμε, μια αποπύκνωση της επιστήμης και μια πύκνωση της τεχνολογίας[18], πάντοτε, όμως, εντός του πλαισίου της τεχνοεπιστήμης.

3.

Η εξήγηση για την παραπάνω εξέλιξη δεν μπορεί παρά να αναζητηθεί στις διαφοροποίηση των κοινωνικών διεργασιών και στην αντίστοιχη στο πεδίο των αξιών. Η αλλαγή του κοσμοθεωρητικού πλαισίου λειτουργίας της κοινωνίας, από εκείνο του αστικού φιλελευθερισμού στο αντίστοιχο της μαζικής δημοκρατίας, εμπεριέχει και τις μεταβολές που επήλθαν στον τρόπο πρόσληψης της επιστήμης και της τεχνολογίας.


Γράφει ο Κονδύλης[19] για το πως προσλαμβάνονταν η επιστήμη και η τεχνολογία στο αστικοφιλελεύθερο σχήμα σκέψης: «Μέσα στην αστική-ανθρωπιστική ιεραρχία των πνευματικών άξιων η επιστήμη κατείχε υψηλότατη θέση, στενά δεμένη μαζί της ήταν η τεχνική, και ο μεγάλος τεχνικός -είτε ως μοναχικός εφευρέτης είτε ως δαμαστής των φυσικών δυνάμεων για οικονομικούς σκοπούς- πρόβαλλε ως νέος Προμηθέας μέσα στο πάνθεο των μεγάλων ατόμων, δίπλα στον καλλιτέχνη και στον φιλόσοφο. Ήταν κι ο ίδιος αδρή ενσάρκωση του αστικού ιδεώδους της προσωπικότητας, η εργασία του ήθελε να δημιουργήσει τις υλικές προϋποθέσεις για την ανάπτυξη της προσωπικότητας εν γένει. Ώστε η τεχνική όφειλε να υπηρετήσει την ανάπτυξη εκείνου, το οποίο θεωρούσε κανείς ως άξιο ν’ αναπτυχθεί με βάση το ανθρωπιστικό ιδεώδες της προσωπικότητας. Αύτη ήταν η αστικοφιλελεύθερη σύνθεση τεχνικής και ανθρωπισμού, και η μαρξιστική ουτοπία μιας εκτεχνικευμένης κοινωνίας ελεύθερων ολόπλευρων ατόμων δεν ήταν παρά η εσχατολογική εκδοχή τούτης της σύνθεσης».

Με απλά λόγια η τεχνολογία (ως τεχνική ορθολογικότητα) εξελίσσονταν συνεχώς, αλλά στην αντίθεσή της με την ηθική ορθολογικότητα της αστικοφιλελεύθερης περιόδου (δηλαδή με το ανθρωπιστικό ιδεώδες της προσωπικότητας) «υποτάσσονταν in senso lato», στη δεύτερη. Αυτό μεταβάλλεται στην εποχή της μαζικής δημοκρατίας: η τεχνική αυτονομείται από το ιδεολογικό πλαίσιο της αστικοφιλελεύθερης περιόδου προκειμένου να υπηρετήσει τις ανάγκες της μαζικής δημοκρατίας τόσο στο επίπεδο της μαζικής παραγωγής όσο και σε εκείνο της μαζικής κατανάλωσης, συμβάλλοντας, στο μέτρο που της αναλογεί, στο να δοθεί ένα εντελώς διαφορετικό περιεχόμενο στην έννοια της προσωπικότητας από αυτό της προηγουμένης περιόδου. Το αστικό ήθος[20] στηριζόμενο στην αρμονική λειτουργία του Λόγου προκειμένου να επιτευχθούν αντικειμενικά κοινωνικοί και αντικειμενικά ηθική μακροχρόνιοι στόχοι, εγκαταλείπεται.

Στο διάδοχο σχήμα, την εποχή της μαζικής δημοκρατίας κυριαρχούμενη από το ιδεώδες της αυτοπραγμάτωσης, κυριαρχεί ο «πλουραλισμός των αξιών» και κατά συνέπεια και η «ηθική ανεκτικότητα» χωρίς την οποία δεν μπορεί να υποστηριχθεί ο πρώτος. Έτσι δημιουργείται η αίσθηση της σχετικότητας των αξιών και η απουσία σαφούς κοινωνικής δεσμευτικότητας[21]. Με αυτή την έννοια, η σύγχρονη τεχνολογία δεν υφίσταται πλέον την στενή αξιολόγηση μιας δεδομένης κυρίαρχης ηθικής αντίληψης, και βρίσκει χώρο να εξαπλωθεί ανεξέλεγκτα, από μονοσήμαντους ηθικούς περιορισμούς, ακολουθώντας μια ουσιαστικά ανεξέλεγκτη πορεία, και εγκαθιστώντας στην πράξη μια φαινομενικά απρόσωπη κυριαρχία επί της φύσεως και των ανθρώπινων κοινωνιών. Η τεχνική ορθολογικότητα παίρνει το πάνω χέρι σε σχέση με τη σημερινή ηθική ανεκτικότητα της οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης.

4.

Επιπροσθέτως επειδή η επιστήμη και η τεχνολογία αποτελούν μέρος των κοινωνικών διαδικασιών, η αναφερθείσα προηγουμένως θέση του Καστοριάδη, υποδεικνύει, εμμέσως πλην σαφώς, ότι στις σημερινές κοινωνίες υπάρχει πρόβλημα αλεξανδρισμού. Οι κοινωνίες που παρουσιάζουν τέτοιου είδους προβλήματα είναι άρρωστες. Οδηγούνται στην καταστροφή και σιγά-σιγά στην εξαφάνιση. Σήμερα περισσότερο από ποτέ ίσως η κατάσταση έχει εξοκείλει. Οι «έμποροι» χρησιμοποιούν στη σημερινή εποχή κατά τρόπο εξοντωτικά αποκλειστικό τους επιστήμονες για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων τους αφού προηγουμένως τους έχουν δελεάσει, απειλήσει, εκμαυλίσει με χίλιους τρόπους.

Ο άκρατος τεχνοκρατισμός που διέπει τις ανθρώπινες σχέσεις ουσιαστικά επιτρέπει την ενδυνάμωση της κυριαρχίας των «εμπόρων» στις νέες συνθήκες της παγκοσμιοποιημένης μετανεωτερικότητας. Η κοινωνία της προσαρμογής δίνει τα πρωτεία στα οικουμενικά οργανωμένα μέσα, ενώ χάνεται από τον ορίζοντα κάθε έλλογος σκοπός. Θριαμβεύει το «πως» σε βάρος του «προς τι».

Δύο ζητήματα προκύπτουν από την ιστορική λειτουργία της τεχνοεπιστήμης: το πρώτο αφορά στις επιπτώσεις όταν συντελεστεί η επίτευξη του τιθέμενου σκοπού, και το δεύτερο ότι τον κάθε τιθέμενο σκοπό ακολουθεί ένας άλλος και μετά ένας άλλος και μετά. ένας ακόμα. Από τα δύο αυτά ζητήματα προκύπτει ότι με τον τρόπο της


τεχνοεπιστήμης δεν γνωρίζουμε ούτε τις επιπτώσεις και τις συνέπειες της επίτευξης των στόχων, και ακόμα περισσότερο ούτε γνωρίζουμε που θέλουμε να πάμε[22]. Οι άνθρωποι ξεχνάμε ότι τελικά είμαστε «εξαρτημένοι από τα δημιουργήματά μας», σύμφωνα με τα λόγια του Γκαίτε[23].

Γνωρίζει κανείς που οδηγείται η τεχνολογία και τις συνέπειες που αυτό επιφέρει στις ανθρώπινες κοινωνίες; Νομίζω κανένας. Παρά ταύτα οι τεχνολογικές εξελίξεις προχωρούν ακάθεκτες. Γιατί άραγε; Οι απαντήσεις δύνανται να αναζητηθούν στον τρόπο που οι σύγχρονες ( αναπτυγμένες; ) κοινωνίες νομιμοποιούν και κατανοούν τον εαυτό τους και συντίθενται από τα παρακάτω σημεία:

Το πρώτο συνίσταται στο ότι η διαχρονική ανθρώπινη παράδοση στην ονειροπόληση της παντοδυναμίας, από τότε που ο άνθρωπος έγινε άνθρωπος[24], στην εποχή μας «γίνεται μια πραγματική ιστορική δύναμη, μια κοινωνική φαντασιακή σημασία που κυριαρχεί σ’ έναν ολόκληρο κόσμο… το φάντασμα της παντοδυναμίας και της παντογνωσίας… η αυταπάτη της παντογνωσίας και της παντοδυναμίας και η αυταπάτη της κυριαρχίας».[25]

Το δεύτερο συνδέεται ευθέως με το δυτικό ιδεώδες της ελευθερίας πάνω στο οποίο εδράζεται η λεγόμενη «φιλελεύθερη δημοκρατία»[26] η οποία με τη σειρά της συναρτάται με το βασικό έρεισμα της, την ελεύθερη οικονομία. «Γιατί η τελευταία χρειάζεται οπωσδήποτε την τεχνική πρόοδο και την προωθεί αδιάκοπα μέσω του ανταγωνισμού των επιχειρήσεων. Τούτη η άκρως γενναιόδωρη σύνδεση της τεχνικής με μιαν ορθολογικότητα, η οποία τάχα υπηρετεί την ελευθερία, συμβάλλει ασφαλώς στην καθησύχαση των υπαρξιακών φόβων και γεννά το παρήγορο αίσθημα ότι τουλάχιστον κάνει κανείς ό,τι είναι πολιτικά και ηθικά ορθό, έστω κι αν δεν γνωρίζει που μας οδηγεί αυτό το ορθό».[27]

5.

Οι τεράστιες αναδιαρθρώσεις των κοινωνικών δομών, που η ανθρωπότητα βιώνει πλέον περίπου ενιαία και σε συγχρονία «διαφοροποιημένων ταχυτήτων», απορρέουν από ένα κατ’ εξοχήν πολιτικό σχέδιο εντατικοποίησης, χειραγώγησης, διαχείρισης της τεχνολογικής έκρηξης και της τεχνοεπιστήμης, αφού το μείζον διακύβευμα είναι η ολοσχερής υπαγωγή της υφηλίου στη λογική της καπιταλιστικής εκμεταλλευτικής σχέσης κάτω από τη σκέπη ενός αόρατου Λεβιάθαν[28]. «Σε αντίθεση με τα όσα επιτηδείως διακηρύσσονται, η τεχνολογική πρόοδος δεν παράγει με μηχανιστικό αυτόματο τρόπο ούτε θεσμούς ούτε κοινωνικές συναρθρώσεις ούτε προπαντός εξουσία. Εξακολουθούν να είναι υποκείμενες στην πολιτική βούληση»[29]. Έτσι, άλλωστε, εξελίχθηκαν τα πράγματα διαχρονικά στην ιστορία της ανθρωπότητας. Πάντοτε η πολιτική δράση, η πολιτική κρίση και η πολιτική φρόνηση των ανθρωπίνων κοινωνιών έδινε τις λύσεις, δημιουργώντας το κατάλληλο θεσμικό πλαίσιο στο οποίο ενσωματώνονταν τα επιτεύγματα της τεχνοεπιστήμης έτσι ώστε να εξασφαλιστεί η κοινωνική αναπαραγωγή μιας και αυτά αποτελούν βασική της συνιστώσα. Το ότι ζήτημα της τεχνοεπιστήμης είναι ένα κατ’ εξοχήν πολιτικό ζήτημα, προκύπτει αποτελεί «ζήτημα της σχέσης και της γνώσης της σύγχρονης ανθρωπότητας με τη δύναμή της και την εξουσία της»[30].

ΚΩΣΤΑΣ ΜΕΛΑΣ

~.~





~.~

Σ Η Μ Ε Ι Ω Σ Ε Ι Σ

[1] Καστοριάδης, Κ., Η Άνοδος της Ασημαντότητας, Ύψιλον, Αθήνα 2000.
[2] Haroche, C. – Enriquez, E., Το Σκοτεινό Πρόσωπο των Σύγχρονων Δημοκρατιών, Νησίδες, Θεσσαλονίκη 2004.
[3] Κ. Μελάς – Γ. Παπαμιχαήλ, Το ανυπόφορο βουητό του κενού, Εκδόσεις Αγγελάκη, 2016, σ. 63.
[4] Για τα ζητήματα αυτά, δες: Κ. Μελάς, Οι σύγχρονες κρίσεις του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος (1974-2008), Εκδόσεις Α. Α. Λιβάνη, 2011.
[5] «Ας μην παραλείψομε μάλιστα το γεγονός ότι η επιστήμη για να είναι επιστήμη οφείλει, ακόμα και για όσους ομνύουν στο όνομά της, να είναι και να παραμένει αβέβαιη, αλυσιτελής, έμφορτη σφαλμάτων και ψευδών σε όλες τις συγκεκριμένες ιστορικές αποκρυσταλλώσεις της – αλλιώτικα δεν θα υπήρχε «πρόοδος» με την αξιολογική χροιά του όρου που οι ιδαλγοί της επιστημοσύνης υιοθετούν.» Α. Μεταξόπουλος, Αυτοσυντήρηση, Πόλεμος και Πολιτική, Εκδόσεις Α. Α. Λιβάνης 2005, σ. 121. Για το ζήτημα της επιστημονικής προόδου και τα συναφή προβλήματα που ανακύπτουν δες: Β. Κάλφας, Επιστημονική Πρόοδος και Ορθολογικότητα, Εκδόσεις Σύγχρονα Θέματα, 1983.
[6] Κ. Καστοριάδης, Φιλοσοφία και Επιστήμη, Ευρασία, 2004, σ. 62.
[7] Θα σημειώσω εδώ ότι είναι εντελώς λάθος η αναφερομένη άποψη ότι τον κόσμο τον εξαντλεί η ανάγκη. Πάντα υπάρχει το δυνατό.
[8] Κ. Καστοριάδης, Η Τεχνοεπιστήμη, στο Οι Ομιλίες στην Ελλάδα, Ύψιλον, 2000. Geymonant, Scienza e Realismo, Μιλάνο 1977. Κ. Μελάς, Παγκοσμιοποίηση, Εξάντας 1999, σ. 85-98.
[9] Κ. Καστοριάδης, Φιλοσοφία και Επιστήμη, Ευρασία 2004, σ. 127-128.
[10] Α. Μεταξόπουλος, Αυτοσυντήρηση, Πόλεμος και Πολιτική, Λιβάνης, 2005, σ. 354-360.
[11] Carl Philipp Gottlieb von Clausewitz, Aufzeichnungen aus den Jahren 1807-1808. Αναφέρεται στο: Π. Κονδύλης, Θεωρία του Πολέμου, Θεμέλιο, 1997, σ. 85.
[12] Αρκεί η μελέτη του τρόπου που ενεργούσαν οι μεγάλοι επιστήμονες στο χώρο της φυσικής στα τέλη του 19ου και στις πρώτες δεκαετίας του 20ου, για να γίνει κατανοητή αυτή η διαφορά. Υπάρχουν πολλοί τίτλοι που μπορεί κανείς να συμβουλευτεί. Το τελευταίο που έτυχε να διαβάσω είναι: Φρανσουά ντε Κλοζέ, Μη λέτε στον Θεό τι πρέπει να κάνει. Η ζωή του Α. Αϊνστάιν, Εστία, 2005.
[13] Κ. Καστοριάδης, Τα σταυροδρόμια του λαβυρίνθου, Ύψιλον, 1991, σ. 275
[14] Michael Adas, Ανδρών μέτρον μηχανή, Νεφέλη, 2003, σ. 20.
[15] Βλ. Σερζ Μοσκοβισί, Τεχνική και φύση στον Ευρωπαϊκό πολιτισμό, Νεφέλη, 1998.
[16] Πολλές φορές η αποτελεσματική πρακτική (τεχνολογία) φαίνεται να μην απορρέει από ένα ρητά διατυπωμένο ειδέναι (θεωρητική διατύπωση). Όμως η απουσία μιας ρητής θεωρητικής διατύπωσης, μάλλον δεν αποκλείει ότι αυτή μπορεί να έχει διατυπωθεί κάποια στιγμή στο παρελθόν έστω και σε «αχνή» και όχι τόσο εμφανίσιμη μορφή.
[17] Κ. Καστοριάδης, Η Τεχνοεπιστήμη, στο Οι ομιλίες στην Ελλάδα, Ύψιλον, 2000, σ. 148.
[18] Στην ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας Καθημερινή (03.01.2021) υπάρχει άρθρο – ρεπορτάζ με τίτλο «2020: Έτος μεγάλων αλμάτων της επιστήμης» https://www.kathimerini.gr/world/561214198/2020-etos-megalon-almaton-tis-epistimis/ στο οποίο αναφέρονται τα δέκα μεγάλα «επιστημονικά» επιτεύγματα του 2020. Και τα δέκα αναφερόμενα αποτελούν τεχνολογικά επιτεύγματα, γεγονός που δείχνει ότι πραγματικά βρισκόμαστε σε περίοδο μεγάλης πύκνωσης της τεχνολογίας και αποπύκνωση της επιστήμης.
[19] Π. Κονδύλης, Από τον 20ό στον 21ο αιώνα. Τομές στην πλανητική πολιτική περί το 2000, Θεμέλιο, 1998, σ. 175-176.
[20] «Το αστικό Εγώ, το οποίο βρισκόταν κάτω από την επιταγή της παιδείας (με την ευρεία έννοια της διαμόρφωσης ενός πολυμερούς και συνάμα ισορροπημένου χαρακτήρα), βρισκόταν eo ipso και υπό την επιταγή της συσσώρευσης: παιδεία ήταν ακριβώς συσσώρευση πνευματικών αγαθών πάνω στη βάση μιας πάγιας ιδιοκτησίας, ήτοι ενός σταθερού πνευματικού πυρήνα, και απαιτούσε –όπως η συσσώρευση υλικών αγαθών– χρόνο και μόχθο καθώς και την ένταξη των επί μέρους σκοπών και προσπαθειών σ’ ένα μεγάλο σχέδιο ζωής». Π. Κονδύλης, Η παρακμή του αστικού πολιτισμού, Θεμέλιο, 1991, σ. 257.
[21] «το αίτημα της ανοχής αποσυνδέεται από τον Λόγο, ο Λόγος δεν προσδιορίζει πλέον τα όρια του ανεκτού, παρά πρέπει και ο ίδιος να γίνει ανεκτός ως μια (ίσως μάλιστα μισαλλόδοξη) τοποθέτηση ανάμεσα σε πολλές άλλες, οπότε υποτάσσεται στο αίτημα της ανοχής». Π. Κονδύλης, Από τον 20ο στον 21ο αιώνα, Τομές στην πλανητική πολιτική περί το 2000, Θεμέλιο, 1998, σ. 47.
[22] Ο Καστοριάδης αναφέρει για το πρώτο ζήτημα τα ακόλουθα: « …έχουμε μπροστά μας τους μεγάλους φυσικούς της ατομικής φυσικής που βοήθησαν να κατασκευαστεί η βόμβα της Χιροσίμα, η βόμβα του Ναγκασάκι, και που πέρασαν κατόπιν δεκαετίες με τύψεις και δημόσιες μετάνοιες… Θα μας πουν μετά: «δεν θέλαμε αυτό που έγινε (όπως έλεγε ο Οππενχάιμερ), δεν γνωρίζαμε τις επιπτώσεις». Για το δεύτερο παραθέτει ένα απόσπασμα από την Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων, ένα διάλογο ανάμεσα στην Αλίκη και τον γάτο Τσεσάιρ προκειμένου να δείξει το «δρόμο» που ακολουθεί η τεχνοεπιστήμη:
—Θα μπορούσατε παρακαλώ να μου πείτε, λέει η Αλίκη στον γάτο, ποιο δρόμο πρέπει να ακολουθήσω;
—Εξαρτάται από το που θέλετε να πάτε, λέει ο γάτος.
—Δεν με νοιάζει και πολύ που θα πάω, λέει η Αλίκη.
—Ε, τότε, λέει ο γάτος, δεν έχει και πολλή σημασία ποιο δρόμο θα πάρετε.
—Αρκεί να φτάσω κάπου, λέει η Αλίκη.
—Α, σίγουρα θα φτάσετε κάπου, λέει ο γάτος, αρκεί να περπατήσετε αρκετή ώρα.
(Κ. Καστοριάδης, Η Τεχνοεπιστήμη, στο Οι Ομιλίες στην Ελλάδα, Ύψιλον 2000, σ. 154.)
Υπάρχουν όμως και πολλές περιπτώσεις που ήταν γνωστές οι επιπτώσεις, και όμως χρησιμοποιήθηκαν. Όπως του Γερμανοεβραίου χημικού, Φριτς Χάμπερ, ο οποίος κατηύθυνε την εφαρμοσμένη ερευνά του στην παραγωγή των χημικών αερίων που χρησιμοποιήθηκαν κατά κόρον ως όπλα στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Υπολογίζεται ότι σε αυτά οφείλεται ο θάνατος περίπου ενός εκατομμυρίου ανθρώπων. Σημειώνω ακόμα ότι ο Χάμπερ τιμήθηκε με το Βραβείο Νόμπελ Χημείας το 1918, δηλαδή μετά από τη χρήση της ανακάλυψής του, και των αποτελεσμάτων της!!! Για τα ζητήματα αυτά δες Thomas Levenson, Ο Αϊνστάιν στο Βερολίνο, Α. Α. Λιβάνη, 2007.
[23] Αναφέρεται στο Σερζ Μοσκοβισί, Τεχνική και φύση στον Ευρωπαϊκό πολιτισμό, Νεφέλη, 1998, σ. 21.
[24] «Έχοντας γίνει σκήνωμα της βίας, δραπετεύοντας από τον αντικειμενικό και σκληρό καταναγκασμό, ο άνθρωπος εξέρχεται από την ανωνυμία των ζωικών όντων διακηρύσσοντας την πρωτοκαθεδρία, τη μοναδικότητα, την ανεξαρτησία του. Από εδώ απορρέει ο προορισμός του να κυριαρχήσει στο σύμπαν, να του αποσπάσει, επινοώντας τις επιστήμες του και τις τεχνικές του, δυνάμεις και γνώσεις τις οποίες δεν είναι σε θέση ακόμη να διαχειριστεί». Ό.π., σ. 22.
[25] Κ. Καστοριάδης, Η Τεχνοεπιστήμη, στο Οι Ομιλίες στην Ελλάδα, Ύψιλον, 2000, σ. 184.
[26] Κ. Μελάς, Περί της φιλελεύθερης δημοκρατίας, Φρέαρ, ηλεκτρονικό τεύχος 2, Χειμώνας 2020, https://mag.frear.gr/peri-tis-fileleytheris-dimokratias/
[27] Π. Κονδύλης, Από τον 20ο στον 21ο αιώνα, Τομές στην πλανητική πολιτική περί το 2000, Θεμέλιο, 1998, σ.
[28] Δες Κ. Τσουκαλάς, Ο Αόρατος Λεβιάθαν, Πόλις, 2020.
[29] Α. Μεταξόπουλος, Αυτοσυντήρηση, Πόλεμος και Πολιτική, Α. Α. Λιβάνης 2005
[30] Κ. Καστοριάδης, Η Τεχνοεπιστήμη, στο Οι Ομιλίες στην Ελλάδα, Ύψιλον, 2000, σ. 147.
Sponsored Content

ΠΗΓΗ:https://neoplanodion.gr/2021/02/23/kostas-melas-texnoepisteme/
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.