Κώστας Θεριανός
Στη μνήμη του Παναγή Λεκατσά
Έναν περίπου αιώνα πριν από τη γέννηση του Χριστού, η ιταλική χερσόνησος συνταράχτηκε από την εξέγερση των μονομάχων του Σπάρτακου, η οποία πήρε μαζικές διαστάσεις. Ο Σπάρτακος (περ. 109 π.Χ.-71 π.Χ.) ήταν ένας από τους ηγέτες των εξεγερμένων, μάλλον ο σημαντικότερος, και για αυτό η εξέγερση έμεινε στην ιστορία με το όνομα του [i].
Ο Πλούταρχος αναφέρει στο Βίο του Κράσσου ότι αυτή την εποχή έγινε στην Ιταλία εξέγερση και λεηλασία από δούλους, η οποία ονομάστηκε «Σπαρτάκειος πόλεμος»[ii].
Οι εξεγέρσεις των δούλων στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία
Δουλεία υπήρξε πολλούς αιώνες πριν από τη ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Όμως, όπως επισημαίνει ο Λεκατσάς «μεγάλοι δουλικοί πόλεμοι θα ξεσπάσουνε στην Ιταλία και στη Σικελία μονάχα, δύο χώρες, που, με το σύστημα της αγροτικής οικονομίας τους, σωρεύουνε παραμεγάλα σκλαβοπλήθη»[iii].
Η χαμηλή ανάπτυξη της τεχνικής, των μέσων παραγωγής, είναι η αιτία της δουλείας. Όμως, υπάρχει και άλλος ένας σημαντικός παράγοντας. Στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία υπάρχει εκτεταμένος εκχρηματισμένος και αύξηση της εμπορευματικής παραγωγής, της παραγωγής δηλαδή που γίνεται με σκοπό τα προϊόντα της να πουληθούν στο εμπόριο. Στα ορυχεία, τα τεράστια αγροκτήματα, τις οικοδομές, τους βοσκοτόπους η δουλική εργασία εντατικοποιείται. Οι δούλοι εργάζονται σχεδόν όλη την ημέρα με πολύ εντατικούς ρυθμούς προκειμένου να καλύψουν τις ανάγκες του εμπορίου. Η πίεση είναι αφάνταστη, οι συνθήκες εργασίας στην κυριολεξία απάνθρωπες. Πράγμα (res) είναι ο δούλος στη Ρώμη. Αν τον Ρωμαίο πολίτη τον περιμένει η φυλάκιση για κάποιο παράπτωμα ή το πρόστιμο, τον δούλο τον περιμένει η ποινή του θανάτου με σταύρωση[iv].
Η θέση του δούλου είναι στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία πολύ χειρότερη από ότι ήταν στην αρχαία Ελλάδα. Στη διαφοροποίηση αυτή παίζουν ρόλο και πολιτιστικοί παράγοντες, κληρονομημένοι από το παρελθόν. Όμως, η πίεση της εμπορευματικής παραγωγής και η ανάγκη να κρατιέται με το φόβο της σταύρωσης όλο αυτό το πλήθος των δούλων υποταγμένο είναι οι βασικές αιτίες της θέσης και των συνθηκών ζωής των δούλων στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία.
Την εποχή του Σπάρτακου το 1/3 του πληθυσμού της ιταλικής χερσονήσου ήταν δούλοι[v]. Ήταν τέτοιο το πλήθος των δούλων που κάποτε, όταν η Σύγκλητος συζήτησε το ενδεχόμενο του ομοιόμορφου ντυσίματος τους, ο Σενέκας παρατήρησε «Αλίμονο μας και αν γινότανε αυτό! Γιατί έτσι θα μπορούσαν να μας μετρήσουν»[vi].
Αυτές οι συνθήκες είναι που οξύνουν τις κοινωνικές αντιθέσεις και βρίσκονται πίσω από τις μαζικές δουλικές εξεγέρσεις της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.
Η καταγωγή του Σπάρτακου
Ο Σπάρτακος ήταν Θρακιώτης από μια νομαδική φυλή. Η φυλή του ήταν από εκείνες που έχοντας καλό ιππικό, επιτίθονταν στις ρωμαϊκές λεγεώνες αιφνιδιαστικά και ύστερα, μετά το χτύπημα, οι ιππείς εξαφανίζονταν[vii]. Κάποια στιγμή το πολεμικό ενδιαφέρον των Ρωμαίων στράφηκε προς τους Δαρδανούς, άγρια φυλή της Βαλκανικής[viii]. Ο Σπάρτακος μαζί με άλλα μέλη της φυλής του, συμπορεύτηκε ως μισθοφόρος με τον ρωμαϊκό στρατό ενάντια στους Δαρδανούς[ix].
Η συμπόρευση του Σπάρτακου με τον ρωμαϊκό στρατό, αναφέρεται και από Ρωμαίους ιστορικούς. Ο Αππιανός λέει ότι ήταν «Θράκας από τη γέννηση, ο οποίος είχε υπηρετήσει κάποτε ως στρατιώτης με τους Ρωμαίους, αλλά από τότε ήταν φυλακισμένος και πουλήθηκε ως μονομάχος». Ο Florus λέει ότι «είχε γίνει Ρωμαίος στρατιώτης, στη συνέχεια ληστής και μετά λόγω της δύναμης του έγινε μονομάχος»[x].
Υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες, ο Σπάρτακος μαζί με μια ομάδα αποκόπηκε από τις ρωμαϊκές λεγεώνες και δημιούργησε μια συμμορία στα βουνά[xi]. Όμως, οι Ρωμαίοι κατόρθωσαν να τον συλλάβουν. Τον αλυσόδεσαν και μαζί με την σύζυγο του, που ήταν μάντισσα της φυλής του, πουλήθηκαν σε πλειστηριασμό σε έναν προπονητή μονομάχων στην Capua[xii].
Οι μονομαχίες
Την εποχή της εξέγερσης του Σπάρτακου, η ρωμαϊκή δημοκρατία είχε μπει σε περίοδο διαφθοράς και αναταραχής. Οι φιλόδοξοι στρατηγοί έκαναν μάχες, τις οποίες αν κέρδιζαν και δυνάμωναν το κύρος τους στο στρατό, μπορούσαν στη συνέχεια να κάνουν πολιτική καριέρα στη Ρώμη. Τα δικαστήρια ήταν υπό τον έλεγχο των Συγκλητικών ενώ η ψήφος των πολιτών εξαγοράζονταν ανοικτά. Οι φόροι απομυζούσαν τις επαρχίες ενώ οι στρατηγοί που τις κατακτούσαν πλούτιζαν[xiii]. Οι ανάγκες για αύξηση της παραγωγής εμπορευμάτων και όλο και περισσότερο χρήμα, πίεζαν τον βασικό παραγωγικό συντελεστή που ήταν ο δούλος.
Στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία είχε αναπτυχθεί το δημοφιλές θέαμα των μονομαχιών, το οποίο δεν υπήρχε στον αρχαίο ελληνικό κόσμο. Μόνο την ρωμαϊκή εποχή, στην Κόρινθο που ήταν «περισσότερο ρωμαϊκή και διεφθαρμένη»[xiv] φαίνεται να έγιναν μονομαχίες. «Το Θέατρο, που πρώτα σ’ όλη τη Μεσόγειο μαρτυρούσε τον ελληνικό πολιτισμό, ξετοπίζεται τώρα από τ΄Αμφιθέατρο […] Μα στην Ελλάδα […] ήταν εδώ χτισμένος πολυσέβαστος βωμός, της Σπλαχνοσύνης, κι αν ήταν να στήσουν Αμφιθέατρο θα πρεπε πρώτα να τόνε γκρεμίσουν»[xv].
Οι μονομάχοι εκπαιδεύονταν σε σχολές και παρότι ορισμένοι από αυτούς ήταν δημοφιλείς, κοινωνικά ήταν λίγο πιο πάνω από τους καταδικασμένους για σοβαρά εγκλήματα. Ορισμένοι μονομάχοι ήταν κατάδικοι. Άλλοι ήταν δούλοι που η σωματική τους διάπλαση οδήγησε τους ιδιοκτήτες σχολών να τους αγοράσουν για να τους εκπαιδεύσουν για τις μονομαχίες. Κάποια στιγμή εμφανίστηκαν και μονομάχοι ελεύθεροι επαγγελματίες. Το επάγγελμα του μονομάχου ήταν επικίνδυνο και κερδοφόρο, αλλά ταυτόχρονα και ατιμωτικό: ο μονομάχος αποκλειόταν από τα δημόσια λειτουργήματα.
Οι μονομαχίες φαίνεται να ξεκίνησαν στη Ρώμη το 264 π.Χ., όταν οι Βρούτοι Μάριος και Δόκιμος οργάνωσαν μονομαχίες προς τιμή του πατέρα τους στην κηδεία τους. Ενδεχομένως, οι σφαγές ανάμεσα σε αγωνιζόμενους δούλους να ήταν υποκατάστατο του πανάρχαιου εθίμου των ανθρωποθυσιών σε τάφους. Από τους τάφους, οι μονομαχίες πέρασαν στα συμπόσια και από τα συμπόσια στην Αγορά και τέλος στο Αμφιθέατρο «όπου μέγα διεφθαρμένο πλήθος έτρεχε και σπρωχνόταν ν’ απολάψει το χυνόμενο αίμα»[xvi].
Οι μονομάχοι έχαναν την ζωή τους στις αρένες. Στις σχολές εκπαίδευσης ήταν ουσιαστικά φυλακισμένοι και χωρίς όπλα, τα οποία τους τα έδιναν για τους αγώνες και τους τα αφαιρούσαν μόλις οι αγώνες τέλειωναν. Μέσα στα μεγάλα μπουντρούμια των σχολών μονομάχων, οι μονομάχοι ανάπτυξαν καθημερινές σχέσεις και στο μυαλό τους στριφογύριζε συνέχεια η ιδέα πως θα σωθούν από την κοινή τους μοίρα που ήταν ο θάνατος σε μονομαχία. Με αυτόν τον τρόπο ξεκίνησε και η εξέγερση των μονομάχων, στην οποία ηγήθηκε ο Σπάρτακος.
Η εξέγερση στη σχολή των μονομάχων
Ο Πλούταρχος, στο Βίο του Κράσσου, δίνει στοιχεία για την εξέγερση των μονομάχων στη σχολή της Καπούας το 73 π.Χ.:
«Η εξέγερση των μονομάχων και η λεηλασία της Ιταλίας, που ονομάζεται ο πόλεμος του Σπάρτακου, ξεκίνησε ως εξής. Κάποιος Λέντλος Βατιάτης εκπαίδευε πολλούς μονομάχους στην Καπούα, οι περισσότεροι αυτούς ήταν Γαλάτες και Θράκες. Επειδή αφότου τους αγόρασε, τους είχε έγκλειστους όχι εξαιτίας κάποιου πταίσματος αλλά άδικα και τους ανάγκαζε να μονομαχήσουν, 200 από αυτούς συνεννοήθηκαν να δραπετεύσουν, αλλά μοιράστηκαν και 78 από τους διακόσιους άρπαξαν κουζινομάχαιρα από μια δημόσια κουζίνα και έφυγαν. Καθ’ οδόν συνάντησαν άμαξες που πήγαιναν όπλα μονομάχων σε άλλη πόλη, τα άρπαξαν και οπλίσθηκαν. Κατέλαβαν ένα τόπο ως οχυρό και εξέλεξαν τρεις αρχηγούς, με πρώτο τον Σπάρτακο, άνδρα από τη Θράκη από φυλή νομαδική, ο οποίος δεν ήταν μεγάλος μόνο στο φρόνημα και την ανδρεία αλλά και από τους πιο ικανούς από το γένος των Ελλήνων»[xvii]. Οι άλλοι δύο αρχηγοί ήταν ο Κρίξος και ο Οινόμαος.
Οι μονομάχοι κατέφυγαν στις πλαγιές του Βεζούβιου, κοντά στη σημερινή Νάπολη. Τα νέα της εξέγερσης ενθάρρυναν και άλλους να ακολουθήσουν. Πολλοί δούλοι από τα γύρω αγροκτήματα, δραπέτευσαν από τους αφέντες τους και πήγαν να ενταχθούν στην ομάδα των εξεγερμένων του Σπάρτακου. Η ομάδα μεγάλωσε και άρχισε να βγαίνει από την περιοχή που είχε καταλάβει. Άρχισε να επιτίθεται στα γύρω αγροκτήματα προκειμένου να βρει τροφή και προμήθειες.
Αρχικά, η κατάσταση αυτή δεν ανησύχησε ιδιαίτερα την Σύγκλητο. Υπήρχε η εμπειρία προηγούμενων μαζικών εξεγέρσεων δούλων στη Σικελία που καταπνίγηκαν με το θάνατο χιλιάδων ανθρώπων[xviii]. Όμως, η ομάδα του Σπάρτακου ήταν μικρή σε αριθμό και δρούσε σε μια σχετικά αποκομμένη περιοχή. Φαινόταν, έτσι, σχετικά εύκολο το να εξολοθρευτεί γρήγορα και χωρίς μεγάλο κόστος. Η Σύγκλητος έστειλε μια δύναμη 3000 στρατιωτών με επικεφαλής τον Κλαύδιο Γκλάμπερ. Οι Ρωμαίοι πολιόρκησαν τους εξεγερμένους, που βρίσκονταν στο Βεζούβιο, με σκοπό να τους αναγκάσουν να παραδοθούν από την πείνα. Όμως, ο Σπάρτακος με σχοινιά φτιαγμένα από τα αμπέλια κατέβηκε με τους άνδρες από την άλλη πλευρά του ηφαιστείου, στο πίσω μέρος των ρωμαϊκών στρατιωτών, και ξεκίνησε μια απρόσμενη για τους Ρωμαίους επίθεση.
Ο Πλούταρχος περιγράφει:
«Ήλθε μετά από αυτά ο στρατηγός Κλαύδιος από τη Ρώμη και τους πολιόρκησε στο βουνό, όπου υπήρχε μια δύσκολη και στενή άνοδο, την οποία φρουρούσαν οι Ρωμαίοι στρατιώτες. Τα υπόλοιπα μέρη ήταν απότομοι γκρεμοί και γλιστερές πέτρες που είχαν στην επιφάνεια τους βλάστηση από άγρια αμπέλια. Από αυτή τη βλάστηση, οι μονομάχοι έκοψαν κλήματα, τα έπλεξαν σε σκοινιά και κατέβηκαν από τους γκρεμούς, αφήνοντας ο τελευταίος να ρίξει τα όπλα στους άλλους πριν κατέβει και αυτός. Οι Ρωμαίοι, που δεν είχαν καταλάβει τίποτε, αιφνιδιάστηκαν και τράπηκαν σε φυγή. Οι μονομάχοι κυρίευσαν το στρατόπεδο»[xix].
Μπορεί η ιδέα του Σπάρτακου να ήταν έξυπνη, όμως η νίκη του οφείλεται στο ότι ο Κλαύδιος Γκλάμπερ είχε υποτιμήσει τους εξεγερμένους μονομάχους. Θεώρησε την αποστολή εύκολη, η οποία θα έληγε με την πολιορκία των αντιπάλων του. Φαίνεται ότι δεν είχε πάρει ούτε τις στοιχειώδεις προφυλάξεις του στρατοπέδου του, αφού οι περισσότεροι λεγεωνάριοι σκοτώθηκαν στα κρεβάτια τους. Οι εξεγερμένοι πέτυχαν έτσι μια νίκη σε δύο επίπεδα: αφενός μεν απέκτησαν όπλα και πανοπλίες αφετέρου το ηθικό τους αναπτερώθηκε καθώς είδαν ότι οι Ρωμαίοι δεν είναι ανίκητοι.
Η πορεία του Σπάρτακου προς το βορρά
Ο Σπάρτακος αρχικά ακολούθησε αμυντική τακτική. Γνωρίζοντας ότι οι εξεγερμένοι δεν ήταν στρατιώτες και έχοντας ο ίδιος εμπειρία στρατιωτική από την συνεργασία του με το ρωμαϊκό στρατό, άρχισε να εκπαιδεύει μικρές ομάδες. Έμεινε στο Βεζούβιο μέχρι να φτιάξει έναν αξιόμαχο αριθμό εξεγερμένων, ώστε να μπορεί να αντιμετωπίσει την επόμενη σύγκρουση με τον στρατό της Ρώμης.
Οι συγκρούσεις δεν άργησαν να έρθουν. Υπήρξαν πολλές συγκρούσεις με τον ρωμαϊκό στρατό, οι οποίες κατέληξαν σε νίκες των εξεγερμένων. Ο Πούμπλιους Βαρίνος στάλθηκε εναντίον τους με δύο χιλιάδες άνδρες, τους οποίους οι δούλοι νίκησαν. Στη συνέχεια, ο Κοσσινός στάλθηκε με μεγάλες δυνάμεις και τελικά συνελήφθη και ο ίδιος από τους δούλους. Οι σκλάβοι ακολούθησαν τους υποχωρούντες Ρωμαίους, σκοτώνοντας πολλούς. Τέλος, εισέβαλαν στο ρωμαϊκό στρατόπεδο και το κυρίευσαν, ενώ και ο ίδιος ο Κοσσίνιος δολοφονήθηκε.
Η Σύγκλητος άρχισε να ανησυχεί. Οι νίκες δυνάμωναν το ηθικό των εξεγερμένων και η φήμη τους μεγάλωνε. Σε κάθε αγρόκτημα, σε κάθε βιοτεχνία, σε κάθε βοσκότοπο, σε κάθε σπίτι υπήρχαν δούλοι που ο καθένας από αυτούς ήταν πλέον ύποπτος για ανταρσία και ένωση με τον στρατό του Σπάρτακου. Ο φόβος και η καχυποψία ενός εχθρού που ζούσε μαζικά μέσα στην ιταλική χερσόνησο και ανά πάσα στιγμή μπορούσε να ξεσηκωθεί, άρχισε να κυριαρχεί στις σκέψεις των Ρωμαίων. Πολλοί δούλοι, όπως μας πληροφορεί ο Πλούταρχος, δραπέτευσαν από τους αφέντες τους και πήγαν με τους εξεγερμένους του Σπάρτακου: «Και τότε προσήλθαν προς αυτούς πολλοί από τους βοσκούς των κοντινών βοσκοτόπων, ρωμαλέοι στα χέρια και ταχείς στα πόδια και από αυτούς άλλους τους όπλισαν και άλλους τους χρησιμοποίησαν ως σκοπούς» προσχώρησαν στο στρατό των δούλων»[xx].
Ο στρατός του Σπάρτακου την άνοιξη του 73 π.Χ. κατευθύνθηκε βόρεια. Το σχέδιο φαίνεται να ήταν να διασχίσουν την Ιταλία, να περάσουν τις Άλπεις και να δραπετεύσουν στη Γαλατία που ήταν, σε μεγάλο βαθμό, έξω από τον έλεγχο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο: «Σκεπτόμενος με σύνεση και μη προσδοκώντας να ξεπεράσει σε δύναμη τους Ρωμαίους, ο Σπάρτακος προχώρησε με τον στρατό τους προς τις Άλπεις θεωρώντας ότι πρέπει να τις διασχίσει ώστε μετά να πάει ο καθένας στην πατρίδα του, άλλοι στη Γαλατία και άλλοι στη Θράκη».
Διαφοροποιήσεις στο στρατό του Σπάρτακου
Η Σύγκλητος άρχισε να ανησυχεί και να φοβάται. Οι μισοί δούλοι της Ιταλίας ήταν έτοιμοι να στασιάσουν και κανένας δεν μπορούσε να προβλέψει τι θα γινόταν. Η πλούσια αυτή κοινωνία, που απολάμβανε ένα σωρό πολυτέλειες οι οποίες προέρχονταν από την εργασία των δούλων, άρχισε να τρίζει. H Σύγκλητος έστειλε δύο λεγεώνες εναντίον των σκλάβων. Για πρώτη φορά, οι λεγεώνες νίκησαν. Ποια ήταν όμως η αιτία αυτής της νίκης;
Την απάντηση την δίνει ο Πλούταρχος: «Αλλά αυτοί, γεμάτοι εμπιστοσύνη στους αριθμούς τους και φουσκωμένοι από την επιτυχία τους, δεν έδειχναν καμία υπακοή σε αυτόν, αλλά πήγαν και λεηλάτησαν την Ιταλία»[xxi]. Οι δούλοι είχαν διασπαστεί. Ο Κρίξος είχε την ηγεσία των Γαλατών, οι οποίοι διαφώνησαν με τον Σπάρτακο να περάσουν τις Άλπεις. Προτίμησαν να περιφέρονται στην ιταλική χερσόνησο και να λεηλατούν αγροκτήματα, ελπίζοντας ότι ο ρωμαϊκός στρατός δεν θα μπορούσε να τους σταματήσει. Έτσι, ο Κρίξος με 30.000 άντρες αποκόπηκαν από το σώμα του στρατού του Σπάρτακου. Οι λεγεώνες έπεσαν επάνω στο στρατό του Κρίξου, τον κατέσφαξαν και ο ίδιος ο Κρίξος έχασε τη ζωή του. Ο Πλούταρχος γράφει: «Ο Γέλλιος έπεσε ξαφνικά πάνω στο τμήμα των Γερμανών, οι οποίοι είχαν αποκοπεί από τον υπόλοιπο στρατό των δούλων λόγω περιφρόνησης και υπεροψίας, και το κατέστρεψε ολόκληρο». O Σπάρτακος τίμησε την μνήμη του Κρίξου, οργανώνοντας αγώνες μονομαχίες ανάμεσα σε αιχμάλωτους λεγεωνάριους.
Όμως, οι λεγεώνες του Λέντλου κυκλώνουν τον Σπάρτακος. Ο Σπάρτακος τις νικά και στη συνέχεια αποκρούει και τον Κάσσιο. Αυτό ήταν ένα βαρύ πλήγμα για τους Ρωμαίους. ρωμαϊκό κύρος και έπληξε την εμπιστοσύνη της Γερουσίας. Όχι μόνο είχε σφαγιαστεί ο στρατός τους, αλλά ο Σπάρτακος είχε πάρει τους θυρεούς των λεγεώνων. Στη Μούτινα (σημερινή Μοδένα), οι δούλοι νίκησαν ακόμα μια λεγεώνα και φαίνονταν ότι είναι ανίκητοι.
Η πορεία προς το νότο
Ο Σπάρτακος έφτασε κοντά στις Άλπεις, αλλά δεν τις πέρασε. Άλλαξε πορεία και τράβηξε πάλι προς το νότο. Γιατί το έκανε αυτό, δεν είναι γνωστό. Ίσως τα εφόδια των δούλων να μην έφταναν να περάσουν τις Άλπεις. Ίσως, πολλοί από αυτούς να θεώρησαν ότι θα μπορούσαν να ζήσουν ελεύθεροι λεηλατώντας τις ιταλικές πόλεις και τα μεγάλα αγροκτήματα.
Ο Σπάρτακος είχε να παλέψει με δύο μειονεκτήματα. Το πρώτο ήταν ότι ο στρατός του είχε μεγαλώσει και περιλάμβανε ηλικιωμένους, γυναίκες και παιδιά που προσπαθούσαν να ξεφύγουν από την σκλαβιά. Οι μη μάχιμοι ήταν περίπου 10.000 και έπρεπε να τρέφονται. Αυτή η κατάσταση περιέπλεκε σημαντικά τις κινήσεις του. Το δεύτερο ήταν ότι οι Ρωμαίοι δεν τον υποτιμούσαν πια και σχεδίαζαν σοβαρά την αναμέτρηση μαζί του.
Όταν η Σύγκλητος έμαθε τις νέες νίκες του Σπάρτακου αποφάσισε να πάρει δραστικά μέτρα. Έδωσε εντολή τον Κράσσο, τον πιο πλούσιο άνθρωπο της Ρώμης και φιλόδοξο πολιτικό, να πολεμήσει τους δούλους. Ο Κράσσος ήταν συστηματικός. Συγκέντρωσε στρατό, ξέροντας ότι οι πόροι της Ρώμης ήταν περισσότεροι από αυτούς του Σπάρτακου και σε βάθος χρόνου μπορούσε να τον εξαντλήσει και να τον νικήσει.
Ο Κράσσος έστειλε τον Μώμιο με δύο λεγεώνες να παρακολουθεί τις κινήσεις του εχθρού. Έδωσε σαφή εντολή στο Μώμιο να μην εμπλακεί σε μάχη με τους δούλους, αλλά να τους παρακολουθεί από απόσταση ώστε να καταλάβει προς τα που ήθελαν να κινηθούν. Όμως, ο Μώμιος ενεπλάκη σε μάχη με την πρώτη ευκαιρία. Πίστευε ότι οι δούλοι ήταν εύκολος αντίπαλος. Η μάχη ήταν αιματηρή και οι λεγεώνες του Μώμιου θα είχαν καταστραφεί, αν δεν εμφανιζόταν με δυνάμεις ο Κράσσος για να τις σώσει. Πολλοί λεγεωνάριοι σκοτώθηκαν και πολλοί άλλοι έσωσαν τη ζωή τους, πετώντας τα όπλα τους και φεύγοντας. Από δώδεκα χιλιάδες τριακόσιους δούλους που σκοτώθηκαν, δύο μόνο είχαν χτυπηθεί στην πλάτη. Όλοι οι υπόλοιποι έμειναν στις γραμμές τους και σκοτώθηκαν πολεμώντας γενναία.
Αυτή η γενναιότητα των σκλάβων, που ερχόταν σε αντίθεση με την δειλή συμπεριφορά των Ρωμαίων σε παλαιότερες μάχες, ανάγκασε τον Κράσσο να αναβιώσει την αρχαία ρωμαϊκή μέθοδο τιμωρίας: τον αποδεκατισμό. Σε μια προσπάθεια να αποκαταστήσει την πειθαρχία, ο Κράσσος πρώτα επέπληξε σοβαρά τον Μούμιο. Στη συνέχεια, έβαλε με ταπεινωτικό τρόπο τους στρατιώτες να πληρώσουν προκαταβολή για τα όπλα τους, ώστε να βεβαιωθεί ότι δεν θα τα εγκατέλειπαν.
Στη συνέχεια επέλεξε πέντε εκατοντάδες άνδρες οι οποίοι ήταν οι πρώτοι που έφυγαν από το πεδίο της μάχης και τους διαίρεσε σε πενήντα ομάδες των δέκα, από την οποία θα επιλέγονταν ένας με κλήρωση προκειμένου να εκτελεστεί μπροστά στα μάτια όλων των υπόλοιπων στρατιωτών. Αυτή η τρομερή τιμωρία είχε από καιρό σταματήσει, αλλά με την αναβίωση της, ο Κράσσος ήθελε να δείξει την σημασία που είχε η επιχείρηση εναντίον του Σπάρτακου. Από τη στιγμή αυτή, κάθε Ρωμαίος στρατιώτης έμαθε να φοβάται τον στρατηγό του περισσότερο από τους δούλους[xxii].
Το τέλος
Στα τέλη του 72 π.Χ., ο Σπάρτακος και ο στρατός του πέρασαν μέσω της Λευκανίας και έφτασαν κοντά στο στενό της Μεσσήνης. Ο Σπάρτακος προσπάθησε να επιτύχει μια συμφωνία με πειρατές από την Κιλικία για να πάρουν με πλοία τους σκλάβους και να τους περάσουν στη Σικελία. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, o Σπάρτακος σκεπτόταν να περάσει στο νησί με 2.000 άνδρες και να αναζωπυρώσει εκεί την εξέγερση των δούλων. Όμως, οι πειρατές τον εξαπάτησαν και έφυγαν. Έτσι ο Σπάρτακος βρέθηκε παγιδευμένος στην Καλαβρία.
H θέση των δούλων άλλαξε δραματικά. Ο Κράσσος κινήθηκε εναντίον τους με 8 λεγεώνες. Προς το βορρά δεν μπορούσαν πλέον να κινηθούν και ο θαλάσσιος δρόμος, μετά την προδοσία των πειρατών, είχε κλείσει. Η καταστολή μιας εξέγερσης στην Ισπανία επέτρεψε στη Σύγκλητο να καλέσει από εκεί και τις δυνάμεις του Πομπήιου για να συνδράμουν τον Κράσσο. Ο Πλούταρχος περιγράφει αναλυτικά την τακτική του Κράσσου, ο οποίος άρχισε να δημιουργεί ένα τείχος για να αποκόψει τους δούλους από προμήθειες. Ο αποκλεισμός του Σπάρτακου, προκάλεσε στον Κράσσο την ανησυχία ότι μπορεί αυτός να επιτεθεί στη Ρώμη. Όμως, οι δούλοι είχαν αρχίσει να εξαντλούνται και να φυλλοροούν. Το σχέδιο του Κράσσου να αποκλείσει από κάθε πόρο τον στρατό του Σπάρτακου και να εκμεταλλευθεί τους απεριόριστους, σχεδόν, πόρους της Ρώμης προκειμένου να τον καταβάλλει και να τον χτυπήσει όταν θα είναι σε αδυναμία, άρχισε να αποδίδει καρπούς.
Παρόλα αυτά, όμως, ο Σπάρτακος κατάφερε να σπάσει τον αποκλεισμό των γραμμών των Ρωμαίων και εν μέσω χιονοθύελλας να διαφύγει με το ένα τρίτο του στρατού του προς το Μπριντίζιουμ (σήμερα Μπρίντεζι). Ο Κράσσος ανησύχησε ότι ο Σπάρτακος θα κινηθεί προς τη Ρώμη. Όμως, ο στρατός των δούλων δεν είχε πλέον τέτοια υλικά και ψυχικά αποθέματα. Ένα μέρος του στρατού του Σπάρτακου λιποτάκτησε και έπεσε θύμα επίθεσης λεγεώνων. Η παρέμβαση του υπόλοιπου στρατού με επικεφαλής τον Σπάρτακο, έσωσε πολλούς από τους δούλους από σφαγή.
Ο Κράσσος άρχισε να σκέπτεται ότι όσο καθυστερούσε να δώσει μια καθοριστική μάχη, κινδύνευε να του πάρουν τη δόξα ο Λούκουλος και ο Πομπήιος που έρχονταν να βοηθήσουν με τον στρατό τους. Ο Κράσσος άρχισε να πολιορκεί όλο και πιο στενά τους δούλους, μέχρι που αυτοί επιτέθηκαν σε ένα τμήμα του στρατού του.
Ο Σπάρτακος καταλάβαινε ότι δεν μπορούσε να αποφύγει τη σύγκρουση και να κάνει άλλους ελιγμούς. Οι νέες δυνάμεις που ερχόταν ήταν πολύ ανώτερες από τις δικές του. συγκέντρωσε τον στρατό του σε θέση μάχης και σκότωσε το άλογο του, φωνάζοντας «ή κερδίζουμε αυτή τη μάχη ή πεθαίνουμε». Με αυτό ήθελε να δείξει ότι κανένας και πρώτος αυτός δεν υπήρχε περίπτωση να υποχωρήσει ή να δραπετεύσει.
Ο Σπάρτακος έπεσε στη μάχη. Ο Αππιανός γράφει ότι ο Σπάρτακος τραυματίστηκε στο μηρό από ένα δόρυ, αλλά συνέχισε να χτυπά με την ασπίδα του τους επιτιθέμενους μέχρι που θανατώθηκε[xxiii].
Μετά τη μάχη, ο Κράσσος σταύρωσε 6.000 δούλους κατά μήκος της Αππίας οδούς. 5.000 δούλοι που διέφυγαν, σκοτώθηκαν από τις λεγεώνες του Πομπήιου. Ο Πομπήιος κέρδισε τη δόξα του τερματισμού του πολέμου, ενώ ο Κράσσος δεν πήρε τις τιμές που επιδίωκε. Αργότερα, ο Κράσσος σκοτώθηκε στη μάχη των Καρρών στην Ασία και ο Πομπήιος δολοφονήθηκε στην Αίγυπτο.
[i] Βασική πηγή της ιστορίας της εξέγερσης των μονομάχων είναι το βιβλίο Κράσσος από τους Βίους του Πλούταρχου. Εδώ χρησιμοποιούμε τους Βίους του Πλουτάρχου, Πέμπτο Βιβλίο, σε μετάφραση του Α. Ραγκαβή (εκδόσεις Διονυσίου Κορομηλά, Αθήνα, 1865). Η μετάφραση του Ραγκαβή είναι στην καθαρεύουσα. Για τις ανάγκες των παραπομπών του παρόντος κειμένου, τα αποσπάσματα της μετάφρασης του Ραγκαβή έχουν αποδοθεί στη δημοτική γλώσσα.
[ii] Πλούταρχος, ό.π., σ. 343.
[iii] Παναγής Λεκατσάς, Οι πόλεμοι των δούλων, στην ελληνική και ρωμαϊκή αρχαιότητα, Εκδοτικόν Ινστιτούτο Αθηνών, Αθήνα, 1957, σ. 9.
[v] Allan Woods, Spartacus - a real representative of the proletariat of ancient times, www.marxist.com
[vi] Λεκατσάς, 1957, σ. 38.
[vii] Παναγής Λεκατσάς, ό.π. σ. 159. Αναλυτικότερες πληροφορίες βλ. επίσης Παναγής Λεκατσάς,Σπάρτακος. Ο πόλεμος των μονομάχων, εκδ. Ζαχαρόπουλου, Αθήνα, 1945.
[viii] Σύμφωνα με τον Will Durant, οι Δαρδανοί πιθανόν να σχετίζονται με τους Τρώες. Ένας αιγυπτιακός πάπυρος αναφέρει κάποιους «Δαρδενούι» (Dardenui) που συμμάχησαν με τους Χετταίους εναντίον των Αιγυπτίων στα μάχη του Καδές (1287 π.Χ.). Will Durant, Παγκόσμιος Ιστορία του Πολιτισμού, τ. Β’, σ.46
[ix] Λεκατσάς, 1945, σ. 5.
[xii] Πλούταρχος, ό.π., σ. 343: «Κάποιος Λέντλος Βατιάτης είχε σχολή μονομάχων στην Καπούα, όπου οι περισσότεροι από αυτούς ήταν Γαλάτες και Θράκες».
[xiv] Λεκατσάς, 1945, σ. 6.
[xv] Λεκατσάς, 1957, σ. 160.
[xvi] Λεκατσάς, 1945, σ. 9.
[xvii] Πλούταρχος, ό.π., σ. 343.
[xviii] Για τις εξεγέρσεις των δούλων στη Σικελία βλ. αναλυτικά Λεκατσάς, 1957.
[xix] Πλούταρχος, σσ. 344-345.
[xx] Στο ίδιο, σ. 345.
[xxi] Πλούταρχος, ό.π., σ. 346.
[xxiii] Στο ίδιο.
ΠΗΓΗ: http://criticeduc.blogspot.gr/2017/07/blog-post_29.html
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.