Κυριακή 7 Ιουλίου 2024

"O κόσμος είν' απότιστος κι εγώ σταλαγματιά" …

Της Ελένης Σκάβδη


Ασκώ συνέχεια τη μνήμη, λατρεύω τα flash-back, βυθίζομαι στην ανάμνηση από μια διαρκή και παιχνιδιάρικη διάθεση να διευρύνω ορίζοντες και χρόνο, να χορτάσω από μνήμη, που στο κάτω-κάτω από μόνη της συνιστά το βιο του καθενός ξεχωριστά, αλλά και των συλλογικοτήτων…

Αλλωστε, στο σημείο που βρίσκομαι είναι ακριβώς στο optimum των απολογισμών, μικροζημιές και μικροκέρδη συμψηφίζοντας. Από πού ν' αρχίσεις, λοιπόν, για να καταφέρεις να τοποθετηθείς στη μέση, εκεί απ' όπου έχεις τη δυνατότητα να κοιτάς παντού, χωρίς κόπο, χωρίς να χρειαστείς "προσαρμογή" των οφθαλμών, χωρίς ν' αναγκαστείς να "διορθώσεις" είδωλα και παραστάσεις; Βολεύει ο τόπος για τέτοιες θυσίες, υπάρχουν μυριάδες γωνιές για τέτοια θέαση, κι όσο ο καιρός περνά τόσο και αποκαλύπτω κρυφά-μυστικά- μαγικά περάσματα…

Στην άκρη του μπαλκονιού λίγο πριν την οριστική, χειμωνιάτικη δύση, όταν ο ορίζοντας βάφεται πορτοκαλής για παράδειγμα… 

Στο κέντρο της δέσης του φράγματος, με το βλέμμα να αναδύεται μέσα απ' το νερό, για ν' αντικρίσει κάθυγρο το γκρίζο όγκο του Ερύμανθου… 

Στο κοιμητήριο των Αγνάντων, εκεί απ' όπου έχεις την παρήγορη βεβαιότητα ότι πετάς πάνω από τους ρευστούς δασωμένους λόφους. Λίγο μετά τη Σπαρτουλιά, στην Ε.Ο-111, όταν προβάλει κάτω από το δρόμο η πράσινη απεραντοσύνη του δάσους της Φολόης, ή και στο κάστρο της Κουκουβίτσας, απ' όπου μπορείς να δεις ολόγυρα την Ηλεία, ν' ανακαλύψεις τα "γιατί" της νωχέλειας και των αναστεναγμών της… Ετσι όπως βλέπεις τον Κυπαρισσιακό από το παλιό πέτρινο εγκαταλελειμμένο σχολείο των ταξιαρχών, πάνω από το Λέπρεο…


Δεν θα τολμήσω να σας περιγράψω τις "αισθήσεις" στη θέα από τον Επικούρειο, διότι ακόμα δεν κατάφερα ν' αποκρυπτογραφήσω τον κώδικά τους. Η μαγεία, άλλωστε, δεν περιγράφεται ούτε αναγιγνώσκεται. Μένει "εντός" να καίει σαν δωρεά στην ψυχή και το βίο που αναλώνεται σε ευτελείς βηματισμούς μέσα στο άγος των πόλεων, που ο πας εις δημαρχάκος ονειρεύεται ως "εξοχικόν" με θέα…

Πώς θα ήταν η Ελλάδα, λοιπόν, αν το είδος των εμπειριών μας διατηρούσε την αισθητική της γεωγραφίας που περιέγραψα; Η πολιτική μου παιδεία δεν βοηθά να έχω την απάντηση στο ερώτημα, γι' αυτό το θέτω απλά ως ρητορεία στο… κείμενο. Ομως, επιμένω, πώς για ν' αντέξουμε οφείλουμε τα κρυφά μας "ραντεβού" με αυτά τα "μυστικά" περάσματα… Όταν βρεθείς εκεί τότε είναι που μπορείς να συνομιλήσεις με τον τόπο ειλικρινώς, να δεις τα "τραύματά του", ν' ανακαλύψεις τις ρωγμές και τα πάθη του, να νοιώσεις βρ' αδελφέ την "αναπνοή του" κάτω απ' την επιφάνεια…

Λες και μου νεύουν μυριάδες ψίθυροι κάθε φορά που πορεύομαι στην περιοχή του φράγματος, όταν βυθίζομαι πάνω στο ανάχωμα, που φτιάχτηκε από τους όγκους χωμάτων και πέτρας, από τις Αχαϊκές Πόρτες και το Πορτοβούνι… 

Με πιάνει ντελίριουμ τρέμενς να σκέπτομαι ότι κάτω από τον όγκο του νερού είναι θαμμένη η Ηλιδα, τα πολίσματά της, η γη που πατήθηκε, γονιμοποιήθηκε, έθρεψε και κανάκεψε ανθρώπους…

 Δέος αισθάνομαι και στη θέα του τύμβου της Αρμάτοβας, που καλύπτει το νερό, τους χειμώνες, και αποκαλύπτει η υποχώρησή του τα καλοκαίρια. Αυτή η προσήλωσή μου στο παρελθόν έχει την εξήγησή της, αλλά και την παθογένειά της, με την οποία όσο περνούν τα χρόνια τόσο συμφιλιώνομαι… Στο κάτω-κάτω το "περαστικόν" πεπρωμένο της φυλής ξορκίζεται μόνον με την αίσθηση των κατάλοιπων που απομένουν από τη διαδρομή…

Ισως γι' αυτό αγωνιωδώς ψάχνομαι για τα επέκεινα ή και για τα πρωθύστερα… Τα οποία, "φευ", ελάχιστη συμβολή έχουν στην ελαφρότητα με την οποία αντιμετωπίζουμε το παρόν, ιδιαιτέρως στην εποχή μας, η οποία χαρακτηρίζεται από την αισθητική της "ευκολίας"… Πρέπει κάποια στιγμή να το δεχτούμε για να ξεμπερδεύουμε με ενοχές και αγωνίες. Ζούμε τον πολιτισμό της μπουλντόζας και των JCB.
Σκάψτε-φορτώστε-μεταφορτώστε-μπαζώστε-τελειώσατε! Στα κροκοδείλια της μεταμέλειας δεν υποκλίνομαι ούτε ιδρώνουν τα ώτα μου. Απλά, ασκώ τη μνήμη γιατί βοηθά να κατανοήσω σε ποιο εύρος η εποχή μου θα αναγκαστεί να λογοδοτήσει στο μέλλον για όλα όσα "κατάφερε" ή δεν "ετόλμησε". Τόσο "θολά" κι αχνά, τόσο διφορούμενα…
Προς το παρόν βέβαια ο συρμός ευνοεί τη λογική των εκσκαφέων και των επεκτάσεων. Είμαι περίεργη να δω μέχρι που θα φτάσουμε… 

Σημείο αφετηρία των "μετρήσεών" μου, το 1984, Πάσχα, όταν για πρώτη φορά ήρθα στην Ηλεία. Ο δρόμος από την Αμαλιάδα μέχρι την Πηνεία, επί Νομάρχισσας της Μαρκογιαννάκη- ήταν ακριβώς έτσι όπως φαντάζομαι το μετά-βομβαρδισμένο Βούκοβαρ ή και το Σεράγεβο. Στο χωριό κατοικούσαν πάνω από 300 άνθρωποι, και ο φούρνος της Τασίας δούλευε πυρετωδώς για τη φαμίλια, με τις γειτόνισσες ολοτρύγυρα να κελαηδούν την πρωινή λάτρα…

 Σήμερα ο δρόμος δεν έχει λακκούβες, ούτε ο φούρνος της Τασίας υπάρχει. Η Τασία και όλες οι γειτόνισσες κατοικούν στο κοιμητήριο του Αη-Δημήτρη, και στο χωριό μετά βίας μετρώ 20 νοματαίους…  Κι εγώ κατοικώ στον Αη-Γιάνννη, πάνω ακριβώς στον "οραματικό" δρόμο, των Πηνειωτών, που αναμένει το "όραμα" από το 1963.

 Παρεμπιπτόντως το Βούκοβαρ και το Σεράγεγο ανασυγκροτήθηκαν και δεν έχουν πια λακκούβες… Ενώ ημείς ολίγη άσφαλτο επενδύσαμε στον τόπο, μόνον.
Κι εγώ όσο ζω θα συνεχίζω το παιχνίδι αυτής της συνδυαστικής μνήμης, που με βοηθά να τοποθετηθώ στον καιρό, στο παιχνίδι μνήμης-λήθης, στο παιχνίδι του Κούντερα…

ΠΗΓΗ:https://www.facebook.com/share/KCfQU6PV2ntygFiD/
 Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.