Η οδός του Βησσαρίωνα
Ένας απο τους πρωτους λογίους που ταξίδεψαν στην Ιταλία και προετοίμασε το έδαφος για το κύμα που ακολούθησε ήταν ο Μανουήλ Χρυσολωράς1 ο οποίος, ενώ βρισκόταν στην Ιταλία το 1396 σε διπλωματική αποστολή, πείστηκε από τους Φλωρεντινούς να μείνει για τρία χρόνια στην Ιταλία για να παραδίδει μαθήματα.
Γιώργος Καραμπελιάς,
από το Άρδην τ. 51, Νοέμβριος-Δεκέμβριος 2004
“Στη διάρκεια του επόμενου ημίσεως του αιώνα, οι μαθητές του Χρυσολωρά, καθώς και ορισμένοι ριψοκίνδυνοι λόγιοι που είχαν πράγματι σπουδάσει στο Βυζάντιο, κυριάρχησαν στις ελληνικές σπουδές στην Ιταλία”2. Ο μαθητής του Χρυσολωρά Guarino θεωρεί πως ο Χρυσολωράς, παράλληλα με τις ελληνικές σπουδές, ανέστησε και τις λατινικές,3 όσο παράδοξο και αν φαίνεται, διότι δίδαξε στους Ιταλούς, αναφέρει ο Γκουαρίνο, πώς να χρησιμοποιούν το λεξικό, τη γραμματική και το λογοτεχνικό είδος. Σύντομα θα τον ακολουθήσει η πλειάδα των λογίων που θα εγκατασταθεί στην Ιταλία και θα σκορπιστεί σε όλη τη Δύση, μέχρι την Αγγλία. Ο Θεσσαλονικεύς Θεόδωρος Γαζής (1370-1475) θα φύγει για την Ιταλία μετά την άλωση της Θεσσαλονίκης το 1429. Θα μεταφράσει Αριστοτέλη και Θεόφραστο στα Λατινικά, θα παρέμβει στη διαμάχη πλατωνικών-αριστοτελικών με τάσεις συνδιαλλαγής, ως μετριοπαθής αριστοτελικός, και θα γράψει την περιβόητη Γραμματική Ελληνική που εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1516 και γνώρισε στη συνέχεια άπειρες ανατυπώσεις, εκπαιδεύοντας και “ταλαιπωρώντας” με την αττικίζουσα γλώσσα του όλους τους Έλληνες μέχρι τον 19ο αιώνα4. Ο Γεώργιος Τραπεζούντιος (1395-1484), που έφυγε για την Ιταλία το 1430, αξίζει να αναφερθεί όχι μόνο επειδή μετέφρασε Πλάτωνα, Αριστοτέλη, Ευσέβιο Καισαρείας κ.ά., επιτέθηκε στους “πλατωνίζοντες” με επιχειρήματα αντάξια του δυτικού σχολαστικισμού αλλά και γιατί υπήρξε ίσως ο πρώτος Έλληνας διανοούμενος που εισηγήθηκε τη συνεννόηση Ελλήνων και Τούρκων, στις περιβόητες επιστολές του προς τον Μωάμεθ το 1465:
Ει τις ουν τα δύο ταύτα των ανθρώπων γένη, χριστιανούς τε λέγω και μουσουλμάνους. Εις μίαν πίστιν και ομολογίαν ενώσοι,… δοξασθήσεται παρά πάντας ανθρώπους… τούτο δε, θαυμάσιε αμηρά, ουδείς πλην σου κατορθώσαι δύναται5.
Και το διάβημα του Τραπεζούντιου ήταν αξιοσημείωτο γιατί δεν παρέμεινε, όπως ο Αμιρούτζης στο κατακτημένο Βυζάντιο, αλλά έκανε το διάβημά του μετά από τριάντα πέντε χρόνια παραμονής στην Ιταλία και ενώ ταξίδεψε στην Κωνσταντινούπολη ως απεσταλμένος του Πάπα6. Εξάλλου αυτή η απόπειρα θα του στοιχίσει τη φυλάκισή του στον πύργο του Αγίου Αγγέλου στη Ρώμη. Επρόκειτο άραγε για έσχατη κατάπτωση των Ελλήνων λογίων που επέλεγαν τον αυθέντη τους βάσει των προσωπικών τους συμφερόντων ή για μια απόπειρα διαφυγής από την κηδεμονία των καθολικών;
Η σημαντικότερη προσωπικότητα του Βυζαντίου στη Δύση υπήρξε ο τραπεζούντιος Βησσαρίων(1389/1395-1472), ο μετέπειτα Καρδινάλιος και τιτουλάριος καθολικός πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως. Ο Βησσαρίων υπήρξε μαθητής του Πλήθωνα και έμεινε πιστός στις πλατωνικές επιλογές του. Ως αρχιεπίσκοπος Νικαίας συμμετείχε στη Σύνοδο της Φερράρας-Φλωρεντίας όπου αναδείχθηκε σε υποστηρικτή της Ενώσεως των εκκλησιών, σε αντίθεση με τον δάσκαλό του Γεμιστό και ως κύριος αντίπαλος του Μάρκου Ευγενικού. Το 1439, θα εγκατασταθεί οριστικά στην Ιταλία και θα χριστεί καρδινάλιος. Ο Βησσαρίων, που θα διεκδικήσει δύο φορές την παπική έδρα και θα την χάσει λόγω της ελληνικής του καταγωγής7 και της άρνησής του να ενδώσει σε χαμερπείς συναλλαγές, είναι εκείνος που θα συγκεντρώσει και θα προστατεύσει τους Έλληνες λογίους που βρίσκονταν ή έφθασαν στην Ιταλία. Ο Θεόδωρος Γαζής, ο Γεώργιος Τραπεζούντιος, ο Μιχαήλ Αποστόλης, ο Ανδρόνικος Κάλλιστος, θα σχηματίσουν υπό την προστασία του τον πρώτο κύκλο των Ελλήνων λογίων της Ρώμης. Ο Βησσαρίων, ματαίως, θα προσπαθεί σε όλη του τη ζωή να στρέψει τους Δυτικούς ηγεμόνες σε μια εκστρατεία εναντίον των Οθωμανών, για την απελευθέρωση της Ελλάδας. Το 1463, ο Πίος ο Β΄, ο ελληνιστής και ουμανιστής Πάπας Σίλβιος Αινείας Πικολόμινι, θα είναι έτοιμος να επιβιβαστεί ο ίδιος στα σκάφη που θα εξεστράτευαν εναντίον των Τούρκων, και γι’ αυτό θα ορίσει προκαταβολικά τον Βησσαρίωνα Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως. Ο θάνατος του Πάπα και η αδιαφορία των δυτικών ηγετών θα οδηγήσει για άλλη μια φορά τα σχέδια σε αποτυχία.
Ο Βησσαρίων, που πίστευε ήδη από τη Σύνοδο της Φερράρας ότι η σωτηρία του ελληνισμού από τον τουρκικό κίνδυνο εναπόκειτο πλέον στη συμμαχία με τη Δύση, είναι ο κυριότερος εκπρόσωπος του “δυτικού δρόμου” και προδιαγράφει, στην αυγή του νεώτερου ελληνισμού, μια από τις βασικές κατευθύνσεις που θα πάρει η ιστορία μας, ίσως και την κυρίαρχη. Το βέβαιο είναι πως δεν επρόκειτο για κάποιον απλό “εξωμότη”, αλλά για έναν Έλληνα πεπεισμένο πως η σωτηρία θα ερχόταν μόνο από την ταύτιση με τη Δύση. Σύμφωνα με τον Ιταλό ποιητή Τζιοβάννι Μπατίστα Νικολίνι, “ήτο πάντοτε ορθόδοξος… Προσήλθε εις τον καθολικισμόν διότι ως μεγάλος διπλωμάτης διέβλεπε τα εξαιρετικά οφέλη που θα προσεπορίζετο με το μέσον αυτό δια την πατρίδα του, που τόσον ελάτρευε”8. Ο Βησσαρίων, με την τεράστια βιβλιοθήκη του στη Ρώμη, με τα έργα του προς υπεράσπιση του Πλήθωνος και του Πλάτωνος, θα ενισχύσει αποφασιστικά τις ουμανιστικές σπουδές9.
Ο Ιωάννης Αργυρόπουλος (1400-1486) θα διδάξει ελληνικά και φιλοσοφία ως ο πρώτος καθηγητής της Ακαδημίας των Μεδίκων στη Φλωρεντία, θα σχολιάσει το Όργανον του Αριστοτέλους, ενώ οι λατινικές μεταφράσεις του αριστοτελικού έργου (Ηθικά Νικομάχεια, Περί ψυχής κ.λπ.) θα εκδοθούν μετά τον θάνατό του. μαθητής του χρημάτισε και ο Λαυρέντιος των Μεδίκων. Ο Λαόνικος Χαλκοκονδύλης (1430-1490), “ο τελευταίος Αθηναίος ιστορικός” σύμφωνα με το ομώνυμο έργο του Ουΐλιαμ Μίλλερ, θα περιπλανηθεί για πολλά χρόνια στη Δύση. Ο εξάδελφός του, Δημήτριος Χαλκοκονδύλης (1423-1500), προστατευόμενος του Λαυρέντιου, θα διαδεχθεί τον Αργυρόπουλο στο Πανεπιστήμιο της Φλωρεντίας το 1471. το 1488, θα πραγματοποιήσει την πρώτη κριτική έκδοση του Ομήρου, καθώς και την πρώτη έκδοση του Λεξικού του Σουίδα, θα εκδώσει τους Λόγους του Ισοκράτους κ.λπ.10
Ο Κωνσταντίνος Λάσκαρις (1434-1501) θα γράψει και θα εκδώσει την εξίσου φημισμένη με εκείνη του Γαζή, Γραμματική. αρχικώς την έγραψε στο Μιλάνο για τη μαθήτρια του Ιππολύτη Σφόρτσα, και την εξέδωσε για πρώτη φορά το 1476. η στερεότυπη έκδοση του 1494 υπήρξε η πρώτη έκδοση που πραγματοποίησε ο περίφημος Άλδος Μανούτιος. Στη συνέχεια εκδόθηκε και ανατυπώθηκε δεκάδες φορές και στον αρχόμενο 19ο αιώνα είχε εκτοπίσει ακόμα και την Γραμματική του Γαζή (εκδ. 1801, 1804, 1806, 1808, 1810, 1811, 1812, 1817, 1819, κ.λπ.). Ο Κωνσταντίνος Λάσκαρις θα μείνει μέχρι το 1460 στο Μιλάνο, εν συνεχεία θα μεταβεί στη Ρώμη κοντά στον Βησσαρίωνα και ακολούθως στη Νεάπολη, προσκεκλημένος του Φραγκίσκου Α΄. Επιχείρησε να φύγει για κάποιο ελληνικό νησί αλλά, ταξιδεύοντας, κατέπλευσε στη Μεσσήνη όπου εγκαταστάθηκε μέχρι τον θάνατό του. Η Μεσσήνη, στη διάρκεια της παραμονής του, απεκλήθη “νέα Αθήνα” από τον Άλδο Μανούτιο11. Σε επιστολή του στον Ιωάννη Πάρδο, θα εκφράσει ίσως εναργέστερα από κάθε άλλον την τραγική μοίρα των Ελλήνων λογίων, συνθλιμμένων μεταξύ της τουρκικής βαρβαρότητας και της δυτικής απολυταρχίας:
Κάθημαι άχθος αρούρης απειπών τω άλγει, την ενταύθα διατριβήν δουλείαν ηγούμενος και την εντεύθεν μετάστασιν κοινήν δυστυχίαν…. Που γης απίοιμι, εν ω πατρίς μεν δούλη αισχίστων βαρβάρων και πάσα Ελλάς, ούτε δε βασιλεία ούτε πολιτεία ημίν υπολείπεται, πάντα δε δούλα και φόβου και κινδύνου μεστά; (…) Ρώμην μεν την νέαν Βαβυλώνα και τροφόν πάσης κακίας ουδ’ ιδείν αξιώ. Νεάπολιν δε την αχάριστον φεύγω ακούων…. η μεν γαρ των τυρρανούντων φειδωλία Θεόδωρον (τον Γαζή, σ.τ.σ.) … ες Καλαβρίαν απήλασε, Ανδρόνικον δε τον Καλλίστου ες τας Βρεττανικάς νήσους, όπου φίλων έρημος τέθνηκε… παραλείπω δε τον σοφόν εμόν καθηγητήν Ιωάννην τον Αργυρόπουλον εν μέση Ρώμη πενόμενον12.
Ο Ιανός Λάσκαρις (1445-1534), αντιθέτως, ενσωματώθηκε πλήρως στον δυτικό κόσμο (εξ άλλου ήταν μόλις οκτώ χρονών όταν έφυγε από την Κωνσταντινούπολη, μετά την Άλωση) και προσπάθησε, ματαίως, να επιτύχει την απελευθέρωση της Ελλάδος μέσω της Δύσεως. Το έργο του ήταν ταυτόχρονα φιλολογικό (συνέλεξε πολλά ελληνικά χειρόγραφα από το Άγιο Όρος και αλλού, εξέδωσε τις Τραγωδίες του Σοφοκλή, Ρήτορες, Επιγράμματα, Ευριπίδη, Αβικέννα κ.λπ), διδακτικό ( ίδρυσε το πρώτο ελληνικό Γυμνάσιο στη Ρώμη, συστηματοποίησε τη διδασκαλία και τα ελληνικά γράμματα στο Παρίσι και οργάνωσε τη βασιλική βιβλιοθήκη στο Φονταινεμπλώ) και πολιτικό. Χρημάτισε πρέσβυς της Γαλλίας στην Κωνσταντινούπολη, και δύο φορές στην Ενετική Δημοκρατία, απεσταλμένος του Πάπα Λέοντα Ι΄ στον Γάλλο βασιλέα Φραγκίσκο, του πάπα Κλήμεντα Ζ΄ στον αυτοκράτορα Κάρολο Ε΄ κ.λπ. Με όλο του το έργο θα προσπαθεί αδιάκοπα να ενισχύει την Ελλάδα και τον ελληνισμό. Χαρακτηριστική είναι η επίκλησή του προς τον νικητή του Φραγκίσκου Α΄, τον Κάρολο Ε΄, μετά τη μάχη της Παβίας το 1525:
Όχι μόνον ο Πάπας, αλλά και η αρχαία Ελλάς, Μεγαλειότατε, με στέλλει ενταύθα, δια να σας καθικετεύσω να λάβητε έλεος υπέρ αυτής. (…) Οι Έλληνες εφεύρον και εδίδαξαν τας επιστήμας εις όλα τα έθνη της γης και ιδίως τους κατοίκους της Ευρώπης, ως τους Ιταλούς, Γερμανούς, Ισπανούς, Γάλλους, και άλλους. Οι Έλληνες ούτοι εδωρήσαντο τω κόσμω τους νόμους, την θρησκείαν, και τα τελειοποιούντα τους ανθρώπους ήθη. (…) Μεγαλειότατε να λάβητε υπ’ όψιν πόσας υποχρεώσεις έχουσιν όλοι οι λαοί προς το Ελληνικόν έθνος, οίτινες ώφειλον να αναγνωρίζωσι την Ελλάδα ως μητέρα των, και τους Έλληνας ως κυρίους και προστάτας των13.
Η συνείδηση της ενότητας του ελληνικού έθνους από την αρχαιότητα έως τους νεότερους χρόνους και των οφειλών της Δύσης έναντι αυτού (και τις οποίες θα όφειλε να ανταποδώσει) είναι πρώιμη αλλά όχι μοναδική. Η ιδιαιτερότητα έγκειται στο ότι ο Λάσκαρις πιστώνει στον ελληνισμό και την προσφορά του όχι μόνο στις επιστήμες, το δίκαιο, την ηθική, αλλά και στη θρησκεία. Από όσο γνωρίζουμε πρόκειται για μια από τις ελάχιστες περιπτώσεις που η ελληνική παράδοση διεκδικεί και τη συγκρότηση του χριστιανισμού, σε αντίθεση με πολλούς διανοουμένους του 18ου και του 19ου αιώνα που διεκδικούσαν επ’ ονόματι του νεώτερου Ελληνισμού μόνο την αρχαιοελληνική παράδοση και ζητούσαν από τη Δύση την οφειλόμενη ανταπόδοση. Ο Ιανός Λάσκαρις, απευθυνόμενος στον ισχυρότερο μονάρχη της Δύσεως, δεν εκλιπαρεί αλλά μάλλον απαιτεί και, έχοντας και την προσφορά της θρησκείας στη φαρέτρα του, συνεχίζει να κρατάει κάτι από την υπερηφάνεια και την αίσθηση της ανωτερότητας των Βυζαντινών έναντι των άρτι εκπολιτισθέντων βαρβάρων της Δύσεως. Ο Λάσκαρις, παρ’ όλο που γνώρισε πολλές τιμές (“γαίην ξένην εύρετο μειλιχίην”) και αναλώθηκε στην προσπάθειά του να κινητοποιήσει τη Δύση υπέρ του ελληνισμού, όχι μόνο δεν εγκατέλειψε την Ορθοδοξία, αλλά θα γράψει και μία Defensio rituum Graecorum. Θα τελευτήσει πλήρης ημερών και τιμών αλλά με την πικρία της σκλαβωμένης Ελλάδας στην καρδιά του, όπως μαρτυρεί το επίγραμμα που ζήτησε να χαραχθεί στον τάφο του
Λάσκαρις αλλοδαπή γαίη επικάτθετο, γαίην
Ούτε λίην ξένην, ω ξένε μεμφόμενος.
Εύρετο μειλίχιην’ αλλ’ άχθεται, είπερ Αχαιοίς
Ουδ’ έτι χουν χεύει πατρίς ελευθέριον14.
Στους Έλληνες, που με τον ερχομό τους στη Δύση θα ενδυναμώσουν το ρεύμα της Αναγέννησης και ιδιαίτερα την αρχαιογνωσία, περιλαμβάνεται και ο Μάρκος Μουσούρος (1470-1517), παρόλο που, καταγόμενος από το Ρέθυμνο, δεν γνώρισε ούτε το Βυζάντιο ούτε την τουρκική κυριαρχία. Ο ρόλος που διαδραμάτισε στο να κατακτήσει η Δύση την πρόσβαση στους αρχαίους συγγραφείς υπήρξε μοναδικός. το 1503 επιφορτίστηκε από την Ενετική Δημοκρατία με την επιμέλεια των εκδόσεων του Άλδου Μανούτιου. Έτσι επιμελήθηκε και εξέδωσε, μεταξύ άλλων, τα Άπαντα του Πλάτωνος, τις Κωμωδίες του Αριστοφάνη, το Λεξικό του Ησυχίου, την Περιήγηση του Παυσανία, τον Θεόκριτο, Λόγους του Γρηγορίου του Ναζιανζηνού κ.ά. Προς το τέλος της ζωής του, ήδη καθολικού δόγματος, θα χριστεί, από τον φιλέλληνα πάπα Λέοντα Ι΄, Επίσκοπος Ιεράπετρας και Αρχιεπίσκοπος Μονεμβασίας15.
Το αρχέτυπο του καιροσκόπου λογίου
Θα κλείσουμε την περιπλάνησή μας στους λογίους που ταξίδεψαν προς τη Δύση με το αρχέτυπο του οπορτουνισμού, του πτωχοπροδρομισμού, της σύγχυσης, του κυνισμού ή μήπως και της απελπισίας, τον Μιχαήλ Αποστόλη (1422-1480). Ο Αποστόλης γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και είναι τόσες οι μεταστροφές και οι αποκρύψεις στις απόψεις του, ώστε κατάφερε να συγκεντρώσει τους πάντες εναντίον του, ενώ επιθυμούσε να είναι στους πάντες αρεστός! Υπέρ της Ενώσεως των εκκλησιών ήδη πριν αναχωρήσει για την Ιταλία16, καθώς και κατά τη διάρκεια της παραμονής του εκεί, μετά την Άλωση έως το 1462, θα γράψει εν συνεχεία κατά των Λατίνων (Περί εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος, Κατά Λατίνων) όταν, μετά το 1462, θα επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη. Δεν θα στεριώσει όμως ούτε εκεί και θα καταλήξει στην Κρήτη, όπου όχι απλώς θα ενισχύει τους καθολικούς αλλά θα μεταβληθεί και σε ενεργό προπαγανδιστή της Ουνίας. Επειδή συνέβαλε στο να εξοριστούν από το νησί δύο ορθόδοξοι μοναχοί, έξαρχοι του Πατριαρχείου της Αλεξανδρείας, θα γίνει σε τέτοιο βαθμό ανεπιθύμητος από τους Κρητικούς ώστε με δυσκολία διακινδύνευε την έξοδο από το σπίτι του, μια και άκουγε παντού ύβρεις “ιδού το άγος, ιδού το κάθαρμα”17. Ο Αποστόλης “ο βασιλεύς των πενήτων”, όπως θα χαρακτηρίσει τον εαυτό του, είναι το αρχέτυπο του νεοέλληνα οπορτουνιστή διανοουμένου, πάντα προσκολλημένος στους ισχυρούς, έτοιμος να προσαρμόσει τις απόψεις του στις βουλήσεις τους, διαρκώς δυσαρεστημένος με την οικονομική του κατάσταση, ικανός και πεπαιδευμένος, που έφθανε μέχρι την κατάδοση για εξυπηρετήσει τους ευκαιριακούς του αυθέντες, έστω και αν ερχόταν σε πλήρη αντίθεση με το λαϊκό αίσθημα.
Γράφει ο Κωνσταντίνος Σάθας:
Επί τω θεαθήναι δ’ εν μεν Ιταλία προσεποιείτο τον δυτικόν, εν δε Ελλάδι τον ορθόδοξον. Αλλά και προ της αλώσεως εμφανίζετο επαμφοτερίζων. (…) εις τον εν έτει 1440 προσφωνηματικόν του προς τον αυτοκράτορα Φρειδερίκον ωμολόγει ο Μιχαήλος την εκ του πατρός και του υιού εκπόρευσιν του αγίου πνεύματος, πέμπων ταυτοχρόνως προς τον Αυτοκράτορα Κωνσταντίνον τον Παλαιολόγον ομολογίαν πίστεως, κατά τας παραδόσεις της Ανατολικής εκκλησίας18.
Κατά βάθος, στο μόνο που φάνηκε να μένει πιστός είναι στον πλατωνισμό του, την υποστήριξή του στον Πλήθωνα και την πίστη του στους… αρχαίους θεούς. Σε επιστολή του προς τον Ιωάννη Αργυρόπουλο έγραφε:
Ζευς, ω πάντα δουλεύει, θεοί και δαίμονες και ψυχαί, και α θεών έργα, ή θείος ο Πλάτων διακελεύεται, Ερμής τε, ω λόγον ενέταξεν ο και των άλλων εκάστω τάξεις τε αϊδίους και ενεργείας διανειμάμενος… εις το ιερόν τέμενος του Διός, ο Μίνως εκόσμει τε και Ραδάμανθυς, κατηνάγκασαν αφικέσθαι19.
Η πίστη του στους αρχαίους θεούς μαρτυρείται και από άλλες επιστολές του, ίσως και από την αδιαφορία του για τα χριστιανικά δογματικά ζητήματα και την ευκαιριακή προσκόλλησή του στον εκάστοτε ισχυρό. Πάντως οι επιστολές του προς
ΠΗΓΗ:https://cognoscoteam.gr/archives/44364
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.