Την τελευταία βούληση για τον τρόπο ταφής, του ελληνικής καταγωγής από τη Μεγάλη Ελλάδα, Λουίτζι Πιραντέλο μας υπενθύμισε ο Κώστας Χατζηαντωνίου
ΕΝΑΣ, ΚΑΝΕΝΑΣ ΚΑΙ ΕΚΑΤΟ ΧΙΛΙΑΔΕΣ
Στις 10 Δεκεμβρίου 1936, όταν ο Λουίτζι Πιραντέλο πέθανε, τα παιδιά του βρήκαν μισό φύλλο τσαλακωμένου χαρτιού στο οποίο ο μεγάλος δραματουργός είχε σημειώσει την τελευταία του βούληση:
«Ο θάνατός μου να περάσει εν σιωπή. Ζητώ από φίλους και εχθρούς όχι μόνο να μη μιλήσουν γι' αυτόν στις εφημερίδες, αλλά να μην το αναφέρουν καθόλου. Ούτε αναγγελίες, ούτε συμμετοχές. Ως νεκρό μη με ντύσετε. Τυλίξτε με, γυμνό, σε ένα σεντόνι. Καθόλου λουλούδια στο κρεβάτι, ούτε αναμμένα κεριά. Κάρρο της κατώτερης τάξης, αυτής των φτωχών. Γυμνός. Και να μην με συνοδεύει κανείς, ούτε συγγενείς, ούτε φίλοι. Το κάρρο, το άλογο, ο αμαξάς και φτάνει. Κάψτε με. Και το φρεσκοκαμμένο κορμί μου, αφήστε το να διασκορπιστεί. Γιατί τίποτα, ούτε η στάχτη, δεν θα ήθελα να μείνει από εμένα. Αλλά αν αυτό δεν μπορεί να γίνει, ας μεταφερθεί η τεφροδόχος στη Σικελία και ας εντοιχιστεί σε κάποια άγρια πέτρα στην ύπαιθρο του Τζιρτζέντι, εκεί όπου γεννήθηκα».
Τα παιδιά σεβάστηκαν τα τρία πρώτα σημεία της «διαθήκης»: δύο μέρες μετά τον θάνατό του, το σώμα του συγγραφέα μεταφερόταν από μια φτηνή άμαξα στο κρεματόριο. Καμία τελετή ή πανηγυρική κηδεία που πολύ θα ήθελε να γιορτάσει το φασιστικό καθεστώς και ο ίδιος ο Μουσολίνι. Το τέταρτο σημείο δεν έγινε σεβαστό και οι στάχτες του συγγραφέα, τοποθετημένες μέσα σε μια τεφροδόχο, θάφτηκαν στο νεκροταφείο του Βεράνο όπου θα παρέμεναν για έντεκα χρόνια.
Το 1947 μεταφέρθηκαν μέσα σε μια ελληνική υδρία και μετά τη δεύτερη κηδεία τάφηκαν στο Αγκριτζέντο, τη γενέτειρα του Πιραντέλλο, εν αναμονή της οικοδόμησης του ταφικού μνημείου που θα ήταν αφιερωμένο σε αυτόν, στην περιοχή Χάος, ακριβώς κάτω από το πεύκο που τόσο αγαπούσε.
Το 1962 οι στάχτες του Πιραντέλλο είχαν την οριστική τους ανάπαυση και η ψυχή του την τρίτη κηδεία, παρουσία πολιτικών και θρησκευτικών αρχών αλλά και προσωπικοτήτων όπως ο Salvatore Quasimodo και ο Leonardo Sciascia. Οι στάχτες ευλογήθηκαν και στη συνέχεια εντοιχίστηκαν μέσα στο μνημείο.
Μα η περιπέτεια δεν τελείωσε εδώ. Μετά από πολλά χρόνια, είκοσι έξι για την ακρίβεια, η στάχτη είχε ασβεστοποιηθεί μέσα στο βάζο. Υπάλληλος του δήμου, με μια σμίλη, την έκανε πάλι σκόνη και την έβαλε στο μεταλλικό δοχείο. Αλλά το δοχείο ήταν πολύ μικρό. Είχε περισσέψει αρκετή. Πήρε λοιπόν ό,τι απέμεινε από τις υπόλοιπες στάχτες, τις έβαλε σε μια εφημερίδα και κατευθύνθηκε προς έναν κοντινό γκρεμό με θέα στη θάλασσα.
Αλλά δεν πρόλαβε να φτάσει εκεί: μια ριπή ανέμου πήρε τη στάχτη. Και έτσι, η τελευταία επιθυμία του Πιραντέλλο έγινε (τουλάχιστον εν μέρει) σεβαστή.
Και πάλι όμως δεν είχαν τελειώσει όλα. Διότι το 1994 ανακαλύφθηκε ότι το περίφημο ελληνικό αγγείο του 5ου αιώνα, που φυλάσσεται στο μουσείο S. Nicola στο Agrigento, περιείχε ακόμη μερικές από τις στάχτες του Pirandello. Τότε αποφασίστηκε να υποβληθούν τα "λείψανα" αυτά του Λουίτζι σε τεστ DNA. Και, παραδόξως, ανακαλύφθηκε ότι μόνο ένα μικρό μέρος από αυτές τις στάχτες ανήκε στον μεγάλο δραματουργό. Το περισσότερο ανήκε σε άλλους νεκρούς που προφανώς είχαν αποτεφρωθεί το 1936 μαζί του. Στη μεταλλική τεφροδόχο που είναι θαμμένη σήμερα στο Χάος, μαζί με τον Πιραντέλλο, υπάρχουν λοιπόν πολλοί ακόμη. Σαν να λέμε Ένας, κανένας και εκατό χιλιάδες.
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.