14 Δεκεμβρίου 2022
Αυτό που χρειάζεται μία χώρα για να ευημερήσει είναι δημοσιονομική πειθαρχία, σταθερά ανοδικούς ρυθμούς ανάπτυξης, χαμηλό κόστος δανεισμού που εξασφαλίζεται από τα δύο προηγούμενα, σωστή και αδιάφθορη λειτουργία των Θεσμών της, καθώς επίσης έναν λειτουργικό, ακομμάτιστο κρατικό μηχανισμό – στοιχεία δηλαδή που δεν έχουν πετύχει οι ελληνικές κυβερνήσεις ποτέ μέχρι σήμερα.
.
Ανάλυση προϋπολογισμού
Εισαγωγικά, κατά την επεξεργασία του Προϋπολογισμού του 2023, διατυπώσαμε με κάθε λεπτομέρεια τις επιφυλάξεις μας – ως προς το κατά πόσο ρεαλιστικές είναι οι προβλέψεις του, μεταξύ άλλων με την τιμή του πετρελαίου brent, στα 85 $ το βαρέλι.
Επί πλέον τις αντιρρήσεις μας, για τη λογική των επιμέρους κονδυλίων – καθώς επίσης την πεποίθηση μας πως δεν υπάρχει αναπτυξιακή διάσταση για το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας τόσο βραχυπρόθεσμα, όσο και μεσομακροπρόθεσμα.
H οικονομία μας ασφυκτιά κάτω από το βάρος του μη βιώσιμου δημοσίου χρέους – ακόμη περισσότερο, από το υπέρογκο ιδιωτικό χρέος των 406 δις € στα τέλη του Ιουνίου του 2022, εκ των οποίων τα 258 δις € κόκκινο.
Επί πλέον, από το εξωτερικό χρέος των 560 δις € που έχει αυξηθεί σχεδόν κατά 150 δις € από τις αρχές του 2019 – καθώς επίσης από την έλλειψη χρηματοδότησης και από τις έντονα ανοδικές τιμές, λόγω των εγκληματικών λαθών στην ενέργεια και στη φορολογία.
Τέλος, από τα χρέη και από τα ελλείμματα που συσσώρευσε η κυβέρνηση, μεταξύ άλλων με την καταστροφική πολιτική των lockdowns – όπου μέσα σε τρία μόλις χρόνια προκλήθηκε συνολικό έλλειμμα, ζημία δηλαδή, ύψους 50 δις € στο κεντρικό κράτος, από μόλις 2,36 δις € το 2019.
Όσον αφορά το ισοζύγιο της Γενικής Κυβέρνησης, το έλλειμμα των τριών ετών ήταν χαμηλότερο, στα 38,86 δις € – από πλεόνασμα όμως 2,1 δις € το 2019.
Τα ελλείμματα αυτά, αυξάνουν το ήδη μη βιώσιμο δημόσιο χρέος μας – ενώ καλύπτονται με δανεικά που θα πληρώσουμε πανάκριβα με φόρους, με πλειστηριασμούς και με ξεπουλήματα, εμείς και τα παιδιά μας.
Στο δημόσιο χρέος μας πάντως των 392,3 δις € του 2022, θα πρέπει να προστεθούν οι κρατικές εγγυήσεις ύψους 8 δις, τα 18,67 δις € του προγράμματος Ηρακλής, τα 1,454 δις € της ΕΤΕπ και τα όποια ποσά του SURE – όπως αναφέρονται στη σελ. 197 του προϋπολογισμού.
Επομένως περί τα 30 δις € που θα εκτόξευαν το χρέος στα 422 δις € – τα οποία δεν αλλάζουν, είτε τα μετράει κανείς ως ποσοστό του πραγματικού ΑΕΠ, είτε του πληθωριστικού ονομαστικού.
Εδώ αναρωτηθήκαμε με ποια λογική δόθηκαν οι εγγυήσεις των 18,7 δις € στις τράπεζες – για να πουλήσουν τα κόκκινα δάνεια τους στους ξένους κερδοσκόπους και για να πλειστηριάσουν τα σπίτια των Ελλήνων.
Επίσης, γιατί δεν υιοθετήθηκε η δική μας πρόταση, για την ίδρυση μίας κρατικής εταιρίας κατά το παράδειγμα των ΗΠΑ του 1933 – η οποία θα αγόραζε τα κόκκινα δάνεια, αντί οι κερδοσκόποι.
Εν προκειμένω, εάν υποθέσουμε πως τα αγόρασαν στο 10% της αξίας τους, θα χρειάζονταν μόλις 10 δις € – όχι τα 18,7 δις € των εγγυήσεων που δόθηκαν στις τράπεζες.
Αυτή τη στιγμή πάντως, τα κόκκινα δάνεια στις τράπεζες είναι μόλις 14,8 δις – ενώ τα υπόλοιπα 86,7 δις € έχουν μεταφερθεί στους κερδοσκόπους, αφού ο συνολικός αριθμός τους δεν έχει μεταβληθεί.
Από τα στεγαστικά δε, μόλις τα 3,18 δις € ευρίσκονται στις τράπεζες – ενώ τα υπόλοιπα 24,1 δις € έχουν μεταφερθεί στα funds.
Όλα αυτά τώρα συμβαίνουν εν μέσω ενός δυσώδους περιβάλλοντος σκανδάλων, εγχωρίων όσον αφορά τις υποκλοπές και ευρωπαϊκών με γεωπολιτική οπτική – τα οποία αποδομούν το πολιτικό σύστημα.
Επί πλέον, εν μέσω μίας κλιμακούμενης έντασης στην Ουκρανία, μεταξύ του ΝΑΤΟ και της Ρωσίας, καθώς επίσης ενός απειλητικού διεθνούς οικονομικού περιβάλλοντος – με την ΕΕ σε πορεία παρακμής, με αυξανόμενα επιτόκια, με την άνοδο του κόστους των πρώτων υλών και γενικότερα του κόστους διαβίωσης.
Το περιβάλλον αυτό μπορεί να πλήξει σημαντικά την Ελλάδα, μεταξύ άλλων εξαιτίας της νοσηρής εξάρτησης της οικονομίας μας από τους προκυκλικούς, εντάσεως κεφαλαίου τομείς του τουρισμού και των ακινήτων – στους οποίους επικεντρώθηκαν ξανά οι επενδύσεις.
Ακόμη δε και η απογοητευτική πρόβλεψη για ανάπτυξη 1,8% του ΑΕΠ στον προϋπολογισμό του 2023, είναι υπό αμφισβήτηση – αφού η ΕΕ που οδηγείται σε ύφεση, προβλέπει χαμηλότερη ανάπτυξη για την Ελλάδα, ύψους 1%.
Οι φόβοι αυτοί αυξάνονται μετά τα απογοητευτικά αποτελέσματα, όσον αφορά την ανάπτυξη του 3ου τριμήνου του 2022 – στο 2,8%, παρά την κατακόρυφη άνοδο των τουριστικών εσόδων, έναντι 3,8% της Ισπανίας, 4,9% της Πορτογαλίας, 5,4% της Κύπρου και 10,6% της Ιρλανδίας, καταθέτοντας για όλα όσα λέμε έγγραφα στα πρακτικά.
Μπορεί δε η ΕΛΣΤΑΤ να ισχυρίζεται πως το ΑΕΠ του 3ου τριμήνου επηρεάστηκε ανασταλτικά από το σημαντικά αυξημένο επίπεδο των επιδοτήσεων επί των προϊόντων που αφορούν την ενέργεια, αλλά ο κυριότερος αρνητικός παράγοντας ήταν αναμφίβολα το εμπορικό μας έλλειμμα.
Ο τέταρτος συντελεστής του ΑΕΠ που διαμορφώθηκε στα -27,3 δις € το ενιάμηνο, από -16,8 δις € το αντίστοιχο χρονικό διάστημα του 2021 – μειώνοντας ανάλογα το ΑΕΠ μας.
Εν προκειμένω, η αύξηση του εμπορικού μας ελλείμματος ήταν 62,3% – ενώ χωρίς τα πετρελαιοειδή 41,1% και χωρίς τα πλοία 40,6%, τεκμηριώνοντας πως συνεχίζεται η κατάρρευση του παραγωγικού μας ιστού.
Ειδικότερα, οι εξαγωγές αγαθών αυξήθηκαν σε ετήσια βάση κατά 1,6% και οι εισαγωγές κατά 14,1% – ενώ ο τουρισμός δεν μπόρεσε να καλύψει τη διαφορά, με αποτέλεσμα οι καθαρές εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών να έχουν αρνητική συμβολή στη μεταβολή του ΑΕΠ, ίση με 1,5 ποσοστιαίες μονάδες.
Στο ενιάμηνο δε, ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας μας διαμορφώθηκε στο 5,9% – με αποτέλεσμα να βρεθούμε στην 9η θέση των χωρών της ΕΕ.
Δεν είδαμε πάντως πουθενά στον προϋπολογισμό πώς θα σώσουμε τα 170.000 σπίτια των Ελλήνων, από τους πλειστηριασμούς που στην ουσία μετατέθηκαν για μετά τις εκλογές – με την απόφαση του Αρείου Πάγου.
Εν προκειμένω, εάν μείνει η ίδια κυβέρνηση, θα προσπαθήσει να την παρακάμψει προς όφελος των κερδοσκόπων – όπως έκανε με την τροπολογία που ψήφισε για την παράκαμψη της απόφασης του ΣΤΕ, όσον αφορά την ιδιωτικοποίηση του νερού.
Δεν είδαμε ούτε πώς θα επιστρέψουν οι 750.000 Έλληνες που μετανάστευσαν για να επιβιώσουν – ούτε οι ΜμΕ που κατέφυγαν στις πρώην κομμουνιστικές χώρες, για να μη χρεοκοπήσουν.
Θα συνεχίσουμε τώρα την εισήγηση μας για τον προϋπολογισμό, με τέσσερις βασικές μας προτάσεις που αναφέρουμε συνεχώς – ενώ οι υπόλοιπες, αναλυτικά ανά τομέα της οικονομίας, θα κατατεθούν στα πρακτικά.
Ξεκινώντας από την πρώτη βασική μας πρόταση, από τα τεκμήρια διαβίωσης, θα πρέπει να καταργηθούν – αφού έτσι υπερφορολογούνται οι Πολίτες, ενώ η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα στην ΕΕ, εάν όχι στον πλανήτη, που έχει ένα τέτοιο χαράτσι.
Ειδικότερα, καταδικάσθηκαν το 2021 πάνω από 2 εκ. Έλληνες, σε επί πλέον φορολογικό εισόδημα 6,35 δις € που δεν έχουν. Είναι αλήθεια δυνατόν κάποιος που κληρονόμησε το σπίτι του, ενώ διαθέτει κάποιες καταθέσεις, να πληρώνει φόρους για εισοδήματα που δεν έχει;
Απλά και μόνο επειδή η κυβέρνηση πιστεύει πως οι Έλληνες είναι οι μοναδικοί φοροφυγάδες στην ΕΕ, όπως μας είπε ο κ. Σκυλακάκης στην επιτροπή;
Το αποτέλεσμα άλλωστε δεν είναι μόνο το ότι, φορολογούνται επί πλέον οι Πολίτες – αλλά, επίσης, το ότι δεν δικαιούνται τα επιδόματα που δίνονται στους άλλους, ενώ όσο αυξάνονται οι αντικειμενικές αξίες των ακινήτων, αυξάνονται και τα τεκμήρια.
Έτσι συνεχίζεται η κατάρρευση της μεσαίας τάξης – με τις κατασχέσεις και με τους πλειστηριασμούς των σπιτιών των Πολιτών που δεν είναι σε θέση να πληρώσουν ούτε το άλλο χαράτσι, τον ΕΝΦΙΑ.
Η δεύτερη πρόταση μας είναι η άμεση κατάργηση του Ν128/75 – με τον οποίο οι χορηγήσεις των τραπεζών στις επιχειρήσεις επιβαρύνονται με 0,6%.
Με ένα ποσοστό που αφορούσε κάποτε τη στήριξη των εξαγωγών – ενώ δεν διατίθεται για κάτι τέτοιο, αφού δεν επιτρέπεται από την ΕΕ.
Πρόκειται εδώ για ένα χαράτσι της τάξης των 600 εκ. € ετήσια – με το οποίο στην ουσία αισχροκερδεί το δημόσιο, ενώ δεν καταγράφονται στον προϋπολογισμό.
Η τρίτη μας πρόταση είναι η μείωση των ειδικών φόρων στην ενέργεια, οι οποίοι συμβάλλουν στην ενεργειακή φτώχεια των Ελλήνων και στην άνοδο των τιμών όλων των προϊόντων – τα έσοδα των οποίων ήταν στην Ελλάδα στο 2,9% του ΑΕΠ το 2019, τα υψηλότερα στην ΕΕ, έναντι 1,4% στη Γερμανία και 1,5% στην Ισπανία.
Εκτός αυτού, σε πολλές άλλες χώρες μειώθηκαν οι συντελεστές, λόγω της ενεργειακής κρίσης – ενώ στην Ελλάδα παρέμειναν υψηλοί. Πώς είναι δυνατόν λοιπόν να ισχυρίζεται η κυβέρνηση ότι μειώνει τους φόρους;
Η τέταρτη πρόταση μας, είναι η μείωση του ΦΠΑ στα είδη πρώτης ανάγκης, στην ενέργεια και στα γεωργικά εφόδια – όπου έχουμε ήδη αναφέρει πως θεωρούμε μεγάλο λάθος τον τρόπο, με τον οποίο χειρίζεται η κυβέρνηση τον πληθωρισμό, με τη διατήρηση των βασικών φορολογικών συντελεστών στα ίδια ύψη, παρά την κατακόρυφη άνοδο των τιμών.
Έτσι τροφοδοτείται περαιτέρω ο πληθωρισμός που είναι συνώνυμος με τους φόρους – με την κυβέρνηση να προσπαθεί μέσω αυτού να αυξήσει τα φορολογικά έσοδα, να μειώσει τα ελλείμματα και να περιορίσει τη σχέση του δημοσίου χρέους προς το ονομαστικό ΑΕΠ.
Παράλληλα, εφαρμόζει μία πολιτική χορήγησης επιδομάτων στις πιο αδύναμες εισοδηματικές τάξεις – με προφανή στόχο να βελτιώσει την εκλογική της εικόνα.
Αυτός ο τρόπος όμως, θα έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός καταστροφικού κύκλου ανόδου των τιμών και επιδοματικής πολιτικής που θα τροφοδοτείται από τα πληθωριστικά έσοδα – κάτι που θα οδηγήσει σταδιακά στη μείωση της καταναλωτικής δαπάνης, στον περιορισμό των επενδύσεων και στην πτώση του πραγματικού ρυθμού ανάπτυξης.
Όλα αυτά τεκμηριώνονται άλλωστε, από την πρόβλεψη της κυβέρνησης για τον πληθωρισμό του 2023 – όπου από 3% στο προσχέδιο, τον αύξησε στο 5%, παρά το ότι οι τιμές της ενέργειας έχουν αρχίσει να υποχωρούν, όσον αφορά το μέρος τους που προερχόταν από την κερδοσκοπική φούσκα.
Με δεδομένο δε το ότι, ο πληθωρισμός υπολογίζεται επί των τιμών του αντίστοιχου μήνα του προηγουμένου έτους, αυτό το 5% θα είναι επί πλέον της ανόδου του 2022 – γεγονός που σημαίνει πως οι Πολίτες θα χάσουν ένα ακόμη μεγάλο μέρος της αγοραστικής αξίας των εισοδημάτων τους που, ειδικά για τη μεσαία τάξη, δεν θα καλυφθεί από επιδόματα.
Έτσι η κρίση χρέους που βιώνει η Ελλάδα πάνω από μία δεκαετία, λόγω της καταστροφικής πολιτικής των μνημονίων, θα εξελιχθεί σε μία κρίση επιβίωσης για τους Έλληνες – η οποία θα εξαθλιώσει τους φτωχότερους και θα εξαϋλώσει ένα μεγάλο μέρος της μεσαίας τάξης.
Συνεχίζοντας με τις επενδύσεις οι άμεσες ξένες, όπως φαίνεται από το μέγεθος τους των 5,6 δις € το 2021, δεν είναι οι σημαντικότερες – παρά το ότι θριαμβολογεί η κυβέρνηση, ενώ γνωρίζει πως οφείλονται στο ξεπούλημα της χώρας, καθώς επίσης στην παροχή γης και ύδατος στους ξένους.
Ο ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου είναι σημαντικότερος – ο οποίος, σε σταθερές τιμές του προηγουμένου έτους, αυξήθηκε στα μόλις 27 δις € το 2021, από 25,5 δις € το 2020, ενώ το 2007 ήταν στα 61,8 δις €.
Ακόμη και οι άμεσες ξένες επενδύσεις όμως που δεν αφορούν την εξαγορά υφισταμένων επιχειρήσεων, μειώθηκαν το 2021 κατά 14,2% – σε σύγκριση με το 2020.
Περαιτέρω, η ανάπτυξη της οικονομίας μας προήλθε κυρίως από την κατανάλωση με δανεικά, όπως συνέβαινε πριν το 2009 – σημειώνοντας πως η κατανάλωση αυξήθηκε κατά 9,5% το 1ο ενιάμηνο του 2022, συνεισφέροντας 6,5 ποσοστιαίες μονάδες στην άνοδο του ΑΕΠ, ενώ οι επενδύσεις συνέβαλαν μόλις κατά 1,3 ποσοστιαίες μονάδες.
Με δεδομένο δε το ότι, η ύφεση το 2020 ήταν 9%, η ανάκαμψη το 2021 8,4% και η ανάπτυξη το 2022 κατά τις προβλέψεις του προϋπολογισμού 5,6%, η σωρευτική πραγματική ανάπτυξη σε σταθερές τιμές μέσα σε τρία χρόνια, με τη σπατάλη άνω των 50 δις €, ήταν μόλις 5% σε σχέση με το 2019 – δηλαδή περί το 1,67% ετήσια, οπότε χαμηλότερη του 2019 που ήταν 1,9%, χωρίς επί πλέον δαπάνες τότε.
Όσον αφορά το ονομαστικό μας ΑΕΠ, μαζί με τον πληθωρισμό, προβλέπεται στα 210,17 δις € το 2022 – καθώς επίσης στα 224,13 δις το 2023.
Εν προκειμένω, είναι ανησυχητική η συνεχής άνοδος του δομικού πληθωρισμού, χωρίς την ενέργεια και τα τρόφιμα δηλαδή, ο οποίος διαμορφώθηκε στο 5,9% το Νοέμβρη, από 5,2% τον Οκτώβρη και 4,9% το Σεπτέμβρη – όταν στην Ευρωζώνη παρέμεινε σταθερός στο 5%.
Σε σχέση τώρα το χρέος που προβλέπεται στο 168,9% του ΑΕΠ το 2022 για τη γενική κυβέρνηση, από 180,5% το 2019, οφείλεται καθαρά στην άνοδο του ονομαστικού ΑΕΠ από τον πληθωρισμό – αφού χωρίς αυτόν το ΑΕΠ δεν θα υπερέβαινε τα 194 δις €, οπότε το χρέος θα ήταν στο 183% του ΑΕΠ.
Σε ποια μείωση λοιπόν αναφέρεται η κυβέρνηση; Στην πληθωριστική που ληστεύει και εξαθλιώνει τους Έλληνες; Θα ήταν ευχαριστημένη, εάν η άνοδος των τιμών ήταν 30%, οπότε το ΑΕΠ περί τα 245 δις € και το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης στο 145% του ΑΕΠ;
Συνεχίζοντας με την ανεργία, μειώνεται το ποσοστό της στο 10,7% το 2022 και στο 10,6% το 2023. Πρόκειται όμως για μία πλασματική εικόνα – αφού υπάρχει η γνωστή διαφορά της ΕΛΣΤΑΤ με τον πρώην ΟΑΕΔ, καθώς επίσης η φυγή των νέων μας στο εξωτερικό που δυστυχώς συνεχίζεται.
Στην ουσία, δημιουργούνται στην Ελλάδα φθηνές θέσεις εργασίας για ανειδίκευτους, όπως αναφέρεται και στον προϋπολογισμό, οι οποίες συχνά καλύπτονται από μετανάστες – ενώ το εκπαιδευμένο δικό μας προσωπικό απορροφάται από τις βιομηχανικές χώρες, με τελικό αποτέλεσμα την αντικατάσταση ενός μεγάλου μέρους του πληθυσμού μας.
Περαιτέρω, για το πρωτογενές πλεόνασμα 0,7% το 2023 που αναγράφεται στο προσχέδιο, μόνο να χαμογελάσει μπορεί κανείς – ενώ όσον αφορά την αύξηση των εσόδων στα 56,7 δις το 2023 από 54,9 δις το 2022, φαίνεται εφικτή εάν επαληθευθεί ο ρυθμός ανάπτυξης και το ποσοστό του επί πλέον πληθωρισμού.
Το μεγαλύτερο μέρος των φόρων είναι ο ΦΠΑ που προβλέπεται στα 22,1 δις το 2023, από 21,4 δις το 2022 – έχοντας αυξηθεί από την πρόβλεψη των 18,7 δις, λόγω της ανάπτυξης εξαιτίας κυρίως του τουρισμού και του πληθωρισμού, από 17,6 δις το 2019.
Έχουμε δηλαδή μία αύξηση 21,6% μεταξύ των ετών 2019 και 2022 – ενώ η μη μείωση του συντελεστή αναλογικά είναι μία εγκληματική πολιτική, αφού υποδαυλίζει την άνοδο των τιμών και επιδεινώνει τη μη ισορροπημένη αναδιανομή των εισοδημάτων, επειδή πρόκειται για έναν οριζόντιο και άδικο φόρο.
Σε σχέση με τις δαπάνες, θα ανέλθουν στα 69,9 δις το 2023 από 71,8 δις το 2022 – όταν το 2019 ήταν 55,9 δις.
Ειδικά όσον αφορά την ενεργειακή κρίση, τα μέτρα επιδότησης της ενέργειας προβλέπεται πως θα είναι 10,6 δις το 2022, προφανώς λόγω της μείωσης των τιμών – αν και ενδεχομένως θα είναι χαμηλότερα.
Για το 2023 αναφέρονται μόνο 1 δις € για την επιδότηση των λογαριασμών ηλεκτρικού ρεύματος – καθώς επίσης 250 εκ. € για επίδομα θέρμανσης.
Κατά την άποψη μας, δεν είναι αρκετά με τη συνεχιζόμενη φτωχοποίηση των Ελλήνων από τον πληθωρισμό που είναι συνώνυμος με τους φόρους και με τις αμοιβές τους σταθερά χαμηλές – ενώ οι τιμές της ενέργειας μάλλον θα αυξηθούν, εάν συνεχισθεί ο πόλεμος και το πλαφόν στο ρωσικό πετρέλαιο.
Οι πιστώσεις τώρα για το μεταναστευτικό, είναι ύψους 180 εκ. € στη σελ. 111 – ενώ οι δαπάνες του Υπουργείου Μεταναστευτικής πολιτικής από το ΠΔΕ θα είναι 670 εκ. € το 2023, με τα σχετικά ποσά είναι αυξημένα, σε σχέση με το 2019.
Αυτό είναι το μεταναστευτικό πρόβλημα που έλυσε η Νέα Δημοκρατία; Όλα αυτά πάντως τα πληρώνει η Ελλάδα – όχι η ΕΕ που πρέπει να δίνει μόνο 200 εκ. €, με βάση τον πίνακα 3.15.
Η στήριξη τώρα του πρωτογενούς μας τομέα με 212 εκ. €, για μειώσεις κόστους καυσίμων, λιπασμάτων και ζωοτροφών, είναι πολύ χαμηλή – ενώ, εάν καταλάβαμε καλά, δεν έχει προβλεφθεί τίποτα για το 2023. Είναι δυνατόν;
Η γεωργική παραγωγή έχει μειωθεί σημαντικά, από 12 δις το 2005 στα 10,9 δις € το 2021 – ενώ το εμπορικό μας ισοζύγιο στα τρόφιμα, ποτά και καπνά παραμένει σταθερά ελλειμματικό, λιγότερο το 2020 και το 2021, λόγω της πτώσης του τουρισμού.
Οι αυξήσεις των λιπασμάτων πάντως είναι της τάξης του 60% – υπενθυμίζοντας πως ο αγροτικός τομέας στηρίχτηκε μόλις με 183 εκ. € στην πανδημία. Όλα αυτά θέτουν σε κίνδυνο την τροφική μας επάρκεια – τόσο για τον πληθυσμό, όσο και για τον τουρισμό.
Σε σχέση με τον τουρισμό, συνεχίζεται η υπερβολική εξάρτηση της χώρας μας – ειδικά από το φθηνό μαζικό, αν και υπήρξε μια βελτίωση το 2022.
Με βάση τα πιο πρόσφατα στοιχεία του ενιαμήνου της Τράπεζας της Ελλάδας, οι τουριστικές εισπράξεις ανήλθαν σε 15,6 δις € – έχοντας φτάσει στα επίπεδα του 2019, όπου ήταν στα 16,1 δις €.
Με σημαντικό πληθωρισμό όμως, οπότε με λιγότερες αφίξεις – στα 23,7 εκ. σε σχέση με 26,9 εκ. το 2019, γεγονός που οδήγησε σε υψηλότερη κατά κεφαλή δαπάνη από το 2019, αν και χαμηλότερη του 2021, όπου η κίνηση ήταν μικρότερη.
Από την άλλη πλευρά, ο τουρισμός με εισαγόμενες προμήθειες, με εισαγόμενους εργαζόμενους και με ξένης ιδιοκτησίας πάγια, όπως τα αεροδρόμια και τα ξενοδοχεία, δημιουργεί εμπορικά ελλείμματα από τις εκροές συναλλάγματος – ενώ εξυπηρετεί όλο και λιγότερο τα εγχώρια εισοδήματα.
Συνεχίζοντας με το ΠΔΕ, είναι πολύ βασικό για την ανάκαμψη της οικονομίας μας – ενώ ανέρχεται σε 8,3 δις € το 2023, από 7,8 δις € πρόβλεψη το 2022 που όμως τελικά αυξήθηκε κατά 1 δις με το συμπληρωματικό προϋπολογισμό.
Επομένως θα μειωθεί το 2023, κάτι που θεωρούμε μεγάλο λάθος – παρά το ότι προστίθεται το Ταμείο Ανάκαμψης με 3,6 δις, για να ανέλθει συνολικά στα 11,96 δις.
Λάθος, επειδή είναι ίσως η τελευταία ευκαιρία για να διενεργηθούν παραγωγικές επενδύσεις στην Ελλάδα – ενώ ένα μεγάλο μέρος των χρημάτων αυτών διατίθεται για άλλους σκοπούς.
Σε σχέση με τις ιδιωτικοποιήσεις, από τις οποίες δεν ωφελείται καθόλου η χώρα μας, υπάρχει ένα ολόκληρο κεφάλαιο – ενώ πρόκειται για ένα πρόγραμμα σκάνδαλο που διενεργούν οι δανειστές, για δικό τους όφελος.
Κλείνοντας με τις ανάγκες δανεισμού, σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα λήξης του χρέους του ΟΔΔΗΧ, υπάρχουν πληρωμές ύψους 16,3 δις το 2023 – ενώ για την αναχρηματοδότηση τους θα πρέπει να δανεισθεί το δημόσιο, με τα επιτόκια δανεισμού όμως απαγορευτικά.
Εκτός αυτού, έχει αυξηθεί ο δανεισμός του κράτους από τις τράπεζες – με χρήματα που στερείται η οικονομία.
Οι τράπεζες πάντως επιβαρύνουν την κοινωνία, μέσω των χαμηλών επιτοκίων καταθέσεων (έως 0,10% όταν η Credit Suisse προσφέρει 7,5% για προθεσμιακές ενός έτους σε δολάριο), των υψηλών προμηθειών και των επιτοκίων χορηγήσεων – σημειώνοντας πως δεν αποκλείεται να αντιμετωπίσουν κεφαλαιακά προβλήματα και νέα κόκκινα δάνεια.
Τέλος, αυτό που χρειάζεται μία χώρα για να ευημερήσει είναι δημοσιονομική πειθαρχία, σταθερά ανοδικούς ρυθμούς ανάπτυξης, χαμηλό κόστος δανεισμού που εξασφαλίζεται από τα δύο προηγούμενα, σωστή και αδιάφθορη λειτουργία των Θεσμών της, καθώς επίσης έναν λειτουργικό, ακομμάτιστο κρατικό μηχανισμό – στοιχεία δηλαδή που δεν έχουν πετύχει οι ελληνικές κυβερνήσεις ποτέ μέχρι σήμερα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.