Στο χθεσινό άρθρο «Μαζική υστερία ο στρατιωτικός χαιρετισμός - Μιλάει το "γονίδιο"» ανίχνευσα τις ιστορικές ρίζες του εθνικισμού-επεκτατισμού που σαρώνει την Τουρκία. Αυτός επανήλθε στο προσκήνιο όταν το 2012 ο Ερντογάν κέρδισε τον εσωτερικό πόλεμο στην Τουρκία κι απελευθερώθηκε από τις σκοπιμότητες που του επέβαλε η δεκαετής σύγκρουση με το μετακεμαλικό κατεστημένο. Από το 2012, λοιπόν, όταν ολοκληρώθηκε η πρώτη μεταπολίτευση και οι νεοοθωμανοί επικράτησαν, ο αρχηγός τους άρχισε να ξεδιπλώνει την ατζέντα του, η ιδεολογική βάση της οποίας είναι η "τουρκοϊσλαμική σύνθεση".
Η ατζέντα Ερντογάν δεν περιλάμβανε μόνο τη σταδιακή ισλαμοποίηση της καθημερινής ζωής στην Τουρκία. Περιλάμβανε και την μετατροπή της Τουρκίας σε περιφερειακή δύναμη με ηγεμονικές βλέψεις εις βάρος γειτονικών χωρών από αυτές των κεμαλικών προκατόχων του. Αυτό δεν ενοχλούσε τη Δύση, δεδομένου ότι η οποία ασκεί πολιτική στην περιοχή για τον εαυτό της κι όχι για τη Δύση.
Αυτός ήταν ο λόγος που σταδιακά προκάλεσε το ρήγμα στις αμερικανοτουρκικές και στις ευρωτουρκικές σχέσεις. Ακολούθησε η απόπειρα πραξικοπήματος, την οποία ο Ερντογάν απέδωσε δημοσίως στο δίκτυο Γκιουλέν και εμμέσως πλην σαφώς στους Αμερικανούς. Από τότε το ρήγμα στις διμερείς σχέσεις βαθαίνει συνεχώς, παρά τις προσπάθειες της Ουάσιγκτον να επαναφέρει την Τουρκία στο δυτικό "μαντρί".
Οι μαζικές εκκαθαρίσεις που ακολούθησαν την απόπειρα πραξικοπήματος ξήλωσαν όλα τα δυτικά δίκτυα επιρροής κι όχι μόνο στους κρατικούς μηχανισμούς. Η αναγόρευση του Ερντογάν σε πρόεδρο-"σουλτάνο" και η επανεκλογή του, τον έχουν καταστήσει κυρίαρχο στην τουρκική πολιτική σκηνή, παρά τη φθορά που κατεγράφη στις τελευταίες δημοτικές εκλογές.
Το αυτοκρατορικό όραμα
Για να μετατρέψει τη θεσμική κυριαρχία του και σε πολιτική ηγεμονία, ο Τούρκος πρόεδρος αυτοπροβάλλεται ως ο ηγέτης που μέσω του νεοοθωμανισμού επανέφερε στο προσκήνιο το άτυπο αυτοκρατορικό όραμα των Τούρκων. Δικό του σημείο αναφοράς είναι ο Μωάμεθ ο Πορθητής κι όχι ο Κεμάλ. Για να αναδειχθεί, λοιπόν, έστω και εν μέρει, σε εθνικό ηγέτη (λόγω διχασμού της τουρκικής κοινωνίας) δεν αρκούν η εκτεταμένη καταστολή και οι μαζικές εκκαθαρίσεις του κράτους από κάθε είδους αντιφρονούντες. Χρειάζεται και ένα ιδεολογικό όχημα.
Για να συσπειρώσει γύρω του την κρατική γραφειοκρατία και κυρίως τους στρατιωτικούς, οι οποίοι δέχθηκαν ισχυρό πλήγμα, λόγω της απόπειρας πραξικοπήματος, ο Τούρκος πρόεδρος, παραλλήλως με το ισλαμικό χαρτί, παίζει δυνατά και το χαρτί του παραδοσιακού εθνικισμού-επεκτατισμού. Αυτός, άλλωστε, είναι ο πυρήνας της τουρκικής κρατικής ιδεολογίας και ως εκ τούτου ο κοινός παρονομαστής του πολιτικού συστήματος, αλλά και της κοινωνίας.
Δεν πρόκειται για αντίφαση. Η "τουρκοϊσλαμική σύνθεση" είναι ιδεολογικό σχήμα που έχει προϊστορία και λειτούργησε ως κοινός παρονομαστής. Βόλευε και το κεμαλικό καθεστώς και το πολιτικό Ισλάμ. Για να επιβιώσει στις συνθήκες ασφυκτικής πίεσης που του επέβαλε η κεμαλική στρατογραφειοκρατία στις μεταπολεμικές δεκαετίες, το τουρκικό πολιτικό Ισλάμ ήρθε σταδιακά σε μερική όσμωση μαζί της.
Αποδέχθηκε ορισμένες ιδρυτικές αρχές της Τουρκικής Δημοκρατίας, με αποτέλεσμα η δράση του να προσλάβει μεταρρυθμιστικό και όχι επαναστατικό-ανατρεπτικό χαρακτήρα, όπως π.χ. στην Αίγυπτο με τους Αδελφούς Μουσουλμάνους. Στην πραγματικότητα, το τουρκικό πολιτικό Ισλάμ ενσωμάτωσε τις επιταγές του τουρκικού εθνικισμού και του τουρκικού κράτους.
Η "τουρκοϊσλαμική σύνθεση"
Στη δεκαετία του 1950 το πολιτικό Ισλάμ είχε βρει στέγη στο Δημοκρατικό Κόμμα του πρωθυπουργού Μεντερές, ο οποίος εκτελέσθηκε μετά το πραξικόπημα του 1960. Στη συνέχεια, στη δεκαετία του 1960 το Κόμμα Δικαιοσύνης του Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ προσέφερε προστασία και πολιτική στέγη στο πολιτικό Ισλάμ, εισπράττοντας ψήφους. Εκείνη την εποχή εμφανίστηκε το Κίνημα Εθνικής Άποψης, με κεντρικό πρόσωπο τον Νετζμεντίν Ερμπακάν, το οποίο προετοίμασε το έδαφος για την αυτόνομη και συγκροτημένη οργανωτική έκφραση του πολιτικού Ισλάμ. Στις δεκαετίες 1970, 1980 και 1990, το τουρκικό πολιτικό Ισλάμ εκφράζεται αυτόνομα μέσα από διάφορες κομματικές ονομασίες, λόγω των αλλεπάλληλων απαγορεύσεων.
Από την παράταξη του Ερμπακάν προέκυψε ως απόσχιση (τέλος της δεκαετίας του 1990) το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης. Ο Ερντογάν, λοιπόν, είναι ιδεολογικό τέκνο της "τουρκοϊσλαμικής σύνθεσης". Όσο προτεραιότητά του ήταν να επικρατήσει στον εσωτερικό πόλεμο εναντίον του μετακεμαλικού κατεστημένου (2002-2012) ο εγγενής εθνικισμός-επεκτατισμός του κρατιόταν στο συρτάρι.
Όπως προανέφερα, η πραγματική ατζέντα του ξεδιπλώθηκε όταν κέρδισε τον εσωτερικό πόλεμο με το μετακεμαλικό κατεστημένο. Τότε ο παραδοσιακός τουρκικός εθνικισμός-επεκτατισμός εκδηλώθηκε κατά τρόπο που δεν είχαν τολμήσει ποτέ να τον εκδηλώσουν οι κεμαλικοί. Τότε, ακούσαμε από τον Ερντογάν για «τα σύνορα της καρδιάς μου» και στη συνέχεια για την ανάγκη αναθεώρησης της συνθήκης της Λωζάννης.
Αναθεώρηση της Λωζάννης
Στη συνέχεια, ο εμφύλιος πόλεμος με το δίκτυο του Γκιουλέν, που αντανακλά το αμερικανοτουρκικό ρήγμα, υποχρέωσαν τον Ερντογάν να αναζητήσει αλλού ερείσματα. Πολύ περισσότερο που το νεοοθωμανικό ρεύμα έχει διασπασθεί, κυρίως λόγω του ρήγματος που ο Ερντογάν έχει προκαλέσει στις σχέσεις με τις ΗΠΑ. Υπενθυμίζω ότι πρώην κορυφαία στελέχη του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης είναι ή στο περιθώριο ή και απέναντί του (Γκιούλ, Μπαμπατζάν, Νταβούτογλου κ.α.).
Έτσι προέκυψε η συμμαχία με τους Γκρίζους Λύκους του Μπαχτσελί στο πολιτικό επίπεδο και στο επίπεδο των κρατικών μηχανισμών με τα στοιχεία του άλλοτε κεμαλικού βαθέος κράτους, τα οποία έχουν αντιδυτικό ιδεολογικό πρόσημο. Δεν πρόκειται για αντίφαση. Στην Τουρκία, εκτός από την πρώτη μεταπολίτευση (από το μετακεμαλικό καθεστώς στους νεοοθωμανούς) έχει λάβει χώρα και μία δεύτερη μεταπολίτευση, από το αρχικό νεοοθωμανικό στο αμιγώς ερντογανικό καθεστώς.
Οι νέοι σύμμαχοι του Τούρκου προέδρου, μάλιστα, παρόξυναν τον εγγενή εθνικισμό-επεκτατισμό του. Η ευθεία αμφισβήτηση της συνθήκης της Λωζάννης, λοιπόν, δεν ήταν πυροτέχνημα. Ειπώθηκε για να μπει με κάποιον τρόπο στο τραπέζι. Η ιστορία μας διδάσκει, άλλωστε, πως όταν η Άγκυρα προσθέτει μία νέα μονομερή διεκδίκηση δεν την ξεχνάει. Την καλλιεργεί με επιμονή και συστηματικότητα, ώστε να την εγγράψει στη συνείδηση του διεθνούς συστήματος ως υπαρκτή διαφορά-πρόβλημα, το οποίο χρειάζεται επίλυση ή μέσω συμβιβασμού ή με την άσκηση στρατιωτικής βίας.
Ο κοινός παρονομαστής
Αυτό συνέβαινε επί κεμαλικών και συνεχίζεται επί εποχής Ερντογάν. Και βεβαίως δεν αφορά μόνο τα ελληνοτουρκικά. Το είδαμε να εφαρμόζεται και στην κυπριακή ΑΟΖ με τις παράνομες σεισμικές έρευνες και στη συνέχεια γεωτρήσεις. Το βλέπουμε να εφαρμόζεται, βεβαίως, εναντίον των Κούρδων στη Συρία, με τις δύο προηγούμενες και με την τωρινή τρίτη εισβολή.
Στην πραγματικότητα, ο εθνικισμός-επεκτατισμός είναι εθνική ιδεολογία στην Τουρκία, είναι ο κοινός παρονομαστής των διαδοχικών καθεστώτων από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η κατάκτηση ήταν για τους Οθωμανούς μέσο παραγωγής και γι’ αυτό όταν η αυτοκρατορία τους έπαψε να επεκτείνεται εισήλθε σε τροχιά παρακμής. Παρά την αντίθετη επίσημη ρητορική, η επιθετικότητα πέρασε στο γονίδιο της Τουρκικής Δημοκρατίας με τη μορφή του εθνικισμού πλέον.
Το 1938-39 η Άγκυρα εκμεταλλεύθηκε μια ευκαιρία για να αποσπάσει την περιοχή της Αλεξανδρέττας από τη Συρία, η οποία βρισκόταν τότε υπό γαλλική εντολή. Από τη δεκαετία του 1950 εκδήλωσε τις επεκτατικές προθέσεις της στην Κύπρο στο όνομα της προστασίας των Τουρκοκυπρίων, με κορύφωση την εισβολή το 1974 και την από τότε κατοχή. Και βεβαίως από το 1973 ξεδιπλώνει την γκάμα των επεκτατικών διεκδικήσεών της στο Αιγαίο, υπονομεύοντας παραλλήλως την ελληνική κυριαρχία στη Θράκη, μέσω της μουσουλμανικής μειονότητας. Δεν είναι, λοιπόν, ο "παρανοϊκός" --ή όπως αλλιώς τον χαρακτηρίζουν-- Ερντογάν. Είναι η Τουρκία "ηλίθιε", για να παραφράσουμε τη γνωστή ρήση.
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.