Κυριακή 17 Φεβρουαρίου 2019

Ο Οτσαλάν, μέσα στις φυλακές του νεοναζιστικού καθεστώτος, ενσαρκώνει και ανασταίνει το τσεγκεβαρικό μανιφέστο: «Πατρίδα ή θάνατος».

«Κι αφού εμείς στην Κύπρο δεν αξιωθήκαμε ν’ αγωνιζόμαστε για την ελευθερία μας, τουλάχιστον να βοηθήσουμε πρέπει εκείνους που αγωνίζονται και για μας εναντίον του τουρκικού κράτους, τους Κούρδους αγωνιστές», σημείωνε άψογα ο δικός μας αντάρτης Θεόφιλος Γεωργιάδης. Και τόσα χρόνια μετά, η αντάρτικη μορφή του Οτσαλάν, μέσα στις φυλακές του νεοναζιστικού καθεστώτος, ενσαρκώνει και ανασταίνει το τσεγκεβαρικό μανιφέστο: «Πατρίδα ή θάνατος».

Του Αλέκου Μιχαηλίδη



Όταν ο «Άπο» δημιουργούσε «Το Μανιφέστο» και τα κύρια καθήκοντα της επανάστασης στο Κουρδιστάν το 1975 ήταν βέβαιος ότι ξεκινούσε έναν μεγάλο και διαρκή αγώνα κατά της τουρκικής καταπίεσης. Όταν στις 27 Νοεμβρίου 1978, το Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (Πε-Κε-Κε ή PKK) υιοθετούσε το «Μανιφέστο» καθίστατο σαφές ότι ο κουρδικός λαός ξεκινούσε για μια μεγάλη και μάγκικη επανάσταση ενάντια στον τουρκικό φασισμό.

Υπογραφόταν από σύσσωμο τον κουρδικό λαό –οι κομματικές αντιθέσεις έρχονταν δεύτερες– ότι «η επανάσταση θα είναι διπλή, δηλαδή εθνική και δημοκρατική. Η εθνική επανάσταση θα εγκαθιδρύσει πολιτική, στρατιωτική και πολιτισμική δύναμη. Η δημοκρατική επανάσταση θα αγωνιστεί για να εξαφανίσει τις κοινωνικές αντιφάσεις που προέρχονται από την εποχή της φεουδαρχίας. Αυτές οι αντιφάσεις είναι η φεουδαρχική εκμετάλλευση, η οργάνωση κατά φυλές, οι θρησκευτικές κάστες και η σκλαβιά της γυναίκας. Σκοπός της επανάστασης θα πρέπει να είναι να βάλει ένα τέλος σε όλες τις μορφές κυριαρχίας της τουρκικής αποικιοκρατίας και να εγκαθιδρύσει μία ανεξάρτητη οικονομία, καθώς και να αγωνιστεί για την ενότητα του Κουρδιστάν».

Ο Αμπντουλάχ Οτσαλάν δεν πρόλαβε να εφαρμόσει το «Μανιφέστο» του. Τις πρώτες πρωινές της 16ης Φεβρουαρίου 1999 και μετά από μια περιπλάνηση σε Δαμασκό, Αθήνα, Μόσχα, Ρώμη και Ναϊρόμπι, συλλαμβάνεται υπό μυστήριες συνθήκες από Τούρκους πράκτορες και μεταφέρεται στη νησίδα Ιμραλί στη θάλασσα του Μαρμαρά, όπου μέχρι σήμερα φρουρείται από μονάδα στρατιωτικού προσωπικού 1.000 ατόμων. Καθ’ όλη την «οδύσσεια» του Κούρδου ηγέτη, η ελληνική κυβέρνηση Σημίτη διαδραματίζει έναν περίεργο ρόλο, μέχρι που διατάζει τον πράκτορα της ΕΥΠ Σάββα Καλεντερίδη –που βρισκόταν μαζί του στην πρεσβευτική κατοικία στο Ναϊρόμπι– διά μέσου του τότε ΥΠΕΞ Θεόδωρου Πάγκαλου, «να τον πετάξει έξω». Δύο ημέρες μετά τη σύλληψή του, ο Κώστας Σημίτης επιλέγει να δηλώσει: «Είμαστε κατά των ένοπλων ανταρσιών και των πράξεων τρομοκρατίας και βίας. Κάναμε το χρέος μας με τον καλύτερο τρόπο, απέναντι στην Ελλάδα και τα συμφέροντά της, απέναντι στο κουρδικό ζήτημα και τον ίδιο τον Οτσαλάν».

Η ευθύνη δεν ανελήφθη ποτέ και από κανέναν. Στον Οτσαλάν, που σαπίζει στο Ιμραλί, απαγορεύεται η επικοινωνία με τον έξω κόσμο. Κι όμως, ο κουρδικός αγώνας συνεχίζεται. Το Νότιο Κουρδιστάν (Β. Ιράκ) αποτελεί ήδη αυτόνομη περιοχή και στη Β. Συρία τα καντόνια της Ροτζάβα θέτουν τις βάσεις για το αυτόνομο Δυτικό Κουρδιστάν. «Κι αφού εμείς στην Κύπρο δεν αξιωθήκαμε ν’ αγωνιζόμαστε για την ελευθερία μας, τουλάχιστον να βοηθήσουμε πρέπει εκείνους που αγωνίζονται και για μας εναντίον του τουρκικού κράτους, τους Κούρδους αγωνιστές», σημείωνε άψογα ο δικός μας αντάρτης Θεόφιλος Γεωργιάδης. Και τόσα χρόνια μετά, η αντάρτικη μορφή του Οτσαλάν, μέσα στις φυλακές του νεοναζιστικού καθεστώτος, ενσαρκώνει και ανασταίνει το τσεγκεβαρικό μανιφέστο: «Πατρίδα ή θάνατος».





Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.