Ο Κ.Πόππερ , όπως άλλωστε και ο Μάρξ, συχνά παρερμηνεύθηκε από κάποιους που τον επικαλούνται ώστε να μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τους δικούς τους σκοπούς.
Η προσέγγιση που έκανε στον Πλάτωνα είναι γνωστή κυρίως από το έργο του « Η ανοιχτή κοινωνία και οι εχθροί της»[1], που κυκλοφόρησε για πρώτη φορά στην Αγγλία το 1945, όπου επιγραμματικά αναφέρεται ως ένας από τους κατ’ εξοχήν εχθρούς της, μαζί με τον Ηράκλειτο, τον Αριστοτέλη, τον Χέγκελ και τον Μάρξ.
Στην χώρα μας πέραν μιας προσπάθειας να αναιρεθούν τα επιχειρήματα του από τον Κ.Δεσποτόπουλο[2] δεν σημειώνεται κάποια άλλη πιο σύνθετη απόπειρα. Όμως οι μελέτες του Κ.Δεσποτόπουλο παρά την εμβρίθειά τους και την σοβαρή τους τεκμηρίωση , έχουν άλλο ως κύριο αντικείμενο και παρεμπιπτόντως μόνο αναφέρονται στον Πόππερ. Το σχετικά πρόσφατο έργο του Σ.Ράμφου για τον Πλάτωνα τον προσπερνά[3] , δίχως ενδιαφέρον για τις ποππεριανές τοποθετήσεις .
Κατ’ αρχήν οι όροι ανοιχτή και κλειστή κοινωνία χρησιμοποιήθηκαν χρονικά για πρώτη φορά από τον Ανρί Μπερξόν στο έργο του οι «Οι δύο πηγές της ηθικής και της θρησκείας », το οποίο κυκλοφόρησε στην Γαλλία το 1932. Ως κλειστή κοινωνία ορίζεται ως εκείνη που «τα μέλη της σχετίζονται μόνο μεταξύ τους , αδιαφορούν για τους άλλους ανθρώπους, είναι μονίμως έτοιμοι να επιτεθούν ή να αμυνθούν, εν τέλει αναγκάζονται να είναι σε στάση μάχης. Τέτοια είναι η ανθρώπινη κοινωνία, όταν βγαίνει από την αγκαλιά της φύσης . Ο άνθρωπος ήταν καμωμένος γι’ αυτήν, όπως το μυρμήγκι για τη μυρμηγκοφωλιά»[4] ενώ ως ανοιχτή κοινωνία «αυτή που θα αγκάλιαζε, από άποψη αρχής, ολόκληρη την ανθρωπότητα»[5]. Είναι πολύ πιθανόν ότι ο Πόππερ προμηθεύτηκε αυτούς τους δύο όρους, που έχουν βαρύνουσα σημασία στην σκέψη του, από τον Μπερξόν. Παραδέχεται βέβαια σε μια υποσημείωση του έργου του ότι και οι δύο χρησιμοποιούν την ανοιχτή και την κλειστή κοινωνία με την ίδια σημασία[6]. Συγχρόνως όμως επιδιώκει , σε αντίθεση με πολλούς οπαδούς του, να δείξει και τα όρια τους: «ο χαρακτηρισμός της κλειστής κοινωνίας, ως μαγικής και της ανοιχτής κοινωνίας, ως ορθολογικής και κριτικής κάνει, βέβαια, αδύνατο να εφαρμόζουμε αυτούς τους όρους χωρίς να εξιδανικεύουμε την υπό εξέταση κοινωνία. Η μαγική στάση δεν έχει καθόλου εξαφανιστεί από τη ζωή μας, ούτε ακόμα και από τις πιο «ανοιχτές» κοινωνίες που έχουν ως τώρα λειτουργήσει, και θεωρώ απίθανο να εξαφανιστεί ποτέ ολότελα»[7].
Όμως ο Πόππερ ολοκληρώνοντας την απάντηση σε ένα επικριτή του – τον καθηγητή R.B.Levinson- βρίσκεται στην ανάγκη να τονίσει την πεποίθηση του «για το συντριπτικό διανοητικό επίτευγμα του Πλάτωνα. Η γνώμη μου ότι υπήρξε ο μέγιστος των φιλοσόφων δεν έχει μεταβληθεί. Ακόμα και η ηθική και πολιτική φιλοσοφία του είναι, ως διανοητικό επίτευγμα, απαράμιλλη, παρόλο που τη θεωρώ ηθικά απωθητική και στ’ αλήθεια , τρομακτική. Όσο για τη φυσική κοσμολογία του, η γνώμη μου άλλαξε στο διάστημα που μεσολάβησε από την πρώτη ως τη δεύτερη έκδοση (ακριβέστερα, ανάμεσα στην πρώτη αγγλική έκδοση και στην πρώτη αμερικάνικη) αυτού του βιβλίου και προσπάθησα να δώσω λόγους για τους οποίους θεωρώ τώρα ότι υπήρξε ο θεμελιωτής της γεωμετρικής θεωρίας για τον κόσμο, μιας θεωρίας που η σημασία της αυξήθηκε εξακολουθητικά στη διάρκεια των αιώνων. Θα θεωρούσα αλαζονικό από τη μεριά μου να επαινέσω τις λογοτεχνικές του ικανότητες. Αυτό που έχουν δείξει οι κριτικοί μου είναι, πιστεύω, πως το μεγαλείο του Πλάτωνα κάνει ιδιαίτερα σημαντικό να καταπολεμήσουμε την ηθική και πολιτική του φιλοσοφία και να προειδοποιήσουμε εκείνους που μπορεί να πέσουν θύματα της γοητείας του»[8].
Συγχρόνως , ο Πόππερ, δεν θα δυσκολευθεί να παραδεχθεί ότι από τους αρχαίους Έλληνες ξεκίνησε η έξοδος από την κλειστή κοινωνία: «όταν λέμε ότι ο δυτικός πολιτισμός έχει τις ρίζες του στους Έλληνες θα’ πρεπε να συνειδητοποιούμε τι σημαίνει αυτό: σημαίνει ότι οι Έλληνες ξεκίνησαν για μας αυτή τη μεγάλη επανάσταση που, καθώς φαίνεται, βρίσκεται ακόμα στο ξεκίνημά της – τη μετάβαση από την κλειστή στην ανοιχτή κοινωνία»[9].
Ο Πλάτωνας εκκινεί από την προσπάθεια να αναιρέσει τον σχετικισμό και τον ηθικό μηδενισμό που ενσαρκώνονται στον διάλογο «Γοργίας» από τον Καλλικλή και στην «Πολιτεία» από τον Θρασύμαχο καθώς και την θεμελιώδη θέσης τους ότι «δίκαιο είναι το συμφέρον του ισχυρού», δηλαδή ότι το Δίκαιο και η Ισχύ ταυτίζονται (φημί γαρ εγώ είναι το δίκαιον ουκ άλλο τι ή το του κρείττονος συμφέρον). Εξ’ού και υπότιτλος της «Πολιτείας» είναι «περί Δικαίου πολιτικός». Η προσπάθεια του θα απλωθεί σχεδόν σε όλο το έργο του μέχρι τους «Νόμους». Ο Πόππερ θα επικρίνει το όραμα της «Πολιτείας», το οποίο ως προς την κοινοκτημοσύνη των αγαθών το είχε ήδη επικρίνει ο Αριστοτέλης, διότι θα θεωρήσει ότι η απάντηση που επιχείρησε να δώσει στον ηθικό μηδενισμό είναι εξίσου επικίνδυνη με αυτόν ,αφού κατατείνει σε μια «μαγική» κοινωνία , όπως ήταν η αρχαία Σπάρτη. Όμως στον διάλογο «Γοργίας» θεωρεί ότι αποδοκιμάζει τις απόψεις του Καλλικλή δίχως να εμφορείται από τις ολοκληρωτικές απόψεις, που πιστεύει ότι διαμορφώθηκαν μεταγενέστερα στην «Πολιτεία»[10].
Βεβαίως είναι ενδιαφέρον, ότι ο Πόππερ μπορεί να επικρίνει τον Πλάτωνα, αλλά εξυμνεί τον Σωκράτη. Όμως ότι γνωρίζουμε γι’ αυτόν το οφείλουμε κυρίως στους πλατωνικούς διάλογους . Η σωκρατική προτροπή να υπομένουμε το κακό παρά να το ασκούμε, προαναγγέλλει την χριστιανική ηθική. Η έλλογη σκέψη του, η ειρωνεία του, ο κριτικός και διαλεκτικός του λόγος, που ανησύχησε τους σύγχρονους του και εξέγειρε τον Νίτσε μεταφέρθηκαν σε εμάς χάρις, κυρίως, την γραφίδα του Πλάτωνα ώστε, να είναι εξαιρετικά δύσκολα να διακρίνουμε τα δύο αυτά πρόσωπα. Ο Πόππερ παραδέχεται ότι ο Σωκράτης, (όπως μας τον μετέφερε ο Πλάτωνας) ασκεί κριτική στους δημοκρατικούς θεσμούς της Αθήνας, αλλά με μια πολύ σημαντική διαφορά : «η κριτική του Σωκράτη ήταν δημοκρατική και μάλιστα του είδους εκείνου που αποτελεί την ίδια τη ζωή της δημοκρατίας»[11].
Πιο σημαντική είναι η σύνδεση που κάνει ο Πόππερ ανάμεσα στον Πλάτωνα και στον Καρτέσιο που αναπτύσσει στο έργο του «Ο κόσμος του Παρμενίδη- δοκίμια για τον Προσωκρατικό Διαφωτισμό». Συμπεραίνει ότι «αποφασιστικός είναι ο ρόλος του Πλάτωνα στην προϊστορία της διδασκαλίας του Descates για τα θεϊκά αυτοαλήθεια – veracitas dei- κατά την οποία η ενορατική μας νόηση δεν μας απατά, διότι ο Θεός είναι η αυτοαλήθεια και δεν είναι δυνατόν να μας εξαπατήσει∙ ή, με άλλα λόγια, ότι η νόησή μας αποτελεί πηγή γνώσης, επειδή ο Θεός είναι πηγή γνώσης. Αυτή η διδασκαλία έχει μακρά ιστορία που εύκολα μπορεί να αναχθεί τουλάχιστον ως τον Όμηρο και τον Ησίοδο»[12]. Όμως πιο σημαντική είναι η συμβολή του πλατωνικού διαλόγου «Μένωνας» όπου διατυπώνονται η θεωρία της γνώσης ως ανάμνηση και η αισιόδοξη άποψη ότι η γνώση είναι προσιτή σε καθένα: «ο Σωκράτης το αποδεικνύει αυτό σε ένα ωραίο χωρίο του Μένωνα, όπου υποβοηθεί έναν αμόρφωτο νεαρό δούλο να «αναπλάσει» την απόδειξη μιας ειδικής περίπτωσης του πυθαγόρειου θεωρήματος. Αυτή είναι ακριβώς μια αισιόδοξη επιστημολογία και η ρίζα του καρτεσιανισμού. Φαίνεται ότι στον Μένωνα ο Πλάτων είχε τη συναίσθηση του έντονα αισιόδοξα χαρακτήρα της θεωρίας του∙ διότι την παρουσιάζει ως διδασκαλία που ξυπνά στον άνθρωπο τη διάθεση να γνωρίζει, να ερευνά, να ανακαλύπτει»[13]. Τελικά θα αναγνωρίσει στον Πλάτωνα ότι ήταν αυτός που ανακάλυψε, ότι στην ποππεριανή επιστημολογία ονομάζεται «τρίτος κόσμος» και θα συμμεριστεί την απόφανση του Whitehead ότι «όλη η δυτική φιλοσοφία αποτελείται από υποσημειώσεις στον Πλάτωνα»[14].
Συνεπώς , όπως στον πραγματικό κόσμο δεν συναντώνται η ανοιχτή και η μαγική-κλειστή κοινωνία, με τον καθαρό τρόπο που τις περιγράφει η φιλοσοφική θεωρία, κατά τον ίδια τρόπο δεν υπάρχει στον Πόππερ ένας ομοιόμορφος , μονοκόμματος Πλάτωνας. Δίπλα στον φιλόσοφο της « Πολιτείας» και των «Νόμων» , υπάρχει ο φιλόσοφος θεμελιωτής της γεωμετρίας, του «Μένωνα» και του «Γοργία» που προαναγγέλλουν την καρτεσιανή ορθολογικότητα και την πολιτεία που προστατεύει τους πιο αδύνατους. Σε αντίθεση με κάποιους που χρησιμοποιούν τον Πόππερ για τις δικές τους επιδιώξεις, οι κριτικές του επισημάνσεις, δεν απέκρυψαν ποτέ τον βαθύ θαυμασμό που είχε σε όλη την ζωή του για τον Πλάτωνα και για το σύνολο της αρχαιοελληνικής φιλοσοφίας στην οποία απέδιδε την οφειλή «της αφετηρίας εξόδου της ανθρωπότητας από την κλειστή κοινωνία».
[1] Κάρλ Πόππερ, Η ανοιχτή κοινωνία και οι εχθροί της, τόμος Ι και ΙΙ, εισαγωγή- μετάφραση Ειρήνη Παπαδάκη. Εκδόσεις Δωδώνη , Αθήνα 1980.
[2] Κ. Δεσποτόπουλος, Πολιτική φιλοσοφία του Πλάτωνος, εκδόσεις Παπαζήση , Αθήνα 1988 καθώς και του ιδίου Μελετήματα πολιτικής φιλοσοφίας, εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα 1978.
[3] Σ.Ράμφος, Καλλίπολις ψυχή-Ανάγνωσι της Πολιτείας του Πλάτωνος, εκδόσεις Αρμός, Αθήναι 2013.
[4] Ανρί Μπερξόν, Οι δύο πηγές της ηθικής και της θρησκείας. Εκδόσεις Νησίδες, μετάφραση Βασίλης Τομανάς, Θεσσαλονίκη 2006, σελ.207.
[5] ό.π. σελ.208.
[6] Κάρλ Πόππερ, Η ανοιχτή κοινωνία και οι εχθροί της, τόμος Ι, σελ.481.
[7] ό.π. σελ.482.
[8] ό.π. σελ.570.
[9] ό.π. σελ.285.
[10] ό.π.σελ.200.
[11] ό.π. σελ. 304.
[12] Κ. Πόππερ, Ο κόσμος του Παρμενίδη- Δοκίμια για τον Προσωκρατικό Διαφωτισμό, επιμέλεια ArneF. Petersen,- Jorgen Mejer, μετάφραση Κ.Ν.Πετρόπουλος, εκδόσεις Α.Καρδαμίτσα- Εθνικό Κέντρο Βιβλίου, Αθήνα 2002, σελ.336.
[13] ό.π. σελ.339.
[14] Κ.Πόππερ, Τι είναι η διαλεκτική –γνωσιοθεωρία χωρίς γνωστικό υποκείμενο, εισαγωγ ή,μετάφραση,σημειώσεις Στ.Δημόπουλος, εκδόσεις Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1990, σελ. 104.
Ανάρτηση από: geromorias.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.