Μανώλης Γ. Βαρδής 

Κατά έναν περίεργο τρόπο ό,τι ξεκινά ελπιδοφόρα ως όραμα κοινοτισμού και αλληλεγγύης καταλήγει στο αντίθετό του. Δεν πρόκειται για μεταφυσική ή απαισιόδοξο ντετερμινισμό, αλλά για ρεαλιστική διαπίστωση μίας παρηκμασμένης (και διεστραμμένης) ανθρώπινης βούλησης, συμπεριλαμβανομένων και όλων των εδραιωμένων συμφερόντων και θέσεων ισχύος στο κοινωνικό φάσμα.
Σε τι οφείλεται αυτή η εισαγωγή; Δεν είναι πολύς καιρός που η ελεύθερη χρήση των πληροφοριακών δεδομένων όπως τα data, η software εξειδίκευση, οι γενετικές πληροφορίες, τα σχέδια καινοτόμων εφευρέσεων, χαιρετιζόταν ως η έλευση μίας νέας ουτοπίας κοινοτισμού. Δεν είναι πολύς καιρός που οι ολιγάρχες σαν τον Bill Gates δήλωναν ότι αυτοί που προσπαθούν να περιορίσουν τα πνευματικά δικαιώματα, δεν είναι τίποτε άλλο παρά «σύγχρονοι κομμουνιστές» [1]
Έσφαλλαν και οι μεν και οι δε. Πολύ γρήγορα η ελεύθερη χρήση πληροφοριακών δεδομένων θα γίνει ο άξονας της επίθεσης του «νέου» νεοφιλελευθερισμού (sic!). Οι πολυεθνικές που επενδύουν κολοσσιαία ποσά στις τεχνολογίες των πληροφοριών- στα πλαίσια γενικότερων εταιρικών και οικονομικών αναδιαρθρώσεων- πολύ γρήγορα κατάλαβαν ότι έπρεπε να επενδύσουν στη διάθεση του μέσου καταναλωτή για αλληλεγγύη και κοινοτισμό. Η προσπάθεια τους έπρεπε να έχει έναν «εχθρό» για να δημιουργήσει το ανάλογο πάθος της συμμετοχής. Ο εχθρός αυτός βρέθηκε, και ήταν οι κυβερνήσεις, τα συνδικάτα και οι μεγάλες βιομηχανίες του παρελθόντος.

Ο πόλεμος της εταιρείας Uber- με άξονα την εφαρμογή διασύνδεσης μη επαγγελματιών οδηγών αυτοκινήτων με ανθρώπους που αναζητούν μέσο για την μετακίνησή τους, μέσω της «ελεύθερης» διακίνησης δεδομένων- κατά του δημάρχου της Νέας Υόρκης Bill de Blasio περιείχε τα πάντα: όταν αυτός επιχείρησε να περιορίσει τον αριθμό των μισθωμένων αυτοκινήτων της εταιρείας, αυτή τον κατήγγειλε ότι προστατεύει τα συμφέροντα των συνδικάτων των ταξιτζήδων, ότι στρέφεται κατά των «αδυνάμων» που δεν έχουν να πληρώσουν τις υψηλές τιμές που ζητάνε τα συνδικάτα, και μάλιστα έθεσε σε λειτουργία μία εφαρμογή για κινητά τηλέφωνα, μέσω της οποίας «βομβαρδιζόταν» με μηνύματα το δημαρχείο της πόλης. Ανάλογα, το Facebook στράφηκε κατά της ρυθμιστικής Αρχής της Ινδίας που «κατέβασε» την εφαρμογή «Free Basics» [2]
Οι πολυεθνικές ιδιοποιούνται τα ουτοπικά οράματα του free sharing και καταγγέλλουν κρατικές, δημοτικές ή όποιες άλλες αρχές. Πρόκειται για την μοντέρνα εκδοχή της ιδεολογίας εκείνης που πιστεύει ότι η ελεύθερη διακίνηση της πληροφορίας μπορεί να συμφιλιώσει το «κεφάλαιο» και την κοινωνική αλληλεγγύη. Την βλέπουμε και στην Ελλάδα σε αρκετούς «μοντέρνους» συμπολίτες μας που γοητευμένοι από το Internet και το Facebook ή το Twitter, ζουν σε έναν άλλον κόσμο, στον οποίον δεν (μπορούν να) υπάρχουν ταξικές αντιθέσεις, συμφέροντα, συγκρούσεις ισχύος, λογοκρισία, περιθωριοποίηση, εγωισμός κα. 
Όμως αυτά υπάρχουν. Δεν ξορκίζονται. Και υπάρχουν και σε πολιτικό επίπεδο όταν κινήσεις που προήλθαν από την οικονομική κρίση, δήθεν εναλλακτικές και μετα- υλικές, επιστρατεύουν τον κόσμο σε μία τέτοια βάση. 
Εάν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς και σε ένα βαθύτερο επίπεδο, τελικά όλοι καταλαβαίνουν τι γίνεται «εκεί έξω». Είναι όμως τόσο παρηκμασμένη (και διεστραμμένη) η μεταμοντέρνα ανθρώπινη βούληση που κάνει σαν να μην συμβαίνει τίποτε, που πάντα ανακαλύπτει εναλλακτικές γοητείες, που θέλει ανέξοδες και free sharing ουτοπίες, που αρκείται με τις απλουστευτικές πληροφορίες και αναλύσεις των 50 ή 100 χαρακτήρων. Οι ολιγάρχες κάνουν απλά τη δουλειά τους.

[1] Philippe Aigrain, «Own or share?. The Internet and common Goods», Le Monde Diplomatique/ English Edition, https://mondediplo.com/2005/11/13commons 
[2] Evgeny Morozov, «Le culte du techno- populisme», Le Monde Diplomatique, 4.1.2016, http://blog.mondediplo.net/2016-01-04-Le-culte-du-techno-populisme 


Ο ζωγραφικός πίνακας που πλαισιώνει τη σελίδα είναι έργο του Γιάννη Γαϊτη.
πηγή κειμένου: Αντίφωνο