Τετάρτη 24 Σεπτεμβρίου 2014

Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΣΥΣΤΗΜΑ: ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ, ΑΠΕΙΛΕΣ, ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ


Αυγούστου 29, 2014 από seisaxthiablog

Νικόλαος Λ. Μωραίτης. Ph.D.

Διεθνείς Σχέσεις – Συγκριτική Πολιτική

Καλιφόρνια 2014

Είναι αλήθεια ότι οι παγκόσμιες εμπορικές σχέσεις και έννοιες, όπως το διεθνές εμπόριο, υπήρχαν εδώ και αιώνες, με διάφορες μορφές. Παρόλον ότι οι παλαιότερες μορφές υπήρξαν διαφορετικές σε σχέση με τον όγκο, την ταχύτητα και τη μορφή, τόσο τα κοινωνικά όσο και περιβαλλοντικά αποτελέσματα ήταν συναφή πάντοτε.


Η σύγχρονη παγκοσμιοποίηση δεν αποτελεί έκφραση της εξέλιξης. Σχεδιάστηκε και δημιουργήθηκε από ανθρώπους με συγκεκριμένο στόχο: να δώσουν προτεραιότητα στις οικονομικές – δηλαδή στις εταιρικές – αξίες, πάνω απ’ όλες τις άλλες αξίες και προοδευτικά να εδραιώσουν και να κωδικοποιήσουν αυτές τις αξίες σε παγκόσμιο επίπεδο. Όντως, ο σύγχρονος αιώνας της παγκοσμιοποίησης έχει τόσο τόπο όσο και ημερομηνία γέννησης: Bretton Woods, New Hampshire, Ιούλιος 1944. Ήταν τότε που επικεφαλείς εταιρειών, οικονομολόγοι, πολιτικοί και τραπεζίτες συναντήθηκαν προκειμένου να αποφασίσουν για το πως θα αμβλυνθούν οι καταστροφές από το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και θα αποφευχθεί μια καινούρια Μεγάλη Ύφεση. Αποφάσισαν ότι χρειαζόταν ένα νέο συγκεντρωτικό διεθνές οικονομικό σύστημα που θα προωθούσε την παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη. Όπως υποστήριξαν, με αυτό τον τρόπο θα μπορούσαν να αποφευχθούν μελλοντικοί πόλεμοι και θα συνέτεινε στη μείωση της φτώχιας, και στην παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη.

Οι σύνεδροι του Bretton Woods θεώρησαν τους εαυτούς τους αλτρουιστές, παρόλον ότι πολλοί από αυτούς είχαν ως επίτευγμα σημαντικά οικονομικά οφέλη. Αποφάσισαν ότι ο ιδεώδης μοχλός ανάπτυξης για να διατηρήσουν όλα τα κομμάτια συγκεντρωμένα ήταν η δημιουργία της παγκοσμιοποίησης, που θα υποστηριζόταν από νέου τύπου γραφειοκρατικές διαδικασίες και νέους κανόνες του ελεύθερου εμπορίου. Πέρα από τις συναντήσεις στο Bretton Woods, προστέθηκε η Παγκόσμια Τράπεζα (με την αρχική ονομασία Διεθνής Τράπεζα για την Ανοικοδόμηση και την Ανάπτυξη1) και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο2. Αργότερα προστέθηκε και η Γενική Συμφωνία για τις Τιμές και το Εμπόριο3 η οποία τελικά συνετέλεσε στη γέννηση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου4.

Άλλες εκφράσεις του συγκεκριμένου αυτού μοντέλου (οικονομικής ανάπτυξης) περιλαμβάνουν τη Συμφωνία της Βορείου Αμερικής για το Ελεύθερο Εμπόριο5, τη Συμφωνία του Maastricht της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την προταθείσα Ελεύθερη Ζώνη Εμπορίου της Αμερικής6 κλπ.

Μαζί με άλλες επίσης συμφωνίες συνέβαλαν στο βασικό ανασχεδιασμό των κοινωνικών, οικονομικών και πολιτικών ρυθμίσεων από την εποχή της Βιομηχανικής Επανάστασης. Συνέβαλαν σε εντυπωσιακές αλλαγές, αφαιρώντας πραγματική οικονομική και πολιτική εξουσία από τις εθνικές, πολιτειακές και τοπικές κυβερνήσεις κατευθύνοντάς την προς μια απροσδιόριστη συγκέντρωση εξουσίας σε πολυεθνικές εταιρείες, τραπεζίτες, και παγκόσμιους γραφειοκρατικούς οργανισμούς που δημιουργήθηκαν σε βάρος της εθνικής κυριαρχίας, του κοινοτικού ελέγχου, της δημοκρατίας, της πολυποικιλότητας και του φυσικού κόσμου.

1.ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΟΜΟΓΕΝΟΠΟΙΗΣΗ

Ο πολιτισμός με την ευρύτερή του έννοια, προσδιορίζεται ως «ένα σύνολο διακεκριμένων θρησκευτικών, ψυχικών, πνευματικών και συναισθηματικών στοιχείων που χαρακτηρίζουν μια κοινωνία ή μια κοινωνική ομάδα [και τα οποία] περιλαμβάνουν, πέρα από την τέχνη και τη λογοτεχνία, τον τρόπο ζωής, τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα, τα συστήματα αξιών, τα έθιμα και τις δοξασίες» και, ακόμα γενικότερα, «ένα σύνολο αξιών που παρέχει στους ανθρώπους βάση ύπαρξης και δράσης». Μέσα από μια πιο στενή και περισσότερο παραδοσιακή αντίληψη, πολιτισμός μπορεί επίσης να θεωρηθεί ως ένα σύνολο που περιλαμβάνει όχι μόνο την τέχνη και τη λογοτεχνία, αλλά και τις επιστήμες, την πολιτιστική κληρονομιά, την πολιτιστική βιομηχανία και ένα μεγάλο τμήμα των δικτύων επικοινωνίας, δηλαδή το ραδιόφωνο, την τηλεόραση και άλλα μέσα, όπως επίσης τις τεχνολογίες πληροφοριών, με δεδομένο βέβαια ότι όλα τα παραπάνω χρησιμοποιούνται για πολιτιστικούς σκοπούς.

Μέσα από ένα τέτοιο προσδιορισμό, ο πολιτισμός μπορεί να θεωρηθεί ως ένα τμήμα της ανθρώπινης δραστηριότητας που παράγει απτές απεικονίσεις των συστημάτων αξιών, δοξασιών, παραδόσεων και τρόπων ζωής που συνιστούν τον πολιτισμό, στην ευρύτερή του έννοια. Αυτές οι απτές απεικονίσεις εκφράζουν τα συστήματα αξιών, τις δοξασίες, τις παραδόσεις και τους τρόπους ζωής στα ίδια τα μάτια εκείνων που τις μοιράζονται, παρέχοντάς τους τη δυνατότητα να γνωρίσουν και άλλους πολιτισμούς. Τα συστήματα αξιών, οι δοξασίες, οι παραδόσεις, και οι τρόποι ζωής μπορούν να αναπτυχθούν και να μεταφέρονται από γενιά σε γενιά μέσα από την οικογένεια, τις διαπροσωπικές σχέσεις και την παιδεία, όμως μόνον όταν εμφανίζονται με τη μορφή έργων γίνονται αντιληπτά και μπορούν να κινηθούν μέσα από τα διαπολιτισμικά δίκτυα ανταλλαγών7.

H παγκοσμιοποίηση δημιουργεί νέες προκλήσεις στην πολιτισμική πολυποικιλότητα. Καθώς ορισμένα βασικά πολιτισμικά αγαθά είτε απαιτούν φυσική παρουσία των καλλιτεχνών σε κάθε παρουσίαση, όπως για παράδειγμα οι θεατρικές παραστάσεις ή οι αντιπροσωπευτικές τέχνες, είτε μια συγκεκριμένη αξία λόγω του μοναδικού τους χαρακτήρα, όπως τα πολύτιμα αντικείμενα τέχνης, πολλά αγαθά που προέρχονται από τις πολιτιστικές βιομηχανίες μπορεί να χρειάζονται μια ιδιαίτερη προσπάθεια για να παραχθούν, όμως με εύκολο τρόπο αναπαράγονται και διανέμονται. Εάν οι τρόποι ζωής, οι αξίες, οι παραδόσεις και οι δοξασίες κυρίως ενσωματώνονται σε κονσέρτα, θεατρικά έργα ή γλυπτά, το διεθνές εμπόριο σίγουρα δεν μπορεί να λειτουργήσει ως μια τέτοια μεγάλη πρόκληση για πολιτισμική πολυποικιλότητα. Εντούτοις, στο σύγχρονο κόσμο μας οι τρόποι ζωής, οι αξίες, οι παραδόσεις και οι δοξασίες κυρίως ενσωματώνονται στα κινηματογραφικά έργα, στα προγράμματα της τηλεόρασης, στους δίσκους, στο έντυπο υλικό και σε άλλα πολιτισμικά αγαθά που στοιχίζουν μεν πολύ για την παραγωγή τους, όχι όμως για την αναπαραγωγή και τη διανομή. Κυρίως μέσα από αυτούς τους τύπους των πολιτισμικών αγαθών οι άνθρωποι μαθαίνουν για τα άλλα μέρη του κόσμου. Μέσα από αυτά μαθαίνουν επίσης αυτά που χρειάζονται να μάθουν σχετικά με το δικό τους πολιτισμό, με την προϋπόθεση βεβαίως ότι η δική τους κοινωνία παράγει αυτά τα αγαθά. Εάν η δική τους κοινωνία δεν τα παράγει, η εμπειρία καταδεικνύει ότι οι άνθρωποι τότε είναι ανοιχτοί σχεδόν αποκλειστικά στο να δεχθούν τα πολιτισμικά αγαθά άλλων πολιτισμών, και τα συνήθη μονοπάτια μέσα από τα οποία συνήθως θα ανέπτυσσαν και θα μεταβίβαζαν τους δικούς τους τρόπους ζωής, αξίες, παραδόσεις και δοξασίες δεν είναι επαρκή για να διατηρήσουν ζωντανή τη δική τους κουλτούρα. Όσο πιο μικρός και λιγότερο πλούσιος είναι ένας πολιτισμός, τόσο περισσότερο κινδυνεύει να μη μπορεί να παράγει με βιομηχανικό τρόπο τα πολιτισμικά αγαθά που χρειάζεται για να αναπτύξει και να μπορέσει να επικοινωνήσει με τους άλλους. Εάν είναι έτσι τα πράγματα, η θεωρούμενη κατάληψη μπορεί να οδηγήσει σε διαμάχη.

Η οικονομική παγκοσμιοποίηση συνίσταται στην ενσωμάτωση και συγχώνευση των οικονομικών δραστηριοτήτων όλων των χωρών σ’ ένα ομοιογενές πρότυπο ανάπτυξης – ένα μοναδικό, κεντρικό υπερσύστημα. Χώρες με κουλτούρα, οικονομίες, και έθιμα τόσο διαφορετικά όπως η Ινδία, η Σουηδία, η Ταϋλάνδη, η Κένυα, το Μπουτάν, η Βολιβία, ο Καναδάς, η Ρωσία και περίπου άλλες διακόσιες θα πρέπει να υιοθετήσουν τα ίδια γούστα, αξίες και τρόπους ζωής. Να εξυπηρετούνται από τις ίδιες λίγες πολυεθνικές εταιρείες, τα ίδια ταχυφαγεία, ξενοδοχειακές αλυσίδες, και αλυσίδες ρούχων. Να φορούν τα ίδια τζιν και παπούτσια, να οδηγούν παρόμοια αυτοκίνητα, να βλέπουν τα ίδια φιλμ, να ακούνε την ίδια μουσική και να βλέπουν τα ίδια τηλεοπτικά έργα, να ζουν στον ίδιο τύπο αστικού περιβάλλοντος, να απασχολούνται στα ίδια γεωργικά και βιομηχανικά αναπτυξιακά προγράμματα, να διέπονται από τις ίδιες προσωπικές, πολιτιστικές και θρησκευτικές αξίες – ένας δηλαδή παγκόσμιος ενιαίος πολιτισμός. Αυτή η τάση είναι ήδη ορατή στον όποιο ταξιδιώτη. Κάθε περιοχή μοιάζει όλο και περισσότερο με την άλλη. Η πολιτισμική πολυποικιλότητα έχει την ίδια τύχη με την βιοποικιλότητα.

Ένα τέτοιο ομοιογενές μοντέλο εξυπηρετεί αποτελεσματικά τις ανάγκες των μεγάλων εταιρειών που μπορούν και λειτουργούν στην παγκόσμια σκηνή, διπλασιάζοντας την παραγωγή τους και τις προσπάθειές τους στον τομέα του μάρκετινγκ σ’ ένα διευρυμένο έδαφος με μεγάλη αποτελεσματικότητα που συμπλέει με την κατάργηση των συνόρων8.

Μεταξύ των βασικών λόγων των παγκόσμιων συμφωνιών εμπορίου και της γραφειοκρατίας είναι ο καθορισμός κανόνων που θα διασφαλίζουν ότι δεν υπάρχουν εμπόδια στην όλη ροή, ότι οι πολυεθνικές εταιρείες μπορούν ελεύθερα να κινούνται σε όλες τις χώρες, και ότι η οικονομική ομοιογένεια και ενοποίηση επιταχύνονται9,10.

Στη Λατινική Αμερική, στην Ασία και στον Ειρηνικό, στην Αφρική και στον βιομηχανικό κόσμο, η δύναμη της παγκοσμιοποίησης που καθοδηγείται από τις εταιρείες αντικατοπτρίζεται στους νέους ανθρώπους που ζητούν τα αθλητικά Nike, τα ρούχα Gap, τα πιο πρόσφατα CDs, τα μπλουζάκια του Michael Jordan, τα κασκέτα του baseball, και άλλα καταναλωτικά αγαθά που είναι πολύ δημοφιλή στην παγκόσμια ισχυρότερη οικονομική δύναμη. Οι κινηματογραφικές ταινίες του Hollywood, η παγκόσμια μουσική βιομηχανία, η τηλεόραση, και τα βιβλία μαζικής παραγωγής υφαίνουν μια ομοιόμορφη κουλτούρα. Γύρω στον κόσμο, η εταιρική κουλτούρα της Βόρειας Αμερικής καταστρέφει τις τοπικές παραδόσεις, τη γνώση, τις δεξιότητες, τους

χειροτέχνες και τις αξίες. Όταν συνδυάζεται με την καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος των ιθαγενών σε πολλές περιοχές του κόσμου, αυτή η έφοδος στους τοπικούς πολιτισμούς έχει σοβαρότατες επιπτώσεις.

Η τεχνολογία προωθεί επίσης μια κουλτούρα και μια γλώσσα. Οι ΗΠΑ έχει περισσότερους υπολογιστές από όλο τον άλλο υπόλοιπο κόσμο. Η Αγγλική γλώσσα χρησιμοποιείται από το 80% των Δικτυακών τόπων, παρόλον ότι λιγότερο από ένα στα δέκα άτομα, σε παγκόσμιο επίπεδο, ομιλούν την Αγγλική γλώσσα. Παντού, η πρόσβαση στο Internet χωρίζει τους μορφωμένους από τους αγράμματους, τους άνδρες από τις γυναίκες, τους πλούσιους από τους φτωχούς, τους νέους από τους ηλικιωμένους, και τους κάτοικους των πόλεων από τους αγρότες.

Για πολλούς αιώνες η κατανόηση των θανατηφόρων και των αποτελεσμάτων της ομοιογένειας που προκαλούνται από την οικονομική παγκοσμιοποίηση οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι η πολιτισμική πολυποικιλότητα και το δικαίωμα της προστασίας της είναι τόσο σημαντικό όσο και η διατήρηση της βιοποικιλότητας. Οι κυβερνήσεις και οι άνθρωποι σ’ όλο τον κόσμο έχουν ανησυχήσει ιδιαίτερα σχετικά με την παγκόσμια πολιτισμική ομοιογένεια που κυριαρχείται από τις Αμερικανικές και Δυτικές αξίες και τρόπους ζωής μέσα από τα μαζικά βιομηχανικά ως και τα συγκροτήματα αναψυχής των ΗΠΑ11.

Στο τέλος του αιώνα, η τότε πρυτανεύουσα αντίληψη της αποκλειστικής κρατικής κυριαρχίας αντικαταστάθηκε από την πιο δημοφιλή αντίληψη περί διαρκούς διεθνούς αλληλοδιασύνδεσης. Αυτή η αλλαγή στην έμφαση αντικατοπτρίζει την επιφάνεια της νέας παγκόσμιας πολιτικής διαδικασίας, με την εξασθένιση της διαφοράς μεταξύ του πραγματικά ξένου και του αποκλειστικά τοπικού.

Στο πλαίσιο αυτής της παγκόσμιας διαδικασίας, η Αμερική σήμερα είναι εκείνο πραγματικά το έθνος που διαθέτει μια καταλυτική δύναμη – το αντικείμενο του θαυμασμού, δυσαρέσκειας, μιμητισμού και – ακόμα πιο δραματικό – των άμεσων και εγγενών επιπτώσεων στα κοινωνικά ήθη άλλων κρατών. Η Αμερική κυριαρχεί στις παγκόσμιες συνομιλίες, στις παγκόσμιες ιδέες, και στις παγκόσμιες εκπαιδευτικές ανταλλαγές. Σε κάθε περίπτωση πάνω από πεντακόσιες χιλιάδες ξένοι σπουδαστές (με περίπου διακόσιες χιλιάδες προερχόμενους από την Ασία) σπουδάζουν στις ΗΠΑ (κάτι που αντιστοιχεί σε πολύ μεγαλύτερη αναλογία σε σχέση με την όποια χώρα εισδοχής). Εκτιμάται ότι πάνω από το 80% της παγκόσμιας μετάδοσης και επεξεργασίας δεδομένων προέρχονται από τις ΗΠΑ, ότι πάνω από 50% των κινηματογραφικών ταινιών που βλέπουμε προέρχονται από Αμερικανικές παραγωγές (ισχύει και για τα τηλεοπτικά διαφημιστικά). Καμία χώρα δεν πλησιάζει ακόμα κι από μακριά τις ΗΠΑ στη διάδοση τηλεοπτικών προγραμμάτων στο εξωτερικό. Κατά συνέπεια, κάθε ήπειρος επηρεάζεται (κάποιοι θα μπορούσαν να υποστηρίξουν και μολύνεται) από εικόνες και αξίες που προβάλει η Αμερικανική τηλεόραση. Αυτή η κατάσταση συνέβαλε σε συχνές αιτιάσεις ότι ο Αμερικανικός «ιμπεριαλισμός» έγινε ένας φόβος για την ντόπιο πολιτισμική πολυποικιλότητα.

Ο μιμητισμός της Αμερικής από τους ξένους είναι πλέον ένα παγκόσμιο φαινόμενο. Δεν είναι μόνο ένα θέμα πολιτιστικής μόδας, κοινωνικού στιλ, ή προτύπων κατανάλωσης. Αυτό αντικατοπτρίζεται και στην πολιτική, τόσο σε σχέση με σημαντικά όσο και ασήμαντα θέματα. Η αυξανόμενη σε παγκόσμιο

επίπεδο ευαισθησία για τα ανθρώπινα δικαιώματα ενισχύθηκε ιδιαίτερα λόγω του ιδιαίτερου βάρους που έριξε στο θέμα αυτό η Αμερική. Η κάπως ανταγωνιστική σχέση των Αμερικανικών ΜΜΕ προς την κυβέρνηση, και ειδικότερα ο ρόλος που έπαιξαν μέσα από την ανακριτικού τύπου πολιτική δημοσιογραφία, κέρδισαν ένα διαρκή μιμητισμό από τους ξένους. Ο τύπος της προσωπικής εκστρατείας για ανώτατες κυβερνητικές θέσεις σε μεγάλο βαθμό έχει ως πρότυπο τις Αμερικανικές προεδρικές εκλογές.

Όλα αυτά τα στοιχεία συνθέτουν την Αμερική, από την αρχή της εμφάνισής της, στο πλαίσιο της προσωπικής ελευθερίας. Αυτή η σύνθεση έκανε την Αμερική όχι μόνο ένα έθνος με καταλυτική δύναμη έναντι των άλλων αλλά ακόμη κι ένα μαγνητικό πόλο που έλκει εκατομμύρια μέσα από την ιστορία της – όπως εξακολουθεί να το κάνει μέχρι σήμερα. Επιπλέον, αυτή η μαγνητική έλξη συνέβαλε στη δημιουργία σημαντικών πιέσεων σε άλλες χώρες για την υιοθέτηση της χάρτας των δικαιωμάτων και λοιπών εγγυήσεων της ελεύθερης ατομικής πολιτικής έκφρασης του ατόμου.

Ο μιμητισμός επεκτάθηκε επίσης και στις τυπικές και στις άτυπες μορφές της πολιτικής ζωής – αλλά και αυτές, επίσης παρέχουν παραδείγματα του καταλυτικού ρόλου που πρόσφατα ασκήθηκε από την Αμερική. Όλο και περισσότερες χώρες – από την μετα-κομμουνιστική Ρωσία στην Άπω Ανατολή – υιοθετούν στις κυβερνητικές τους δομές ένα όργανο που καλείται ΕΣΑ «Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας12» – με βάση σαφώς και ακόμα χρησιμοποιώντας και το όνομα του Αμερικανικού προτύπου του λόγω της μυστηριακής γοητείας με την οποία ο τύπος έχει αγκαλιάσει αυτό το συγκεκριμένο σώμα του Αμερικανού Προέδρου. Ομοίως, όλο και περισσότερα κράτη αντιγράφουν τις ΗΠΑ σε ό,τι αφορά τις στρατιωτικές στολές, βλέποντας σ’ αυτές – όπως παλιότερα ίσχυε για τους Γάλλους και τους Βρετανούς – τα πρότυπα του δικού τους στρατιωτικού μέλλοντος. Ακόμα και οι τρόποι και η εμφάνιση της Μυστικής Υπηρεσίας που προστατεύει τον Αμερικανό Πρόεδρο έχουν επιμελώς αντιγραφεί από ξένες χώρες!

Αυτά τα σαφώς υπερβολικά παραδείγματα αντικατοπτρίζουν μια βαθύτερη αλήθεια: το γενικό πλαίσιο και το στιλ των διεθνών πολιτικών καθορίζονται από κράτη που, σε διαφορετικά στάδια της ιστορίας, αντικατοπτρίζουν τη συμπεριφορά τους, την οργάνωση και των ήθος του αναδυομένου μέλλοντος.

Πολλές κοινωνίες ειδικότερα οι ντόπιες κοινωνίες, θεωρούν τον πολιτισμό ως την πιο πολύτιμη κληρονομιά τους· χωρίς αυτήν δεν έχουν ρίζες, ιστορία, ψυχή. Η αξία της δεν είναι οικονομική: εφόσον υπόκειται σε προσαρμογές, τότε καταστρέφεται. Υπάρχει ένα διογκούμενο συναίσθημα σε πολλές περιοχές του κόσμου ότι ο πολιτισμός δεν είναι απλά και μόνο ένα ακόμη προϊόν όπως το ατσάλι ή τα εξαρτήματα του υπολογιστή. Μέσα από τα προγράμματα χρηματοδότησης, τις κανονιστικές ρυθμίσεις, και τους άλλους μηχανισμούς έκφρασης δημόσιας πολιτικής πολλές χώρες ενίσχυσαν τους δικούς τους καλλιτέχνες και κουλτούρες και προσπάθησαν να διατηρήσουν κάποιο κομμάτι για τα δικά τους πνευματικά δημιουργήματα. Άλλες, βασίζονται σε αυτά τα μοντέλα προκειμένου να προωθήσουν την τοπικού πολιτιστικού χαρακτήρα έκφραση.

Αντίθετα, η βιομηχανία του θεάματος θεωρεί την κουλτούρα ως επιχείρηση – μια μεγάλη επιχείρηση – που θα πρέπει με δυναμικό τρόπο να προωθηθεί μέσα από διεθνείς εμπορικές συμφωνίες όπως ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου. Αυτή η βιομηχανία συνδέει τεράστιες εταιρείες τηλεπικοινωνιών, κινηματογραφικά στούντιο, τηλεοπτικά δίκτυα, καλωδιακές εταιρείες, και το Internet που συνεργάζονται μέσα σ’ ένα σύνθετο πλέγμα που περιλαμβάνει εκδόσεις, κινηματογραφικά φιλμ, ραδιοφωνικές εκπομπές, βίντεο, τηλεοπτικές εκπομπές, καλωδιακά και δορυφορικά συστήματα, μαζικές θεατρικές παραγωγές, μουσικές ηχογραφήσεις και διανομές, και θεματικά πάρκα13.

Τα προϊόντα μαζικής παραγωγής της Αμερικανικής λαϊκής κουλτούρας συνιστούν το μεγαλύτερο όγκο εξαγωγών των ΗΠΑ, σύμφωνα με το τεύχος των Ηνωμένων Εθνών Human Development Report του 1999. Μια τεράστια, καλά οργανωμένη συμμαχία σχηματίστηκε που συνδέει τους Αμερικανικούς τομείς του θεάματος, των μέσων ενημέρωσης, και τεχνολογίας της πληροφορικής σ’ ένα κοινό μέτωπο έναντι της προστασίας του πολιτισμού που ισχύει σε άλλες χώρες. Εταιρείες όπως οι Time-Warner και Disney έχουν ισχυρούς φίλους στο Καπιτώλιο και στο Λευκό Οίκο, και συνεργάζονται στενά με την Αμερικανική κυβέρνηση, η οποία, από την πλευρά της, έχει αναλάβει πολύ επιθετική πολιτική προσπαθώντας να εξυπηρετήσει τασυμφέροντά τους.

Για πολλά χρόνια το Αμερικανικό Υπουργείο Εξωτερικών εφάρμοζε μια ποικιλία εμπορικών μέτρων στοχεύοντας διαρκώς στην καταπολέμηση των κρατικών/πολιτειακών και τοπικών νομοθεσιών για την προστασία της τοπικής και εθνικής κουλτούρας. Πρόσφατα, η μάχη ξανάρχισε δεδομένου ότι όλο και περισσότερες χώρες υιοθετούν μέτρα για την υποστήριξη των δικών τους καλλιτεχνών και παραγωγών της ντόπιας κουλτούρας.

Μιλώντας ενώπιον μιας επιτροπής της Γερουσίας στις αρχές του 2000 η τότε

εκπρόσωπος του εμπορίου Charlene Barshefsky ήταν αποφασισμένη όσο ποτέ για σύναψη εμπορικών συμφωνιών με στόχο την προώθηση επιχειρήσεων θεάματος Αμερικανικών συμφερόντων. «Διατυπώνουμε προτάσεις για μια μεγάλη ποικιλία τομέων όπου οι δικές μας εταιρείες έχουν ισχυρά εμπορικάσυμφέροντα, συμπεριλαμβανομένων και των οπτικοακουστικών ως και των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών. Οι εταιρείες μας εκτιμάται ότι είναι μεταξύ των κύριων δικαιούχων των σημαντικότερων επίσημων συμφωνιών στο πλαίσιο του ΠΟΕ», είπε. Αυτή η φράση σαφώς εξέφραζε ένα δίλημμα για τον πολιτισμό: Πως μπορείς να διατηρήσεις την ελεύθερη ροή των πνευματικών δημιουργημάτων και της τέχνης ενώ προωθείς την ποικιλότητα;

Ο διάλογος δεν επικεντρώνεται μόνο στο δικαίωμα των επιμέρους κρατών να διατηρήσουν τις υπάρχουσες πολιτικές και προγράμματα. Κυρίως, αφορά στο δικαίωμα ανάπτυξης καινούριων και προσαρμογής ή τροποποίησης άλλων καθώς αναπτύσσεται η κοινωνία μας. Τα μέτρα που υιοθετήθηκαν σε παγκόσμιο επίπεδο, γενικά, δεν αφορούν το προστατευτισμό διότι οι περισσότερες αγορές παραμένουν ανοιχτές στα πολιτιστικά προϊόντα άλλων. Είναι σχετικά με την εύρεση τρόπων για την παροχή δυνατότητας επιλογής έτσι ώστε με τον κατακλυσμό των πολιτισμικών προϊόντων που διατίθενται, οι πολίτες να έχουν τη δυνατότητα να παρακολουθήσουν, ακούσουν ή διαβάσουν ένα βιβλίο, περιοδικό, φιλμ, ή μουσική καταγραφή που αντικατοπτρίζει τη δική τους πραγματικότητα. Πάνω απ όλα, η συζήτηση αφορά ακριβώς την πολιτισμική πολυποικιλότητα.

13

1 International Bank for Reconstruction and Development


2 International Monetary Fund


3 (General Agreement on Tariffs & Trade – GATT)


4 World Trade Organization (WTO)


5 North American Free Trade Agreement (NAFTA)


6 Free Trade Area of the Americas (FTAA)


7 International Network for Cultural Diversity. Draft Convention on Cultural Diversity, March 2003.


8 See Perlas, Nicanor. Shaping Globalization: Civil Society, Cultural Power, and Threefolding. Quezon City, Philippines: CADI and GlobeNet3, 2000.


9 David Held, David Goldblatt, Anthony McGrew and Jonathan Perraton. Global; Transformations: Politics, Economics, and Culture.


10 Frederic Jameson (Ed) Masao Miyoshi (Ed) The Cultures of Globalization. Duke, 1998.


11 Βenjamin Barber, Ηollyworld: Videology, in Barber, Jihad vs. McWorld: How Globalism and Tribalism are Reshaping the World, Ballantine, 1996.


12 National Security Council (NSC)


13 Τyler Cowen, Creative Destruction: How Globalization is changing the world’s cultures, 2002.





(Μέρος Δεύτερο)
Μέρος Πρώτο εδώ

Νικόλαος Λ. Μωραίτης. Ph.D.

Διεθνείς Σχέσεις – Συγκριτική Πολιτική

Καλιφόρνια 2014

2. ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ ΕΜΠΟΡΙΟ ΚΑΙ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ

Η παγκοσμιοποίηση ενθαρρύνει όλες τις εθνικές οικονομίες στις εξαγωγές, αίροντας τα σύνορα προς όφελος των ξένων επενδύσεων, και αφαιρώντας όλα τα εμπόδια για την ελεύθερη διακίνηση του κερδοφόρου χρήματος κατά μήκος των εθνικών συνόρων. Αυτές οι προτιμήσεις ενθαρρύνουν την παραγωγή για πωλήσεις σε άλλες χώρες πάνω από την εθνική κλίμακα, την ξένη ιδιοκτησία επί της εθνικής ιδιοκτησίας, και της οικονομικής κερδοφορίας. Οι συγκεκριμένες δραστηριότητες ενισχύουν την παγκοσμιοποίηση και τους τραπεζίτες, αφήνουν όμως τον κόσμο παντού να εξαρτάται η διαβίωσή του από τις δραστηριότητες απόντων ιδιοκτητών επί των οποίων δε έχουν καμία επιρροή.



Η δεσπόζουσα θεωρητική αιτιολόγηση της παραγωγής που επικεντρώνεται στις εξαγωγές έχει ως βάση τη θεωρία τουσυγκριτικού πλεονεκτήματος. Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, κάθε χώρα θα πρέπει να παράγει μόνο εκείνα τα προϊόντα επί των οποίων έχει κάποιο σχετικό πλεονέκτημα. Έτσι, ορισμένες χώρες ειδικεύονται τώρα σε μοναδικές σοδειές όπως είναι ο καφές, το ζαχαροκάλαμο, τα προϊόντα του δάσους, ή στη συναρμολόγηση προϊόντων υψηλής τεχνολογίας. Θεωρητικά, μπορεί να καλύψουν τις άλλες ανάγκες τους με τη χρήση των κερδών που έχουν από αυτές τις ειδικευμένες εξαγωγές προκειμένου να αγοράσουν αγαθά και υπηρεσίες επί των οποίων άλλοι έχουν σχετικό πλεονέκτημα.

Το συγκριτικό πλεονέκτημα συνιστά ζωτικό στοιχείο της θεωρίας της παγκοσμιοποίησης. Διευκολύνει την αντικατάσταση των επιμέρους διαφορετικών τοπικών ή περιφερειακών οικονομικών συστημάτων, συμπεριλαμβανομένων και των συστημάτων που μπορεί μια συγκεκριμένη περίοδο να δίνουν έμφαση σε επιτυχημένα πολυποίκιλα, μικρής κλίμακας, βιομηχανικά, βιοτεχνικά ως και συστήματα του τομέα της γεωργίας που προβάλλουν πολλούς τοπικούς μικρούς παραγωγούς και χρησιμοποιούν κατά κύριο λόγο τοπικές ή περιφερειακές πηγές και τοπικό εργατικό δυναμικό για τοπική ή περιφερειακή κατανάλωση. Στόχος είναι η αντικατάστασή τους με ευρείας κλίμακας μονοκαλλιέργειες για εξαγωγές.

Γυρνώντας πίσω στα μέσα του εικοστού αιώνα, πολλές χώρες του κόσμου στην πραγματικότητα προσπάθησαν να κάνουν τοαντίθετο της εξειδίκευσης: δημιούργησαν πολυποίκιλα βιομηχανικά και γεωργικά συστήματα ακριβώς προκειμένου να ανακάμψουν από την αποικιακή περίοδο κατά τη διάρκεια της οποίας τεράστια συστήματα μονοκαλλιέργειας, όπως οι φυτείες ανανά, καφέ, μπανάνας ή, πιο πρόσφατα, οι εργασίες βιομηχανικής συναρμολόγησης λειτουργούσαν προς την αντίθετη προς αυτά κατεύθυνση. Από τη στιγμή της ανεξαρτητοποίησης, οι κυβερνήσεις πολλών από αυτά τα κράτη συμπέραναν ότι αυτός ο τύπος της κυρίαρχης ειδίκευσης τους κατέστησε ιδιαίτερα ευάλωτους σε πολιτικές αποφάσεις προερχόμενες από το εξωτερικό και σε σοκ και ιδιοτροπίες της αγοράς και των συστημάτων αγαθών/τιμών. Ως αποτέλεσμα, ορισμένες φορές δεν ήταν ικανές να αγοράζουν αναγκαία αγαθά όπως προϊόντα σχετικά με την υγεία και τη διατροφή, την ενέργεια, και για την κάλυψη των βασικών βιομηχανικών αναγκών. Φυσικά, στόχευαν να επιτύχουν την πλήρη επάρκεια σε αυτούς τους τομείς. Το δικό τους προτιμώμενο σύστημα ορισμένες φορές ονομαζότανυποκατάσταση εισαγωγών ή απλά εθνική πλήρης επάρκεια. Είχε ως στόχο να βοηθήσει τις χώρες να αποκτήσουν κάποιο βαθμό ελέγχου επί των δικών τους τοπικών οικονομιών.

Μετά τη συμφωνία του Bretton Woods και ειδικότερα κατά τη δεκαετία του 1980, η Παγκόσμια Τράπεζα και το ΔΝΜ άσκησαν τρομακτική πίεση σε αυτές τις χώρες για να εγκαταλείψουν την πλήρη επάρκεια, έναν όρο που έγινε συνώνυμος με τον απομονωτισμό και τον προστατευτισμό. Η Παγκόσμια Τράπεζα και το ΔΝΜ πίεσαν αυτές τις χώρες ν’ ανοίξουν τα σύνορά τους σε ιδιωτικές επενδύσεις μέσα από τις πολυεθνικές εταιρείες για να γίνουν ικανές για παραγωγή ευρείας κλίμακας, κατάλληλες για το μοντέλο των εξαγωγών. Δεν μπορούσαν οι χώρες αυτές να τύχουν της όποιας οικονομικής βοήθειας από την τράπεζα ή το ΔΝΜ αν δεν υπόκειντο στα προγράμματα δομικής αναπροσαρμογής1 – με άλλα λόγια, αν δεν επανασχεδίαζαν τα δικά τους εθνικά συστήματα με στόχο τις εξαγωγές. Η πίεση αυτή είχε τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Μετά όμως τη μετατροπή όλης αυτής της παραγωγής σε εξαγωγές, αυτές οι ίδιες οι χώρες διαπίστωσαν ότι εξακολουθούσαν να υπόκεινται σε περιορισμούς στις εισαγωγές από τις πλούσιες χώρες. Πολλές φτωχιές χώρες τώρα διαπιστώνουν το λάθος τους που αποδέχθηκαν το σύστημα και συνεργάζονται στην προσπάθειά του να αντισταθούν σ’ αυτό2.

Γιατί η Παγκόσμια Τράπεζα και το ΔΝΜ πίεσαν τόσο σκληρά για να επιτύχουν αυτούς τους στόχους; Εδώ είναι και η ουσία του θέματος: τα συστήματα που δίνουν έμφαση στην τοπική ή περιφερειακή αυτάρκεια είναι ιδιαίτερα υπονομευτικά στο ελεύθερο εμπόριο, την οικονομική παγκοσμιοποίηση, και την υπερανανάπτυξη των εταιρειών. Όλα αυτά εξαρτώνται από τη μεγιστοποίηση του αριθμού και της κλίμακας των οικονομικών συναλλαγών3. Η τοπική και περιφερειακή παραγωγή για περιφερειακή κατανάλωση είναι ο υπ’ αριθμόν ένα εχθρός της παγκοσμιοποίησης διότι λειτουργεί σε μια εγγενή μικρότερη κλίμακα και χρειάζεται λιγότερα βήματα για την όλη διαδικασία.

Υπάρχουν πολύ λιγότερες ευκαιρίες για τις πολυεθνικές εταιρείες εάν οι τοπικοί πληθυσμοί ή χώρες μπορούν να ικανοποιούν τις ανάγκες τους επιτοπίως ή περιφερειακά από το εάν η όλη οικονομική δραστηριότητα είναι σχεδιασμένη να κινείται δεξιά και αριστερά κατά μήκος των ωκεανών, εξάγοντας, εισάγοντας, ή επανασχεδιάζοντας και στη συνέχεια και πάλι εξάγοντας, με χιλιάδες πλοία να ταξιδεύουν από και προς μέρα νύχτα. Αυτό είναι που εδραιώνει την παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη και δίνει ευκαιρίες για εταιρικές δραστηριότητες σε παγκόσμιο επίπεδο. Όμως, δυστυχώς, παράλληλα, το σύστημα αυτό συμβάλλει και στην ταχύτερη καταστροφή του περιβάλλοντος και κάνει τις χώρες να εξαρτώνται από εξωγενείς δυνάμεις που δεν μπορούν να ελεγχθούν.

Προκαλεί όμως ειρωνεία το γεγονός ότι οι θεωρητικοί του ελεύθερου εμπορίου συχνά επικαλούνται τα ονόματα και τις θεωρίες του Adam Smith και του David Recardo για να αμυνθούν έναντι αυτών των καταστροφικών πολιτικών που προσανατολίζονται στις εξαγωγές. Ήδη ο Smith είχε μια σαφή προτίμηση για τις μικρές, ντόπιας ιδιοκτησίας επιχειρήσεις. Και η θεωρία του Ricardo σχετικά με το συγκριτικό πλεονέκτημα υποστηρίζει ότι το κεφάλαιο είναι αμετακίνητο στοιχείο, που περιορίζεται στα εθνικά σύνορα – κάτι που πολύ απέχει από τους σύγχρονους κανόνες και θεωρίες4.

Μετατρέποντας τις πολυποίκιλες τοπικές κοινωνίες σε συστήματα εξαγωγικού εμπορίου δημιουργούνται οφέλη για τις πολυεθνικές εταιρείες, όμως τα επιμέρους άτομα, κοινότητες και έθνη γίνονται εξαρτημένα και τρωτά. Η κοινωνία, οι κοινότητες, και το περιβάλλον θα ήταν καλύτερα εάν οι διεθνείς θεσμοί και συμφωνίες έδιναν έμφαση συντείνοντας στη ντόπια και εθνική αυτάρκεια αντί της παραγωγής για εξαγωγές.

Ο τομέας της γεωργίας αποτελεί το κύριο παράδειγμα των κοινωνικών και περιβαλλοντικών προβλημάτων του προτύπου ανάπτυξης για εξαγωγές. Ακόμα και τώρα, την εποχή των υπολογιστών, σχεδόν ο μισός από τον πληθυσμό της γης ζει άμεσα από τη γη, καλλιεργώντας την για να θρέψει τις οικογένειές τους και τις κοινότητες, κυρίως για βασικά αγαθά ως και άλλες μεικτές εσοδείες. Αυτοί οι γεωργοί ξαναφυτεύουν με ντόπιες ποικιλίες σπόρων και εφαρμόζουν εναλλαγές στις καλλιέργειες όπως επίσης μοιράζονται πηγές της χώρας όπως το νερό, τους σπόρους και το εργατικό δυναμικό. Τέτοια συστήματα τους διατήρησαν για χιλιάδες χρόνια. Όμως τα ντόπια συστήματα αποτελούν ανάθεμα για τις πολυεθνικές. Για το λόγο αυτό εταιρείες όπως η Monsanto, η Cargill και η Archer Midland είναι επικεφαλείς μιας καμπάνιας εταιρικών, κυβερνητικών και δηλώσεων των γραφειοκρατών – που συχνά εκφράζονται σε εκατομμύρια δολάρια διαφημίσεων – ότι οι μικρού μεγέθους γεωργοί δεν είναι «παραγωγικοί» ή «επαρκείς» για να παράσχουν τροφή στον πεινασμένο κόσμο.

Σχεδόν όλοι οι κανόνες που αφορούν στις επενδύσεις του ΠΟΕ και των μεγάλων τραπεζών – ήδη τώρα έχουν προστεθεί πολλοί περισσότεροι – σε μεγάλο βαθμό υποστηρίζουν τις πολυεθνικές εταιρείες και τις μονοκαλλιέργειες έναντι της ντόπιας πολυποικιλότητας στη γεωργία για αυτάρκεια5. Έτσι, εκεί όπου δεκάδες χιλιάδες μικροί γεωργοί παλιότερα καλλιεργούσαν είδη για τη δική τους διατροφή, γιγάντιες εταιρείες και παγκόσμιου βεληνεκούς προγράμματα ανάπτυξης μετατρέπουν τη γη σε μονοκαλλιέργειες πολυτελών ειδών διατροφής μοναδικής εσοδείας που τη διαχειρίζονται απόντες γαιοκτήμονες.

Περαιτέρω, αυτές οι εταιρείες δεν αναπτύσσουν καλλιέργειες για τη διατροφή του ντόπιου πληθυσμού. Αντί αυτών, προωθούν ακριβές, με υψηλό περιθώριο κέρδους καλλιέργειες πολυτελών προϊόντων όπως λουλούδια, φυτά σε γλάστρες, μοσχάρι, γαρίδες, βαμβάκι, καφέ – για εξαγωγές προς τις πλούσιες χώρες. Όσο για τους λαούς που συνήθιζαν να ζουν σ’ εκείνα τα εδάφη και να καλλιεργούν τις δικές τους σοδειές για να ζήσουν, γρήγορα μετακινήθηκαν. Και αυτό διότι τα εταιρικά συστήματα προωθούν την μηχανοκίνητη παραγωγή, με λίγες θέσεις εργασίας. Έτσι, οι κόσμος που συνήθιζε να καλλιεργεί μόνος του την τροφή του, έχασε τη γη του, έμεινε χωρίς χρήματα, έγινε εξαρτημένος, και πείνασε. Κοινότητες που κάποτε υπήρξαν αυτάρκεις, εξαφανίστηκαν. Αποδεκατίστηκαν ανέπαφες κοινωνίες. Αυτό συνέβη ακόμα και στις ΗΠΑ όπου μόνο λίγες οικογενειακές γεωργικές μονάδες εξακολουθούν να παράγουν.

3.ΜΟΙΡΑΣΜΕΝΟΣ ΚΟΣΜΟΣ

Κατά την έναρξη του 21ου αιώνα, δύο σημαντικές και αλληλοκαλυπτόμενες διαιρέσεις χωρίζουν τον κόσμο στα δύο και προκαλούν κοινωνικές εντάσεις θέτοντας σε κίνδυνο την ειρήνη και την ευημερία των κοινοτήτων και των κοινωνιών παντού. Η μια διαίρεση αντιστοιχεί στο ολοένα αυξανόμενο χάσμα μεταξύ των πλέον φτωχών κρατών της Νότιας Αφρικής, της Λατινικής Αμερικής και της Ασίας και των πλουσιοτέρων αντιστοίχων χωρών του Βορρά. Αυτή η διαίρεση έχει βαθιές ρίζες στους περασμένους αιώνες της αποικιοκρατίας και εμφανίζεται σε όλο το γεωγραφικό μήκος. Η άλλη διαίρεση είναι νεώτερη και εμφανίστηκε καθώς οι πολυεθνικές ενσωμάτωσαν το πλουσιότερο τμήμα του κόσμου από τις πλούσιες και φτωχές χώρες μαζί που συνίσταται σε πολύπλοκα δίκτυα παραγωγής, κατανάλωσης, οικονομίας και κουλτούρας. Αυτό το τμήμα θα μπορούσε να ονομαστεί ο «διεθνής Βοράς», στην κορυφή του οποίου έχουν την έδρα τους 358 δισεκατομμυριούχοι. Σε αυτή την πορεία, τα άλλα δύο τρίτα της ανθρωπότητας – ο «διεθνής Νότος» – είτε εγκαταλείφθηκαν, είτε βλάφτηκαν είτε περιθωριοποιήθηκαν από αυτά τα εταιρικά δίκτυα. Χωρίς κάποια δραματική αλλαγή της πορείας, και τα δύο χάσματα θα εξακολουθούν να μεγαλώνουν. Έτσι, αρχικά θα αναφερθούμε στα χαρακτηριστικά της δυναμικής και του χάσματος Βορρά-Νότου και του διευρυνόμενου χάσματος μεταξύ διεθνούς Βορρά και Νότου.

4. ΔΙΕΥΡΥΝΟΜΕΝΟ ΧΑΣΜΑ ΒΟΡΡΑ-ΝΟΤΟΥ

Η Παγκόσμια Τράπεζα, ο σε διεθνές επίπεδο μεγαλύτερος και πλέον ισχυρός δημόσιος οργανισμός δανεισμού, δεν θα συμφωνούσε με το σύνολο αυτών των σκέψεων. Η Τράπεζα υποστηρίζει ότι το χάσμα μεταξύ Βορρά-Νότου άρχισε να μικραίνει κατά τη δεκαετία του 1990, και η Τράπεζα προβλέπει ότι θα περιοριστεί ακόμα περισσότερο τα επόμενα δέκα χρόνια ένεκα του γεγονότος ότι πολλές κυβερνήσεις του Νότου ενστερνίστηκαν τις αντιλήψεις του ελευθέρου εμπορίου και των ιδιωτικοποιήσεων. Σε μια ειδική μελέτη του έτους 1994 με τίτλο «War of the worlds” (Ο πόλεμος των κόσμων), που δημοσιεύτηκε στον “Economist”, (Οκτώβριος 1-7, 1994), δίδεται μια περίληψη των προβλέψεων της Παγκόσμιας Τράπεζας6:

«Τα επόμενα 25 χρόνια, ο κόσμος θα διαπιστώσει τη μεγαλύτερη αλλαγή που επετεύχθη σε ό,τι αφορά τον οικονομικό πλούτο, τουλάχιστον μέσα σε ένα και πλέον αιώνα… Μέσα σε μια και μόνη γενιά, διάφορες (βιομηχανικού τύπου οικονομίες) θα αισθανθούν σαν τους μικρούς νάνους απέναντι στους αναπτυσσόμενους οικονομικούς γίγαντες… Πλήθος χωρών του τρίτου κόσμου και της πρώην Σοβιετικής Ένωσης ενστερνίστηκαν οικονομικού χαρακτήρα μεταρρυθμίσεις προσαρμοσμένες στις ανάγκες της ελεύθερης αγοράς και άνοιξαν τα σύνορά τους για εμπόριο και επενδύσεις. Αυτές οι πολιτικές υπόσχονται πιο γρήγορη οικονομική ανάπτυξη σε περισσότερες οικονομίες σε σχέση με το παρελθόν.

… εφόσον οι περισσότερες αναπτυσσόμενες χώρες εμμένουν στις μεταρρυθμίσεις τους και αποφεύγουν πολιτικού χαρακτήρα αναταραχές, στο μεγαλύτερο τμήμα του τρίτου κόσμου παρέχονται οι καλύτερες ευκαιρίες των δεκαετιών για να επιτύχουν μιαν αποδεκτή ανάπτυξη. Η Παγκόσμια Τράπεζα προβλέπει… ότι τα επόμενα δέκα χρόνια, οι υποανάπτυκτες χώρες (συμπεριλαμβανομένου και του πρώην Σοβιετικού μπλοκ) θα εμφανίσουν μιαν ανάπτυξη της τάξης του 5% ετησίως, περίπου, σε σύγκριση με το ρυθμό του 2,7% των πλούσιων βιομηχανικών χωρών».

Εάν αυτή η εκτίμηση είναι σωστή, τότε το πρόβλημα του χάσματος Βορρά-νότου αποτελεί ένα θέμα του παρελθόντος. Εντούτοις η ανάλυση της Παγκόσμιας Τράπεζας είναι και λανθασμένη και προκαλεί σύγχυση. Κατά πρώτον, μια εναλλακτική άποψη διατυπώνεται πρώτα από τους Robin Broadτου American University και John Cavanagh του Institute forPolicy Studies και στη συνέχεια από τον Joseph E. Stiglitz. Την τελευταία δεκαετία, η εργασία των Broad και Cavanagh κατέρριψε τους μύθους των επικρατούντων παραδειγμάτων ανάπτυξης και την ίδια περίοδο οι ίδιοι χαρακτηρίστηκαν ως οι πλέον διορατικοί σχολιαστές αναφορικά με τα θέματα Βορρά-Νότου στον κόσμο.

«Μια προσεκτική ανάλυση των οικονομικών και κοινωνικών δεδομένων που προέρχονται από τα Ηνωμένα Έθνη, την Παγκόσμια Τράπεζα, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και άλλες πηγές παρέχουν μια εικόνα που τρομάζει σε σχέση με τις τάσεις της διεθνούς οικονομίας και του χάσματος μεταξύ πλουσίων και φτωχών κρατών. Υπάρχουν δύο τρόποι για την εκτίμηση του τί συμβαίνει από οικονομικής απόψεως μεταξύ Βορρά και Νότου. Το πρώτο αναφέρεται στη μέτρηση του ποιο τμήμα έχει γρηγορότερη ανάπτυξη, και, κατά συνέπεια, κατά πόσον το χάσμα μεταξύ αυτών αυξάνεται ή μειώνεται. Το δεύτερο αφορά τη μέτρηση των ροών των οικονομικών πηγών μεταξύ των δύο.

Σε ό,τι αφορά το πρώτο θέμα η εικόνα είναι σαφής: το χάσμα Βορρά-Νότου διευρύνθηκε σε πολύ μεγάλο βαθμό τη δεκαετία μετά το 1982 καθώς η κρίση σχετικά με τα χρέη του Τρίτου Κόσμου εξάντλησε τους οικονομικούς πόρους των φτωχών χωρών στις πλούσιες τράπεζες. Μεταξύ του 1985 και του 1992, τα κράτη του Νότου πλήρωσαν επιπλέον περί τα 285 δισεκατομμύρια δολάρια για χρέη στους πιστωτές τους του Βορρά σε σχέση με εκείνα που έλαβαν στο πλαίσιο των νέων ιδιωτικών δανείων και κυβερνητικής βοήθειας.

Στο νέο του βιβλίο, Globalization and Its Discontents, ο Joseph E. Stiglitz διαφωνεί. Ο Stiglitz είναι αυθεντία σε θέματα οικονομικής ανάπτυξης με έναν εκπληκτικό κατάλογο από δημόσιες αναγνωρίσεις: Βραβείο Νόμπελ στα Οικονομικά το 2001, πρόεδρος του Συμβουλίου Οικονομικών Συμβούλων την περίοδο της Προεδρίας του Bill Clinton, ανώτατος υπεύθυνος οικονομολόγος στην Παγκόσμια Τράπεζα και τώρα πρόεδρος του Πανεπιστημίου Columbia. Αυτά τα σπάνια ακαδημαϊκά επιτεύγματα και πολιτική εμπειρία οδηγούν στην εκτίμηση ότι αξίζει να διαβαστεί το βιβλίο του Globalization and ItsDiscontents7.

Η κύρια ιδέα του βιβλίου συνίσταται στο εξής: Η Παγκοσμιοποίηση αυτή τη στιγμή δεν βοηθάει πολλά φτωχά κράτη. Τα εισοδήματα δεν αυξάνονται σε σημαντικό βαθμό, παγκοσμίως, και η υιοθέτηση πολιτικών που στηρίζονται στην αγορά όπως ανοικτές καπιταλιστικές αγορές, ελεύθερο εμπόριο, και ιδιωτικοποίηση συντελούν στο να καθιστούν πλέον τις οικονομίες των αναπτυσσόμενων κρατών λιγότερο σταθερές.

Ακόμη και ο Henry Kissinger στο βιβλίο του «ΗΠΑ, Αυτοκρατορία ή ηγετική δύναμη» αναφέρει ότι: «Ο παγκοσμιοποιημένος πλανήτης μας βρίσκεται αντιμέτωπος με δύο αντιφατικές τάσεις. Η παγκοσμιοποιημένη αγορά δημιουργεί τις προοπτικές για ένα μέχρι σήμερα αδιανόητο πλούτο … και ενέχει τον κίνδυνο να υπάρξει ένα χάσμα … ανάμεσα σε όσους σε κάθε κοινωνία συμμετέχουν στον παγκοσμιοποιημένο πλανήτη του Διαδικτύου και σ’ εκείνους που δεν συμμετέχουν. Επίσης, επισημαίνει ότι «το χάσμα ανάμεσα στους πλούσιους και τους φτωχούς είναι μεγάλο και αυξάνεται ακόμη περισσότερο»8.

5.Ο ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΒΟΡΡΑΣ ΚΑΙ Ο ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΝΟΤΟΣ

Καθώς αυξάνεται το χάσμα μεταξύ των φτωχών και των πλουσίων χωρών, ανατέλλει ένα παράλληλο χάσμα εξωφρενικού μεγέθους μεταξύ των πλουσιότερων ευνοούμενων της παγκοσμιοποίησης ενάντια στη φτωχή πλειοψηφία του πλανήτη. Οι Robin Broad καιJohn Cavanagh αναλύουν τη γένεση αυτού του «Παγκόσμιου Βορρά» και του «Παγκόσμιου Νότου».

«Καθώς οι Αμερικανικές εταιρείες μετατάγησαν από τις τοπικές στις εθνικές και τώρα στις παγκόσμιες αγορές, τα τελευταία πενήντα χρόνια εμφανίστηκε μια καινούρια ομάδα κερδισμένων και χαμένων σε όλες τις χώρες. Ένα βιβλίο το Global Dreams που γράφηκε από έναν από τους συγγραφείς και συνιδρυτές του Ινστιτούτου Πολιτικών Μελετών, τον Richard Barnet, καταδεικνύει το πως πολύ εύρωστες Αμερικανικές εταιρείες και οι αντίστοιχες Αγγλικές, Γαλλικές, Γερμανικές και Ιαπωνικές αγκαλιάζουν μόνο το ένα τρίτο της ανθρωπότητας (την πλειοψηφία των πολιτών των πλουσίων χωρών και την ελίτ των φτωχών) μέσα από πολύπλοκες αλυσίδες παραγωγής, αγοράς, κουλτούρας και χρηματοδότησης9.

Ενώ υπάρχουν θύλακες σε κάθε χώρα που συνδέονται με τα παγκόσμια οικονομικά δίκτυα, άλλοι μένουν απέξω. Η Wal-Martεξαπλώνεται με τα καταστήματά της σε ολόκληρο το Δυτικό Ημισφαίριο, εκατομμύρια υπάρχουν στη Λατινική Αμερική, παρόλον ότι είναι οι λαοί είναι πολύ φτωχοί και το ετο μόνο που κάνουν είναι να ικανοποιούνται με το να χαζεύουν τις πολυτελείς βιτρίνες. Οι πελάτες της Citibank έχουν πρόσβαση σε αυτόματα μηχανήματα ανάληψης χρημάτων σε ολόκληρο τον κόσμο και η μεγάλη πλειοψηφία των ανθρώπων δανείζεται από αυτόν τον μεγαλοκαρχαρία του δανεισμού που βρίσκεται στο διπλανό τους δρόμο. Η Ford Motor Company συναρμολογεί το νέο της «παγκόσμιο αυτοκίνητο» στην Πόλη του Κάνσας με εξαρτήματα που κατασκευάζονται σε ολόκληρο τον κόσμο, ενώ τα στελέχη τηςDetroit προβληματίζονται για το ποιος θα είναι σε θέση να αγοράσει το προϊόν τους.

Έτσι, ενώ από τη μια το χάσμα Βορρά-Νότου γίνεται πιο αισθητό για τη μεγαλύτερη πλειοψηφία των χωρών του Τρίτου Κόσμου, από την άλλη αυτές οι παγκόσμιες αλυσίδες κάνουν πιο ασαφείς τις διακρίσεις μεταξύ γεωγραφικού Βορρά και Νότου. Αυτές οι διαδικασίες δημιουργούν μιαν άλλη διαίρεση Βορρά-Νότου: περίπου το ένα τρίτο της ανθρωπότητας που περιλαμβάνει τον «παγκόσμιο Βορρά», τους ωφελημένους κάθε χώρας, και τα δύο τρίτα των εξαθλιωμένων της Νέας Υόρκης, των φαβελών του Ρίο που δεν έχουν ενταχθεί στο νέο παγκόσμιο μενού της παραγωγής, κατανάλωσης και ευκαιριών δανεισμού στον «Παγκόσμιο Νότο».

Η παγκοσμιοποίηση που επιταχύνθηκε από τις συμφωνίες του ελεύθερου εμπορίου και επενδύσεων επαύξησε τρία δυσεπίλυτα προβλήματα που τώρα μαστίζουν σχεδόν κάθε κράτος της γης: την εισοδηματική ανισότητα, την απώλεια εργασίας και την καταστροφή του περιβάλλοντος.

Η μεγαλύτερη αρνητική επίπτωση της επιτάχυνσης της παγκόσμιας οικονομικής ενοποίησης επιδείνωσε την εισοδηματική ανισότητα μεταξύ των πολιτών σχεδόν κάθε κράτους καθώς τα οικονομικά πιο εύρωστα στρώματα εκμεταλλεύονται τις ευκαιρίες της παγκοσμιοποίησης, ενώ εκατομμύρια άλλων πολιτών βλάπτονται, περιθωριοποιούνται ή μένουν πίσω. Ο αριθμός των δισεκατομμυριούχων αυξήθηκε δραματικά τα τελευταία επτά χρόνια, συμπίπτοντας με την εξάπλωση των πολιτικών της ελεύθερης αγοράς σε όλο το κόσμο. Μεταξύ των ετών 1987 και 1994, ο αριθμός υπερδιπλασιάστηκε από 145 σε 358. Σύμφωνα με τους δικούς μας υπολογισμούς, αυτοί οι 358 δισεκατομμυριούχοι εισπράττουν περίπου 762 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ που αντιστοιχεί περίπου στο σύνολο των εισοδημάτων των 2.5 δισεκατομμυρίων φτωχότερων ανθρώπων του πλανήτη. (Δεν υπάρχουν στοιχεία για το συνδυασμένο πλούτο των φτωχότερων του πλανήτη, όμως δεδομένου ότι έχουν ελάχιστα στοιχεία πλούτου πέρα από το εισόδημά τους, το σύνολο του πλούτου τους δεν θα πρέπει να υπερβαίνει τα εισοδήματά τους). Στον πυθμένα, 2.5 δισεκατομμύρια άνθρωποι – σχεδόν το 45% του παγκόσμιου πληθυσμού – κατορθώνουν να επιβιώνουν μέσα από τη χρησιμοποίηση του κάτω του 4% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Στην κορυφή τα 358 άτομα έχουν την ίδια αντιστοίχηση.

Με εξαίρεση ορισμένες οικονομίες της Ανατολικής Ασίας, κάθε κράτος – και του Βορρά και του Νότου – αντιμετωπίζει υψηλή ή εμφανιζόμενη ανεργία και πολλά, συμπεριλαμβανομένων και των ΗΠΑ, παρουσιάζουν μιαν υποβάθμιση των συνθηκών εργασίας σε σχέση με ένα σημαντικό τμήμα του εργατικού δυναμικού. Σε παγκόσμιο επίπεδο, πάνω από 800 εκατομμύρια άνθρωποι είναι άνεργοι, ή κυρίως υποαπασχολούμενοι, με δεκάδες εκατομμύρια άλλους να εντάσσονται σε αυτή την κατηγορία κάθε χρόνο. Η τεχνολογία σε συνδυασμό με την παγκοσμιοποίηση συνέβαλε δραματικά στην κρίση εργασίας. Σε αντίθεση με όλες τις προηγούμενες βιομηχανικές επαναστάσεις, οι δύο σημαντικότερες τεχνολογικές μεταρρυθμίσεις των τελευταίων δεκαετιών – η πληροφορική/οι υπολογιστές και η βιοτεχνολογία – κατήργησαν περισσότερες θέσεις εργασίας σε σχέση με εκείνες που δημιούργησαν. Παράλληλα, τα γρήγορα βήματα στον τομέα των τεχνολογιών των μεταφορών και των επικοινωνιών επιτρέπουν μεγάλους αριθμούς θέσεων εργασίας να μεταφέρονται σε χώρες πέρα από τις δικές μας. Εκεί όπου πριν από μια γενεά, οι εταιρείες προωθούσαν θέσεις εργασίας στο εξωτερικό μόνο στον τομέα της ένδυσης και των ηλεκτρονικών παιχνιδιών, τώρα μεταφέρουν σχεδόν ολόκληρη τη γκάμα του τομέα κατασκευής ως και αγροτικές εργασίες (και φυσικά και τον αντίστοιχο αριθμό θέσεων εργασίας) στην Κίνα, το Μεξικό, ή άλλες χώρες.

Περίπου οι θέσεις ενός συνόλου που αντιστοιχεί στο ένα τρίτο των εργαζομένων των ΗΠΑ κινείται στο εύρος της παγκόσμιας δεξαμενής εργασίας, οι θέσεις εργασίας τους μπορεί να μετακινηθούν αλλού, και αυτό το γεγονός έχει σχέση με τους εργοδότες τους, τις πολυεθνικές εταιρείες, που έχουν αυξημένη δύναμη να διαπραγματεύονται χαμηλότερους μισθούς και υποδεέστερες συνθήκες εργασίας. Οι Αμερικανικές αυτοκινητοβιομηχανίες, για παράδειγμα, μπορεί να επιτυγχάνουν σήμερα περίπου ισοδύναμα επίπεδα παραγωγικότητας και ποιότητας στα εργοστάσιά τους στο Μεξικό σε σχέση με τα εργοστάσιά τους στις ΗΠΑ. Η άρνηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων του εργαζόμενου στο Μεξικό, εντούτοις, λειτουργεί ανασταλτικά στην προσπάθεια των Μεξικάνων εργαζόμενων να βελτιώσουν τις συνθήκες εργασίας τους και οι μισθοί τους είναι ελάχιστοι σε σχέση με τους αντίστοιχους των Αμερικανών συναδέλφων τους. Ο πιθανός φόβος μετακίνησης περισσότερων παραγωγικών μονάδων στο Μεξικό παρέχει διαπραγματευτικά ατού στις Αμερικανικές αυτοκινητοβιομηχανίες έναντι των Αμερικανών εργατών στο πλαίσιο της διαμόρφωσης των μισθών και των πλεονεκτημάτων.

Όπως οι θέσεις και οι συνθήκες εργασίας μετατρέπονται σε διαπραγματευτικά ατού για εταιρείες στο πλαίσιο μιας παγκόσμιας οικονομίας χωρίς περιορισμούς, το ίδιο ισχύει και για τα περιβαλλοντικά πρότυπα. Εάν η Μεξικανική κυβέρνηση προσελκύει τις εταιρείες με το να αγνοούνται οι παραβιάσεις της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, θα το κάνουν διότι διαφορετικά θα χάσουν τις επενδύσεις.

Μια άλλη πίεση στο περιβάλλον στις περιοχές του Νότου είναι η διαρκής προειδοποίηση της Παγκόσμιας Τράπεζας και του ΔΝΤ για αύξηση των εξαγωγών. Δεδομένου ότι τα παγκόσμια ορυκτά, ξυλεία, αλιεία και έδαφος βρίσκονται στο Νότιο τμήμα, οι εξαγωγές έχουν την τάση για εντατική χρήση των φυσικών πηγών. Η μείωση αυτών των πηγών καταστρέφει το εισόδημα εκατομμυρίων μικρών γεωργών και ψαράδων. Η τρέλα για αύξηση των εξαγωγών επιταχύνει την υποβάθμιση του περιβάλλοντος και έτσι μειώνει το πραγματικό μακροπρόθεσμα πλούτο των κρατών του Νότου».

Οι οικονομικές πολιτικές της παγκοσμιοποίησης όπως αυτές που υποστηρίχθηκαν από την Παγκόσμια Τράπεζα, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, και τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου περισσότερο συνετέλεσαν στη δημιουργία της φτώχιας και λιγότερο στην επίλυσή της. Υπάρχουν δεκάδες παραδείγματα, όμως ας εστιάσουμε το ενδιαφέρον μας σε δύο: στα Προγράμματα Δομικών Διορθωτικών Αλλαγών και επίσης στις επιπτώσεις της παραγωγής που είναι προσαρμοσμένες στις εξαγωγές σε ό,τι αφορά τα γεωργικά προϊόντα και τα μέσα συντήρησης. Οι άνθρωποι που συνήθιζαν να διατρέφονται με δικά τους προϊόντα έγιναν εξαρτημένοι και αντιμετώπισαν την πείνα και τη φτώχια10.


1 Structural Adjustment Programs (SAPs)


2 Payer Cheryl. Lent and Lost: Foreign Credit and Third World Development, London: Zed Books, 1991.


3 George, Susan, and Fabrizio Sabelli. Faith and Credit; The World Bank’s Secular Empire. London:Penguin Books, 1994.


4 Emmanuel Wallerstein, The Modern World System, Academic Press, 1974.


5 Third World Network, New NTO round with new issues will marginalize the South, Third World Economics: Trends and Analysis, NO. 200, 1999.


6 Τhe Economist, October 1944, 99. 1-7.


7 See Joseph E. Stiglitz, Globalization and its Discontents, pp. 50-68.


8 Henry Kissinger, Does America Need a Foreign Policy?


9 Barnet, Richard J. and John Cavanagh, Global Dreams: Imperial Corporations and the New World Order, New York: Simon and Shuster, 1944.


10 See, Bello, Walden, Shea Cunnigham, and Bill Ran, Dark Victory: The United States, Structural Adjustments and Global Poverty, London: Pluto Press, 1944. See, also, Lost Promises: Debt, Austerity and Development in Latin America, William L. Canak, ed., 1984.

Share this:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.