by admin
Του Δημήτρη Μάρτου
Η περίπτωση «Καρυπίδη» ανέδειξε μάλλον τα επαρχιώτικα αντανακλαστικά της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ σε σχέση με την Δυτική-αμερικανοεβραϊκή εποπτεία και λογοκρισία. Πόσο σοβαρό ήταν το «παράπτωμα» του Θ. Καρυπίδη ώστε να δεχθεί ο ΣΥΡΙΖΑ την καρατόμησή του ως υποψήφιου περιφερειάρχη Δυτικής Μακεδονίας; Είναι ποτέ δυνατόν η υποψία του κοζανίτη δημοσιογράφου ότι το σήμα ΝΕΡΙΤ, της νέας ραδιο-ιντερνετ-τηλεόρασης, συνδυάζει και εβραϊκή σημειολογία(λόγω της λέξης “νέριτ”, που σχετίζεται με γιορτή της νίκης του εβραϊσμού επί του Μ. Αλεξάνδρου), που σε συνδυασμό με μια συνέντευξη σ’ έναν προβεβλημένο, από τα αθηναϊκά μ.μ.ε., νεοναζιστή, να θεωρηθεί ότι ενθαρρύνει αντισημιτικά ένστικτα και ότι είναι επαρκής λόγος για την καρατόμησή του;
Φαίνεται ότι μερικά κεντρικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ προσπαθούν να εξαργυρώσουν τον πρώτο λαχνό, που τους κάθισε στις προηγούμενες εκλογές, με θέσεις κυβερνητικής εξουσίας, προσαρμοζόμενοι στα στερεότυπα που υπαγορεύει η διαδικασία κυβερνητοποίησης: καιροσκοπισμός, στρογγυλέματα και συμβιβασμοί. Έτσι, αποδέχτηκαν την ταπεινωτική απαίτηση των ξένων επιτηρητών, να ακυρώσουν τον Καρυπίδη, επειδή αναπαρήγαγε αντιεβραϊκό λόγο. Δηλαδή κάθε φορά που ένας Έλληνας θα λέει κάτι επικριτικό για τους Εβραίους θα αποκλείεται από την «Ελληνική Δημοκρατία»; Τέτοια πρεμούρα ούτε στηνυπόθεση Πατσίφικο (1847) δεν έδειξαν οι εποπτευόμενες, από τους τότε Εβραιο-ευρωπαίους δανειστές (Ρότσιλντ), ελληνικές αρχές. Φαίνεται ότι ο καθένας θα κρίνεται με βάση τις σχέσεις του με τα στερεότυπα και τους κώδικες που κατασκευάζει η ολιγοεθνική κουλτούρα.
Ο ολιγοεθνισμός είναι η σύγχρονη ιμπεριαλιστική κουλτούρα που κατασκευάζεται από υλικά που προσδιορίζουν-επιλέγουν ομάδες ανθρώπων της παγκόσμιας άρχουσας τάξης, των γκόλντεν μπόυς, των τραπεζιτών και των πολυεθνικών εταιρειών. Αυτές οι παγκοσμιοποιημένες ελίτ ενώ για τον εαυτό τους αναγνωρίζουν το δικαίωμα στον εθνισμό και τον πατριωτισμό για τους άλλους απαιτούν κοσμοπολιτισμό και εθνομηδενισμό. Στοχοποιούν τους τοπικούς εθνισμούς για να θέσουν εκτός νόμου λαούς, οι οποίοι επιμένουν να σκέπτονται έξω από τα στερεότυπα της ολιγοεθνικής κουλτούρας. Και τα στερεότυπα μέσω των οποίων οι λαοί ταξινομούνται στην κλίμακα πολιτισμένοι/ βάρβαροι είναι η συμπεριφορά τους με βάση κώδικες όπως: μετανάστες, ομοφυλόφιλοι, Εβραίοι κλπ. Η σχέση με αυτές τις ταυτότητες, δεν πρέπει πλέον να ορίζονται μέσω αυτόχθονων ιστορικών/πολιτιστικών εμπειριών αλλά σύμφωνα με κριτήρια που υποδεικνύει η ολιγοεθνική κουλτούρα.
Έτσι, οτιδήποτε σχετίζεται με “αντιεβραϊσμό” θα πρέπει να καταστραφεί όπως η Ορθόδοξη παράδοση, ακόμη και η κοζανίτικη παράδοση, γιατί κατατάσσονται στα ιστορικά λάθη. Η Αντιγνώση της Λιλή Ζωγράφου θα πρέπει να καεί κλπ. Και όλα αυτά γιατί η κριτική στον εβραϊσμό απεφάνθησαν ότι υποθάλπει τον αντισημιτισμό. Κατά βάθος θεωρούν ότι οι Έλληνες πρέπει να αλλάξουν το ψυχογράφημά τους και να προσαρμοστούν στους κώδικες συμπεριφοράς των κυρίαρχων διεθνών ελίτ. Αναθέτουν τη θεραπεία/επιδιόρθωση του χαρακτήρα και του εθνισμού των Ελλήνων σε αριστεροδεξιές κομματικές, τηλεοπτικές και πανεπιστημιακές νομενκλατούρες των Αθηνών, με το αζημίωτο.
H απάντηση του γραφείου τύπου του ΣΥΡΙΖΑ στην καταγγελία του Αμερικανοεβραϊκού Κομιτάτου (AGC) στην Αθήνα, για την επιλογή Καρυπίδη, μάλλον απολογητική μπορεί να θεωρηθεί παρά σθεναρή. Γιατί από τη δεύτερη παράγραφο και μετά συμπαρίσταται στη στόχευση της AGC να πλήξει την κουλτούρα του ελληνικού λαού, ότι δηλαδή αυτή χρήζει επιδιόρθωσης γιατί κυοφορεί αντισημιτικές απόψεις. Η αφελής δήλωση «…δεν θα διστάσουμε να συμφωνήσουμε μαζί του (εν. διευθυντή της Οργάνωσης) ως προς την έξαρση του αντισημιτισμού στην Ελλάδα», δεν εξισορροπείται με την καταγγελία της “Δεξιά μονταζιέρας”, δηλαδή με την ανταπόδοση της «έξαρσης του αντισημιτισμού» σε στελέχη της ΝΔ κλπ, γιατί απλά έτσι δημιουργεί τη δική του μονταζιέρα. Έτσι αντάμα “Δεξιές” και “Αριστερές” μονταζιέρες στρώνουν το έδαφος για να τεθεί η ΑGC σε ρόλο αξιολογητή των φρονημάτων των Ελλήνων.
Αυτή η μεγέθυνση δευτερευόντων στοιχείων του αντισημιτισμού και πάντως μη επιβεβαιωμένων, θέλει να δικαιολογήσει την πρωτοκαθεδρία για τον ΣΥΡΙΖΑ του “αντιφασιστικού μετώπου”, μιας παραλληλίας του “συνταγματικού τόξου” της ΝΔ-ΠΑΣΟΚ και των “αντιρατσιστικών” μαξιμαλισμών τους, μέσω του οποίου μεταφέρει το κοινωνικό μας ζήτημα στις δευτερεύουσες εκφάνσεις της λειτουργίας των ιμπεριαλιστικών σχέσεων. Δηλαδή, η ανάγκη για αντιιμπεριαλιστικό-εθνικό μέτωπο εκφυλίζεται σε αντιχρυσαυγήτικο.Γίνεται κυρίαρχο πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας-έθνους η «αναβίωση» του αντισημιτισμού/φασισμού και όχι η μεγάλη προδοσία.
Η υπόθεση “Καρυπίδη” κατέδειξε ότι κεντρικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχουν υπερβεί τις μεταπολιτευτικές αθηνοκεντρικές τους αγκυλώσεις, αφού απαξίωσαν, με τη στάση και τις δηλώσεις τους, το αίτημα και το δικαίωμα των τοπικών κοινωνιών να αυτοπροσδιορίζονται. Την μεγάλη ευκαιρία να θέσουν το ζήτημα της εδαφικής συνοχής και της περιφερειακής σύγκλισης ως βασικό πεδίο ανασυγκρότησης της χώρας, εξόδου από την κρίση και αντιπαράθεσης με το φθαρμένο κεντρικό πολιτικό κατεστημένο, την απώλεσαν, υπό την πίεση της δομής εξουσίας στην χώρα μας, που επιτηρείται από ξένα κέντρα και διεκπεραιώνεται από αργυρώνητες κομματικές και τηλεοπτικές νομενκλατούρες.
Οι δημοτικές και περιφερειακές εκλογές πρέπει να γίνουν ένα πεδίο ανάδειξης του θεμελιακού προβλήματος της χώρας: της χωροταξικής της ανωμαλίας. Γιατί, στην σχέση Αθήνας-περιφέρειας συναρθρώνονται όλα τα άλλα μεγάλα ζητήματα όπως: εθνικά, πολιτικής δημοκρατίας, δημόσιου χρέους, παρασιτισμού, ξένης εξάρτησης κλπ. Η Ελλάδα είναι ο πλέον υπαρκτός συγκεντρωτισμός στον κόσμο.Πόσο δημοκρατία, ανάπτυξη και μέλλον μπορεί να έχει μια χώρα που το μισό του πληθυσμού της βρίσκεται στο 3% της έκτασής της; Και μάλιστα όταν αυτό συμβαίνει σε μία χώρα όπου η φύση και η ιστορία την προίκισαν με το πλεονέκτημα της ισότιμης κατανομής των ανθρώπινων, φυσικών και ιστορικών πόρων; Και μάλιστα όταν το κεφάλαιο, η εξουσία και ο κόσμος δεν συγκεντρώθηκαν στην Αττική εξαιτίας κάποιων φυσικών ή γεωγραφικών πλεονεκτημάτων της, αλλά λόγω απαγόρευσής τους να πάνε αλλού, λόγω μιας ανορθολογικής οργάνωσης των οικονομικών σχέσεων και λόγω των πολιτικών πιέσεων που μεταφράζονταν σε διαχειριστικές μεροληψίες;
Ότι η “κρίση χρέους” στην Ελλάδα συμπυκνώνεται στις ιστορικές διαδικασίες του γιγαντισμού της Αθήνας. Ότι το δημόσιο χρέος και ο παρασιτισμός έχουν την δική τους γεωγραφία σ’ αυτήν τη χώρα. Ότι η Αθήνα γιγαντώθηκε εις βάρος του εθνικού χώρου ως ιδεολογικό κέντρο της αποικιοκρατίας και των αναγκών της και όχι των αναγκών του ελληνικού λαού.Θα ήταν μια ιστορική ευκαιρία για την Ελληνική Αριστερά, ιδιαίτερα για τον ΣΥΡΙΖΑ, να καλύψει το μεγάλο του έλλειμμα, αυτό δηλαδή μιας κοινωνικής καινοτομίας, μιας μεγάλης κεντρικής πρότασης, ενός κοινωνικού και εδαφικού οράματος. Έπρεπε να αναδείξει τα τοπικά/περιφερειακά δικαιώματα και όχι να τα υποβαθμίσει επικαλούμενος την προτεραιότητα του γενικού στόχου της κατάληψης του κρατικής εξουσίας.
Νομίζω ότι η υπόθεση “Καρυπίδη” εκθέτει όλη την αυτοδιοικητική παράδοση της Αριστεράς που συμπυκνώνεται εν μέρει στη στάση και δράση του Μανώλη Γλέζου, ενός από τους λίγους Έλληνες διανοητές που υπέδειξαν το μοντέλο της τοπικής αναδίπλωσης σαν σωτηρία της χώρας. Εκεί έπρεπε να είναι το ηγετικό κονκλάβιο του ΣΥΡΙΖΑ και όχι να απολογείται στους Αμερικανοεβραίους για τη “χαλάρωση” του στο αντισημιτικό μέτωπο. Η καρατόμηση του Καρυπίδη έδειξε ότι δεν έχει εμπιστοσύνη στις τοπικές κοινωνίες γιατί, τάχα, σύμφωνα και με τους υποβολείς της, δεν έχουν ωριμότητα για αυτοπροσδιορισμό. (Το άκουσα και από κάποιον δημοσιογράφο αθηναϊκού καναλιού, που αισθανόταν απέχθεια για το «θράσος» του κοζανίτη υποψήφιου να εκφράζεται έξω από την νομιμοποιητική φρασεολογία της τηλεοπτικής καμαρίλας των Αθηνών).
Αφαίρεσε το δικαίωμα στα τοπικά μέλη και στελέχη να επιλέξουν με βάσει τις τοπικές ανάγκες και όχι τις ανάγκες του κέντρου, που, προφανώς, αγωνιά αν η «αποθήκη καυσίμων» (προσδιορισμός της Ανατολικής Μακεδονίας από το Σχέδιο Μάρσαλ), είναι σε σίγουρα χέρια. Προτίμησε να είναι κόμμα συμμόρφωσης-διόρθωσης του χαρακτήρα του ελληνικού λαού και όχι υπεράσπισης του ρόλου του ως ιστορικού υποκειμένου. Οι “Αμερικανοεβραίοι” ήθελαν να δοκιμάσουν τα αντανακλαστικά του ΣΥΡΙΖΑ ως κόμματος εξουσίας, δηλαδή, ως αθηνοκεντρικού κόμματος υποταγμένου σε παγιωμένες σχέσεις ιμπεριαλιστικής επιτήρησης· και το πέτυχαν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.