Πιέρρος Ι. Τζανετάκος
Καθώς στην Αθήνα γνωρίζουν ότι η πολύ μεγάλη πλειονότητα των ελληνικών θέσεων μόνο μαξιμαλιστικές δεν είναι, το καίριο ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί είναι μέχρι ποιου σημείου είναι διατεθειμένοι να κάνουν πίσω οι Τούρκοι. Αλλά και με τη χρήση ποιου νομικού εργαλείου θα μπορούσε να ξεκινήσει μια τέτοια πολιτική διαπραγμάτευση.
Πέραν των όσων διημείφθησαν στην ολιγόλεπτη συνάντησή τους στο μικρό δωμάτιο του κτιρίου των Ηνωμένων Εθνών, Κυριάκος Μητσοτάκης και Ταγίπ Ερντογάν επιδόθηκαν σε έναν άτυπο μεν αλλά με ουσία, όπως αποδείχθηκε, διάλογο μέσω του βήματος της Γενικής Συνέλευσης.
Προηγήθηκε ο τούρκος πρόεδρος, δηλώνοντας έτοιμος για «εποικοδομητική συνεργασία σε όλα τα θέματα», αρκεί να υπάρχει «ίδια προσέγγιση από τους γείτονες». Αναφέρθηκε, δε, σε οριοθέτηση των περιοχών θαλάσσιας δικαιοδοσίας σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο.
Ακολούθησε ο έλληνας Πρωθυπουργός, ο οποίος μίλησε ξανά για «παράθυρο ευκαιρίας» όσον αφορά την επίλυση του ζητήματος καθορισμού υφαλοκρηπίδας και Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Οπως είπε, όμως, ο ίδιος, θα απαιτηθεί τόλμη και σοφία.
Ενδιαμέσως, ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης αποκάλυψε ότι οι δύο ηγέτες έδωσαν στον ίδιο και στον τούρκο ομόλογό του την εντολή να διερευνήσουν αν υπάρχουν «πρόσφορες συνθήκες» ώστε να ξεκινήσουν οι συζητήσεις για τις θαλάσσιες ζώνες.
Πράγματι, και ενώ έως πρότινος δεν υπήρχαν ενδείξεις ότι Ελλάδα και Τουρκία θα υπεισέλθουν, τουλάχιστον στο εγγύς μέλλον, στον πυρήνα των διαφορών τους, πηγές με πλήρη γνώση της κατάστασης επιβεβαιώνουν ότι οι κ.κ. Γεραπετρίτης και Φιντάν εκκινούν μια «προκαταρκτική συνομιλία, κυρίως επί του πλαισίου, αλλά και της από κοινού αποδοχής των νομικών εργαλείων (σ.σ. προφανώς του διεθνούς δικαίου και του δικαίου της θάλασσας), ώστε να εξεταστεί αν πληρούνται οι βασικές προϋποθέσεις για να καθίσουν οι δύο πλευρές στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων». Οπως λένε στο protagon, με πιο απλά λόγια, έτερες πηγές της ελληνικής διπλωματίας που βρίσκονται κοντά στο κέντρο λήψης των αποφάσεων, οι υπουργοί «θα δουν αν υπάρχουν τα σημάδια για να προχωρήσουμε ή όχι».
Η πρόοδος θα εξαρτηθεί, φυσικά, και από το αν η Τουρκία θα δεχτεί να συνομιλήσει μόνο για μία διαφορά ή θα ανοίξει ολόκληρη τη βεντάλια των διεκδικήσεών της.
Οταν πέρυσι το φθινόπωρο συμφωνήθηκε η έναρξη του ελληνοτουρκικού διαλόγου στο γνωστό τρίπτυχο πολιτικές διαβουλεύσεις-«θετική» ατζέντα-μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης, βασικός στόχος της ηγεσίας του υπουργείου Εξωτερικών ήταν να αντιστρέψει το σχήμα επί του του οποίου διεξάγονταν τα τελευταία χρόνια οι συζητήσεις για τα νομικά/διπλωματικά ζητήματα που απασχολούν τις δύο πλευρές.