Πέμπτη 11 Ιουλίου 2019

Ο ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΥΧΕΡΕΙΑΣ

τοῦ Χρήστου Μαλεβίτση


Οἱ Δυτικὲς κοινωνίες εἰσέρχονται πλησίστιες στὸν πολιτισμὸ τῆς εὐχέρειας. Ἐνῶ ὅλοι οἱ μέχρι τώρα πολιτισμοὶ ἦσαν πολιτισμοὶ τῆς δυσχέρειας. Ἡ διαφορὰ εἶναι κρίσιμη. Διότι ἡ δυσχέρεια συνθέτει τοὺς πολιτισμούς, ἡ δὲ εὐχέρεια τοὺς ἀποσυνθέτει.

Βέβαια, ὁ πολιτισμὸς ἔγινε ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο γιὰ νὰ μετατρέψει τὴ δυσχέρεια σὲ εὐχέρεια. Οἱ παλιοὶ πολιτισμοὶ τὸ καταφέρανε τοῦτο σὲ περιορισμένο βαθμὸ καὶ γιὰ περιορισμένο ἀριθμὸ ἀνθρώπων. Μόνον ὁ δικὸς μας πολιτισμὸς στὴ δεύτερη φάση του, σὲ αὐτὴν τῆς καταναλωτικῆς κοινωνίας, ἐπέτυχε νὰ μεταστοιχειώσει τὴ δυσχέρεια σὲ εὐχέρεια σὲ μεγάλο βαθμὸ καὶ γιὰ μεγάλο ἀριθμὸ ἀνθρώπων. Με τὸν καιρὸ δὲ αὐξάνει καὶ ὁ βαθμὸς τῆς εὐχέρειας καὶ ὁ ἀριθμὸς τῶν ἀνθρώπων πού τὴν ἀπολαμβάνουν. Αὐτὸ ὀνειρευόταν ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ καταβολῆς του· τώρα τὸ ἐπέτυχε· δὲν νιώθει εὐτυχὴς;

Ἐδῶ ἀκριβῶς βρίσκεται ἡ μεγάλη ἀποκάλυψη: ὅτι στὸν πολιτισμὸ τῆς εὐχέρειας ὁ ἄνθρωπος δὲν αἰσθάνεται εὐτυχὴς. Ἀλλὰ καὶ κάτι παραπάνω: δὲν αἰσθάνεται ἀσφαλής. Καὶ τὴν πλέον ταπεινὴ συνείδηση τοῦ πολιτισμοῦ τῆς εὐχέρειας τὴν ἔχει σταυρώσει ἡ κατήφεια καὶ τὴν ἔχει χαράξει ἡ ὑποψία, ἤ καὶ ἡ βεβαιότητα τῆς ριζικῆς ἀνασφάλειας. Πράγματι, αὐτὸ τὸ τελευταῖο εἶναι πολὺ ἀπογοητευτικὸ· ἀτενίζομε πλέον καὶ στὶς ἀμέτοχες συνειδήσεις τὸν κατοπτρισμὸ τῆς ματαιότητας τοῦ πολιτισμοῦ μας. Ἦταν νοητὴ ἡ συζήτηση γιὰ τὴν κρίση τοῦ πολιτισμοῦ μεταξὺ ἱστορικῶν ἤ φιλοσόφων ἤ κοινωνιολόγων. Τώρα ὅμως ἡ συζήτηση αὐτὴ διεξάγεται ἀνάμεσα σὲ ἀνθρώπους ἁπλοϊκοὺς ἤ νέους, μὲ τὶς ἐλάχιστες ἀκόμη ἐμπειρίες ζωῆς. Καὶ ἡ συνείδηση ἀμηχανεῖ πρὸ τοῦ μεγάλου κακοῦ, βλέποντας πὼς τὸ ψύχος τῆς ἱστορικῆς αὐτοσυνειδησίας κατῆλθε ὡς τοὺς ἀνθισμένους λειμῶνες καὶ τοὺς καταψύχει προώρως. Καὶ ἀποδεικνύεται πλέον μὲ ἐνάργεια μεσημεριοῦ, πὼς πράγματι ὁ πολιτισμὸς μας τελεῖ σὲ κρίση –διότι ἡ κρίση του κλονίζει καὶ τὶς ἀγεώργητες, καὶ τὶς ἄγουρες συνειδήσεις. Δὲν πρόκειται πλέον περὶ θεωρητικῆς ἐκδοχῆς, ἀλλὰ περὶ καθεστῶτος ἑδραίου.

Πηγὴ τῶν πολιτισμῶν ἡ δυσχέρεια τοῦ βίου. Βιοτικὴ δυσχέρεια, βεβαίως, ἀντιμετωπίζουν καὶ τὰ ζῶα. Μόνο πού αὐτὰ δὲν μποροῦν νὰ ἀπαντήσουν στὴν πρόκληση τῆς δυσχέρειας καὶ παραμένουν ἐσαεὶ δέσμια τῆς. Ὁ ἄνθρωπος ἀπελευθερώνεται ἀπὸ τὴ δυσχέρεια ἀπαντῶντας δημιουργικὰ στὴν πρόκλησή της. Ἡ ἀπελευθέρωση εἶναι σχετικὴ· μὲ τὸν Δυτικὸ ὅμως πολιτισμό μας πάει νὰ γίνει ἀπόλυτη. Γι’ αὐτὸ καὶ μετασχηματίζεται στὸν πρῶτο πολιτισμὸ τῆς εὐχέρειας στὴν ἱστορία.

Ἡ πενία, δηλαδὴ ἡ δυσχέρεια, δὲ κατεργάζεται μόνο τέχνες, κατὰ τὸ λόγο. Κατεργάζεται καὶ τὸ πνεῦμα, τὸν ἐσωτερικὸ πλουτισμό, τὰ αἰσθήματα, τὶς συγκινήσεις, τὶς ἀγάπες, τὶς θρησκεῖες, τὶς φιλοσοφίες, τὶς ἰδεολογίες. Ὄχι μόνον ὁ ὑλικὸς πολιτισμός, ἀλλὰ καὶ ὁ πνευματικὸς πολιτισμὸς εἶναι προϊόντα τῆς δυσχέρειας. Καὶ τοῦτο τὸ τελευταῖο μᾶς ἐνδιαφέρει ἀκόμη περισσότερο. Δὲν θὰ ὑπῆρχε πνευματικὸ ἔργο χωρὶς τὴ δυσχέρεια τῆς ὑπάρξεως. Ὅλη ἡ Ὀδύσσεια εἶναι ἡ βιοτικὴ δυσχέρεια ἑνὸς ἀνθρώπου. Καὶ ὅλη ἡ Ἰλιάδα εἶναι ἡ ἀγωνιστικὴ δυσχέρεια ἑνὸς λαοῦ. Ἡ ριζικὴ δυσχέρεια τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης πού εἶναι ὁ θάνατος, συνιστᾶ τὸ σημεῖο ἀφετηρίας τοῦ Χριστιανισμοῦ. Καὶ ἡ διὰ βίου προσκόλληση τοῦ ἀνθρώπου στὴ θρησκεία του συστοιχεῖται πρὸς τὸν διὰ βίου χειμασμὸ τοῦ ἀνθρώπου στὸν κόσμο τοῦτο. Ἡ ζωὴ τελεῖ πάντοτε ὑπὸ ἀπειλὴ καὶ καταφεύγει στὸ ἔργο τοῦ πολιτισμοῦ γιὰ νὰ ἀσφαλισθεῖ ὑλικῶς καὶ πνευματικῶς. Ὡστόσο, τοῦτο δὲν σημαίνει πὼς οἱ πνευματικὲς καταφυγὲς τῆς ζωῆς εἶναι προσχήματα ἄμυνας χωρὶς αὐτόνομη ἐσωτερικὴ ἀξία –δηλαδὴ δὲν πρόκειται γιὰ ἐξορκισμούς. Ὄχι. Ναὶ μὲν ἡ δυσχέρεια τοῦ ζῆν ἀναγκάζει τὸν ἄνθρωπο στὸ νὰ ψάξει γιὰ πνευματικὰ ἐρείσματα, δὲν πρόκειται ὅμως γιὰ ἐπινοήματα, παρὰ γιὰ γνήσιες ἀποκαλύψεις πραγματικοτήτων, ἀγνώστων μέχρι τότε. Ἡ διάνοιξη τῆς συνείδησης, ὠθημένη ἀπὸ τὴ δυσχέρεια, εἶναι πραγματικὴ καὶ κοσμοϊστορικῆς σημασίας. Ἄλλωστε, ἐπειδὴ ἀκριβῶς αὐτὲς οἱ πραγματικότητες ὑπάρχουν, τὶς ἀντιτάσσει ὁ ἄνθρωπος στὴ δυσχέρεια, γιὰ τὴν ὑπέρβασή της. Ἄν δὲν ὑπῆρχαν, δὲ θὰ τὶς εὕρισκε· θὰ τοῦ ἦταν ἴσως ἀκατόρθωτο καὶ νὰ τὶς ἐπινοήσει. Καὶ μάλιστα θὰ ἦταν πιὸ δύσκολο, ἂν ὄχι ἀδύνατο, νὰ τὶς ἐπινοήσει παρὰ νὰ τὶς ἀνακαλύψει.

Ὅσο ὁ ἄνθρωπος ἀπαλλάσσεται ἀπὸ τὴ δυσχέρεια τοῦ ζῆν τόσο ἀπαλλάσσεται καὶ ἀπὸ τὴν ἀνάγκη νὰ καταφύγει στὸν προφήτη, στὸν ἅγιο, στὸν ποιητὴ, στὸν φιλόσοφο. Γι’ αὐτὸ καὶ στὸν πολιτισμὸ τῆς εὐχέρειας τὰ ἐπ-αγγέλματα αὐτὰ ὁλοένα καὶ περισσότερο παραμένουν ἀζήτητα. Διότι οἱ ἐπαγγελίες τους γιὰ σωτηρία (θρησκευτική, αἰσθητική, γνωστικὴ) δὲν ἐνθουσιάζουν κανέναν. Ἡ εὐχέρεια ἀποσαθρώνει τὴν πνευματικὴ σκευὴ τοῦ πολιτισμοῦ καὶ τοῦ ἀνθρώπου.
Βέβαια, ἡ ὕπαρξη εἶναι καταστατικῶς δυσχερὴς στὸν κόσμο τοῦτο, ἀφοῦ ἡ κατ’ ἐξοχὴν δυσχέρεια, ὁ θάνατος, δὲν ἀναιρεῖται ἀπὸ κανέναν πολιτισμό. Ὅμως ἡ ἀναίρεση τῆς βιοτικῆς μέριμνας (τροφή, ἔνδυση, στέγη, φάρμακα) ἁπαλύνει τὶς ὑψηλότερου βαθμοῦ δυσχέρειες μέχρι ἀμβλύνσεών των, δεδομένου ὅτι οἱ «πλατιές μάζες» πού συνιστοῦν τὸ μόνο ὑποκείμενο τοῦ πολιτισμοῦ τῆς εὐχέρειας, νιώθουν νὰ εὐδαιμονοῦν μέσα στὴ θαλπωρὴ τῆς ὑλικῆς τοὺς εὐμάρειας. Δὲν εἶναι ἀσήμαντο πράγμα ἡ ἱκανοποίηση τῶν ἄμεσων καὶ ἐπιτακτικῶν βιοτικῶν ἀναγκῶν. Γι’ αὐτὸ ἀκριβῶς καὶ ἡ λύση πού δόθηκε κατακυριάρχησε καὶ παραμέρισε ὅλες τὶς ἄλλες λύσεις τῶν ἄλλων δυσχερειῶν.

Ὅλα ὅμως τοῦτα ἰσχύουν βραχυπροθέσμως. Δὲν μποροῦν νὰ ἰσχύσουν μακροπροθέσμως. Μακροπροθέσμως ὁδηγοῦν εὐθέως πρὸς τὴν κατάρρευση τοῦ πολιτισμοῦ. Ἐπειδὴ ἡ εὐχέρεια ἀπορρυθμίζει τοὺς μηχανισμοὺς συντηρήσεως καὶ ἐπεκτάσεως τοῦ πολιτισμοῦ. Ἴσως στὸ τέλος ἀναλάβει τὸν μόχθο αὐτὸ μία ἀποφασισμένη μειοψηφία. Ὁπότε θὰ περάσομε σὲ ἄλλες ἱστορικὲς μορφὲς χαρούμενης, πλέον, δουλείας τῶν πολλῶν τῆς εὐχέρειας στοὺς λίγους τῆς δυσχέρειας.

Ὡστόσο, ὁ πολιτισμὸς μας ἤδη κρούεται στὰ ὅρια τῆς ὑλικῆς του εὐχέρειας, ποὺ εἶναι τὰ ὅρια ἀντοχῆς τοῦ φυσικοῦ μας περιβάλλοντος. Στὸ μεταξὺ ὅμως ἡ εὐχέρεια, πού ἡ Δύση ἔχει ἀπολαύσει σὲ πρωτοφανὴ βαθμὸ καὶ γιὰ πρώτη φορὰ στὴν ἱστορία, ἔχει πράξει τὸ κακό. Ὑπονόμευσε ὅλη τὴν πνευματικότητα καὶ ὅλη τὴν ἐσωτερικότητα πού εἶχαν δημιουργήσει οἱ πολιτισμοὶ τῆς δυσχέρειας.
Σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο τὰ πάντα ἔχουν τὸ ἀντίρροπό τους. Ἡ ὑλικὴ δυσχέρεια αντιζυγίζεται μὲ πνευματικὴ εὐτυχία. Ἡ ὑλικὴ εὐτυχία ἀντιρροπεῖται μὲ πνευματικὴ δυστυχία. Ἡ δυσχέρεια τοῦ Ἰσραὴλ ἐδημιούργησε τὴν Παλαιὰ Διαθήκη, τὸν Λόγο τοῦ Θεοῦ. Ἡ εὐχέρεια τῆς Δύσεως προετοιμάζει τὸν Λόγο τοῦ Δαιμονικοῦ. Ἤδη τὸν ἀκοῦμε εὐκρινῶς.

Πηγή: Χρήστος Μαλεβίτσης, Τὰ μῆλα τῶν Ἑσπερίδων, 1984, ἐκδόσεις Imago
 Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.