"...Όποιος πάντως δεν βλέπει το ορόσημο του 2033, όπου το δημόσιο χρέος μας θα είναι ξανά εκτός ελέγχου εάν δεν ληφθούν έγκαιρα μέτρα, ενώ δεν θα μας έχει απομείνει πια τίποτα για να ξεπουλήσουμε, με τα νοικοκυριά μας ήδη στα όρια της εξαθλίωσης, απλά εθελοτυφλεί – παραβλέπει τα γεγονότα, είτε από φόβο, είτε από ανευθυνότητα..."
από Βασίλης Βιλιάρδος
.
Ανάλυση
Το δημόσιο χρέος σε παγκόσμιο επίπεδο (το συνολικό επίσης, αλλά δεν είναι εδώ το θέμα μας) παρουσιάζει μεγάλη άνοδο τις τελευταίες δεκαετίες – ως αποτέλεσμα των διαδοχικών κρίσεων που προκάλεσαν μία απότομη επιτάχυνση αυτής της τάσης. Έτσι έχει υπερτετραπλασιασθεί το 2022, σε σχέση με το 2000 – υπερβαίνοντας σημαντικά το παγκόσμιο ΑΕΠ που τριπλασιάσθηκε την ίδια χρονική περίοδο (γράφημα).
Ειδικότερα, το παγκόσμιο δημόσιο χρέος που περιλαμβάνει το εσωτερικό και το εξωτερικό χρέος της γενικής κυβέρνησης (=τόσο του κεντρικού κράτους, όσο και των οργανισμών του δημοσίου), έφτασε στο επίπεδο-ρεκόρ των 92 τρις $. Από αυτό το ποσόν, οι αναπτυσσόμενες χώρες οφείλουν σχεδόν το 30% – εκ των οποίων το 70% περίπου αποδίδεται στην Κίνα, στην Ινδία και στη Βραζιλία (γράφημα).
Περαιτέρω, το συνολικό δημόσιο χρέος των αναπτυσσομένων χωρών αυξήθηκε από το 35% του ΑΕΠ τους το 2010, στο 60% το 2021 – ενώ το εξωτερικό δημόσιο χρέος τους, αυτό δηλαδή προς τους ξένους πιστωτές τους, αυξήθηκε την ίδια χρονική περίοδο από το 19% του ΑΕΠ στο 29%. Εδώ οφείλει να σημειώσει κανείς πως αυτά τα επίπεδα δημοσίου χρέους φαίνονται μεν χαμηλά σε σχέση με τις ανεπτυγμένες χώρες, αλλά δεν είναι καθόλου – αφού οι υποδομές που ευρίσκονται απέναντι σε αυτά τα χρέη συν τον ιδιωτικό πλούτο, είναι κατά πολύ λιγότερα στις αναπτυσσόμενες, από ότι στις ανεπτυγμένες, οπότε ανάλογα είναι μικρότερες οι δυνατότητες ανάπτυξης τους.
Η σύγκριση τώρα των επιπέδων χρέους, με την ικανότητα των αναπτυσσομένων χωρών να παράγουν συνάλλαγμα μέσω εξαγωγών, δείχνει πως η δυνατότητα τους να δημιουργούν επαρκή έσοδα για την εξυπηρέτηση του εξωτερικού τους χρέους έχει επίσης επιδεινωθεί – με κριτήριο το μερίδιο του εξωτερικού τους χρέους ως προς τις εξαγωγές τους που αυξήθηκε από 71% το 2010 στο 112% το 2021. Κατά την ίδια περίοδο δε, η εξυπηρέτηση του εξωτερικού δημοσίου χρέους, ως ποσοστό των εξαγωγών, αυξήθηκε από το 3,9% στο 7,4% (γράφημα).
Τα υψηλά επίπεδα δημοσίου χρέους των αναπτυσσομένων χωρών, έχουν ως αποτέλεσμα να αντιμετωπίζουν πρόσθετες σημαντικές προκλήσεις – επειδή τις καθιστούν πιο ευάλωτες σε εξωτερικούς κραδασμούς. Ειδικότερα, όταν οι παγκόσμιες χρηματοοικονομικές συνθήκες αλλάζουν ή οι διεθνείς επενδυτές επιλέγουν την αποφυγή κινδύνων, το κόστος δανεισμού τους μπορεί να αυξηθεί απότομα και ξαφνικά – ενώ, όταν το νόμισμα μίας χώρας υποτιμάται, οι πληρωμές χρέους σε ξένο νόμισμα μπορεί να εκτοξευθούν στα ύψη, δημιουργώντας μεγάλα προβλήματα στον προϋπολογισμό της.
Συνεχίζοντας, οι αναπτυσσόμενες χώρες πληρώνουν πολύ υψηλότερα επιτόκια για το δανεισμό τους (γράφημα) – ενώ σήμερα οι μισές αναπτυσσόμενες χώρες δαπανούν πάνω από το 1,5% του ΑΕΠ τους και το 6,9% των εσόδων τους κατά μέσον όρο, για τις πληρωμές τόκων. Ο αριθμός δε των χωρών, στις οποίες οι δαπάνες για τόκους αντιπροσωπεύουν το 10% ή περισσότερο των δημοσίων εσόδων τους, αυξήθηκε από τις 29 το 2010 στις 55 το 2020.
Ειδικότερα, οι χώρες στην Αφρική δανείζονται με επιτόκια τέσσερις φορές υψηλότερα σε σχέση με τις ΗΠΑ, ενώ ακόμη και οκτώ φορές υψηλότερα συγκριτικά με τη Γερμανία – με αποτέλεσμα να πληρώνουν περισσότερα για τόκους και λιγότερα για την Παιδεία, την Υγεία ή τις επενδύσεις (γράφημα). Δαπανούν λοιπόν σε τελική ανάλυση ένα πολύ μεγαλύτερο μέρος των πόρων τους για την εξυπηρέτηση των χρεών τους – σημειώνοντας ότι, οι πόροι που διαθέτει η κάθε χώρα, δεν είναι απεριόριστοι.
Χωρίς να επεκταθούμε περαιτέρω, είναι φανερό πως οι κρίσεις του δημοσίου χρέους στον παγκόσμιο νότο, πλησιάζουν στην κορύφωση τους – ενώ, εκτός του ότι ευθύνεται για αυτές σε μεγάλο βαθμό το διαταραγμένο πολυμερές σύστημα μας, τεκμηριώνουν πόσο ανεπαρκές είναι το κυρίαρχο αναλυτικό και πολιτικό πλαίσιο.
Το γεγονός αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τις υποθέσεις που διατυπώνονται σχετικά με τη φύση του χρήματος, με τις οικονομικές δυνατότητες των κυβερνήσεων που εκδίδουν δικά τους νομίσματα και με τις αιτίες του εξωτερικού χρέους των αναπτυσσομένων χωρών – τονίζοντας πως οι μαζικές αθετήσεις πληρωμών εκ μέρους των χωρών του παγκοσμίου νότου, οι χρεοκοπίες δηλαδή, έχουν απλά καθυστερήσει και δεν έχουν αποφευχθεί. Κάτι τέτοιο θα προκαλέσει, μεταξύ άλλων, μαζικές μεταναστευτικές ροές προς τη Δύση – όπως ήδη συμβαίνει στην Ευρώπη και, πολύ περισσότερο, στις ΗΠΑ.
Η σύγχρονη νομισματική θεωρία και η κρίσεις χρέους
Περαιτέρω, εάν ξεφύγουμε από την καθιερωμένη οικονομική σκέψη και κοιτάξουμε μέσα από το πρίσμα της σύγχρονης νομισματικής θεωρίας (ΜΜΤ – ανάλυση), θα διαπιστώσουμε πως οι περιορισμοί που επιβάλει, επεξηγούν αυτού του είδους τα προβλήματα των αναπτυσσομένων χωρών – ειδικά στην περίπτωση του κρατικού χρέους.
Ειδικότερα, η βασική ιδέα της ΜΜΤ είναι πως οι νομισματικά κυρίαρχες κυβερνήσεις δεν μπορούν ποτέ να καταστούν αφερέγγυες και να χρεοκοπήσουν στο δικό τους νόμισμα fiat – κάτι που έχει άμεση σχέση επίσης με την Ελλάδα, όσον αφορά τις συζητήσεις περί δραχμής.
Με δεδομένο λοιπόν το ότι, αυτές οι κυβερνήσεις δεν υπόκεινται σε νομισματικούς περιορισμούς, είναι σε θέση από μία καθαρά λειτουργική άποψη να ξοδεύουν όσα επιθυμούν, για την επίτευξη των στόχων τους – ενώ στην ουσία περιορίζονται μόνο από τις διαθέσιμες παραγωγικές ικανότητες, οι οποίες καθορίζουν τον κίνδυνο πληθωρισμού. Δεν πρέπει δηλαδή η ποσότητα χρήματος να είναι μεγαλύτερη από τις διαθέσιμες παραγωγικές τους ικανότητες, για να μην κινδυνεύσουν από πληθωρισμό και νομισματικές υποτιμήσεις – αυτός είναι ο κανόνας.
Η ΜΜΤ επεξηγεί έτσι, γιατί οι χώρες με το υψηλότερο απόλυτο και σχετικό προς το ΑΕΠ δημόσιο χρέος, δεν αντιμετωπίζουν δυσκολίες πληρωμής των υποχρεώσεων τους – όπως η Ιαπωνία, με δημόσιο χρέος ως προς το ΑΕΠ της στο 254% πέρυσι (γράφημα, πηγή), οι ΗΠΑ με 144%, ο Καναδάς με 113% και το Ηνωμένο Βασίλειο με 104%. Γιατί καμία από αυτές τις χώρες δεν έχει βυθιστεί σε μία κρίση δημοσίου χρέους – ενώ, αντίθετα, η Αργεντινή, ο Ισημερινός που βιώσει μία τεράστια κοινωνική κρίση και η Ζάμπια, με σημαντικά χαμηλότερους δείκτες δημοσίου χρέους το 2020, δεν ήταν σε θέση να ανταποκριθούν με τις υποχρεώσεις τους στο εξωτερικό (πηγή).
Η βασική τους διαφορά είναι το ότι η Ιαπωνία (ανάλυση), οι ΗΠΑ, ο Καναδάς και το Ηνωμένο Βασίλειο, είναι νομισματικά κυρίαρχα κράτη – οπότε οι κεντρικές τους τράπεζες και βασικοί δανειστές τους (εσωτερικός δανεισμός), μπορούν να επηρεάσουν τα επιτόκια του χρέους τους. Την ίδια στιγμή, οι περισσότερες κυβερνήσεις του παγκοσμίου νότου έχουν δανεισθεί σε ξένα νομίσματα – ενώ αυτός είναι ο λόγος που κινδυνεύουν να καταστούν αφερέγγυες.
Με δεδομένο τώρα το ότι, οι ανεπτυγμένες και πλούσιες χώρες δεν μπορούν να ξεμείνουν από το δικό τους νόμισμα, δεν υπάρχουν οικονομικοί περιορισμοί – σημειώνοντας πως το δημόσιο εγχώριο και εξωτερικό χρέος 131 χωρών χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος (πηγή), εξαιρουμένης της Κίνας, της Ρωσίας και της Ινδίας, ανήλθε μόλις σε 2,6 τρις $ το 2022, χαμηλότερο από αυτό της Ιταλίας (3,03 τρις $ το δημόσιο χρέος της Ιταλίας τον Οκτώβρη του 2023). Εν προκειμένω, εάν ήθελε η Δύση να διασωθούν αυτές οι χώρες και να σταματήσουν οι μεταναστευτικές ροές, θα μπορούσε απλά να το διαγράψει – χωρίς να αντιμετωπίσει κανένα οικονομικό πρόβλημα.
Το ερώτημα βέβαια που προκύπτει είναι γιατί οι χώρες του παγκοσμίου νότου δανείζονται σε ξένα νομίσματα, αφού αυτός είναι ο λόγος που κινδυνεύουν από κρίσεις χρέους. Εν προκειμένω, οι απαντήσεις που δίνονται συνήθως από τους οικονομολόγους, είναι επειδή τους λείπουν τα χρήματα και οι αποταμιεύσεις (ανάλυση) – κάτι που όμως βασίζεται ξεκάθαρα σε μία παρανόηση της φύσης του χρήματος (ανάλυση).
Οι ξένες επενδύσεις
Ειδικότερα, τα κράτη που εκδίδουν χρήματα, δεν μπορούν ποτέ να ξεμείνουν από χρήματα – ενώ, όπως τεκμηρίωσε επίσης η κεντρική Τράπεζα της Αγγλίας (πηγή), οι τράπεζες ασφαλώς δεν είναι μεσάζοντες μεταξύ αποταμιευτών και δανειοληπτών. Αντίθετα, κάθε φορά που δίνουν δάνεια, δημιουργούν από το πουθενά νέα χρήματα (ανάλυση).
Επομένως σωστά αναφέρει η ΜΜΤ ότι, με δεδομένο πως τα χρήματα στα νομισματικά κυρίαρχα κράτη δεν είναι περιορισμένα, ό,τι είναι τεχνικά και υλικά εφικτό σε εθνικό επίπεδο, μπορεί χωρίς πρόβλημα να χρηματοδοτηθεί στο εθνικό νόμισμα – γεγονός που σημαίνει πως οι αναπτυσσόμενες χώρες δεν χρειάζεται να δανείζονται σε ξένο νόμισμα, για να χρηματοδοτήσουν έργα που απαιτούν τοπικούς διαθέσιμους πόρους, όπως η εργασία, η γη, οι πρώτες ύλες, η ενέργεια, ο εξοπλισμός και οι τεχνολογίες. Μόνο εάν οι απαιτούμενοι πόροι δεν είναι διαθέσιμοι τοπικά και μπορούν να αποκτηθούν μόνο με ξένα νομίσματα, οι χώρες είναι υποχρεωμένες να δανεισθούν σε ξένο νόμισμα – ενώ τέτοιες αποφάσεις επηρεάζουν ιδιαίτερα τα κράτη με φτωχούς πόρους.
Συνεχίζοντας, για να αποκτήσουν δολάρια οι αναπτυσσόμενες χώρες, εστιάζουν κυρίως σε ένα οικονομικό μοντέλο ανάπτυξης που βασίζεται στις εξαγωγές – έτσι ώστε να αποκτήσουν μεγάλα εισοδηματικά ποσά σε ξένο νόμισμα, μέσω των εξαγωγικών πλεονασμάτων στα εμπορικά τους ισοζύγια και ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών. Εν τούτοις, ένα σημαντικό μέρος αυτού του εισοδήματος επιστρέφει στους ξένους επενδυτές, ως κέρδη ή μερίσματα – ενώ οι περισσότεροι εάν όχι όλοι ξένοι επενδυτές, επωφελούνται από την άδικη φορολογική δομή παγκοσμίως (φορολογικοί παράδεισοι κλπ., ανάλυση), όταν ταυτόχρονα υπάρχουν και οι παράνομες χρηματοοικονομικές ροές (ερμηνεία).
Σημειώνοντας πως έχουμε αναφερθεί πολλές φορές στο συγκεκριμένο πρόβλημα των ξένων επενδύσεων, όσον αφορά την Ελλάδα, χωρίς δυστυχώς ποτέ να εισακουσθούμε από τις κυβερνήσεις μας, οι αφρικανικές χώρες, για παράδειγμα, υπέστησαν μεταξύ των ετών 2000 και 2018 μεγαλύτερες οικονομικές δυσκολίες από τις μεταφορές κερδών των ξένων επενδυτών, από τον επαναπατρισμό των μερισμάτων στις μητρικές από τις θυγατρικές και από τις παράνομες χρηματοοικονομικές ροές, παρά από την εξυπηρέτηση των χρεών τους – κάτι που ασφαλώς διαπιστώνεται και στην Ελλάδα, ενώ η κατάσταση θα επιδεινωθεί σημαντικά στο μέλλον.
Στα πλαίσια αυτά, για να καλύψουν το χρηματοδοτικό κενό που προέκυψε, οι αναπτυσσόμενες οικονομίες αναγκάσθηκαν να δανεισθούν σε ξένα νομίσματα, με υψηλά επιτόκια – ακριβώς επειδή οι ξένοι επενδυτές, τόσο οι νόμιμοι, όσο και οι παράνομοι, μπόρεσαν να δημιουργήσουν ένα τεράστιο εισόδημα σε δολάρια, από τις ίδιες ληστεύοντας τες. Από αυτήν την παγίδα έχει ξεφύγει πια η Ρωσία, παραδόξως με τη βοήθεια των κυρώσεων που της επιβλήθηκαν – όπως επίσης οι άλλες δυναμικές χώρες της Ασίας, με τη βοήθεια της ασιατικής κρίσης χρέους της δεκαετίας του 1990.
Παράδειγμα προς αποφυγή στην Αφρική είναι η Ζάμπια. Μία χώρα παραγωγής χαλκού που έχασε περίπου 10,6 δις $ από τις παράνομες χρηματοοικονομικές ροές, μεταξύ των ετών 1970 και 1996 – δηλαδή το 355% του ΑΕΠ της του 1996. Μεταξύ των ετών 2001 και 2010 έχασε 8,8 δις $, ενώ από το 2013 έως το 2015 περί τα 12,5 δις $ – τεράστια ποσά για μία χώρα που το ΑΕΠ της σήμερα είναι στα 30 δις $ (γράφημα).
Το δημόσιο και εγγυημένο από την κυβέρνηση εξωτερικό χρέος της Ζάμπια ανήλθε στα 1,2 δις $ το 2010 και αυξήθηκε στα 12,5 δις $ το 2021 (πηγή) – όπου, εάν η κυβέρνηση της χώρας είναι καλύτερο δημοσιονομικό και τεχνικό έλεγχο στον εξωτερικό της τομέα, θα μπορούσε να συσσωρεύσει αρκετά συναλλαγματικά αποθέματα σε δολάρια, για να βελτιώσει την επισιτιστική και ενεργειακή της αυτάρκεια (από τις οποίες προφανώς υποφέρει σήμερα η Ελλάδα).
Από την άλλη πλευρά, θα ήταν επίσης σε θέση να χρηματοδοτήσει περισσότερες επενδύσεις σε υποδομές και άλλα δημόσια αγαθά που απαιτούν εισαγωγές – ενώ δεν θα ήταν απαραίτητο να χρεωθεί σε τέτοιο βαθμό σε ξένο νόμισμα. Κάτι ανάλογο ισχύει φυσικά για πολλά άλλα πλούσια σε πόρους κράτη της Αφρικής – τα οποία ληστεύονται από τους επενδυτές με τους τρόπους που αναφέραμε, φτωχοποιείται χωρίς λόγο ο πληθυσμός τους και εγκαταλείπει τις χώρες, με προορισμό τη Δύση.
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας, σε έναν πιο δίκαιο κόσμο τα κράτη που πλήττονται από ασύμμετρες φορολογικές συνθήκες και από κλοπή πόρων, στα οποία δυστυχώς ανήκει και η Ελλάδα κυρίως μετά το έγκλημα του PSI, δεν θα συντρίβονταν από τα μέτρα λιτότητας που συνήθως επιβάλει το ΔΝΤ και πλέον οι αγορές.
Η ελάφρυνση του χρέους θα μπορούσε σίγουρα να βοηθήσει τις αναπτυσσόμενες χώρες να μην χρεοκοπήσουν – προκαλώντας σεισμικές δονήσεις σε ολόκληρο τον πλανήτη. Κυρίως όμως να επενδύσουν στην προσαρμογή τους στην κλιματική κρίση, καθώς επίσης στη βελτίωση της υγείας και της ευημερίας των Πολιτών τους – έτσι ώστε να μετριασθεί μεταξύ άλλων η απειλή των παράνομων μεταναστευτικών ροών προς τη Δύση, προτού καταστούν επικίνδυνες.
Ακόμη όμως και αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, δεν θα ήταν αρκετό για να εξαλειφθούν οι αιτίες των επαναλαμβανόμενων κρίσεων χρέους στον παγκόσμιο νότο. Θα έπρεπε δηλαδή, αφενός μεν οι πολυεθνικές εταιρίες να υποχρεωθούν να σταματήσουν την οικονομική αιμορραγία των αναπτυσσομένων χωρών, αφετέρου να υπάρξει μία στρατηγική οικονομικής ανάπτυξης τους που θα αξιοποιεί πλήρως τους πόρους που έχει στη διάθεση της η κάθε μία, με το δικό της νόμισμα – τονίζοντας ξανά πως η Ελλάδα μετά τα τρία διαδοχικά μνημόνια και το PSI, δεν ανήκει πια στις ανεπτυγμένες, αλλά στις αναπτυσσόμενες οικονομίες.
Όποιος πάντως δεν βλέπει το ορόσημο του 2033, όπου το δημόσιο χρέος μας θα είναι ξανά εκτός ελέγχου εάν δεν ληφθούν έγκαιρα μέτρα, ενώ δεν θα μας έχει απομείνει πια τίποτα για να ξεπουλήσουμε, με τα νοικοκυριά μας ήδη στα όρια της εξαθλίωσης, απλά εθελοτυφλεί – παραβλέπει τα γεγονότα, είτε από φόβο, είτε από ανευθυνότητα.
ΠΗΓΗ:https://analyst.gr/2024/01/14/korifonontai-ta-vouna-ton-xreon-kai-i-apeili-mazikon-xreokopion/
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.