Η υπογραφή του 3ου Μνημονίου έβγαλε με δύναμη στην επιφάνεια τη μέχρι τότε υφέρπουσα εσωκομματική αντίθεση στον ΣΥΡΙΖΑ. Όσο οι διαπραγματεύσεις δεν οδηγούσαν σε αποτέλεσμα, η εν λόγω αντίθεση μπορούσε να επικαλύπτεται. Από τη στιγμή, όμως, που ο Τσίπρας αποδέχθηκε τις απαιτήσεις των δανειστών για να αποτρέψει την έξοδο από την Ευρωζώνη, η παραμονή της Αριστερής Πλατφόρμας κατέστη αδύνατη.
Το 3ο Μνημόνιο προκάλεσε μία μεγάλων διαστάσεων διάσπαση στην Κοινοβουλευτική Ομάδα και στον κομματικό μηχανισμό του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ασήμαντη στο επίπεδο της εκλογικής βάσης, όπως αποδείχθηκε στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015. Η συμφωνία με τους δανειστές, όμως, όπως είναι γνωστόν, δεν είχε πρόβλημα να περάσει από τη Βουλή. Την υπερψήφισαν και τρία κόμματα της αντιπολίτευσης (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι).
Το σαρωτικό "όχι" στο δημοψήφισμα είχε ερμηνευθεί από την εσωκομματική αριστερή αντιπολίτευση ως πολιτική αφετηρία για να διεκδικήσει η Αθήνα μία συμφωνία χωρίς επώδυνα μέτρα λιτότητας. Επειδή, βεβαίως, είχαν επίγνωση πως οι δανειστές ούτε καν θα συζητούσαν σ’ αυτή τη βάση, θεωρούσαν πως υποχρεωτικά ο πρωθυπουργός θα προσανατολιζόταν σε κινήσεις, οι οποίες με τη σειρά τους θα άνοιγαν τον δρόμο για την έξοδο από την Ευρωζώνη.
Ο Τσίπρας, όμως, είχε αποκλείσει την επιλογή της ρήξης και του Grexit. Για να διευκολύνει, μάλιστα, την επίτευξη συμφωνίας μετά το ηχηρό "όχι" απομάκρυνε και τυπικά τον Γιάνη Βαρουφάκη από το υπουργείο Οικονομικών και ζήτησε από το συμβούλιο πολιτικών αρχηγών να συμφωνήσουν σε μία ανακοίνωση, η οποία αποτύπωνε την εθνική θέση. Με αυτά πήγε στις Βρυξέλλες.