Με αφορμή τις διώξεις κατά κληρικών και πιστών λόγω τέλεσης ιεροπραξιών.
Το Κίνημα της Χριστιανικής Δημοκρατίας εξ αρχής έχει διακηρύξει ότι η προστασία της δημόσιας υγείας αποτελεί πρώτη προτεραιότητα και έχει συμφωνήσει με τη λήψη έκτακτων μέτρων για το σκοπό αυτό, ενόψει της πανδημίας του «Κορωνοϊού».
Όμως, τα μέτρα αυτά πρέπει να είναι τα απολύτως απαραίτητα και αναλογικά για το σκοπό αυτό και να μη περιορίζουν αθέμιτα ή καταργούν τις θεμελιώδεις ελευθερίες, τα δικαιώματα και την πνευματική και πολιτιστική ζωή των λαών.
Στην πιο πάνω αντιδημοκρατική εκτροπή υπέπεσε η Κυβέρνηση Μητσοτάκη, με τη συναίνεση και της Αντιπολίτευσης, απαγορεύοντας εντελώς τις ιεροπραξίες στο διάστημα από 16 Μαρτίου έως 12 Απριλίου και εν συνεχεία, έως τις 16 Μαΐου, επιτρέποντας την τέλεση ιερών ακολουθιών μόνο κεκλεισμένων των θυρών. Ενώ ήταν εφικτό, οι εκκλησίες να έχουν μείνει ανοιχτές όλο αυτό το διάστημα, με τη λήψη ανάλογων μέτρων προστασίας που λήφθηκαν και κρίθηκαν ικανοποιητικά για άλλους χώρους συνάθροισης κοινού, που επιλεκτικά έμειναν ανοικτοί και προσβάσιμοι, αλλά και σε άλλες χώρες.
Η παραπάνω εκτίμηση ενισχύεται από το γεγονός ότι ήδη μετά το άνοιγμα των εκκλησιών στις 17 Μαΐου, τα μέτρα διασφάλισης της δημόσιας υγείας σε αυτές τηρούνται σχολαστικότερα απ’ ό,τι σε οποιονδήποτε άλλον χώρο συνάθροισης κοινού.
Η Κυβέρνηση, αμετανόητη, με το από 14.5.2020 και αριθ. πρωτοκόλλου 29314 έγγραφο του Υπουργείου Εσωτερικών, το οποίο εκδόθηκε σε συνέχεια εγγράφου του Υπουργείου Παιδείας στις 5 Μαΐου, ζητά από τους Ληξιάρχους όλης της Χώρας «να ενημερώσουν άμεσα μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων, εάν έχουν υποβληθεί αιτήματα πολιτών περί καταχώρησης γάμων ή βαπτίσεων, οι οποίοι έχουν λάβει χώρα εντός χώρων λατρείας, κατά το χρονικό διάστημα από 16.3.2020 έως και 16.5.2020 (….) έτσι ώστε το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων να τα διαβιβάσει στη συνέχεια στην αρμόδια Εισαγγελική αρχή για την ποινική διερεύνησή τους, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις».