του Θεόδωρου Ε.Παντούλα
Η γενιά μας είναι η γενιά της ήττας. Αλλά αυτό δεν είναι το χειρότερο. Το χειρότερο είναι πως φτάσαμε στην ήττα χωρίς να δοθεί, στην πραγματικότητα, καμιά μάχη. Aνεπαισθήτως μας έκλεισαν από τον κόσμον έξω.
Και ξεμείναμε απορημένοι και παροπλισμένοι σ’ ένα πεδίο βολής που ασκούνται γιάπηδες και τζογαδόροι της διεθνούς χρηματοπιστωτικής μαφίας.
Κοινός τόπος ότι η χώρα έγινε χώρος και μάλιστα μπιρ παρά ενοικιαζόμενος χώρος. Αυτό όμως δεν είναι λόγος να λησμονούμε ότι, όταν κάποιος πέσει, έχει σοβαρές πιθανότητες να ορθοποδήσει. Σε καμιά περίπτωση όμως, όσο σέρνεται –όπως σερνόμαστε εμείς– δεν υπάρχει περίπτωση να ορθοποδήσει. Και κάτι ακόμη: δεν κόβεις το χέρι σου, όταν σε πονάει, και πολύ περισσότερο δεν εμπιστεύεσαι την ίασή του στους κομπογιαννίτες που το αρρώστησαν.
Όλα αυτά θα έπρεπε να είναι αυτονόητα αλλά, δυστυχώς, δεν είναι. Και τα επισημαίνουμε γιατί –παρά την γενικευμένη και παρήγορη απαξίωση του
παλαιοκομματισμού– βλέπουμε να σηκώνουν κεφάλι τα χασαπόσκυλα της μεταπολίτευσης, που όποια προβιά κι αν ενδυθούν, ας μην γελιούμαστε –αυτό δεν θα ’ταν βέβαια ελληνοπρεπές– δεν θα αποβάλουν τα κουσούρια της λυκοφιλίας τους.