του Μάριου Πούλλαδου
«Είμαστε ο ανθός της κυπριακής νεολαίας» έγραφε ένα ωραίο σύνθημα στην εκδήλωση διαμαρτυρίας του Σαββάτου, που ολοκληρώθηκε χωρίς ευτυχώς να ανοίξει ρουθούνι, σε αντίθεση με τη βίαιη καταστολή της προηγούμενης εκδήλωσης από την Αστυνομία.
Την πορεία οργάνωσαν κυρίως άτομα και συλλογικότητες της ευρύτερης λεγόμενης ριζοσπαστικής Αριστεράς. Οι απαιτήσεις των διαδηλωτών κινήθηκαν ουσιαστικά στους άξονες της διαφθοράς, των μέτρων διαχείρισης της πανδημίας, του μεταναστευτικού, των ζητημάτων πολιτισμού, ενώ στο βάθος τέθηκε και το Κυπριακό. Ακολούθησα το συλλαλητήριο βήμα-βήμα, από την αρχή μέχρι το τέλος. Μπροστά, πίσω και μέσα στο πλήθος αντάμωσα παλιούς φίλους, καθεστωτικούς πολιτικούς και ακαδημαϊκούς, νέους ακτιβιστές, γέρους και παιδιά. Όλοι εκεί για έναν διαφορετικό σκοπό και λόγο.
Τραγική διαπίστωση ήταν τα γνώριμα, χιλιοειπωμένα και ξεθωριασμένα συνθήματα ταξικού χαρακτήρα μιας άλλης εποχής. Ομολογώ πως δεν απέφυγα το «deja vu». Για όσους τουλάχιστον φοίτησαν στο πανεπιστήμιο της ζωής που λέγεται Ελλάδα και έχουν εμπειρία εκδηλώσεων διαμαρτυρίας του συγκεκριμένου ιδεολογικού χώρου, η πιο πάνω διαπίστωση ήταν κάτι περισσότερο από ευδιάκριτη. Η παρουσία των «συντρόφων» του ΚΚΕ, απλά επιβεβαίωσε τους συλλογισμούς μου.
Είναι αλήθεια ότι οι διοργανωτές φρόντισαν εξ αρχής να ξεκαθάρισουν την «ταξικότητα» και τον «αντιφασιστικό» χαρακτήρα των εκδηλώσεων. Δεδομένης, όμως, της εκεί παρουσίας και αρκετών νέων ανθρώπων του πολιτισμού και των τεχνών, θα ανέμενε κανείς κάτι εντυπωσιακά ριζοσπαστικό και συνάμα καινοτόμο. Τουλάχιστον στον τρόπο και το ύφος επικοινωνίας των μηνυμάτων-αιτημάτων. Μάταια. Μόνο το «Παραιτηθείτε» και το «Ακορντεόν» του Μάνου Λοΐζου εκφράζονταν με ένταση και πάθος. Τα υπόλοιπα συνθήματα «σέρνονταν», κουβαλώντας το αβάσταχτο βάρος περασμένων δεκαετιών, βγαλμένα από τη ναφθαλίνη της ιστορίας άλλων γενεών.