Γράφει ο Λευτέρης Ξανθόπουλος
Από το βιβλίο Θόδωρος Αγγελόπουλος των εκδόσεων Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης (επιμέλεια Ειρήνη Στάθη). Κατεβαίνει και σε μορφή pdf από εδώ.
Τραγωδία και μύθος
Λευτέρης Ξανθόπουλος
«Μέσα απ’ το φακό του ο Αγγελόπουλος κοιτάζει τα πράγματα εν σιωπή.
Το βάρος αυτής της σιωπής και η οξύτητα αυτού του ακίνητου βλέμματος συνιστούν τη δύναμη τούτης της ταινίας, έτσι που ο θεατής να μην μπορεί ν’ αποσπαστεί από την οθόνη. Αυτός ο τρόπος κινηματογράφησης – τόσο προσωπικός, τόσο μοναδικός στην ιδιαιτερότητά του- τείνει σε μια επιστροφή στις ρίζες του κινηματογράφου, κι αυτό ακριβώς είναι που δημιουργεί τούτη την εντύπωση της φρεσκάδας και της δύναμης. Όσο για μένα, βλέποντας την ταινία, ένιωσα βαθιά την ηδονή του κινηματογράφου, στην πιο απόλυτη έννοια του όρου.»
Ακίρα Κουροσάουα
«Δεν υπάρχει τραγωδία χωρίς μύθο, αλλά η τραγωδία είναι ταυτόχρονα και η εκμηδένιση του μύθου. H τραγωδία είναι μια έκκληση για μεσολάβηση και, ταυτόχρονα, η επίδειξη του ανέφικτου μιας τέτοιας μεσολάβησης.»
Jan Kott
Α
Στο τελευταίο πλάνο της ταινίας, ο μικρός Αλέξανδρος με το πεισματικό πιγούνι, καθισμένος στο μουλάρι, με πληγωμένο το πόδι από σφαίρα, σημαδεμένος κι αυτός όπως ο προκάτοχος μύθος, μπαίνει το σούρουπο από τα υψώματα ως συνωμότης στη μεγαλούπολη. H φωνή τού αφηγητή ακούγεται off: «Κι έτσι ο Αλέξανδρος μπήκε μέσα στις πόλεις».
O νέος Αλέξανδρος, όπως ο νεογέννητος Δίας στη μυθολογία, φυγαδεύεται από τη Γυναίκα-Μεγάλη Μητέρα για να σωθεί. O μικρός Αλέξανδρος θα μεγαλώσει αλλού, για να επιστρέψει πάλι ως μύθος στο χώρο του μελλοντικού δράματος.
Στην αρχή της ταινίας, ο Μεγαλέξαντρος, με τη βοήθεια κάποιας άγνωστης δύναμης, δραπετεύει από τις φυλακές, ντύνεται κάτω απ’ το φως του φεγγαριού στο μαρμαρένιο αλώνι (αρματώνεται με τα στολίδια του μύθου), καβαλάει το άλογό του και χάνεται στο δάσος.
Άσπρο, καθαρόαιμο άλογο, πορφυρό κιλίμι κάτω από τη σέλα, κι η μαύρη κάπα στους ώμους του καπετάνιου. Οι σύντροφοι βγαίνουν απ’ τα δέντρα, οπλίζονται και τον ακολουθούν πεζοπορώντας. O Δάσκαλος του χωριού θ’ αναρωτηθεί αργότερα: «Προσπαθώ να καταλάβω ποιος πραγματικά κρύβεται πίσω από κείνους που τον βοήθησαν να βγει από τη φυλακή. Και γιατί; Κανείς δεν ξέρει. Κανείς δε μιλάει. Όλα μοιάζουν με μια τεράστια παγίδα».
Ο Μεγαλέξαντρος με τους συντρόφους του ξεκινάει μέσα στη νύχτα να πραγματώσει μια ιστορική αναγκαιότητα: να σύρει τον κύκλο της ζωής και του θανάτου, ν’ ανασύρει το μύθο και την πτώση του ειδώλου, ν’ αρνηθεί και ν’ αποδυθεί επίμονα την εξουσία. Ο Μεγαλέξαντρος δραπετεύει από τη φυλακή, το σκοτάδι, για να αυτοεγκλειστεί σ’ ένα ρόλο-φυλακή που διαλέγει ο ίδιος. O ίδιος;
Ο Δάσκαλος, φτάνοντας στο έσχατο σημείο απόγνωσης, θα προσπαθήσει να μιλήσει στον Αρχηγό που, κλεισμένος στο δωμάτιό του, αρνείται να επικοινωνήσει με τους ανθρώπους. Πίσω από τη σφαλισμένη πόρτα θ’ ακούσει ο Αλέξανδρος τις αλήθειες που φοβάται: «Υπάρχει κάποιος τρίτος, αθέατος πίσω απ’ όλα αυτά…
Σε χρησιμοποίησαν, Αλέξανδρε!»