"Μπορώ να είμαι καλά και χωρίς εσένα;"
Κι όμως συμβαίνει κι αυτό, να θέλουμε ο άλλος να μην είναι καλά χωρίς εμάς. Η αλήθεια είναι ότι ο έρωτας στην ακραία μορφή του, μια κτητικότητα την έχει. Έτσι θυμώνουμε όταν ο σύντροφος μας μπορεί να περνάει καλά και να είναι χαρούμενος δίχως την δική μας παρουσία.
Ας δούμε ένα παράδειγμα. Είναι με τις φίλες της βόλτα, την παίρνει τηλέφωνο και εκείνη ακούγεται μέσα στην τρελή χαρά. Γέλια και φως. Δεν το αντέχει.
«Πως μπορεί να περνάει καλά χωρίς την δική μου παρουσία;»
Συμπέρασμα: δεν με αγαπάει, δεν της είμαι απαραίτητος.
Τώρα ας αλλάξουμε το σκηνικό, λείπει εκείνος. Πήγε με τους φίλους να παίξει μπάλα και έπειτα να πάνε για φαγητό. Γύρισε σπίτι μες στο κέφι. Συννεφιάζει αυτή. «Μπορεί να περνάει τόσο όμορφα δίχως να είμαι και εγώ μαζί του;» Συμπέρασμα: δεν με αγαπάει, πλέον μπορεί και χωρίς εμένα.
Αλήθεια, πως θα έπρεπε να είχαν εξελιχθεί τα δυο παραπάνω παραδείγματα ώστε να ένιωθαν οι πρωταγωνιστές μας, ότι ο σύντροφος τους, τους αγαπάει;
Προφανώς να μην περάσει κανείς καλά δίχως τον άλλο. Αυτό ήθελαν και οι δυο. Δηλαδή, να ακούγονταν στο τηλέφωνο χάλια, να έστελναν δέκα μηνύματα το λεπτό για το πόσο τραγικά κυλάει η ώρα δίχως την παρουσία του άλλου. Όσο περισσότερη κλάψα, μιζέρια και απελπισία τόσο μεγαλύτερη η απόδειξη της αγάπης. Είναι όμως έτσι;
Νομίζω ότι κάτω από νορμάλ συναισθηματικές και ψυχικές καταστάσεις, καταλαβαίνουν άπαντες ότι μια τέτοια κατάσταση μόνο αγάπη δεν μπορεί να ονομαστεί.
Ξέρετε δεν είναι έρωτας και αγάπη οι εντάσεις, η φαγωμάρα, τα κλάματα και τα ξενύχτια, που τόσο τραγικά αναπαραγάγει ένα τμήμα της σύγχρονης ελληνικής μουσικής και στιχουργίας, δηλαδή λιώματα και ξεχειλώματα συναισθηματικής αναπηρίας.
Κάποια στιγμή είναι ψυχικά και πνευματικά ώριμο, να καταλάβουμε, ότι η πραγματική αγάπη δεν έχει μέσα της τοξικότητες και εξαρτήσεις. Ο σύντροφος μου δεν είναι το δεκανίκι της ζωής μου, αλλά εκείνος που επέλεξα να μοιραστώ τον βίο μου. Με τα εύκολα και δύσκολα, χαρούμενα και δακρυσμένα συνάμα.