Του Απόστολου Αποστολόπουλου
Υπάρχει μια καθαρή γραμμή που ενώνει τον νεοεκλεγέντα Πρόεδρο της Γαλλίας Εμμανουέλ Μακρόν με τον πρόεδρο της ΝΔ Κυριάκο Μητσοτάκη. Και οι δυο γνωστοποίησαν εξαρχής το πρόγραμμά τους με απερίφραστη ειλικρίνεια, κανείς δεν μπορεί να τους κατηγορήσει ότι ξεγέλασαν τον κόσμο με λαγούς και πετραχήλια, σαν κάτι γνωστούς μας, ας πούμε. Μακρόν και Μητσοτάκης είναι και οι δυο νεοφιλελεύθεροι και δεν κρύβουν ότι θα πάρουν μέτρα αντιλαϊκά, θα απολύσουν κόσμο, χιλιάδες δημοσίους υπαλλήλους, θα συμπιέσουν όσο μπορούν το κοινωνικό κράτος κλπ, κλπ.
Είναι προφανές ότι και οι δυο πολιτικοί πιστεύουν ότι η ειλικρίνεια δεν θα τους ζημιώσει. Και τουλάχιστον στην περίπτωση Μακρόν δεν έπεσαν έξω. Η «στρατηγική της ειλικρίνειας» είναι, ωστόσο, τόσο ανιδιοτελής όσο και οι ψεύτικες υποσχέσεις: Εκμεταλλεύεται ότι ο κόσμος έχει αηδιάσει από τα ψέματα των πολιτικών. Και, δεύτερον, βασίζεται στο ότι δεν φαίνεται να υπάρχει αυτή τη στιγμή άλλη αξιόπιστη πρόταση.
Στην πραγματικότητα υπάρχουν πολλές ενδιαφέρουσες ιδέες αλλά δεν υπάρχει ηγεσία ισχυρή, αποφασισμένη και ικανή να υποστηρίξει σταθερά τις πιο αξιόλογες. Το Σύστημα πνίγει στην κούνια κάθε ιδέα, κάθε φορέα και κάθε άνθρωπο που θα μπορούσε να πείσει ότι ένας άλλος δρόμος είναι εφικτός.
Τα παραδείγματα αφθονούν: ο Σώντερς γονάτισε στην Κλίντον, οι Ποδέμος τσακώθηκαν μεταξύ τους, ο Μελανσόν δείλιασε, υπόκυψε στις πανταχόθεν πιέσεις, ιδίως της υπόλοιπης αριστεράς και τελικά αποδέχθηκε τον Μακρόν. Η Λεπέν ζάρωσε στον Β’ γύρο, φάνηκε «λίγη» όταν της ζήτησαν να υποστηρίξει την οικονομική της πολιτική. Και ο Τσίπρας με τον ΣΥΡΙΖΑ είναι η πιο πικρή ιστορία των τελευταίων εβδομήντα ετών. Η υποτιθέμενη ειλικρίνεια των νεοφιλελεύθερων βασίζεται στο ότι κάθε αντίλογος γελοιοποιείται, απαξιώνεται, εξοντώνεται.