Είναι αλλόκοτο το θέαμα μιας κοινωνίας που ενώ απειλείται, αφήνει τις λίγες δυνάμεις της να σκορπίζουν, λες και δεν είναι δικές της και δεν της στοιχίζει να χάνονται. Μοιάζει σαν ο εγκέφαλος να μη μπορεί να δώσει τις απαραίτητες εντολές στους μυς και στα νεύρα. Όλα δείχνουν πως σ’ αυτήν την αδυναμία έχει αιχμαλωτισθεί η ελληνική κοινωνία.
Πελαγωμένη, παρακολουθεί τους βραχίονές της να απεργούν επιδεικτικά. Βλέπει μια μεγάλη μερίδα της νέας γενιάς να κλείνει τα μάτια της στην πραγματικότητα και να τρέχει προς τα εκεί όπου ακούγονται θόρυβοι, δυνατή μουσική, σε μια αναταραχή μέσα στην οποία πασχίζει να βουλιάξει, ώστε να μη σκέπτεται τίποτα το δυσάρεστο, απ’ αυτά που βασανίζουν τους μεγαλύτερους.
Εδώ και καιρό, και βέβαια όχι μόνον στη χώρα μας, η διασκέδαση έγινε το όπιο που πίνοντάς το οι ζωηρές ηλικίες νιώθουν πως κάτι κάνουν, χωρίς να κάνουν τίποτα. Πράγματι, η διασκέδαση και το παιχνίδι προσφέρουν από τη φύση τους μια μετατόπιση της ενέργειας: από την εργασία, τον μόχθο, τις έγνοιες και τις ευθύνες, μετακινείται κανείς σε μια σφαίρα όπου μπορεί παίζοντας να ξεκουραστεί μέσα στο άσκοπο.
Παίζει ή σταματά το παιχνίδι, χορεύει ή σταματά να χορεύει, τραγουδά ή σταματά να τραγουδά. Η ευχέρεια να μην υπακούει σε επιταγές, να διαλέγει εκείνο που τη μια ή την άλλη στιγμή τον προσελκύει περισσότερο, είναι ανακουφιστική. Ποιος θα το αμφισβητούσε; Είναι άλλο όμως αυτό και άλλο να απορροφηθεί ολόκληρος μέσα στα διαλείμματα της καθημερινής ζωής. Το πρόβλημα βρίσκεται ακριβώς εδώ. Στο ότι μια ολόκληρη γενιά φαίνεται να θέλει να κλειστεί μέσα σε έναν κόσμο φτιαγμένο από ακτίνες λέϊζερ, ξέχειλα ποτήρια μπύρας, ήχους μεταλλικής μουσικής, οθόνες κινητών που φωσφορίζουν συνθηματικά και εκεί να μείνει όσο το δυνατόν περισσότερο.
Εκδίκηση εναντίον της χώρας
Εκείνο που θα έπρεπε να απασχολεί περισσότερο την κοινωνία δεν είναι ότι οι νέοι θέλγονται από τις μορφές αυτής της καλά οργανωμένης μαγείας. Αυτό συνέβαινε και παλαιότερα και είναι ως ένα βαθμό φυσικό. Δεν ήταν όμως ποτέ, όπως σήμερα, τόσο σφοδρή η επιθυμία τους να "ξεφύγουν" από τα νύχια της πραγματικότητας και να παραδοθούν σε ένα είδος παραζάλης, την οποία, ωστόσο, υπερασπίζονται εντελώς συνειδητά και με μια γλώσσα που δεν σηκώνει αντιρρήσεις.
Δεν θέλουν να ακούσουν τίποτα για υποχρεώσεις. Ισχυρίζονται πώς έχουν κάθε δικαίωμα να κρίνουν οποιοδήποτε "πρέπει" τους βάζουν μπροστά τους. Σύμφωνοι. Όμως, σχεδόν πάντα η κρίση τους είναι ίδια: λένε πως δεν είναι δική τους δουλειά να λύσουν ζητήματα που όφειλαν να τα είχαν λύσει οι γονείς τους, ή το κράτος. Θεωρούν πως δικαιούνται απολύτως να μέμφονται τις προηγούμενες γενιές για τα λάθη τους, την απρονοησία τους, ή και τις ιδέες τους που δεν τις εγκατέλειψαν έγκαιρα, όταν είδαν πως είχαν φθαρεί.
Η αλήθεια είναι ότι πολλά από τα παράπονα των νεώτερων είναι βάσιμα. Δεν παρέχουν όμως επαρκή δικαιολογία για να μετατραπούν τα παράπονα σε εκδίκηση εναντίον της χώρας. Γιατί όταν η χώρα έχει ανάγκη την εγρήγορση κι εσύ της πετάς κατάμουτρα την νωθρότητά σου, την εκδικείσαι. Όποιος κατέχεται από το πάθος της εκδίκησης δεν αρκείται σε σκέψεις, θέλει να βλάψει κιόλας με συγκεκριμένες πράξεις.