Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΚΟΥΤΡΟΥΛΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΚΟΥΤΡΟΥΛΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 9 Ιουλίου 2020

Γιώργος Σεφέρης: Μονόλογος πάνω στην ποίηση

Όταν εμφανίστηκε για πρώτη φορά στα ελληνικά γράμματα ο Γ.Σεφέρης κατηγορείτο για τελείως αντίστροφους λόγους από αυτούς που κατηγορήθηκε πριν μερικές δεκαετίες (ως ελληνοκεντρικός). Τότε κατηγορήθηκε για την πλημμελή γνώση της ελληνικής γλώσσας και της ελληνικής παράδοσης που προήλθε από την σπουδή του να αφομοιώσει τον μοντερνισμό. Δυο από τους εξέχοντες κριτικούς του σε αυτό το πνεύμα υπήρξαν ο Γ.Κοτζιούλας και ο Τ.Παπατσώνης. Ο τελευταίος σε άρθρο του στην “Καθημερινή”, φ.13.3.1932 συνοψίζει την επίθεση του στον Σεφέρη (αλλά και στον Α.Καραντώνη που μόλις 21 ετών τον παρουσίασε στην εκτενή μελέτη “Ο ποιητής Γ.Σεφέρης”):
“Αλλά γιατί έχει δύο σπουδαία ελαττώματα: α) Είναι μίμηση μέχρι κλοπής ενός ξένου τρόπου, χωρίς την παραμικρότερη παραλλαγή και β) είναι κακή μίμηση. Το διανοητικό, το συλλογιστικό μέρος είναι απόλυτα και πανομοιότυπα απομιμημένο απάνω στα ξένα καλούπια του Μαλλαρμέ, του Βαλερύ, του Λέον Πωλ Φαργκ. Το γλωσσικό μέρος είναι απόλυτα αποτυχημένο στη μίμηση, είναι εξάμβλωμα…Αλλά ειδικά οι νέοι αυτοί σαν τον κ.Σεφέρη, για να έχουν τέτοιαν αναισθησία της ακοής και της γλωσσικής ωραιότητας, για ό.τι αφορά τη γλώσσα μας, υποπτεύομαι για μόνη εξήγηση, πως ξέρουν καλά γαλλικά, αλλά δεν ξέρουν διόλου καλά τα ελληνικά τους”(ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ, τ.1087,15.10.1972, σελ. 167).
Ο Βάσος Βαρίκας, στα “Πολιτικά φύλλα ” Οκτώβριος 1931, κατηγορεί τον Σεφέρη ότι έχει ως πρότυπο “γνωστούς ξένους δασκάλους” ενώ η “Στροφή” έχει “περίπου μηδαμινή αξία” και η προσπάθεια του είναι “αντιδραστική”(ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ, τ.1087,15.10.1972, σελ. 164). Βεβαίως οι κριτικές αυτές στα χρόνια που ακολούθησαν θα μετριαστούν ή θα τροποποιηθούν θετικά (ο τόμος “τιμητικό αφιέρωμα στα τριάντα χρόνια της “Στροφής” που κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1961 είναι ένα πολύ καλό αντιπροσωπευτικό δείγμα).

Δευτέρα 8 Ιουνίου 2020

Η ιστοριογραφία μεταξύ ιδεολογίας και επιστήμης

ΟΨΕΙΣ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑΣ 1770-1854, <<...της μεγάλης τάυτης ...
Με αφορμή το βιβλίο της Βίκυς Καραφουλίδου: «…της μεγάλης ταύτης ιδέας…» Όψεις της εθνικής ιδεολογίας 1770-1854 (Εκδόσεις Πόλις, Αθήνα 2018)
του Σπύρου Κουτρούλη
Μια μερίδα ιστορικών, με πιο ζωηρό βέβαια τον Α. Λιάκο, επιχείρησε τις τελευταίες δεκαετίες να σχετικεύσει τον ιστορικό χαρακτήρα του ελληνικού έθνους. Επιδίωξε να το εμφανίσει ως μεταγενέστερη κατασκευή της ελληνικής ιστοριογραφίας.
Βεβαίως το όλο εγχείρημα είναι ατεκμηρίωτο και δεν μπορεί να περιληφθεί στον χώρο της ιστορικής επιστήμης, αλλά της ιδεολογικής χρήσης της ιστορίας για τρέχοντες πολιτικούς σκοπούς. Αν ανατρέξουμε στο έργο όχι μόνο του Κ. Παπαρρηγόπουλου ή του Σ. Ζαμπέλιου, αλλά και σε αυτό του Κ. Δημαρά και του Ν. Σβορώνου θα διαπιστώσουμε ότι η ελληνική εθνική συνείδηση με τα χαρακτηριστικά που σήμερα τη γνωρίζουμε έχει διαμορφωθεί ήδη πριν την πρώτη άλωση της Πόλης από τους Φράγκους το 1204. Στο ίδιο συμπέρασμα καταλήγει και ο Νάσος Βαγενάς, που ανέλαβε να απαντήσει στους ισχυρισμούς του Α. Λιάκου. Ο Σ. Ασδραχάς, μαθητής του Ν. Σβορώνου, εξαίρει την κοσμοϊστορική σημασία των εθνικών επαναστάσεων. Σε όλα αυτά θα πρέπει να προσθέσουμε το εκτενές, σημαντικό έργο του Γ. Καραμπελιά για τη σημασία του 1204, της τουρκοκρατίας και της Επανάστασης του 1821. Επίσης από έργα βυζαντινολόγων όπως η Ε. Γλύκαντζη-Αρβελέρ γνωρίζουμε ότι η ελληνική μεγάλη ιδέα σχηματίζεται ήδη από τα κράτη που προέκυψαν μετά το 1204, ενώ κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας οι θρύλοι της Πόλης δεν έπαυαν να υπενθυμίζουν το καθήκον της εθνικής αποκατάστασης στα όρια της παλιάς βυζαντινής αυτοκρατορίας.

Παρασκευή 29 Μαΐου 2020

Νίκος Σβορώνος: ο αντιστασιακός χαρακτήρας του Ελληνισμού

Από Σπύρο Κουτρούλη


Στην  «Επισκόπηση της νεοελληνικής ιστορίας»[1], ο Νίκος Σβορώνος συνοψίζει όπως αποκαλύπτει και  ο τίτλος του, τα συμπεράσματα που έχουν προκύψει από το σύνολό του έργου του.
Στα προλεγόμενα γράφει πως «ο αντιστασιακός χαρακτήρας διέπει την νεοελληνική ιστορία»[2]. Η πρόταση αυτή ονοματίζει το σύνολο του έργου του Ν.Σβορώνου, καθώς εύστοχα θεωρήθηκε ως το σήμα που αποτυπώνει την βασική κατεύθυνση της σκέψης του. Βέβαια κάτω από τον όρο «αντιστασιακός» στεγάζονται ένας πλήθος πράξεων και νοοτροπιών που αποσκοπούν στην επιβίωση και στην αδιάκοπη παρουσία του ελληνισμού  καθώς έρχεται σε σύγκρουση με πολλαπλές και υπέρτερες δυνάμεις.
Από αυτή την οπτική  «η αντιστασιακή αυτή διαδικασία, με την πιο πλατιά σημασία του όρου, που περιέχει κάθε προσπάθεια διαφύλαξης της ιδιαίτερης προσωπικότητας ενός λαού, παίρνει διάφορες μορφές: από την απλή προσαρμογή στις εκάστοτε συνθήκες με προοπτική τη διείσδυση στους πολιτικοκοινωνικούς μηχανισμούς της κατάκτησης και τη μετατροπή τους σε όργανα εθνικής συντήρησης (εκκλησία-Φαναριώτες-κοινότητες-αρματολοί, στην  Τουρκοκρατία) και την ολοένα και περισσότερο ενεργό συμμετοχή στους οικονομικούς μηχανισμούς των κατακτητών και ιδιαίτερα των δυτικών δυνάμεων στην Ανατολική Μεσόγειο και στην Εγγύς Ανατολή, που έδωσε ως το τέλος του ιθ’ αι. τις πραγματικές διαστάσεις του Ελληνισμού, ως τη συνεχή παθητική ή ένοπλη αντίσταση (κλεφτουριά –αλλεπάλληλα  έστω και ξενοκίνητα κινήματα) που κατέληξαν στην εθνικοαπελευθερωτική επανάσταση του ‘21»[3].   

Συγχρόνως εντοπίζει  «απουσία καθαρών γραμμών στη διάρθρωση των κοινωνικών και πολιτικών δομών»[4] ώστε  να γράφει για «κάποια αστική τάξη», ή «κάποια αστικοποίηση»  ακριβώς γιατί υπάρχει απόσταση με τις αστικές τάξεις της Δυτικής Ευρώπης, ειδικά την βιομηχανική αστική τάξη. Ο λόγος είναι ότι οι ιδιαίτερες ιστορικές συνθήκες της βυζαντινής και κατόπιν της οθωμανικής αυτοκρατορίας δεν επέτρεψαν την εξέλιξη της προκαπιταλιστικής εμπορικής – βιοτεχνικής τάξης σε αστική τάξη.

Ο Ν.Σβορώνος συμπεραίνει ότι ο Ελληνισμός από το δεύτερο μισό του ια΄ μένει το μόνο συστατικό στοιχείο της βυζαντινής αυτοκρατορίας  οπότε «αρχίζει να παίρνει βαθύτερη συνείδηση του εαυτού του σαν ιδιαίτερης πολιτικής και πολιτισμικής και πολιτικής οντότητας , ξαναπαίρνει το δρόμο, απ’ τον οποίο επί αιώνες είχε απομακρυνθεί προς τις ιστορικές του πηγές. Το κλασσικό ελληνικό πνεύμα και πολιτισμός αρχίζουν να γίνονται για τη διανόηση σταθερά σημεία αναφοράς και αναγνωρίζονται σαν εθνική κληρονομιά και το όνομα «Έλλην», που είχε καταλήξει να σημαίνει επί αιώνες τον ειδωλολάτρη ή το μη χριστιανό, αρχίζει να ξαναπαίρνει το διπλό του πολιτισμικό και εθνολογικό περιεχόμενο: μέθεξη στην ελληνική παιδεία και ελληνική καταγωγή»[5]. Στους Παλαιολόγους  η ελληνική διανόηση απομακρύνεται από την ρωμαϊκή ιδέα  και αγκαλιάζει την ελληνική παράδοση. Ο Πλήθων Γεμιστός  είναι ένα παράδειγμα, αλλά ο μαθητής Χαλκοκονδύλης «διατυπώνει με ενάργεια την ιδέα της αδιάκοπής συνέχειας του Ελληνισμού  από τους μυθικούς χρόνους ως την εποχή του» ενώ «προφητεύει την ανάσταση ενός ελληνικού κράτους που θα δοξάσει και πάλι τον ελληνικό πολιτισμό και την ελληνική γλώσσα»[6].
Βέβαια μετά την τουρκική κατάκτηση «το όνειρο της εθνικής παλιγγενεσίας παίρνει το περιεχόμενο της ανάστασης μιας εξελληνισμένης βυζαντινής αυτοκρατορίας. Η θέση και η στάση της εκκλησίας στους πρώτους αιώνες της άλωσης, που αντικαθιστά στη συνείδηση των Ελλήνων τη χαμένη αυτοκρατορία και γίνεται το πολιτικό όργανο της συνοχής του υπόδουλου Ελληνισμού, παρέχει κάποια πραγματική βάση στο νοσταλγικό αυτό όνειρο. Το χριστιανικό στοιχείο, ή ακριβέστερα η ιδέα της ορθοδοξίας , που ήταν πάντα κυριαρχικό στη βυζαντινή ιδεολογία, συνδέεται τώρα άρρηκτα με την ιδέα του γένους. Η εθνική ιδέα βρίσκεται περισσότερο παρά ποτέ συνδεμένη με τη χριστιανική ορθοδοξία και διαμέσου της εκκλησίας με το όνειρο μιας εξελληνισμένης αυτοκρατορίας»[7].
Σύμφωνα με τον Ν.Σβορώνο στο πρόσωπο του Γεννάδιου του πρώτου πατριάρχη μετά την Άλωση συνοψίζονται τρείς ιδέες:  « ιδέα του γένους των Ελλήνων που η αρχαία πατρίδα του είναι η Ελλάδα και η ιδέα της Ελληνικής  αυτοκρατορίας, πατρίδας κοινής  “πάντων των από Χριστού καλουμένων”»[8]. Οι τρείς αυτές ιδέες θα αναδειχθούν στο κοινό θεμέλιο, στο κοινό υπόστρωμα όλων των πνευματικών του αντιπροσώπων  ακόμη και αν προέρχονται από διαφορετικά ιδεολογικά κινήματα. Έτσι η ορθοδοξία και ο μυστικισμός δεν θα εμποδίσουν τον Νικόλαο Καβάσιλα να μελετά την αρχαία φιλοσοφία  και να «θεωρεί τους συμπατριώτες του σαν απογόνους των αρχαίων Ελλήνων»[9], αλλά και «η ελληνολατρεία του Γεμιστού δεν τον εμπόδισε να εμφανιστεί στη σύνοδο της Φερράρας-Φλωρεντίας σαν ένας από τους διαπρεπέστερους υπερασπιστές της Ορθοδοξίας»[10].
Το αντιστασιακό πνεύμα του ελληνισμού ενσαρκώνεται στο Δεσποτάτο της Ηπείρου και του Μορέως , στην αντίσταση στην φραγκική  και τουρκική κατάκτηση, στην προσπάθεια να επιβιώσει και να διακριθεί στην Δύση. Όμως «ο ις’ και ιζ’ αι. στάθηκαν στο σύνολό τους κρίσιμη εποχή για τους Έλληνες της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Οι συνεχείς πόλεμοι που τους ακολουθούσαν σφαγές, εξισλαμισμοί, εξανδραποδισμοί και μαζικές μεταναστεύσεις στην Ιταλία, ελάττωσαν στο έπακρο τον ελληνικό πληθυσμό. Ένα μέρος των ακτών και πολλά νησιά ερημώθηκαν τελείως»[11].
Από το έρεβος αυτό αναδείχθηκε όμως ο κοινοτικός συνεργατισμός (μαστιχοχώρια Χίου, χωριά αργυρωρυχείων Χαλκιδικής, χωριά Πηλίου) όπου «οι πρόκριτοι (προεστοί, πρωτόγεροι, γέροντες, άρχοντες, κλπ) αυτών των κοινοτήτων, εκλεγμένοι ή διορισμένοι σύμφωνα με ένα σύστημα δημοκρατικό, περισσότερο ή λιγότερο τιμοκρατικό ή αριστοκρατικό, ανάλογα με τις περιοχές, ασκούσαν όλα τα καθήκοντα μιας κοινοτικής διοίκησης, διενεργούσαν την κατανομή των φόρων και, σε συνεργασία με τις εκκλησιαστικές αρχές, ασκούσαν επίσης λειτουργίες αιρετοκριτών, παρεμβαλλόμενοι έτσι ανάμεσα στους Έλληνες υπηκόους και στις τουρκικές αρχές»[12].  Πιο συγκεκριμένα καταλήγει «η βιοτεχνία τείνει να αποσπασθεί απ’ την οικιακή οικονομία, δημιουργούνται βιοτεχνικές και εμπορικές συντροφίες, αληθινές μετοχικές εταιρείες, που ανάμεσα στις πρώτες στην  Ευρωπαϊκή Οικονομία εφαρμόζουν την αρχή της συνεργασίας του κεφαλαίου και της εργασίας για ν’ αντιμετωπίσουν την έλλειψη μεγάλων κεφαλαίων (συντροφίες ναυσιπλοϊας των νησιών του Αιγαίου) και δημιουργούν συνεργατικές μορφές, όπως εμφανίζονται στις συντροφίες των Μαδεμοχωρίων και των Αμπελακίων, που προκάλεσαν το θαυμασμό των συγχρόνων»[13].
Ο Σβορώνος επανέρχεται στην σημασία του κοινοτικού συνεργατισμού που η σημασία του ανέρχεται παράλληλα με την άνοδο «κάποιας αστικής τάξης», γράφει λοιπόν: «οι επικεφαλής των επαγγελματικών συντεχνιών στην Κωνσταντινούπολη παίρνουν μέρος  απ’ τα μέσα του ιη’ αι. στην εκλογή του Πατριάρχη και στη διοίκηση της Εκκλησίας. Σε ορισμένες περιοχές ιδιαίτερα στη Βόρεια Ελλάδα, οι συντεχνίες μαζί με την Εκκλησία έχουν στα χέρια τους τη διοίκηση των κοινοτήτων. Οι κοινότητες,  προπάντων  στα εμπορικά και βιοτεχνικά κέντρα, σημειώνουν μεγαλύτερη εξάπλωση και τελειοποιούν τις μορφές διοίκησης τους. Τα καταστατικά των κοινοτήτων των νησιών του Αιγαίου Ύδρας, Σπετσών, Ψαρών, Χίου, Μυκόνου και άλλων, μαρτυρούν ήδη υψηλό βαθμό αυτοδιοίκησης, μ’ ένα σώμα λειτουργών αρκετά διαφοροποιημένο και με αντιπροσώπους στην κεντρική κυβέρνηση. Στο ιη’ αι. φτάνει στην ακμή της η «ομοσπονδιακή» συγκέντρωση, ανώτερη μορφή αυτοδιοίκησης. Εκτός απ’ την ομοσπονδία  δώδεκα πολισμάτων στη Χαλκιδική, τα καλούμενα Μαδεμοχώρια, στην οποία υπάγονταν 300 χωριά, απ’ την ομοσπονδία των  Χασιών στην ίδια περιοχή, των ηπειρωτικών χωριών στο Ζαγόρι , των χωριών στο Πήλιο και των Αμπελακιών, το κοινοτικό «ομοσπονδιακό» σύστημα της Πελοποννήσου, οργανωμένο  οριστικά μετά το 1715, παρουσιάζει τις πιο τέλειες μορφές»[14].
      
Κεντρικό και κρίσιμο ρόλο στην αντίσταση του ελληνισμού έπαιξε η εκκλησία που παραμένει  σε «όλη την περίοδο απ’ το ιε’ ως το τέλος του ιζ’ αι., η κατευθυντήρια δύναμη του Έθνους. Επικεφαλής της εθνικής αντίστασης σ’ όλες τις μορφές της, εργαζόμενη για το σταμάτημα των εξισλαμισμών, συμμετέχοντας σ’ όλες τις εξεγέρσεις ακόμα και διευθύνοντάς τες (έχει να δείξει μεγάλο αριθμό νεομαρτύρων, που είναι σύγχρονα και ήρωες της χριστιανικής πίστης και της εθνικής αντίστασης), ρυθμίζει επίσης την πνευματική ζώη»[15].  
Ο Ν.Σβορώνος αποτιμά την σημασία της λόγιας και λαϊκής παράδοσης: « ενώ η λόγια παράδοση ασχολείται με την εθνική πραγματικότητα, η λαϊκή υψώνεται απ’ την ανώνυμη δημιουργία  στην προσωπική. Η ανώνυμη λαϊκή δημιουργία, που ενώνει σε μια ζωντανή σύνθεση στοιχεία απ’ όλες τις εποχές της τρισχιλιόχρονης ιστορίας του Ελληνισμού και εκφράζει καθαρά τη συνέχεια του ελληνικού πολιτισμού, βρίσκει εκτός  απ’ τα σταθερά θέματα της ανθρώπινης ζωής νέα ποιητικά θέματα συνδεμένα με όσα γεγονότα πήραν εξαιρετική σημασία στην εθνική ζωή, όπως η τύχη των Ελλήνων στο εξωτερικό (ξενιτιά), η δουλεία, οι αρματολοί, οι κλέφτες, η εθνική αντίσταση. Οι λαϊκοί θρήνοι για τις κατακτημένες απ’ τους Τούρκους πόλεις ανάμεσα στο ιγ’ και το ιε’ κατέχουν εδώ ιδιαίτερη θέση. Αποτελούν  τα πρότυπα που θα μιμηθούν οι πρώτες λαϊκής έμπνευσης προσωπικές πραγματοποιήσεις, δηλαδή οι θρήνοι για την άλωση της Κωνσταντινούπολης και οι έμμετρες ιστορικές αφηγήσεις. Παράλληλα, άλλα χρονικά σε πεζό λόγο και λαϊκή γλώσσα θα συνεχίσουν τη λαϊκή βυζαντινή παράδοση»[16].  
Διόλου αρνητικά δεν αντιμετωπίζει το διανοητικό εγχείρημα του Σ.Ζαμπέλιου και του Κ.Παπαρρηγόπουλου: «κοινό φαινόμενο σ’ όλα τα νέα έθνη, η «Μεγάλη Ιδέα» αναζητά το στήριγμά της στην ιστορία. Ο Σπ. Ζαμπέλιος υπερασπίζεται τη συνέχεια του Ελληνισμού και αποκαθιστά το Βυζάντιο, το περιφρονημένο απ’ τους θαυμαστές της αρχαιότητας, ενώ ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, στο κλασσικό του έργο «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους από των αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι των καθ’ ημάς» (1860-1874), δίνει την τελειότερη μορφή στην ιδέα της συνέχειας, προσπαθώντας να διαγράψει την ενότητα του Ελληνισμού μέσα στους αιώνες. Η μονόπλευρη σύλληψη αυτού του έργου δεν αφαιρεί τίποτε απ’ τη γονιμότητα της ιδέας που για την εποχή αποτελεί πρόοδο. Σε τελευταία ανάλυση, πρόκειται για μια αντίδραση εναντίον της αποκλειστικής λατρείας της Αρχαιότητας, εφόσον συνεπάγεται την προσήλωση σ’ όλες τις ιστορικές περιόδους του ελληνικού λαού. Άλλωστε, αυτή η ιδέα θα υποβάλει τη μελέτη της σύγχρονης ζωής του λαού, των εθίμων του, της λογοτεχνίας του»[17].
Η αδιάκοπη παρουσία της ελληνικής γλώσσας αλλά και όλα τα στοιχεία που ήδη μνημονεύθηκαν οδηγεί τον Ν.Σβορώνο στο τελικό του συμπέρασμα: «το βαθύτερο νόημα της νεοελληνικής ιστορίας μπορεί να συνοψισθεί στα παρακάτω: είναι η ιστορία των επίπονων προσπαθειών ενός αρχαίου λαού να συγκροτηθεί σε σύγχρονο έθνος, να συνειδητοποιήσει τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του και να εξασφαλίσει τη θέση του ως καθορισμένη οντότητα μέσα στο σύνολο του σύγχρονου κόσμου. Αυτό το ιστορικό  φαινόμενο, παρ’ όλο που δεν περιορίζεται στον ελληνικό λαό –κι άλλοι εξίσου αρχαίοι λαοί επιχείρησαν και επιχειρούν την ίδια προσπάθεια- παρουσιάζει, στην ελληνική περίπτωση, ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη γενική ιστορία. Πρόκειται για ένα λαό που ο τρόπος ζωής και της σκέψης του τον συνδέει, τόσο χάρη στην ίδια του τη βούληση όσο και χάρη σε αντικειμενικούς δεσμούς , με την παράδοση που αποτελεί τις βάσεις του  ευρωπαϊκού πολιτισμού»[18].  
Ο Ν.Σβορώνος συνεπώς τον αντιστασιακό χαρακτήρα της ελληνικής ιστορίας  τον συνδύασε με την ανάδειξη της συνεχούς (τρισχιλιόχρονη αναφέρει σε ένα σημείο) παρουσίας του ελληνισμού στον κόσμο, τον θεμελιώδη ρόλο της ορθόδοξης εκκλησίας στην διατήρηση της ελληνικής ιδιοπροσωπίας, αλλά και στην θετική αποτίμηση των εγχειρημάτων κοινοτισμού και κοινοτικού συνεργατισμού που ανέπτυξε  το τουρκοκρατούμενο γένος.


[1] Ν.Σβορώνος, Επισκόπηση της νεοελληνικής ιστορίας, εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα 1994,ιγ’ έκδοση Αθήνα 2007.
[2] Ό.π. σελ.12.
[3] Ό.π. σελ.13.
[4] Ό.π.σελ.13.
[5] Ό.π.σελ.20.
[6] Ό.π.σελ.21.
[7] Ό.π.σελ.22.
[8] Ό.π.σελ.22.
[9] Ό.π. σελ.22.
[10] Ό.π. σελ.22,23.
[11] Ό.π σελ.43.
[12] Ό.π.σελ.47.
[13] Ό.π.σελ.53.
[14] Ό.π. σελ.54.
[15] Ό.π.σελ.49.
[16] Ό.π.σελ.51.
[17] Ό.π.σελ.93.
[18] Ό.π.σελ.155.

 Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Τετάρτη 11 Μαρτίου 2020

Ορτέγα Υ Γκάσσετ: Η εξέγερση των μαζών

Ορτέγα Υ Γκάσσετ: Η εξέγερση των μαζών, εισαγωγή-μετάφραση-επιλεγόμενα Χρήστου Μαλεβίτση (τόμος 18 Άπαντα Χρήστου Μαλεβίτση ), εκδόσεις Αρμός, Αθήνα 2010.

του Σπύρου Κουτρούλη


Το διάσημο έργο του Ορτέγα Υ Γκάσσετ εκδίδεται στην Ισπανία γύρω στο 1930 αλλά είχε αρχίσει να το επεξεργάζεται σε διάφορες μορφές ήδη από το 1922. Μεταξύ δύο πολέμων που η φιλελεύθερη δημοκρατία δέχτηκε σκληρά κτυπήματα από τον ναζισμό, τον φασισμό και βέβαια τον μπολσεβικισμό αλλά και η Ευρώπη διαλύθηκε εντελώς από ποτάμια αίματος, ο συγγραφέας δηλώνει αμετανόητα οπαδός της δημοκρατίας αλλά και της Ενωμένης Ευρώπης η οποία θα έχει υπερβεί υποτίθεται τις επιμέρους εθνικές πραγματικότητες.

Η επιδίωξη αυτή, όσο και να φαίνεται λογικά προκλητικό και παράδοξο, θεμελιώνεται στο συμπέρασμα "ότι η ανθρώπινη κοινωνία είτε το θέλει είτε όχι είναι πάντοτε αριστοκρατική από αυτή τούτη την ουσία της, μέχρι το σημείο να είναι κοινωνία μόνο στο βαθμό που είναι αριστοκρατική και παύει να είναι τέτοια όταν παύει να είναι αριστοκρατική. Βεβαίως μιλάω για κοινωνία και όχι για το κράτος"(σελ.48). Κάτι τέτοιο θυμίζει την άποψη του Β. Παρέτο ότι η "ιστορία είναι το νεκροταφείο των αριστοκρατιών" με την έννοια ότι η ιστορία συντίθεται από την διαμάχη μεταξύ ελίτ που επιχειρούν να εμφανίσουν το δικό τους συμφέρον ως συμφέρον μιας τάξης ή της κοινωνίας συνολικά. Είναι ενδεικτική η στάση του Λένιν που στο "Τι να κάνουμε" υποστηρίζει ότι οι εργάτες από μόνοι μπορούσαν να φτάσουν μόνο σε μεταρρυθμιστικά και όχι επαναστατικά αιτήματα, ώστε η επαναστατική τους συνείδηση θα έπρεπε να δημιουργηθεί εξωτερικά από την κομματική πρωτοπορία. Βεβαίως έτσι αναιρείται η μαρξική σκέψη ότι το κοινωνικό είναι προσδιορίζει την συνείδηση, όχι το αντίστροφο, αλλά αυτό έχει εν προκειμένω μικρή σημασία αφού αυτό που έπρεπε να επιτευχθεί ήταν να παρουσιαστεί το συμφέρον του κόμματος ως συμφέρον της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας.

Αλλά για να επανέλθουμε στο έργο:
 "στην εποχή μας είναι ο μαζάνθρωπος που κυριαρχεί, αυτός είναι που αποφασίζει. Τούτο δεν σημαίνει πως αυτό ακριβώς συμβαίνει στην περίοδο της δημοκρατίας, κατά την καθολική ψηφοφορία. Κάτω από την καθολική ψηφοφορία οι μάζες δεν αποφασίζουν ο ρόλος τους συνίσταται στο να υποστηρίζουν την απόφαση της μιας μειοψηφίας ή της άλλης. Αυτές οι μειοψηφίες παρουσιάζουν το "πρόγραμμά "τους- σπουδαία λέξη. Τέτοια προγράμματα βεβαίως είναι προγράμματα συλλογικής ζωής. Μ' αυτά καλούνται οι μάζες να δεχθούν ένα σχέδιο αποφάσεων"(σελ.82). 
Ενώ πιο εμφατικά θα καταλήξει "Μαζάνθρωπος είναι αυτός που η ζωή του στερείται από οποιονδήποτε σκοπό και απλώς σύρεται από το ρεύμα. Συνεπώς μολονότι οι δυνατότητες και η δύναμη του είναι τεράστιες, δεν οικοδομεί τίποτε (σελ.83).

Πέμπτη 20 Φεβρουαρίου 2020

Roger Scruton: Τρελοί, τσαρλατάνοι, ταραχοποιοί – διανοούμενοι της νέας αριστεράς



του Σπύρου Κουτρούλη 

Roger Scruton: Τρελοί, τσαρλατάνοι, ταραχοποιοί – διανοούμενοι της νέας αριστεράς, εκδόσεις Επίκεντρο, πρόλογος Ανδρέας Πανταζόπουλος, μετάφραση Άννα Δαμιανίδη, 2018.
Ο θάνατος πρόσφατα του Roger Scruton ήταν ευκαιρία να θυμηθούμε ένα έργο που κυκλοφόρησε όταν κυβερνούσε ο ΣΥΡΙΖΑ. Ο τίτλος προδιαθέτει για ένα έργο αδιάλλακτης πολεμικής. Όμως κατά την ανάγνωση του θα διαπιστώσουμε ότι ο λόγος του δεν είναι ούτε ακραίος, ούτε κατά κανόνα άστοχος. Από τον Χομπσμπάουμ, στον Σάρτρ, στον Φουκώ, στον Χάμπερμπας, στον Αλτουσέρ, στον Λακάν, στον Μπαντιού, στον Ζίζεκ και άλλους. Νομίζω ότι περισσότερο θεμελιωμένη είναι η κριτική που ασκεί στον Αλτουσέρ, στον Μπαντιού, στον Ζίζεκ. Αλλά και άλλες περιπτώσεις περισσότερο γνωστές γίνονται αντικείμενο κριτικής.
Για παράδειγμα, η πολιτιστική ηγεμονία που προτείνει ο Γκράμσι έναντι της πιο άμεσης λενινιστικής τακτικής, προϋποθέτει διανοούμενους που διακρίνονται από κομματική πειθαρχία, εγκαταλείπουν κάθε διάθεση για προσωπική αυτονομία και ακολουθούν με θρησκευτική ευλάβεια την κομματική γραμμή. Μια τέτοια περίπτωση είναι ο Γ. Λούκατς. Συγγραφέας ενός σημαντικού βιβλίου, του Ιστορία και ταξική συνείδηση θα το αποκηρύξει πρόθυμα όταν θα καταγγελθεί ως ιδεαλιστικό από τον Ζηνόβιεφ και τον Καμένεφ. Στο ίδιο έργο σε ιδιαίτερο κεφάλαιο θα καταδικάσει την Ρόζα Λούξεμπουργκ για την κριτική της στο Λένιν όσον αφορά τις απόψεις του για την κατάργηση της δημοκρατίας. Αλλά και ο ίδιος ασκεί κριτική στην αστική δημοκρατία με επιχειρήματα που θα πάρει από το Εβραϊκό Ζήτημα του Μαρξ. Το εντυπωσιακό είναι πως ο Γ. Λούκατς καταγόταν από μεγαλοαστική οικογένεια της Αυστρίας. Ο πατέρας του μεγάλος τραπεζίτης είχε βραβευθεί από τον αυτοκράτορα για τις υπηρεσίες του.
Δεν θα συμφωνήσω με πολλά σημεία της κριτικής που ασκεί στον Φουκώ, στον Αντόρνο και στον Χορκχάιμερ ειδικά για τις ενστάσεις τους ως προς τον διαφωτισμό, την τεχνική και την εργαλειακή ορθολογικότητα. Όμως σημαντική είναι η εμμονή του με το κράτος δικαίου, εγγύηση των δικαιωμάτων όσων διαφωνούν: “το κράτος δικαίου δεν είναι απλό επίτευγμα, ώστε να το συγκρίνουμε με τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα κάποιου αντίπαλου πολιτικού καθεστώτος. Είναι το sine qua non της πολιτικής ελευθερίας, υπάρχει μόνο εκεί όπου η δικαιοσύνη είναι ανεξάρτητη από την εκτελεστική εξουσία και είναι σε θέση να την ελέγξει δικαστικά. Χωρίς κράτος δικαίου η αντιπολίτευση δεν έχει καμία εγγύηση για την ασφάλεια της – και όπου η αντιπολίτευση δεν έχει καμία εγγύηση για την ασφάλεια της – και όπου η αντιπολίτευση είναι απροστάτευτη, εξαφανίζεται. Κυβέρνηση χωρίς αντιπολίτευση δεν διαθέτει τα μέσα να διορθώσει τα λάθη της ή ακόμη και να καταλάβει ότι τα διαπράττει- τέτοιο, πράγματι, είναι το είδος των κυβερνήσεων που εισήγαγαν τα αριστερά καθεστώτα, εκεί όπου κατέλαβαν την εξουσία πραξικοπηματικά ή με επανάσταση” (σελ. 318, 319).

Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 2020

Παναΐτ Ιστράτι: Ο σημερινός συγγραφέας Ζωή, έργο, ελληνική μοίρα (μέρος Β΄)


του Σπύρου Κουτρούλη από την Ρήξη φ. 157

Ο Μ. Πάτσης συμπεραίνει τελικά ότι ο «σκοπός της κομμουνιστικής αριστεράς της εποχής ήταν να εξοντώσει πνευματικά και ηθικά τον συγγραφέα και σε ένα μεγάλο βαθμό το κατόρθωσε» (σελ. 237), αλλά και συνολικότερα, «ένα χαρακτηριστικό των χωρών που αναπαράγουν τον ολοκληρωτισμό τα παλαιότερα χρόνια, αλλά και σήμερα παρέμεινε η πνευματική και ψυχική εξόντωση του ελεύθερου ανθρώπου και ατόμου» (σελ. 237).

Μετά από αρκετές δεκαετίες μπορούμε με βεβαιότητα να συμπεράνουμε ότι η κριτική του Τρότσκι ήταν εξαιρετικά προσεκτική και δεν έφτανε στην ουσία των καθεστώτων αυτών, αφού μιλούσε για «εκφυλισμένα εργατικά κράτη» και όχι για την κυριαρχία της νέας τάξης της γραφειοκρατίας, ούτε για κρατικό καπιταλισμό. Το γεγονός της αποτυχίας του τροτσκισμού μπορεί εύκολα να ερμηνευθεί, αφού ο Τρότσκι υπήρξε επιφανές στέλεχος της γραφειοκρατίας. Ως υπουργός Άμυνας είχε καταστείλει την εξέγερση των ναυτών της Κροστάνδης, είχε πρωτοστατήσει στην κυριαρχία του τρόμου και στον διωγμό κάθε διαφωνούντα είτε βρισκόταν εντός είτε βρισκόταν εκτός του κόμματος, ενώ πολλές από τις πολιτικές που στη συνέχεια εφάρμοσε ο Στάλιν, όπως ο διωγμός των αγροτών και η βίαιη κολλεκτιβοποίηση, ήταν αυτός που πρώτος τις εμπνεύστηκε.

Ο Μ. Πάτσης θα αναφερθεί και σε άλλα σημαντικά θέματα, όπως την πρωτοπόρα οξύτατη κριτική του Γκόρκι στον Λένιν και στον Τρότσκι, τους οποίους συνέκρινε με τον Νετσάγιεφ. Γράφει ο Μ. Γκόρκι: «Εξαναγκάζοντας το προλεταριάτο να συμφωνήσει με την καταστροφή της ελευθερίας του Τύπου, ο Λένιν και τα τσιράκια του νομοθέτησαν κάτι τέτοιο για τους εχθρούς της δημοκρατίας φιμώνοντάς την, απειλώντας με την πείνα και με τα πογκρόμ όλους όσους δεν συμφωνούν με τον δεσποτισμό τον δικό του και του Τρότσκι. Αυτοί οι «ηγέτες» δικαιολογούν τον δεσποτισμό, εναντίον όσων μαρτυρικά αγωνίστηκαν σε τόσες γενιές ανθρώπων…Θεωρώντας τον ίδιο τους τον εαυτό Ναπολέοντες του σοσιαλισμού, οι λενινιστές εξαφανίζουν και σφάζουν, ολοκληρώνοντας την καταστροφή της Ρωσίας: ο ρώσικος λαός θα πληρώσει για όλα αυτά ποτάμια αίμα» (σελ. 315-316). Η κριτική του Γκόρκι θα εμπνεύσει και άλλους συγγραφείς, όπως τον Ν. Μπερδιάγεφ, αλλά ο ίδιος θα συμπλεύσει εν συνεχεία με το σοβιετικό καθεστώς.
Επίσης ο Μ. Πάτσης αναφέρεται σε έναν άλλο Έλληνα ποιητή της ΕΣΣΔ, τον Γιώργη Κωστοπράβ, από τη Μαριούπολη, που έγραψε ποιήματα που υμνούσαν τον Κόκκινο Στρατό, αλλά οι σταλινικοί τον συνέλαβαν και τον εκτέλεσαν (σελ. 411), μαζί με πολλές χιλιάδες Έλληνες Πόντιους.

Δευτέρα 27 Ιανουαρίου 2020

Φοιτητικοί περίπατοι στα βιβλιοπωλεία της Σόλωνος

Αποτέλεσμα εικόνας για ΕΣΤΙΑ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ


Αποτέλεσμα εικόνας για σπυροσ κουτρουληστου Σπύρου Κουτρούλη

Το 1982 βρέθηκα φοιτητής στο Οικονομικό τμήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ούτε δέκα χρόνια από την πτώση της στρατιωτικής δικτατορίας και η ομαλή δημοκρατική εξέλιξη πρόσφερε καρπούς στην πνευματική ζωή, μια πλειάδα βιβλιοπωλείων που αντιπροσώπευαν συχνά διαφορετικές ή και αντίθετες κοσμοθεωρίες. Δύο χρόνια πριν από το οργουελιανό «1984 «και οι ανησυχίες για κυριαρχία του ολοκληρωτισμού είχαν περισσότερο φιλολογικό παρά πραγματικό ενδιαφέρον. Όμως κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει ότι μετά από επτά χρόνια θα σχηματιζόταν οικουμενική κυβέρνηση με συμμετοχή της αριστεράς. Όπως και κανένας δεν μπορούσε να φανταστεί ότι μετά από επτά με οκτώ χρόνια τα σοβιετικά καθεστώτα θα κατέρρεαν το ένα μετά το άλλο, σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα με πρωτοβουλία των ηγεσιών τους.

Απολάμβανα ιδιαίτερα να αναλώνω πολλές ώρες στα πέριξ βιβλιοπωλεία. Απέναντι σχεδόν, στη Σόλωνος, λειτουργούσε το «Βιβλιοπωλείον της Εστίας» ένας πραγματικός θησαυρός του βιβλίου. Στο ισόγειο υπήρχαν οι πάντα ενήμεροι υπάλληλοι και το γραφείο της ιδιοκτήτριας της κ. Καραϊτίδου. Εκεί όμως που μπορούσες να βρεις τα πιο σπάνια βιβλία ήταν το υπόγειο και ο α΄όροφος. Σε μια άκρη του ισογείου υπήρχαν όλα τα περιοδικά που κυκλοφορούσαν κατεξοχήν η «Νέα Εστία» αλλά και άλλα μη αριστερά όπως τα «Πολιτικά θέματα», η «Εποπτεία», τα «Επίκεντρα». Από την «Εστία» θα περνούσε απαραίτητα το πιο δραστήριο τμήμα των στοχαστών, άλλωστε από τα βιβλία της «γενιάς του 30» θα ανοιχτεί σε άλλους όπως στον Κ. Αξελό.  Η «Εστία» θα δεχτεί αρκετές επιθέσεις από αναρχικούς, θα δεχτεί μεγάλο κτύπημα από την οικονομική κρίση και τελικά θα μετακομίσει σε ένα πολύ μικρότερο χώρο στη Διδότου.

Σάββατο 11 Ιανουαρίου 2020

Σαρλ Μπετελέμ: Οι ταξικοί αγώνες στην ΕΣΣΔ, 3η περίοδο 1930-1941, Τόμος Γ1 Οι κυριαρχούμενοι, Τόμος Γ2 Οι κυρίαρχοι, μετάφραση Σπύρος Κακουριώτης, εκδόσεις Κουκκίδα, σελ.725, Αθήνα 2017

του  ΣΠΥΡΟΥ ΚΟΥΤΡΟΥΛΗ

Ως μνημειώδες αναφέρεται το έργο του Σ.Μπετελέμ που επιχειρεί να ερμηνεύσει το κοινωνικό καθεστώς της πρώην ΕΣΣΔ και συνεπώς να κατανοήσει έγκυρα τους λόγους της παρακμής και τελικά της κατάρρευσης του. Αλλά μνημειώδη είναι και η έκδοση του στην ελληνική γλώσσα από τις εκδόσεις Κουκκίδα του Δημήτρη Δημόπουλου. Νομίζω ότι η αναγνωστική προσπάθεια θα είναι πιο ολοκληρωμένη αν συνδυαστεί με την μελέτη του έργου του Κώστα Παπαϊώαννου " Η γένεση του ολοκληρωτισμού".
Μακρυά από το να προσδιορίζονται ως "εκφυλισμένα εργατικά κράτη" όπως έγραφε ο Τρότσκυ ο Σ.Μπετελέμ τα προσδιορίζει ως "κρατικό καπιταλισμό". Βεβαίως μια τέτοια ορολογία που εφαρμόζει την μαρξική κριτική στον σοβιετικό σχηματισμό αποσκοπεί να δείξει ότι παρότι άλλαξαν οι νομικές σχέσεις ιδιοκτησίας από ιδιωτικές σε κρατικές , οι πραγματικές κοινωνικές σχέσεις παρέμειναν αλώβητες και άρα
εκμεταλλευτικές ("η κρατική ιδιοκτησία αφήνει ανέγγιχτη τη μισθωτή σχέση εκμετάλλευσης και το μόνο που κάνει είναι να επιτρέπει την ανάδυση μιας ειδικής μορφής καπιταλιστικής ιδιοκτησίας, που αναπτύσσεται πλήρως με τον κρατικό σχεδιασμό" σελ.348). Η εμμονή των κρατούντων για την δημιουργία βαριάς βιομηχανίας σε μια υπανάπτυκτη χώρα προϋπέθετε την πρωτογενή συσσώρευση κεφαλαίου με την χρήση εκτεταμένης κρατικής βίας, την καταστροφή των αγροτών αλλά και την ευρύτατη χρήση της καταναγκαστικής εργασίας και των στρατοπέδων συγκέντρωσης. Παρότι η καταναγκαστική εργασία δεν θα μπορούσε να είναι ιδιαίτερα παραγωγική όμως χρησιμοποιείτο εκεί που η χρησιμοποίηση εργατών υπό ομαλές συνθήκες θα ήταν περίπου ανέφικτη. Φυσικά η απουσία της αγοράς είχε ως αποτέλεσμα την ανορθολογική χρήση των πόρων και την συγκρότηση μίας νέας τάξης γύρω από το κομμουνιστικό κόμμα η οποία ήταν υπόλογη μόνο στην ηγεσία. Η κοινή λογική βέβαια κακόπαθε από την ιδεολογική της χρήση. Ο Στάλιν, ακολουθώντας τον Λένιν, ισχυριζόταν ότι το κράτος θα μαραθεί όταν αποκορυφωθεί η ισχύς του ("η απονέκρωση του κράτους δεν θα γίνει με το αδυνάτισμα της κρατικής εξουσίας, μα με το δυνάμωμά της στον ανώτατο βαθμό",σελ.376). Ίσως σε αυτό το σημείο θα πρέπει να αναζητηθούν οι ευθύνες του Hegel , του Ηράκλειτου ή της μαρξικής ερμηνείας του.
Ο σταλινισμός αντιστρέφει την πραγματικότητα, θεμελιώνεται πάνω στον μύθο ότι τον Οκτώβριο του 1917 εγκαθιδρύθηκε η προλεταριακή εξουσία και στον άλλο μύθο ότι στην δεκαετία του ' 30 οικοδομήθηκε ο σοσιαλισμός. Συγχρόνως κατασκευάζει μια νέα γλώσσα "αυτή η κωδικοποιημένη γλώσσα παίρνει σιγά-σιγά τη μορφή ξύλινης γλώσσας, μιας γλώωσας νεκρής, απ' όπου αφαιρέθηκε η ζωή, καθώς έχασε κάθε επαφή με την πραγματικότητα"(σελ.407).

Τρίτη 24 Δεκεμβρίου 2019

Νέα κυκλοφορία: Φιλοσοφία και Ιστορία του Σπύρου Κουτρούλη


  • Κυκλοφόρησε το 4ο βιβλίο - όλα από τις εναλλακτικές εκδόσεις- του αγαπημένου φίλου Σπύρου Κουτρούλη!
ΚΑΛΟΤΑΞΙΔΟ!!! 



Φιλοσοφία και Ιστορία 
Συγγραφέας: Σπύρος Κουτρούλης
Σελ. 160

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
Ο Σπύρος Κουτρούλης σε πέντε διαφορετικά δοκίμια επιχειρεί να διερευνήσει τη συνάντηση της φιλοσοφίας με την κοινωνία και την ιστορία· εξαρχής, άλλωστε, ο φιλοσοφικός λόγος στάθηκε πάντα μέσα στον κοινωνικό χώρο και δεν περιορίστηκε στον προβληματισμό για την αφετηρία της ύπαρξης.
Το πρώτο δοκίμιο πραγματεύεται την πολιτική φιλοσοφία του Πλάτωνα, την ερμηνεία της από τον Καρλ Πόππερ –που τον θεωρεί προπομπό του ολοκληρωτισμού– και την απάντηση του Eρνστ Κασσίρερ, που θα υποστηρίξει ότι, στην πλατωνική πολιτεία αποδοκιμάζεται με εμφατικό τρόπο η τυραννία.
Στο δεύτερο, για την πολιτική, την κοινωνία και τη δημοκρατία στον Αριστοτέλη, παρατίθενται οι απόψεις των Καρλ Πόππερ, Καρλ Μαρξ και Κορνήλιου Καστοριάδη. Ο Αριστοτέλης θέτει σε αξιακή προτεραιότητα την κοινωνία έναντι του ατόμου, όχι για να το εξαφανίσει, αλλά για να πλέξει το απαραίτητο «κουκούλι», εντός του οποίου ο άνθρωπος θα καταφέρει να αναπτύξει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του.
Στο τρίτο δοκίμιο παρουσιάζεται η αντίληψη της Χάνα Άρεντ πως το ξερίζωμα του ανθρώπου αποτελεί την πηγή του ολοκληρωτισμού, ενώ παράλληλα η δυτική δημοκρατία κατατρύχεται από την εμπορευματοποίηση και τον μηχανικισμό.
Στο τέταρτο δοκίμιο «Αντιεθνικισμός και αυτοκρατορίες: οι παρερμηνείες και τα αδιέξοδα της μεταμοντέρνας ιστοριογραφίας» παρουσιάζονται οι απόψεις –και οι παρερμηνείες αυτών– των Έρνεστ Γκέλνερ, Άντονι Σμιθ, Mπένεντικτ Άντερσον και Έλι Κέντουρι για τις προϋποθέσεις, τους όρους και την εξέλιξη των ιστορικών εθνών.
Τέλος, το βιβλίο ολοκληρώνεται με την μελέτη της αντίληψης του Ιμμάνουελ Καντ για την κυριαρχία του ανθρώπου πάνω στον Κόσμο και στη Φύση· αντίληψη που επηρέασε τη φιλοσοφική σκέψη που ακολούθησε, ακόμη και αυτή που επεδίωξε να σταθεί απέναντί του, όπως η μαρξική.
Τα άλλα βιβλία του Σπύρου Κουτρούλη!!!

Κυριακή 1 Δεκεμβρίου 2019

Βιογραφικά στον Ανδρέα Κάλβο

με αφορμή τα 150 χρόνια από τον θάνατό του

Γιώργος Ανδρειωμένος
εκδόσεις Ι. Σιδέρης, Αθήνα, Ιούνιος 2019

του Σπύρου Κουτρούλη από την Ρήξη φ. 155
Επειδή η τέχνη και η ζωή είναι ένα ζευγάρι αξεδιάλυτο, αχώριστο, και η τέχνη, αν ήταν έξω από τις εμπειρίες που προσφέρει η ίδια η ζωή δεν θα μπορούσε να υπάρξει είναι εύλογο να μας απασχολεί η ζωή ενός ποιητή. Πώς τα γεγονότα, οι γνώσεις που απέκτησε, οι σχέσεις με τους ανθρώπους του περιβάλλοντος του, ο πολιτισμός από τον οποίο προέρχεται, αλλά και οι άλλοι με τους οποίους διασταυρώθηκε, πώς επηρέασαν την τέχνη ενός ποιητή;
Ο Γ. Ανδρειωμένος ασχολείται με τις βιογραφίες που γράφτηκαν για τον Ανδρέα Κάλβο. Συγχρόνως μας δίδει μια μέθοδο, αλλά και τις προϋποθέσεις για να γράφεται μια άρτια βιογραφία. Ακαταπόνητος ερευνητής ο ίδιος, εξάντλησε όλη τη σχετική βιβλιογραφία που αφορά τον μεγάλο μας ποιητή. Αλλά και με γλώσσα σαφή και ώριμη διατύπωσε έναν άρτιο κριτικό λόγο.
Εξαρχής συμπεραίνει ότι η βιογραφία στη χώρα μας γεννά πολλούς προβληματισμούς «αφού ποτέ δεν καλλιεργήθηκε συστηματικά και με τρόπο έγκυρο – και όταν αυτό γινόταν συχνά λάμβανε χαρακτηριστικά αγιογραφίας και άλλοτε εντασσόταν στον χώρο της παραλογοτεχνίας»(σελ. 23).
Ο συγγραφέας διακρίνει τη βιογραφία που έγραψε ο Γεώργιος Θ. Ζώρας και δημοσιεύθηκε στο αφιέρωμα της Νέας Εστίας τα Χριστούγεννα του 1946 και ξαναδημοσιεύθηκε διορθωμένη και εμπλουτισμένη στο αντίστοιχο τεύχος του ίδιου περιοδικού το 1960. Παρά τον χρόνο που κύλισε η εργασία του Ζώρα «φαντάζει ακόμη αξεπέραστη στο είδος της» (σελ. 27).

Σάββατο 23 Νοεμβρίου 2019

Ποιο είναι το σφάλμα της Δεξιάς - Γιατί η Αριστερά δεν έχει μέλλον

Ποιο είναι το σφάλμα της Δεξιάς - Γιατί η Αριστερά δεν έχει μέλλον, Σπύρος Κουτρούλης

Γράφει ο Σπύρος Κουτρούλης* - 

Σε ένα σύντομο, αλλά εξαιρετικά πυκνό δοκίμιο, που μετάφρασε και προλόγισε άριστα ο Γ. Ρακκάς, ο Αμερικανός κοινωνιολόγος Κ. Λας επιτυγχάνει να θέσει τους λόγους για τους οποίους το δίπολο αριστερά και δεξιά έχασε την σημασία του και δεν μπορεί πλέον να εμπνεύσει ελπίδα. Θεμελιώνει με επιχειρήματα μια αίσθηση κοινή σε καθένα που παρακολουθεί και ερμηνεύει τις εξελίξεις στην χώρα μας και στον κόσμο.
Ο Καστοριάδης ήδη από το 1986 παρόμοια επεσήμανε «εδώ και καιρό, ο διαχωρισμός αριστερά-δεξιά, στη Γαλλία, όπως και αλλού, δεν ανταποκρίνεται πια στα μεγάλα προβλήματα του καιρού μας, ούτε σε ριζικά διαφορετικές πολιτικές επιλογές»(Λας, Καστοριάδης, Μισεά, Η κουλτούρα του εγωισμού, Μετάφραση Χ.Σταματοπούλου, Επιμέλεια Γ.Καραμπελιάς, Εναλλακτικές Εκδόσεις σελ. 58).
Ο Λας κατηγορεί την αριστερά πως «έχει χάσει την επαφή της με τον κοινό λόγο» (σελ.38), ενώ «έφτασε να θεωρεί την κοινή λογική –την παραδοσιακή σοφία και τις κοινοτικές παραδόσεις ως εμπόδιο για την πρόοδο και τον διαφωτισμό. Επειδή ταυτίζει την παράδοση με την προκατάληψη, έχει καταστεί πλέον ανήμπορη να συνομιλήσει με τους απλούς ανθρώπους στην κοινή τους γλώσσα. Ολοένα και περισσότερο μιλάει το δικό της ιδίωμα, το θεραπευτικό ιδίωμα των κοινωνικών επιστημών και των επαγγελματιών των κοινωνικών υπηρεσιών, ιδίωμα που μοιάζει να υπηρετεί μάλλον την αμφισβήτηση όλων εκείνων που οι πάντες θεωρούν αυτονόητα»(σελ.30). Η αριστερά χρησιμοποιεί μια «νέα γλώσσα», "new speak" κατά τον Όργουελ που συγκαλύπτει την πραγματικότητα.
Αξίες και συλλογικές ταυτότητες όπως η οικογένεια, που υποτίθεται ότι της υπερασπίζεται η δεξιά, δέχονται καίρια κτυπήματα από την κυριαρχία του καταναλωτισμού. Η ανάγκη να εργάζονται και τα δύο μέλη της οικογένειας περιορίζει τον χρόνο που της αφιερώνεται και αφετέρου ο καταναλωτισμός διαφημίζει, ίσως κάποτε επιβάλλει, μια ζωή δίχως τις υποχρεώσεις και την προσφορά που προϋποθέτει η οικογενειακή ζωή.
Το ιστορικό βάρος μεταφέρεται από την παραγωγή στην κατανάλωση. Η προτεραιότητα στην παραγωγή και στον εργαλειακό ορθολογισμό απαιτούσε εγκόσμιο ασκητισμό, αφοσίωση στην εργασία, αποταμίευση και στην συνέχεια επένδυση. Αντίθετα η προτεραιότητα στην καταναλωτισμό απαιτεί ανορθολογισμό, κυριαρχία της εικόνας και των συμβόλων έναντι του λόγου, εκμετάλλευση των ενστίκτων.

Βραχύβια διάρκεια ζωής

Γράφει «η ίδια ιστορική διαδικασία που μετέβαλε τον πολίτη σε πελάτη, μεταμόρφωσε τον εργάτη από παραγωγό σε καταναλωτή. Έτσι, η ιατρική και ψυχιατρική επίθεση στην οικογένεια ως έναν τεχνολογικά οπισθοδρομικό κοινωνικό θεσμό ήρθε μαζί με την εκστρατεία της διαφημιστικής βιομηχανίας να πείσει τους ανθρώπους ότι τα έτοιμα προϊόντα που αγοράζει κανείς από τις από τις μεγάλες αλυσίδες λιανικής πώλησης είναι καλύτερα από αυτά που φτιάχνονται στο σπίτι»(σελ.38).
Κάθε προϊόν έχει μια βραχύβια διάρκεια ζωής, αφού η αξία χρήσης του έχει αντικατασταθεί από την ανάγκη για καινοτομία. Έτσι «μια κοινωνία που οργανώνεται γύρω από τη μαζική παραγωγή δημιουργεί εξάρτηση από την αίσθηση του κατέχειν. Η ανάγκη για καινοτομία και νέα διέγερση γίνεται ακόμα πιο επιτακτική, ενώ παρεμβάλλονται σ’ αυτήν μεσοδιαστήματα ανίας ολοένα και πιο δυσβάσταχτης. Έτσι είναι αρκετά εύστοχή η παρατήρηση του Γουίλλιαμ Μπάροουζ που λέει ότι ο σύγχρονος καταναλωτής συμπεριφέρεται ως «πρεζάκι της εικόνας»(σελ. 42).
Ο Λας αποδεικνύει τις αντιφάσεις της δεξιάς : «αυτές οι ατομικιστικές αξίες είναι εντελώς αντι-παραδοσιακές, στο εσώτερο νόημα και τις επιπτώσεις τους. Είναι αξίες ενός ρευστού ανθρώπου, που βρίσκεται σε αποσύνδεση από τους προγόνους του, από την οικογενειακή συνθήκη, από οτιδήποτε δημιουργεί δεσμούς και περιορίζει την ελευθερία των κινήσεων. Τι το παραδοσιακό έχει η απόρριψη της ίδιας της παράδοσης, της συνέχειας, και η αποθέωση της ανεστιότητας; Ο συντηρητισμός που ταυτίζεται με τις δυνάμεις της αδιάκοπης κινητικότητας είναι ένας επίπλαστος συντηρητισμός. Όπως είναι εκείνος που προπαγανδίζει υπέρ της αισιοδοξίας, καταγγέλλει την «καταστροφολογία» και αρνείται να ανησυχήσει για το μέλλον»(σελ.48).

Εξίσου αρνητικός

Ο Λας καταλήγει εξίσου αρνητικός προς την αριστερά και την δεξιά γράφοντας: «η ιδέα μιας «Αριστεράς» έχει εξαντλήσει την ιστορική της ύπαρξη και πρέπει να εγκαταλειφθεί, όπως πρέπει να εγκαταλειφθεί και ένας συντηρητισμός που, σε μεγάλο βαθμό, με τη δική του ρητορική, συγκαλύπτει τις παλαιότερες φιλελεύθερες παραδόσεις. Οι παλιές ταμπέλες δεν έχουν κανένα νόημα πλέον. Το μόνο που καταφέρνουν είναι να μπερδεύουν ακόμα περισσότερο τη συζήτηση αντί να την ξεδιαλύνουν. Αποτελούν προϊόντα μιας παλαιότερης εποχής, της εποχής του ατμού και του χάλυβα, και είναι εντελώς ακατάλληλες για την εποχή της ηλεκτρονικής, του ολοκληρωτισμού και της μαζικής κουλτούρας. Ας αποχαιρετήσουμε αυτούς τους παλιούς μας φίλους, ένθερμα μα ειλικρινά, και ας αναζητήσουμε αλλού έμπνευση και ηθική υποστήριξη»(σελ.55).

Παρασκευή 1 Νοεμβρίου 2019

Η οικονομική σημασία της ελληνικής οικογένειας

από

 
Στοχαστές όπως, ο Σ. Ράμφος του ύστερου έργου του, επιχειρούν να μας πείσουν ότι θεμέλιο της ελληνικής κακοδαιμονίας είναι η ελληνική οικογένεια. Υποτίθεται ότι αυτή εμποδίζει το άτομο να ενηλικιωθεί και να αποκτήσει έλλογα χαρακτηριστικά.
Όμως τέτοιες απόψεις όχι μόνο δεν θεμελιώνονται στην κοινωνική εμπειρία και στην ιστορική πραγματικότητα αλλά την αντιστρέφουν. Η προσωπικότητα για να συγκροτηθεί έχει ανάγκη την θαλπωρή του οικογενειακού χώρου. Από αυτόν θα λάβει την γλώσσα του και τις δυνατότητες να ενταχθεί στο κοινωνικό σύνολο όπως γράφουν ο Κ. Καστοριάδης και ο Κ. Λάς (ο τελευταίος μάλιστα την χαρακτηρίζει «λιμάνι σε έναν άκαρδο κόσμο»).
Ο ιστορικός Γ. Δερτιλής μας δίνει πολλά τεκμήρια για τον σημαντικό και θετικό ρόλο της ελληνικής οικογένειας. Τονίζει ότι την θεωρεί «ως μονάδα παραγωγής και μάλιστα ως μονάδα υψηλής παραγωγικότητας και ως το κατεξοχήν παραγωγικό κύτταρο της ελληνικής οικονομίας εδώ και αιώνες. Πρόκειται για οικογένεια μεσογειακού τύπου: πολυμήχανη, προσαρμοστική, πολύεργη (εννοείται ότι σε αυτά τα θέματα θα επανέλθω). Στον μεσογειακό τύπο προσθέτουμε ένα πρόσθετο, ελληνικό χαρακτηριστικό που υπήρχε ανέκαθεν: η ελληνική οικογένεια ήταν και είναι μια ιδιότυπη, συμπαγής οικονομική κοινοπραξία, απίστευτη εργατική όταν εργάζεται για το δικό της όφελος, ένα κοινωνικό κύτταρο εγωπαθές και πανίσχυρο, πότε οχυρό απόρθητο και πότε ελαφρύ τεθωρακισμένο, ευέλικτο και επιθετικό»[1]. Παρότι δεν αγνοεί κάποια αρνητικά της χαρακτηριστικά, όπως την ώθηση συχνά στην προστασία που προσφέρει μια θέσης δημοσιο-υπαλληλική, τελικά όλα αυτά αναιρούνται από το θεμελιώδες χαρακτηριστικό της που είναι ο υψηλός βαθμός προσαρμοστικότητας. Τελικά «η οικογένεια είναι και γόνιμο φυτώριο άλλων ιδεών και νοοτροπιών, που οδηγούν συχνά τα μέλη της σε τολμηρές αναζητήσεις εκτός των διανοητικών και βιοτικών συνόρων της, στις σπουδές και την κοινωνική κινητικότητα, σε παροδικές αποδημίες και σε ισόβιες μεταναστεύσεις, σε οικονομικές συμπεριφορές που είναι, ενίοτε, παραγωγικότατες, σε εργασιακές στρατηγικές, σε αποταμιευτικές και επενδυτικές στρατηγικές πολύ αποδοτικές, σε επιχειρηματικές πρωτοβουλίες όλων των διαμετρημάτων και σε παραγωγικές μονάδες ιδιαίτερα προσαρμοστικές»[2].

Σάββατο 26 Οκτωβρίου 2019

Σώτη Τριανταφύλλου, ιδιαίτερα εύστοχη στα ΝΕΑ 19.10.2019 για την Τουρκία



του Σπύρου Κουτρούλη

Δυστυχώς τα ΝΕΑ δεν δημοσιεύουν ελεύθερα στο διαδίκτυο τα άρθρα των συνεργατών τους, γι' αυτό και θα αναπαράγω ένα τμήμα από το άρθρο της Σώτης Τριανταφύλλου με τον τίτλο "Το ματς" που περιγράφει με τεκμηριωμένο τρόπο, δίχως υπεκφυγές, τις συνέπειες που έχει η στάση της Τουρκίας.

Συμπεραίνει ότι "ο στόχος της Τουρκίας δεν ήταν να γίνει "μέλος" της Ευρώπης, στόχος της ήταν και παραμένει η κυριαρχία της μέσω της δημογραφίας, της θρησκείας και του πολιτικού ισλάμ, της προοπτικής του χαλιφάτου. Ο κεμαλισμός δεν υπάρχει:η Τουρκία κινείται προς το πακιστανικό μοντέλο μέσα στη γενική αδιαφορία ή μέσα στην τρελή ευρωπαϊκή αισιοδοξία. Η ιστορία της είναι μια σειρά από γενοκτονίες, διπλωματική διπροσωπία, παντουρκισμό, κοινωνικό δαρβινισμό - προπάντων, η Τουρκία εμφορείται από το σύμπλεγμα κατωτερότητας των ελλειμματικών πολιτισμών έναντι της Ευρώπης που εκδηλώνεται με ευθυξία, σπασμωδικότητα, με τον φόβο της ταπείνωσης".

Γράφει λοιπόν η Σώτη Τριανταφύλλου αρχικά: "το χρονικό της μάταιης προσπάθειας για συνεννόηση Ευρώπης-Τουρκίας συμπυκνώνει την ευρωπαϊκή παθολογία και καταδεικνύει την αποτυχία της πολιτικής του κατευνασμού. Ο τουρκο-γερμανός ευρωβουλευτής Βουράλ Εζερ, που εκφράζει με άνεση τις τουρκικές βλέψεις, στρογγυλοκάθεται στα έδρανα του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος: "Θα ολοκληρώσουμε αυτό που άρχισε ο Σουλεϊμάν με την πολιορκία της Βιέννης το 1529. Θα κατακλύσουμε την Ευρώπη χάρη στους καρπερούς άνδρες μας και στις υγιείς γυναίκες μας. Το 2100 στη Γερμανία θα ζουν 35 εκατομμύρια Τούρκοι και 20 εκατομμύρια Γερμανοί". Η ΕΕ απαντάει: Βάλτε τα δυνατά σας, θα σας βοηθήσουμε κι εμείς. Ήδη σας βοηθάμε. Το 1949, η Τουρκία έγινε μέλος του ΝΑΤΟ αν και κράτησε φιλογερμανική στάση στο Β' παγκόσμιο Πόλεμο. Στη συνέχεια, ζήτησε και πέτυχε ειδική μεταχείριση από την ΕΟΚ(π.χ. τελωνειακές διευκολύνσεις) κι όταν υπέβαλε αίτημα ένταξης η ευρωπαϊκή Αριστερά τη στήριξε ενθουσιωδώς. Ως αιθεροβάμων (αν είμαστε καλοπροαίρετοι) ή ως υπονομευτική του ευρωπαϊκού πολιτισμού (πράγμα πιθανότερο) έβλεπε τους Τούρκους σαν κλώνους του Ναζιμ Χιμέτ και του Γιλμάζ Γκιουνέι. Το 1989, όταν λέγαμε ότι μια μουσουλμανική χώρα, με τέτοιο μέγεθος, δίχως δημοκρατικούς θεσμούς και με ιστορία επιθετικότητας και κατακτήσεων έναντι της Ευρώπης δεν μπορεί να γίνει δεκτή στην ΕΟΚ, η Αριστερά απαντούσε "Αχά! Ώστε η Ευρώπη είναι μια κλειστή λέσχη χριστιανών..." Μάλιστα, είναι".

Κυριακή 6 Οκτωβρίου 2019

Γιώργος Σεφέρης: Μέρες Θ΄


1 Φεβρουαρίου 1964- 11 Μάη 1971,
φιλολογική επιμέλεια: Κατερίνα Κρίκου-Davis
Αθήνα, Ίκαρος 2019.

Του Σπύρου Κουτρούλη


Ο τόμος Μέρες Θ΄ του Γ. Σεφέρη, περιλαμβάνει τις ημερολογιακές σημειώσεις του ποιητή από τα τελευταία χρόνια της ζωής του. Αναφέρεται στον φθόνο που συνάντησε στη χώρα μας μετά την απονομή του βραβείου Νόμπελ, τις υποκριτικές προσπάθειες να ανακηρυχθεί δήθεν ακαδημαϊκός, στις διαβρωτικές, ατεκμηρίωτες και ανυπόστατες φήμες να αποδοθεί η διεθνής αναγνώρισή του σε προϊόν συνωμοσίας, η δήλωσή του κατά της δικτατορίας που συνοδεύθηκε με την αφαίρεση του διαβατηρίου του και τις συκοφαντικές επιθέσεις εναντίον του από τον Ελεύθερο Κόσμο και την Εστία (δύο εφημερίδες που υποστήριξαν τη δικτατορία), που εντοπίστηκαν στην αντιστροφή και διαστρέβλωση της συμμετοχής του Σεφέρη στις διαπραγματεύσεις που οδήγησαν στη Συμφωνία της Ζυρίχης.

Στις πιο ευχάριστες στιγμές του συγκαταλέγονται οι επισκέψεις σε διάφορες χώρες και πανεπιστήμια στο εξωτερικό ως προσκεκλημένος τους, οι εκδρομές στους Δελφούς, στην Καρδαμύλη και σε άλλα ελληνικά μέρη μαζί με αγαπητούς φίλους του και η φιλοξενία του Έζρα Πάουντ μαζί με τον Ζήσιμο Λορεντζάτο.
Σημειώνει Μεγάλο Σάββατο, 2 Μάη 1964: «Στον Επιτάφιο, στον Α-Δημήτρη το Λουμπαρδιάρη. Ο Επιτάφιος της Στέρνας. Στεκόμασταν αντίκρυ στην εκκλησιά στους πρόποδες του Φιλοπάππου. Κεριά αναμμένα τριγύρω κι αντίκρυ. Η σκοτεινή Ακρόπολη (όχι φωταγωγημένη, ευτυχώς) δεξιά. Ευωδιά από θυμάρι. Τα ίδια δεδομένα, όπως τότε, όμως τόσο πιο μακριά από τις ρίζες, και τόσο χαλασμένοι οι άνθρωποι . ρωτιέται κανείς γιατί ήρθαν – κουβεντιάζουν μεταξύ τους, όπως στο καφενέ. ήρθαν από συνήθεια που γίνεται ολοένα χωρίς περιεχόμενο. Και τ’ αυτοκίνητα στο στενό δρόμο, ανάμεσα στην εκκλησιά και στο λόφο, χαλνάν τον κόσμο με τα κλάξον. Αίσθημα πως η Ελλάδα, όπως τη δείχνει η Αθήνα, ολοένα στραγγίζει (σελ.43).»

Στις 16 Φεβρουαρίου 1965 σε εκδήλωση για τον Τ.Σ. Έλιοτ στο Βρετανικό Συμβούλιο: «Ήρθαμε εδώ, στα σαράντα του Θωμά Έλιοτ, για να συγκεντρωθούμε στη μνήμη του, ο καθένας όπως μπορεί. Δεν έχω τη δύναμη ν’ αφεθώ, αυτές τις μέρες, σε κριτικές σκέψεις. Ένα μόνο θέλω να σημειώσω. Ο θάνατος έδειξε πόσο ανεξίτηλα σφράγισε την εποχή του αυτός ο ποιητής και πόσο μεγάλο κενό μας άφησε φεύγοντας: «χάσμα σεισμού που βγάνει ανθούς» θα’ λεγε ο Σολωμός»(σελ.86)».

Τ. Σόρος: η Ε.Ε. πρέπει να δέχεται κάθε χρόνο 1.000.000 πρόσφυγες

Εξι προτάσεις για την αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης | tovima.gr
Σχόλιο:Προφανώς αν θεωρήσουμε ότι η μετακίνηση πληθυσμών προς την Ευρώπη, ως αποτέλεσμα κυρίως της αποσταθεροποίησης και των πολέμων  της Μέσης Ανατολής για την οποία  εκτός των ισλαμιστών της ISIS τεράστιες ευθύνες έχουν κάποιες  χώρες όπως και η Τουρκία, η Σαουδική Αραβία και το Κατάρ, δεν περιέχουν κινδύνους για τις κοινωνίες μας, τότε αντί να χρησιμοποιούνται τα ανεπίσημα δίκτυα των δουλεμπόρων  θα έπρεπε να χρησιμοποιούνται τα καθιερωμένα δίκτυα μεταφορών. Σε μια τέτοια περίπτωση όμως οι ευρωπαϊκές κοινωνίες γρήγορα θα κατανοούσαν που τις οδηγούν οι ιδεοληψίες των ιδιοτελών.
Του Σπύρου Κουτρούλη



πηγή:ΤΟ ΒΗΜΑ : http://www.tovima.gr/world/article/?aid=741800&wordsinarticle=%3b%CE%A3%CE%9F%CE%A1%CE%9F%CE%A3

Εξι προτάσεις για την αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης

«Η Ευρωπαϊκή Eνωση χρειάζεται ένα ολοκληρωμένο σχέδιο για ασφαλείς μετακινήσεις, το οποίο πρέπει να επεκταθεί πέρα από τα σύνορά της»

Η Ευρωπαϊκή Eνωση (ΕΕ) πρέπει να αναλάβει την ευθύνη για την έλλειψη μιας κοινής πολιτικής ασύλου, η οποία έχει μετατρέψει την αυξανόμενη εισροή προσφύγων από διαχειρίσιμο πρόβλημα σε πολιτική κρίση. Κάθε κράτος-μέλος έχει εγωιστικά επικεντρωθεί στα δικά του συμφέροντα, δρώντας συχνά ενάντια στα συμφέροντα των άλλων. Αυτό επιτάχυνε τον πανικό μεταξύ των αιτούντων άσυλο, στο ευρύ κοινό, και στις Αρχές που είναι αρμόδιες για τη δημόσια τάξη. Οι αιτούντες άσυλο ήταν τα κύρια θύματα.


Η ΕΕ χρειάζεται ένα ολοκληρωμένο σχέδιο για την αντιμετώπιση της κρίσης ώστε οι μετακινήσεις των προσφύγων να λάβουν χώρα με ασφαλή, ομαλό τρόπο και με ρυθμό που θα αντικατοπτρίζει την ικανότητα της Ευρώπης να τους απορροφήσει. Για να είναι ολοκληρωμένο, το σχέδιο πρέπει να επεκταθεί πέρα από τα σύνορα της Ευρώπης.

Τα έξι βασικά σημεία ενός ολοκληρωμένου σχεδίου εκτιμώ ότι πρέπει να έχουν ως εξής:

1. Η ΕΕ πρέπει να δέχεται τουλάχιστον ένα εκατομμύριο αιτούντες άσυλο ετησίως για το προβλέψιμο μέλλον. Και, για να γίνει αυτό, το βάρος θα πρέπει να μοιραστεί δίκαια. Η επαρκής χρηματοδότηση είναι κρίσιμη. Η ΕΕ πρέπει να παράσχει €15.000 ανά αιτούντα άσυλο για καθένα από τα πρώτα δύο χρόνια για να βοηθήσει στη στέγαση, στην υγειονομική περίθαλψη, στην εκπαίδευση και στο κόστος - και να κάνει την αποδοχή των προσφύγων πιο ελκυστική για τα κράτη-μέλη. Μπορεί να βρει αυτά τα κεφάλαια με την έκδοση μακροπρόθεσμων ομολόγων, χρησιμοποιώντας τις δυνατότητες δανεισμού της λόγω της κατηγορίας ΑΑΑ στην οποία την κατατάσσουν οι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης. Είναι εξίσου σημαντικό να επιτραπεί τόσο στα κράτη όσο και στους αιτούντες άσυλο να εκφράσουν τις προτιμήσεις τους, χρησιμοποιώντας όσο το δυνατόν λιγότερο εξαναγκασμό. Η κατάληξη των προσφύγων όπου θέλουν να πάνε - και όπου τους θέλουν - είναι εκ των ων ουκ άνευ για την επιτυχία.