α) Απέναντι στην πρόσδεση του σχολείου (δημόσιου και ιδιωτικού) με την εξελισσόμενη νεοελληνική ιδεολογία και τις διαδοχικές αφηγήσεις της αστικής τάξης, που ηγεμονεύει ακατάπαυστα από την ίδρυσή του, αναπτύχθηκε παράλληλα και ένα ριζοσπαστικό εκπαιδευτικό κίνημα που προσπάθησε να κάνει τομές, σε σχέση με την ιστορική και πολιτική συγκυρία και σε αντιστοιχία με τη στράτευση των ενεργών διανοητών και δασκάλων της χώρας. Επιτομή αυτής της ριζοσπαστικής διεκδίκησης ήταν το «όλη η γνώση, ενιαία και κριτική, για όλα τα παιδιά». Στην πράξη το κίνημα αυτό ακολούθησε μια δαιδαλώδη διαδρομή, ωστόσο κάποιες φορές συνδέθηκε και με τη ζώσα παράδοση του τόπου.
β) Μέσα στο 2015 και την πολλαπλή κρίση στην Ε.Ε. και στην Ανατολική Μεσόγειο, στην Ελλάδα η παλιότερη νεοελληνική «ελληνοχριστιανική ιδεολογία» με τους στημένους βασιλιάδες και πολιτικούς έχει αντικατασταθεί από το νέο αφήγημα της «πάση θυσία» απόλυτης πρόσδεσης με τον φθαρμένο «ευρωπαϊσμό», τον καπιταλιστικό ολοκληρωτισμό και τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό. Και στις δυο ιστορικές φάσεις η χώρα ήταν βουτηγμένη στα χρέη, στα τοκοχρεολύσια, στην εξάρτηση, στη διαπλοκή, στην ανάθεση, στον νόθο κρατισμό, στο ψευτορωμέϊκο, στη λογική της ψωροκώσταινας, στην ψευτιά.
γ) Ο δυτικοερωπαϊκός διαφωτισμός ήλθε αποσπασματικά και νοθευμένα «από τα πάνω» ως κανόνας και εκτός μερικών εξαιρέσεων, δεν έκανε την αναγκαία σύνθεση με την παράδοσή μας. Στο πλαίσιο αυτό στήθηκε από τν εποχή της Βαυαροκρατίας μια ελλαδική Ορθόδοξη ιεραρχία, θεραπαινίδα της ντόπιας εθελόδουλης ψευτοαστικής τάξης. Η πρακτική αυτή είχε ως αποτελέσματα: Το σχίσμα με το Πατριαρχείο, την δημιουργία πέντε διαφορετικών εκκλησιαστικών καθεστώτων, την αναπαραγωγή της ιεραρχίας από τον εαυτό της, την ίδρυση θεολογικών σχολών, την εισαγωγή σ’ αυτές προτεσταντικών λογικών, μεταξύ άλλων τον κατακερματισμό της γνώσης, την δημιουργία μαθήματος «θρησκευτικών», και παράλληλα την εισαγωγή στο σχολείο και στο δημόσιο χώρο αντίστοιχων πρακτικών (όρκος, υποχρεωτικός εκκλησιασμός και προσευχή μαθητών, καρτεσιανή/γερμανική δομή της θεολογικής γνώσης, κλπ). Η αντίδραση σ’ αυτό το περίεργο μίγμα είναι διαχρονική και πολύπλευρη.
δ) Το εκπαιδευτικό κίνημα δυσκολεύεται στη μεταπολίτευση να θέσει με ενιαίο τρόπο ολόκληρο το ζήτημα του σχολείου, του περιεχομένου του, της δομής του και των αναγκαίων προωθητικών ριζοσπαστικών αλλαγών που να υπερβαίνουν όλες τις ιδεολογίες της ψευτοαστικής τάξης της χώρας. Οι λόγοι είναι πολλοί και κάποιοι εν μέρει κατανοητοί, αλλά όχι όλοι αποδεκτοί (όπως η έλλειψη αγνών λαϊκών διανοουμένων και ο τρόπος δόμησης των κομματικών συνδικαλιστικών παρατάξεων ή ο τρόπος δράσης μερικών συνδικαλιστών). Η παιδεία στο χώρο της εκπαίδευσης οφείλει να είναι προβολή των πραγματικών αναγκών της νέας γενιάς από τη σκοπιά του μέλλοντος και να μην παίζει το ρόλο του «Προκρούστη» της ολόπλευρης γνώσης, είτε για ταξικούς λόγους της ελίτ, είτε για ιδεολογικούς μικροπολιτικούς λόγους.