Πώς αντιμετωπίζεται η γλυπτική σήμερα στη χώρα που υποτίθεται πως την εγέννησε; Με ποια παιδεία, ποιά πολιτική, ποιον προγραμματισμό;
Του Μάνου Στεφανίδη από την huffingtonpost.gr
Η υπόθεση του πρόσφατου μνημείου για την Μαρία Κάλλας θίγει, νομίζω, μία σειρά ευρύτερων ζητημάτων. Ας πούμε το μέγα θέμα του δημοσίου χώρου και το πως και το ποιοι τον διαχειρίζονται.
Επίσης το τεράστιο ζήτημα της δημόσιας γλυπτικής και των αισθητικών παραμέτρων που πρέπει να την διαμορφώνουν. Και βέβαια τον ρόλο και την παρουσία ενός ”κράτους του ωραίου” το οποίο οφείλει να λειτουργεί ρυθμιστικά και είναι εν τέλει ο θεσμικός υπεύθυνος για όλα τα παραπάνω. Ο καταλύτης που συνοψίζει με τις πολιτικές του το επίπεδο πολιτισμού και την αισθητική του τόπου. Με βάση την ιστορία, την παράδοση και την τέχνη του ευρύτερα.
Στην περίπτωσή μας λοιπόν έχουμε ένα ”απόψε αυτοσχεδιάζουμε” και μάλιστα σε φιλελεύθερο κρεσέντο. Αν πάλι προτιμάτε το σινεμά από το θέατρο, θα σας παρέμπεμπα στο ”Ιδιωτικά βίτσια, δημόσιες αρετές” του Γιάντσο. Όποιος δηλαδή έχει την αγαθή ή την πονηρή πρόθεση – από την κυβέρνηση της Κίνας ως το τελευταίο, φιλοπρόοδο σωματείο – μπορεί να στήνει γλυπτά ή πράγματα που μοιάζουν με γλυπτά οπουδήποτε. Κυρίως να τα στήνει ως μνημεία χωρίς όμως μνήμη και με παχυλή άγνοια.
Και το λέω αυτό γιατί 500 μέτρα πιο εκεί από το γλυπτό αισθητικής Πατούλη, υπάρχει το πολύ καλό και ζυγισμένο – μετρημένο γλυπτό της Ασπασίας Παπαδοπεράκη (Μιχαλακοπούλου, πίσω από το Χίλτον) με το ίδιο θέμα οποίο έχει στηθεί πριν από μία εικοσαετία! Ένα γλυπτό που θα όφειλαν και οι δημοτικές αρχές και η ηγεσία του υπουργείου πολιτισμού να το γνωρίζουν. Πράγμα που όμως δεν συνέβη.
Το συγκεκριμένο γλυπτό της κυρίας Αφροδίτης Λίττη αποδεικνύει πως η γλύπτρια δεν έχει σχέση με το αντικείμενο. Θέλω να πω δεν έχει εμπειρία φιγούρας στημένης στο δημόσιο χώρο. Όπως π.χ συμβαίνει με άλλους δόκιμους γλύπτες όπως είναι ο Θόδωρος Παπαγιάννης ή ο Πραξιτέλης Τζανουλίνος. Και είναι κρίμα γιατί μοιραία γίνονται συγκρίσεις με τον αείμνηστο σύζυγό της τον πολύ μεγάλο γλύπτη Γιώργο Λάππα.
Αυτό, το αλά Jeff Koons, χρυσό έργο δείχνει περισσότερο εκφραστική αδυναμία παρά πλαστική δύναμη. Και βέβαια το όλο αποτέλεσμα επιδεινώνει η πολύ άσχετη βάση και η ακόμα πιο κακή θέση στην οποία στήθηκε. Προσέξτε τα τακούνια της ντίβας και θα καταλάβετε. Πόσο δεν υπηρετούνται οι σχέσεις των επιμέρους στοιχείων της φόρμας. Το ύψος και το βάθος.
Όμως η κυβέρνηση εν προκειμένω εγκαινιάζει περιχαρής, συμπαρίσταται ασμένως και χειροκροτεί μαζί με την δημοτική αρχή…γιατί αυτό είναι κυρίως που θέλει. Δηλαδή κάποιον ιδιώτη να την απαλλάξει και από την ευθύνη και από την υποχρέωση του να επιλεγεί αυτή το πως και τι θα ”στολίζει” την πόλη. Λησμονώντας ότι ένα δημόσιο γλυπτό είναι συγχρόνως πράξη αισθητική αλλά και πολιτική.