Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΑΡΑΔΟΣΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΑΡΑΔΟΣΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 26 Ιανουαρίου 2019

Ο υγιής πατριωτισμός, η αγάπη για τον τόπο, για τα κοινά μας γνωρίσματα, για κάτι πέρα από το τυφλό μας μικρό εγώ, η αίσθηση του ανήκειν, η καλλιέργεια ρίζας και προσωπικής ματιάς (πράγματα που δεν γίνονται χωρίς να πατήσει κανείς σε μια παράδοση... είναι η προϋπόθεση του αληθινού κοσμοπολιτισμού.

Αποτέλεσμα εικόνας για τσιτσιπασ

η εικόνα προφίλ του Spyros Yannaras, Η εικόνα ίσως περιέχει: τον Spyros Yannaras, κάθεται και κοντινό πλάνο

Του Σπύρου Γιανναρά

Οι επιτυχημένοι έλληνες αθλητές -σε αντίθεση με κάθε άλλο αθλητή- απαγορεύεται να κραδαίνουν τη σημαία της χώρα τους. Απαγορεύεται επίσης -σε αντίθεση και πάλι με οποιονδήποτε άλλο αθλητή - να αισθάνονται ή να εκφράζουν υπερηφάνεια για τη χώρα τους μετά από οποιοδήποτε νίκη.

Γιατί για τους συμπατριώτες τους αυτά είναι ρατσισμός. Κι είναι ρατσισμός και φασισμός γιατί ότι αφορά στο συλλογικό μας ιστορικό βίο, τα έχουμε παραδώσει ανεπιστρεπτί στους φασίστες.

Πρέπει να αισθανόμαστε μονάχα ευρωπαίοι ή διεθνιστές, δηλαδή άριζοι και μετέωροι. Χωρίς δικά μας χαρακτηριστικά. Οχι καλύτερα ή χειρότερα, αλλά δικά μας. Αποδεχόμαστε τον εαυτό μας μονάχα ως συμπίλημα δανείων. Δεν υπάρχει ευρωπαίος χωρίς ιδιαίτερη εθνική ταυτότητα, όμως εμείς τον εφηύραμε προκειμένου να απαλλαγούμε από κάθε έννοια εθνικής, συλλογικής ταυτότητας. Από κάθε σχέση με τον διπλανό μας. Με τον οποίο δεν θα συμφωνήσουμε ποτέ και πουθενά σε τίποτε που να αφορά την (δυστυχώς πλέον αδύνατη) συνύπαρξή μας.

Συνεπώς οι έλληνες αθλητές, αν θέλουν να εκφράζουν τους υπόλοιπους έλληνες θα πρέπει να πανηγυρίζουν και να χαίρονται μονάχα για την πάρτη τους. Για τον εαυτό τους. Το μόνο που τους συνδέει με τους συμπατριώτες τους είναι η λατρεία και ο φθόνος του επιτυχημένου.

Ο Γάλλος μπορεί να αισθάνεται περηφάνεια για το ότι είναι γάλλος, να θεωρεί αξεπέραστη την κουζίνα ή τα κρασιά του. Ο αμερικανός επίσης, να θεωρεί εαυτόν πρωτοπόρο σε πλείστους τομείς, όπως ο γερμανός, ο σουηδός κλπ

Αν το κάνει έλληνας είναι εθνικιστής και δυνητικά επικίνδυνος.

Αυτή η χωριάτικη μειονεξία, ο τριτοκοσμικός επαρχιωτισμός, το βαθύ κι ανήκεστο κομπλεξ, έχουν γιγαντώσει το τέρας του εθνικισμού. Το βαθύ κομπλεξ και η μειονεξία, το απωθημένο εκδικείται με τον χειρότερο τρόπο. Τον πιο νοσηρό και επικίνδυνο. Γεννώντας τέρατα.

Όμως ο υγιής πατριωτισμός, η αγάπη για τον τόπο, για τα κοινά μας γνωρίσματα, για κάτι πέρα από το τυφλό μας μικρό εγώ, η αίσθηση του ανήκειν, η καλλιέργεια ρίζας και προσωπικής ματιάς (πράγματα που δεν γίνονται χωρίς να πατήσει κανείς σε μια παράδοση, σε κάτι πολύτιμο που του δόθηκε για να το αυγατίσει) είναι η προϋπόθεση του αληθινού κοσμοπολιτισμού.

Σάββατο 12 Ιανουαρίου 2019

Όχι «τρίγωνο» από τα Lidl!

Ως απόσταγμα των εορταστικών ημερών των Χριστουγέννων, και γραμμή για όσους επιμένουν να διεκδικούν τις ρίζες τους και την πατρίδα ΕΛΕΎΘΕΡΗ, ας είναι το κείμενο του φίλου, φιλολόγου Νίκου Σταθόπουλου.

" Η «ΑΠΟΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗ» των Χριστουγέννων στην υπάρχουσα κοινωνική συνείδηση, είναι, στην πραγματικότητα, η πολιτισμική αποδόμηση του εθνικού συλλογικού, η παγίδευση στον καταναλωτικό φορμαλισμό της κυρίαρχης ηδονιστικής ηθικής. Είναι η μεθοδευμένη αποκοπή του λαού μας από τις πρωταρχικές νοηματοδοτήσεις του πεπρωμένου του, και, έτσι, η μοιραία υπαγωγή του στη συνειδησιακή και πολιτιστική αοριστία της παγκοσμιοποιημένης μετανεωτερικότητας. Το χολυγουντιανό κιτς των «καταναλωτικών μονάδων» που «διασυνδέονται» σε τεχνικές «απόλαυσης», απηχεί την αποικιοποίηση της συνείδησης, το απόλυτο εσωτερικό πάγωμα ενός αγοραίου «θετικισμού» εκτός ιστορίας, εσωτερικού βάθους και δεσμών. Άνθρωποι-υπάλληλοι/καταναλωτές, μόνο τον Σάντα Κλάους μπορούν να «αισθανθούν», αφού είναι τόσο μετρήσιμος όσο και τα «περιθώρια κατανάλωσης, χρονιάρες μέρες»…

«Μέσα σ’ αυτή τη μαυρίλα, το ελάχιστο που έχουμε να κάνουμε είναι να αφουγκραστούμε τις φωνές της αντίστασης. Μια τέτοια φωνή πρόκειται αυτές τις μέρες να σεργιανίσει τους δρόμους […] Μιλάω για τα χριστουγεννιάτικα κάλαντα […]"

Αποτέλεσμα εικόνας για Όχι «τρίγωνο» από τα Lidl!

του Νίκου Σταθόπουλου*

Η
χριστουγεννιάτικη σκηνοθεσία των ημερών, ανανεώνει, και στις δύο πλευρές της «αντιθρησκευτικής σκέψης» (την αστική και την «επαναστατική»), τη «βεβαιότητα» ότι πρόκειται για «μύθο» και «αυταπάτη», ένα απλοϊκό υπνωτιστικό παραμύθι… Αυτή η προσέγγιση είναι μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία, απευθείας γεννημένη από το «βασίλειο των πραγμάτων» του σύγχρονου υπερκαταναλωτικού καπιταλισμού, η οποία, κατά βάθος, απλώς υπηρετεί την αποπνευματικοποίηση της ζωής και την αναίρεση της πολιτισμικής μας ιδιοπροσωπίας.

«ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ τα δικά μας τα σακάτικα», όμως, η «μεταφυσική» των Χριστουγέννων συνιστά καίρια εναντίωση στις θετικιστικές συνταγές των τεχνικών της παγκοσμιοποιητικής εξουσίας. Είναι πτυχή της βαθύτερης βούλησης για υπέρβαση, ενάντια στην εμπορευματική «εμμένεια», δηλαδή ενάντια στην παθητική καθήλωση στο εμπορευματοποιημένο «ορθολογικό» κυρίαρχο «σύστημα ζωής», της γκλομπαλιστικής «προόδου».
Η όλη συμβολική των Χριστουγέννων, τα αναδεικνύουν ως μια βαθιά πολιτική πράξη πάθους για ζωή. Σε κάθε σπίτι φτωχικό, με τα ΜΑΤ των κατασχέσεων στην πόρτα, η τρομερή γητειά της Φάτνης εγγυάται ένα «βασιλιά» που ήρθε να θριαμβεύσει…
Διαβάζουμε στον Γ. Βαλέτα («Το προδομένο 21»): «Η λαϊκή θρησκεία στάθηκε στο πλάι του λαού και κατάφερε να του εξασφαλίσει πλέρια ενότητα, εθνική, κοσμοθεωρητική, ιδεολογική [….] Αφομοίωσε όλες τις εθνικές αξίες και τις βοήθησε να αναπτυχθούν σε δημιουργική κλίμακα [….] Έθρεψε τη σύναξη, έπαιξε κεντρικό οργανωτικό ρόλο σε διάφορες κοινωνικές μορφές, το πανηγύρι, την κοινότητα, το λαϊκό σχολειό, το συνεταιρισμό, τόνωσε το ομαδικό πνεύμα, την εθνική αλληλεγγύη και αδελφοσύνη.»
Σ’ αυτό το πλαίσιο τοποθετούνται οι αποτιμήσεις της λαϊκής πίστης και η κατανόηση της δυναμικής των λαϊκών θρησκευτικών εθίμων. Οι «γιορτές» συμπυκνώνουν τις διεργασίες εξελικτικής συγκρότησης της ταυτότητας του λαού μας, του επαληθεύουν τη μοναδικότητα του κοσμοειδώλου του, και, έτσι, τον καθιστούν Κοινότητα και όχι άθροισμα. Μια πίστη τολμηρή και γήινη, που, χωρίς να προδίδει την αναφορά στο Θεό, ωστόσο, συνειδητοποιείται και ασκείται κοινωνικά: «Το πανηγύρι και η θρησκευτική πομπή έχουν καθαρά κοινωνικό χαρακτήρα. Οι θρησκευτικές πομπές-περιφορές εικόνων, επιτάφιοι, αναστάσιμες πομπές, λιτανείες, όλα αυτά έχουν βαθύ αντιστασιακό δημοκρατικό περιεχόμενο και μοιάζουν με σημερινές διαδηλώσεις.» (Γ. Βαλέτας, ο.π.) Το έθιμο γίνεται σύμβαση «εορτής», όταν το «υποκείμενο» υπάρχει μόνο εντός του εγώ του… και η Μύηση ξεπέφτει σε «μελομακάρονα» και νυχτωδίες LSDίδικης «ευφορίας», όταν ο «άνθρωπος της ευχαριστιακής πίστης» καταντά «νάρκισσος της Επιθυμίας».

Δευτέρα 24 Δεκεμβρίου 2018

Η α-νοησία είναι ανέορτη

Του Χρήστου Γιανναρά

Μ​​οιάζει να έχει χαθεί, για το μεγαλύτερο ποσοστό του ανθρώπινου πληθυσμού στον πλανήτη σήμερα, η επίγνωση της διαφοράς ανάμεσα στη γιορτή και στην επιπόλαιη τέρψη. Η απώλεια μετριέται σε διάρκεια ενός ή των δύο τελευταίων αιώνων – τα Χριστούγεννα, λ.χ., τι σήμαιναν για τον παππού ή τον προπάππου μας και τι σημαίνουν για μας σήμερα;

Ενας ή και δύο αιώνες είναι διάρκεια ασήμαντη (σε σχέση με την ηλικία του σύμπαντος ή και σε σχέση με την ύπαρξη έλλογης ζωής πάνω στη γη). Πάντως, σε οποιοδήποτε βάθος χρόνου, τη γιορτή τη γεννούσε η απάντηση στο ερώτημα: από ποια αιτία και για ποιο σκοπό υπάρχει ο «κόσμος», γιατί ο λόγος-τρόπος της ύπαρξης των υπαρκτών να συνιστά κόσμημα αρμονίας, τάξης και κάλλους;

Δεν απασχολούσε όλους το ερώτημα, υπήρχαν πάντοτε και άνθρωποι άσκεφτοι, βοσκηματώδεις, που απλώς επιβίωναν χάρη στις ορμές αυτοσυντήρησης – χωρίς ερωτήματα για την αιτία και τον σκοπό της ύπαρξης. Υπήρχαν, ίσως και να πλεόναζαν, οι άσκεφτοι, αλλά τον χρόνο τον μετέπλαθαν σε Ιστορία μόνο όσοι πάλευαν να διακρίνουν «νόημα» της ύπαρξης. Αποτύπωναν την πάλη τους στην Τέχνη, στη Φιλοσοφία, στο «Πολιτικόν Αθλημα».

Σήμερα, για πρώτη ίσως φορά, ο χρόνος κυλάει, αλλά Ιστορία δεν γράφεται. Συμβαίνουν πολλά και διάφορα, όπως συμβαίνουν και σε μια μυρμηγκοφωλιά ή σε κυψέλη μελισσών. Αφορούν στην ικανοποίηση του ενστίκτου και των ορμών επιβίωσης, όχι στο ερώτημα: γιατί η επιβίωση, γιατί η ύπαρξη. Τα όσα συμβαίνουν μεταποιούνται αμέσως σε «πληροφορία», η πληροφορία αξιολογείται χρηστικά, πουλιέται σαν «είδηση». Για να είναι ευπώλητη η είδηση πρέπει να εντυπωσιάσει, γι’ αυτό και υποτάσσεται ολοκληρωτικά στην προτεραιότητα του εντυπωσιασμού: εμπορευματοποιούνται οι εντυπώσεις, υποκαθιστούν την είδηση.

Σάββατο 1 Δεκεμβρίου 2018

Ξεριζωμός


SIMONE WEIL 

Σιμόν Βειλ

"Υπάρχει μια κοινωνική κατηγορία, η οποία εξαρτάται ολοκληρωτικά και αέναα από το χρήμα. Είναι οι μισθωτοί, κυρίως από τότε που η πληρωμή με το κομμάτι υποχρεώνει τον κάθε εργάτη να έχει διαρκώς στραμμένη την προσοχή του στον υπολογισμό και της τελευταίας δεκάρας. Σε αυτή την κοινωνική κατηγορία η αρρώστια του ξεριζωμού είναι στη μεγαλύτερη ένταση. (…)

Η κύρια κοινωνική δυσκολία της εποχής προέρχεται από το ότι, κατά μια έννοια, είναι και αυτοί μετανάστες. Αν και παραμένουν γεωγραφικά στον ίδιο τόπο, είναι ηθικά ξεριζωμένοι, εξόριστοι και σαν από επιείκεια επαναπατρισμένοι για να γίνουν το λίπασμα της δουλειάς. Η ανεργία, εννοείται, είναι ένας ξεριζωμός στο τετράγωνο. Δε νιώθουν σπίτι τους ούτε στο εργοστάσιο, ούτε στην κατοικία τους, ούτε στο κόμμα ή το συνδικάτο που υποτίθεται πως έγιναν γι’ αυτούς, ούτε στους τόπους αναψυχής, ούτε και στην πνευματική παιδεία, σε περίπτωση που προσπαθήσουν να την αφομοιώσουν."

Σιμόν Βέιλ, Ο ξεριζωμός του εργάτη (1943)
από το βιβλίο της "Ανάγκη για ρίζες",
που κυκλοφόρησε πέντε χρόνια μετά το θάνατό της.

Κυριακή 25 Νοεμβρίου 2018

"Εἶναι ψυχή χιλιάδων χρονῶν και ξέρει ἀπό ποῦ βαστᾶ και ποῦ πάει...



‘‘Τοῦτο το γραΐδιο που κάνει τον σταυρό του και στέκεται σαν κουρούνα μπροστά στα εἰκονίσματα, εἶναι ψυχή χιλιάδων χρονῶν και ξέρει ἀπό ποῦ βαστᾶ και ποῦ πάει, καλίτερα ἀπό τον κάθε λιμοκοντόρο που σπουδάζει στα Παρίσια..»

∽ Φώτης Κόντογλου

Διαβάζοντας στην ανάρτηση στο fb o καλός φίλος και συνάδελφος, Γιάννης Στεφανάκης μας έδωσε τις παρακάτω συγκινητικές πληροφορίες για την εικονιζόμενη φιλόθεη, γιαγιά:

Giannis Stefanakis Αυτή η κυρία είναι η χωριανή μου Ελευθερία Βαβουράκη! Κάθε μέρα ανάβει τα καντήλια των 35 καμμένων από τους Γερμανούς και πότιζε τα λουλούδια τους. Πάντα με το χαμόγελο και την καλοσύνη. Το πιο μακρινό της ταξίδι ήταν για πολλά χρόνια το Ρέθυμνο. Κάθε πρωί το καλοκαίρι πίναμε καφέ και με τάιζε με ότι μπορείς να φανταστείς. Πρέπει να είναι πάνω από 95 χρόνων. Τα πιο καλά και λογικότατα τα έχω ακούσει από αυτήν... Έχει μέσα της ελληνικότητα ζώσα παράδοση και αληθινή ορθόδοξη πίστη με πράξεις! Μπορώ να γράψω σελιδες και πολλοί συγγραφείς το ίδιο για αυτήν και για άλλες που η κοινωνία των δήθεν αριστερών σοφών, δεξιών δημιουργικών και πιστών χριστιανών δεν πρόκειται να καταλάβουν ποτέ στη ζωή τους και να εκτιμήσουν.

Παρασκευή 21 Σεπτεμβρίου 2018

ΒΙΝΤΕΟ – Εκσυγχρονίζεται η παράδοσή μας; με τον Χρήστο Γιανναρά

Η Ιερά Μητρόπολις Κερκύρας, Παξών και Διαποντίων Νήσων, σε συνεργασία με την Ένωση Χριστιανών Επιστημόνων Νομού Κέρκυρας, στα πλαίσια του θεσμού “Ελεύθερο Πανεπιστήμιο” διοργάνωσε το απόγευμα της Πέμπτης 6 Σεπτεμβρίου 2018, στο Πνευματικό Κέντρο, εκδήλωση με θέμα: “ Εκσυγχρονίζεται η παράδοσή μας ;”.

Ομιλητής ήταν ο καθηγητής της Φιλοσοφίας, θεολόγος, συγγραφέας και πνευματικός άνθρωπος κ. Χρήστος Γιανναράς.

Παρέστησαν ακόμη οι Σεβασμιώτατοι Μητροπολίτες Κερκύρας, Παξών και Διαποντίων Νήσων κ. Νεκτάριος και Δωδώνης κ. Χρυσόστομος.

Δείτε στο παρακάτω βίντεο τα όσα ειπώθηκαν από τον καθηγητή κ. Γιανναρά:


Σάββατο 18 Αυγούστου 2018

Φθίνοντα ορεινά χωριά. Είμαστε όλοι Τζέμι Μπάτον...


DEEPSPACE VIA GETTY IMAGES
Ένα κείμενο για την σχέση των γεννημένων σε ορεινά χωριά πριν το 1970, με τον τόπο καταγωγής τους[1]Για όσους διασχίσανε πολλούς αιώνες σε λίγες δεκαετίες και βρίσκονται σήμερα μετέωροι. Ανάλογες καταστάσεις υπάρχουν σε όλη την Ελλάδα σε ορεινά χωριά που χαρακτηρίζονται από πολύ περιορισμένες παραγωγικές δραστηριότητες. Υπάρχει άραγε κάποια προοπτική για αυτά τα χωριά και τον πολιτισμό τους;
Όταν ένας θείος μου ρώτησε μια γιαγιά στο χωριό: «τι έγινε με τον μπάρμπα Λόλο; Τι είπε ο γιατρός;» Η γιαγιά προφανώς επηρεασμένη από το επίσημο ύφος του γιατρού λίγο πριν, απάντησε κάπως πιο επίσημα απ’ ότι συνήθως αντικαθιστώντας το σύμφωνο «τσ» με το «κ»:«Πεκιέτα στην κιουλιά και νάναι ακυνήγητος» ενώ θα ήταν φυσικό να πει: «Πετσιέτα στην τσουλιά τσιε νάναι ατσίνητος». Αυτή η προσπάθεια να είμαστε επίσημοι και ψευδείς - έξω από την πραγματική προσωπικότητά μας - φτάνει στις μέρες μας έως την επιτηδευμένη αγγλική προφορά της Ντόρας Μπακογιάννη ή του Αλέξη Κωστάλα, όταν διαφημίζει τις παραστάσεις ξένων μπαλέτων στο Ηρώδειο.
Έξι γενιές μετά από τους προγόνους μας που πολέμησαν το 1821, για να ζούμε σήμερα σε ένα ελληνικό κράτος, ήταν αρκετές για να ισοπεδωθεί, όχι μόνο η τοπική προφορά, αλλά και ο πολιτισμός που πήγαινε στο βάθος των αιώνων. Ένας πολιτισμός που σβήνει τώρα μαζί μας, καθώς είμαστε οι τελευταίοι μιας μακραίωνης αλυσίδας· οι τελευταίοι κυριολεκτικά που μάθαμε ή απλά ακούσαμε τα δημοτικά τραγούδια «της τάβλας» από στόμα σε στόμα. Στην θέση του πολιτισμού, την ενότητα του ύφους σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής του λαού, ήρθε η κουλτούρα, η καλλιέργεια[2] δηλαδή ξένων προτύπων. Πέσαμε κι εμείς, όπως έγραφε ο Νίτσε για την Γερμανία 140 χρόνια πριν, «στην κατάσταση ενός λαού, ο οποίος έχει χάσει την πίστη στο παρελθόν του και έχει παραδοθεί σε μια πυρετώδη κοσμοπολίτικη επιλογή».Το αντίθετο αυτής της κατάστασης ορίζεται από τον Νίτσε ως«το ευχάριστο αίσθημα που το δένδρο αντλεί από τις ρίζες του, η ευτυχία που νιώθουμε, όταν ξέρουμε πως δεν έχουμε γεννηθεί εντελώς αυθαίρετα και τυχαία, αλλά έχουμε βγει και αναπτυχθεί μέσα από ένα παρελθόν ως κληρονόμος, ανθός και καρπός του»[3].

Δευτέρα 23 Ιουλίου 2018

«ὃ πράττεις ἔσβεσε τὸν ἥλιον» ἢ τὰ καθήκοντα τοῦ ἐκσυγχρονισμοῦ

Κώστας Ζουράρις 
λληνισμός, παράδοση, ἐκσυγχρονισμὸς διὰ χειρὸς Σεφέρη καὶ Ἐλύτη
«...ὁ φόβος ἰὸς ἐστὶν ἀνδρείας... κα θήκοντα ἔφασαν εἶναι, ὅσα λόγος αἰρεῖ καὶ πρέπει ποιεῖν, οἶον ...ὑπὲρ πα τρίδος κινδυνεύειν...»
(Ἡγεμὼν Βλαχίας, Νικόλαος. Μαυρο κορδάτος: «Περὶ τῶν καθηκόντων βίβλος», ἐν Βουκουρεστίῳ ρψιθ')
«...ἡ συνείδηση τῆς πνευματικῆς ὑπό στασής μου μὲ βοήθη σε νὰ ὑπηρετήσω τὸν τόπο μὲ μεγαλύτερη φροντίδα καὶ γνώση τῆς παράδοσής μας καὶ τοῦ λαοῦ μας – πράγματα πού, δυστυ χῶς,  στὴ  γενιά  μου δὲν τὰ παίρναν στὰ σοβαρὰ οἱ περισ σότεροι ἀπὸ τοὺς δημόσιους λειτουρ γούς.
»Στὴν πολιτική μου ζωὴ ἔνιωσα, τὶς περισσότερες φορές, μεγάλη ἀηδία. Ὅμως ποτὲ δὲν ἔπαψα νὰ δίνω, μ' ὅλη τη θέρμη τῆς καρδιᾶς μου, τὴν πίστη μου στὸν Ἑλληνισμό, ποὺ εἶναι ἡ ἄλλη ὄψη τοῦ ἀνθρωπισμοῦ μου... Τὸν ἐλλη νισμὸ τὸν ἔβλεπα νὰ κατέχει ἕνα πολὺ μεγάλο χῶρο. Ὅσο γιὰ τοὺς σύγχρονους ἑλλαδικοὺς φορεῖς του, αἰσθανό μουνα πὼς τὸν ὑπηρετοῦσαν καλύτερα οἱ ἀδίδαχτοι ἀπὸ τοὺς σπουδασμέ νους. Τοὺς τελευταίους τοὺς πρόσεξα πολὺ καὶ τοὺς βρῆκα χαλασμένους τὶς περισσότερες φορές» [Γ. Σεφέρης: «Χειρόγραφο Σεπ. '41», τόμος Γ, σελ. 22, «Δοκιμές» κδ. Ἴκαρος.]
«Τὸ δίλημμα εἶναι ἀμείλικτο: εἴτε θ΄ ἀντικρίσουμε τὸ δυτικὸ πολιτισμό, ποὺ εἶναι κατὰ μέγα μέρος καὶ δικός μας, μελετώντας μὲ λογισμὸ καὶ μὲ νηφάλιο θάρρος τὶς ζωντανὲς πηγές του – κι αὐ τὸ δὲ βλέπω πῶς μπορεῖ νὰ γίνει ἂν δὲν ἀντλήσουμε τὴ δύναμη ἀπὸ τὶς δικές μας ρίζες καὶ χωρὶςἕνα συστηματικὸ μόχθο γιὰ τὴ δική μας παράδοση...

Παρασκευή 20 Ιουλίου 2018

Άγγελος Τερζάκης "Το καντήλι που αγρυπνά"

ΑΓΓΕΛΟΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ

Γιατί ο άνθρωπος δεν έχει μόνο βάθος χρόνου ατομικό. Όλο το νόημα της Ιστορίας κρύβεται σε τούτο ακριβώς: στο ότι αποτελεί μια συντεταγμένη του χρόνου που διαφοροποιεί τον άνθρωπο από τα άλλα έμβια όντα και του προσδιορίζει την ανθρωπιά. Αν δεν υπήρχε αυτό, η Ιστορία, η πάντοτε πιτσιλισμένη από αίματα, θα ήταν μόνον ό,τι είπε ο Νίτσε, ένα απέραντο αίσχος. Και οι ιδεολογίες μαζί, που έρχονται και παρέρχονται.


Την Κυριακή που μας πέρασε, θα άξιζε ίσως ανάμεσα στα τόσα άλλα ζητήματα της ημέρας, θέματα γενικά και ειδικά, φροντίδες και έγνοιες μας προσωπικές ή μόνιμες, να στραφεί ο νους μας και σε ένα ζήτημα που ορθώνεται όλο και πιο κάθετο, κατηγορηματικό στον καιρό που ζούμε. Πρέπει να θυμόμαστε; Να έχουμε μνήμη ή να μην έχουμε; Και τι λογής μνήμη;
Αλλά, γιατί ειδικά την Κυριακή που πέρασε σκεφτήκαμε αυτό το θέμα, θα πει κανένας. Γιατί ήταν μέρα μνήμης όσο λίγες, τουλάχιστον για τις γενιές που φτάνουν ως του υποφραφόμενου. 29 Μαΐου, η άλωση της Πόλης. Το γκρέμισμα ενός ολόκληρου κόσμου. Μια στροφή από τις αποφασιστικότερες και τις πιο δραματικές στην πορεία της Ιστορίας. Ορόσημο για ολόκληρη τη φυλή των ανθρώπων που έλκει την πνευματική καταγωγή της από τον ελληνολατινικό πολιτισμό.

Δε θα εξάρω εδώ τη σημασία του γεγονότος, τέτοιοι σχολιασμοί, όταν δεν υποβαστάζονται από μια σοφία έγκυρη κι όταν δεν προσκομίζουν κάτι ουσιαστικό και νέο, ξεπέφτουν στην ανίερη φιλολογία ή στο συμβατικότερο σχολικό λόγο, είτε επικήδειος είναι είτε πανηγυρικός. Προτιμότερο τότε να ανοίξουμε και να διαβάσουμε από μέσα μας, ευλαβικά, μια σελίδα αυθεντική, που να έχει το παλμό της προσωπικής μαρτυρίας. Αυτό κι έκανα από μέρους μου, για να τελέσω το μνημόσυνο που μου υπαγορευόταν από τη συναισθηματική μου κλίση. Άνοιξα τις πολύτιμες πηγές της Ιστορίας του Νέου Ελληνισμού του Απ. Βακαλόπουλου και διάβασα από κει τις δυο σελίδες του Κριτόβουλου που περιγράφουν τις τραγικές στιγμές της Άλωσης. Με τα κουτσά, μονόφθαλμα λατινικά μου, διάβασα και τις άλλες δυο σελίδες του Λεονάρδου του Χίου, του καθολικού επισκόπου, που είχε πάει τότε στην Πόλη με τον καρδινάλιο Ισίδωρο και διακόσιους άνδρες για να ενισχύσει την άμυνά της. Είδα μέσα μου έτσι αρκετά, άκουσα αρκετά, στοχάστηκα τα απλά εκείνα πράγματα που είναι ο σταθερός σχολιασμός όλων των πολύ μεγάλων γεγονότων. Ύστερα έκλεισα το βιβλίο με βαριά καρδιά. Μεταφέρω εδώ τη συνέχεια από τον εσωτερικό μονόλογό μου.

Να θυμόμαστε λοιπόν ή να μην θυμόμαστε; Λυπάμαι για την αμλέτεια αυτή διατύπωση, αλλά τώρα που την κοιτάζω γραμμένη, συλλογίζομαι πως θέτει ένα ερώτημα όχι λιγότερο αδυσώπητο από του Δανού πρίγκιπα. Γιατί το να υπάρχει ή να μην υπάρχεις, ελάχιστα διαφέρει από το να θυμάσαι ή να μην θυμάσαι. Ύπαρξη δίχως μνήμη, ίσον πρόσωπο χωρίς ταυτότητα, άρα χωρίς αυτοσυνείδηση. Αν καταργήσω τη μνήμη μου, καταργώ το εγώ μου. Το θέμα είναι τι περιεχόμενο πρέπει να έχει αυτό το <<εγώ>>. Από κει αρχίζει όλη η ιστορία.

Το ένα <<εγώ>> μου, το καθαρά προσωπικό, το διαπλάθει αυτόματα η προσωπική μου ζωή, οι σχέσεις μου με το στενό και ευρύτερο περίγυρο, οι αντιστάσεις που συναντώ, οι σχέσεις που δημιουργώ, τα κάθε λογής συναπαντήματά μου, με τις αντιδράσεις που μου προκαλούν. 
Το άλλο <<εγώ>> μου το έχουν διαμορφώσει έννοιες και πληροφορίες που μου μεταδόθηκαν θέλεις με την οργανωμένη παιδεία, θέλεις με την προφορική παράδοση. Κατασταλαγμένο σε ένα στρώμα όχι λιγότερο βαθύ από το πρώτο, ιδίως όταν η διεργασία αυτή έγινε στα πολύ χλωρά χρόνια, μετουσιώθηκε γρήγορα σ΄ απόθεμα συναισθηματικό κι έτσι είναι που ζυμώθηκε, έκανε το ένα με τ΄ άλλο, το θεμελιακό << εγώ>> μας. Τώρα σε ώριμη ηλικία, τα δυο μαζί αποτελούν ένα. 

Αντιδρώ με τις ιδέες μου και για τις ιδέες μου τόσο άμεσα, τόσο ζωηρά, όσο και για τα στοιχειώδη ζωικά συμφέροντά μου. Μια τάξη πραγμάτων νέα που θα ήθελε να με στρατολογήσει στις αντιλήψεις της, θα έπρεπε να επέμβει σ΄ αυτό το αφομοιωμένο ιδεολογικό απόθεμά μου. Να επέμβει δραστικά, όχι απλώς βίαια, γιατί αν εκδηλωθεί βάναυσα, δεν θα πετύχει άλλο παρά να με εξαγριώσει ή να με εξουδετερώσει. Είναι η περίπτωση των ολοκληρωτικών καθεστώτων, που πηγαίνουν να στρεβλώσουν διαμορφωμένες πια, συγκροτημένες ανθρώπινες συνειδήσεις.

Μου λένε λοιπόν ότι δεν πρέπει να διατηρώ τη μνήμη καταστάσεων που υποβάλλουν το μίσος, που διαιωνίζουν την αντιδικία, ιδίως την εθνική, και βρίσκω αυτό τον ισχυρισμό λογικό, ευθυγραμμισμένο με το πνεύμα του καιρού μου. Δεν εξετάζω εδώ, αν συχνότατα, μου ζητάνε ένα τέτοιο ψυχολογικό μου αφοπλισμό, για να τον αντικαταστήσουν αμέσως με έναν άλλον ψυχολογικό μου εξοπλισμό, άλλα μίση και άλλες αντιδικίες. Παραδέχομαι ότι τα δεύτερα είναι γόνιμα, ενώ τα πρώτα άγονα, τα δεύτερα συγχρονισμένα, τα πρώτα ξεπερασμένα. Τα δεύτερα διεκπεραιωτικά μιας πορείας προς την οριστική κατάργηση κάθε ανταγωνισμού. Εκεί που σκοντάφτω είναι στην έμμεση αμφισβήτηση που γίνεται έτσι του ιδεολογικοσυναισθηματικού μου υπόβαθρου. 

Ένα άτομο αναπτύσσεται κανονικά, οργανικά, μέσα σε ένα κόσμο που έχει βάθος χρόνου, προσωπικότητα, ιστορική συνέχεια. Η διάσταση τούτη, μια συντεταγμένη μέσα στο χρόνο δεν προσδιορίζει απλώς: ορίζει την ανθρωπιά. Αλίμονο σε εκείνους που μπορούν με ένα τίναγμα των ώμων τους να πετάνε από πάνω τους όλο το συναισθηματικό φορτίο του ιστορικού χρόνου κι αλίμονο στις κοινωνίες που τους περιέχουν. Πρόσωπα τέτοια είναι τέρατα εγκεφαλισμού επικίνδυνα, ακόμα κι όταν προβάλλουν τον ισχυρισμό της ιδεολογίας για όπλο. Πρόσωπα με τόσο εύκολα αντικαταστατή ταυτότητα δεν έχουν την ικανότητα να συλλάβουν, να σεβαστούν τις αξίες των αποχρώσεων, την ανιούσα των ημιτονίων, δηλαδή εκείνα ακριβώς που υφαίνουν την ανθρώπινη θερμοκρασία. Βλέπουν τον κόσμο σαν ένα συγκρότημα οικοδομικό από κύβους, σχήματα γεωμετρικά, όγκους στερεομετρικούς, υλικά που μπορείς να τα μετακινείς όπως θέλεις, βάσει σχεδίου.

Όταν το να είσαι απολύτως μοντέρνος...

Αποτέλεσμα εικόνας για ΓΚΥ ΝΤΕΜΠΟΡ

«Όταν το να είσαι απολύτως μοντέρνος επιβληθεί με ειδικό νόμο και διακηρυχθεί από τον τύραννο, αυτό που θα φοβάται κάθε έντιμος σκλάβος, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, είναι ότι μπορεί να κατηγορηθεί για παραδοσιοκρατία».

Γκυ Ντεμπόρ!

Πέμπτη 19 Ιουλίου 2018

Το ξύλο του καϊκιού που έσπαζε έβγαζε τριγμούς, σαν να είχε μέσα του πνοή-ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ ΠΟΥΡΝΑΡΑ

ΕΤΙΚΕΤΕΣ:
Πέμπτη μεσημέρι, στην παραθαλάσσια περιοχή του Νέου Πύργου Ευβοίας. Η σκηνή που έζησα είχε κάτι από εφιάλτη. Ο ήλιος είχε φτάσει σχεδόν στη μέση του ουρανού και έκαιγε τιμωρητικά. Δύο σκυλιά που βρίσκονταν δεμένα στον γειτονικό χώρο φύλαξης και επισκευής σκαφών γάβγιζαν συνέχεια. Μπροστά μας, το καΐκι «Πάνος - Μαρία», φτιαγμένο το 1983, οκτώ μέτρα μήκος, στηριζόταν άχαρα στο έδαφος με τέσσερις κομμένους κορμούς δένδρων. Είχε φτάσει η ώρα της εκτέλεσής του στη στεριά. Απέναντί του, ένας εκσκαφέας. Ο οδηγός είχε ένα τσιγάρο στο στόμα και τα χέρια του στους μοχλούς. Ο καπνός έβγαινε από τα στενά παράθυρα του οχήματος σαν χνώτο θηρίου. Μόλις ο λιμενικός έδωσε το σήμα, ο χειριστής σήκωσε το «σφυρί», αυτόν τον σιδερένιο βραχίονα με τη χοντρή μύτη κομπρεσέρ. Επιτέθηκε στο σκαρί με λύσσα.
Το ξύλο έβγαζε τριγμούς, σαν να σπας κόκαλα ζώου. Σαν να είχε μέσα του πνοή και φωνή. Για μισή ώρα, έβλεπα το καΐκι να χάνει το όμορφο σχήμα του, να τρυπά και να σπάζει, να στενάζει. Το σφυρί καθώς σηκωνόταν στον αέρα έπαιρνε μαζί και τα στραβόξυλα, το πέτσωμα. Μαδέρια που ίπταντο στον αέρα και έπεφταν ξανά στο χώμα. Δίπλα μου ήταν η κυρα-Μαρία, η σύζυγος του αλιέα Παναγιώτη Λιβανού, ιδιοκτήτη του καϊκιού. Ψάρευαν μαζί. Ο άνδρας της, άρρωστος βαριά, δεν μπορούσε πια να συνεχίσει να δουλεύει, αποφάσισε να δώσει το σκαρί για σπάσιμο, να πάρει την αποζημίωση 83.000 ευρώ που του έδινε η Ευρωπαϊκή Ενωση. Ποσό υπέρογκο. Αν φτιαχνόταν το ίδιο σκαρί σήμερα θα κόστιζε συνολικά 40.000 ευρώ.
Βίντεο: Ο θάνατος ενός καϊκιού

Η κυρα-Μαρία έκλαιγε, είχε ένα χαρτομάντιλο στα χέρια. Το κράταγε με τα πρησμένα της δάχτυλα από τις χειρωνακτικές δουλειές. Κάθε τόσο σκούπιζε τα μάτια της μπροστά στο αποτρόπαιο αυτό θέαμα. «Αν δεν είχε αρρωστήσει ο άντρας μου, δεν θα το κόβαμε. Τρία παιδιά μας σπούδασε το καΐκι. Και φτιάξαμε κι ένα σπίτι. Ολα, χάρη σε αυτό...».

Πέμπτη 5 Ιουλίου 2018

Ένα δέντρο στην πίσω αυλή μας - Αντώνης Ανδρουλιδάκης

Αποτέλεσμα εικόνας για Ένα δέντρο στην πίσω αυλή μας
Το μεγαλύτερο δράμα της κοινωνίας μας συμβαίνει δίπλα μας, στην πίσω αυλή μας, στη σκοτεινή πίσω αυλή μας. Είναι οι εκατοντάδες αυτοκτονίες, η ραγδαία αύξηση της ενδοοικογενειακής βίας, τα «πεταμένα» βρέφη, τα παιδιά στις ουσίες και οι εξαρτήσεις, η καθημερινή επιθετικότητα, η διαρκής επίκριση όλων εναντίον όλων, ο διάχυτος κοινωνικός θυμός, η εκτόξευση της κατανάλωσης ψυχοφαρμάκων, η ταχύτατη γήρανση του πληθυσμού και ο ξενιτεμός των νέων, η πλήρης αποικιοποίηση και λεηλασία της χώρας. Με μια κουβέντα, το μεγαλύτερο δράμα της κοινωνίας μας είναι ότι αυτή δεν λειτουργεί. Δεν λειτουργεί, πλέον, έστω με τους όρους μιας αστικής δημοκρατίας δυτικού τύπου, αν λειτούργησε και ποτέ.

Απ’ την απογοήτευση στον κυνισμό
Όλα αυτά τα μικρά και μεγάλα εγκλήματα συμβαίνουν και οι περισσότεροι από μας σαν κάπως να μην ξέρουμε, δεν θέλουμε να ξέρουμε ή ίσως και να μην μας νοιάζει πια. Η συλλογική ματαίωση έχει σκεπάσει την ψυχική γεωγραφία μας. Απ’ την απογοήτευση στον κυνισμό και στην λοιδορία του Άλλου, τέσσερα μνημόνια δρόμος, αν μ’ εννοείς.
Ξέρω πως σαν λαός δεν είμαστε τίποτα τέρατα και πως δεν ήταν λίγες οι περιπτώσεις που συνδράμαμε άλλους λαούς όταν βρέθηκαν μπροστά σε φυσικές ή άλλες καταστροφές. Αρκεί και μόνο η έμπρακτη αλληλεγγύη που επέδειξαν εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες προς τους πρόσφυγες και τους μετανάστες, όσο κι αν αυτή αμαυρώνεται από τις ρατσιστικές συμπεριφορές μερικών που έκαναν την ψυχοπαθολογία τους ιδεολογία. Ακόμη και σήμερα, είμαστε ένας λαός που παρά την τεράστια γλωσσική του κληρονομιά δεν έχει μια δικιά του, ελληνική, λέξη για την έννοια του ρατσισμού. Με δάνεια πορευόμαστε, ευτυχώς σ’ αυτή την περίπτωση. Και αφήνω στην άκρη το παλαιότερο ήθος αντίστασης του Λαού μας.
Δείχνουν όλα αυτά μια κοινωνία με αξίες, παρά τους όποιους συντηρητικούς κλαυθμούς και οδυρμούς για την «απώλεια των αξιών». Και ανακύπτει, έτσι, το ερώτημα: πώς γίνεται αυτή η κοινωνία να ζει τόσο χρόνια με αυτό το δράμα στην πίσω αυλή της; Και όσο κι αν δεν νιώθει καλά με τον εαυτό της μοιάζει να μην έχει και καμιά σοβαρή ηθική δυσκολία στην αποδοχή και στη διαιώνιση της κατάστασης αυτής. Πώς είναι δυνατόν να είναι σχεδόν όλοι πεισμένοι ότι αυτή η κατάσταση είναι αμετάκλητη; Πώς μπορούμε να ζούμε ήσυχοι με όλο αυτό και να συνεχίζουμε χωρίς αντίσταση;
Ίσως να στεναχωρηθούν οι μαρξιστές φίλοι μου, αλλά νομίζω ότι η πρώτη αιτία δεν μπορεί παρά να αναφέρεται στον προκαπιταλιστικό τρόπο κοινωνικής μας συγκρότησης. Σ’ αυτόν τον χρόνιο «υβριδικό φεουδαλισμό» που διαβρώνει απ’ άκρη σ’ άκρη κάθε πεδίο-επίπεδο του ελληνικού χώρου. Φεουδαλισμό, με την έννοια ότι όλοι σχεδόν είναι υποχρεωμένοι να εντάσσονται σε κάποιο φέουδο –πολιτικό, οικονομικό, κοινωνικό, εργασιακό, κομματικό, δικαστικό, δημοσιογραφικό, ακαδημαϊκό, εκκλησιαστικό ή ακόμη και οικογενειακό και ούτω καθ’ εξής– παρέχοντας στον αρμόδιο φεουδάρχη την υποτέλεια τους προκειμένου να απολαμβάνουν την προστασία του. Λες και η χώρα προσδοκεί ακόμη μια κάποια αστική επανάσταση.
Όταν η παρακμή εισβάλλει από παντού, το να μισείς το χώμα που πατάς επειδή δεν είναι από τσιμέντο, ισοδυναμεί με μια αρχιτεκτονική αυτοχειρίας. Για όλα φταίει το σεμεδάκι της μάνας σου που σου κρύβει την οθόνη, η τηλεόραση για τίποτα

Η εθνική μας μειονεξία