Του Γιάννη Πατίλη από το Πλανόδιον
ΕΑΝ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΡΟΥΝΤΟΝ «ἡ ἰδιοκτησία εἶναι κλοπή», μὲ συνέπεια ἡ ἀντεκδικητικὴ ὑπεξαίρεση ἑνὸς πράγματος τρίτου ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ ἀδίκως τὸ στερήθηκε, νὰ εἶναι μιὰ πράξη ἀποκατάστασης κοινωνικῆς δικαιοσύνης ποὺ ἀκούει στὸ ὄμορφο καὶ ἐμπνευστικὸ ὄνομα ἀπαλλοτρίωση, ἡ παρουσίαση τῆς ‘μετάφρασης’ τοῦ ποιήματος ἑνὸς τρίτου ὡς δικοῦ σου, σύμφωνα μὲ τὶς πλέον ἐξελιγμένες ποιητικὲς θεωρίες(*) εἶναι ἕνα καθόλα νόμιμο πνευματικὸ προϊὸν ποὺ σοῦ ἀνήκει ἀπολύτως, ποὺ μπορεῖς ὑπερηφάνως νὰ τὸ κυκλοφορεῖς κάτω ἀπὸ τὸ ὄνομά σου, καί, φυσικά, ὅταν ἔρθει ἡ ὥρα ἡ καλὴ νὰ κρατικοβραβεύεσαι γι’ αὐτό! Ἐδῶ δὲν ὑπάρχει κὰν κλοπή! Ὑπάρχει μόνον Πνευματικὴ Ἰδιοκτησία, Δόξα καί, ἐνίοτε (ἂν σοῦ κάτσει βραβεῖο) Χρῆμα!
Ἐὰν θέλουμε νὰ εἴμαστε ὄχι μόνον πλήρως ἐκσυγχρονισμένοι θεωρητικῶς, ἀλλὰ καὶ τίμιοι μὲ τὸν ἑαυτό μας, θὰ ἔπρεπε νὰ παραδεχθοῦμε εὐθαρσῶς ὅτι λογοκλοπή στὴν ποίηση εἶναι ἀδύνατος καὶ δὲν ὑπάρχει! Καὶ θὰ τὸ παραδεχόμαστε ἀμελητὶ καὶ ἀνακουφιστικῶς, ὲὰν τὸ ἐπιφανέστερο λογοτεχνικὸ σωματεῖο στὴν Ἑλλάδα, ἡ Ἑταιρεία Συγγραφέων, τοῦ ὁποίου εἴμαστε μέλη καὶ μάλιστα ἱδρυτικά, καὶ τὸ ὁποῖο τυχαίνει νὰ συμπεριλαμβάνει στοὺς κόλπους του ὄχι μόνον τοὺς καταγγελόμενους ὡς λογοκλόπους συγγραφεῖς ἀλλὰ καὶ τοὺς θεωρητικοὺς ἀποδομιστὲς τῆς σχετικῆς λογοκλοπικῆς ἐννοιολογίας, ὄχι μόνον δὲν ἀναγνώριζε πανηγυρικῶς στὸ καταστατικό του (ἀρθρ. 10) τὴν ἔννοια τῆς λογοκλοπῆς, ἀλλὰ καὶ δὲν θεωροῦσε μὲ τὴν παράγραφο (δ) τοῦ ἐν λόγῳ ἄρθρου, τὴν λογοκλοπή βαρύτατο ἀδίκημα, ποὺ ἐφόσον ἀποδειχθεῖ συνεπιφέρει τὴν ἐσχάτη τῶν τιμωριῶν γιὰ τὸ μέλος της: τὴν διαγραφή. Καὶ μάλιστα μὲ ἀπόφαση τοῦ ἴδιου τοῦ Διοικητικοῦ Συμβουλίου της!
Ἰδοὺ τὸ σχετικὸ ἄρθρο, ὅπως μπορεῖ νὰ τὸ δεῖ κανεὶς ἐλευθέρως στὸ δίκτυο:
http://www.authors.gr/profile
Ἀλλὰ προφανῶς δὲν βρισκόμαστε στὰ 1981, καὶ δὲν ἔχουμε πιὰ τὰ ἀναχρονιστικά, γερασμένα μοντερνιστικὰ μυαλὰ τῶν Ἱδρυτῶν τῆς Ἑταιρείας Συγγραφέων. Τώρα μᾶς δροσίζει ὁρμητικῶς καὶ ἀπὸ παντοῦ ὁ φρέσκος ἀέρας τῆς μεταμοντέρνας συνθήκης, τῆς διακειμενικότητας καὶ τῶν θεωρητικῶν ἀνεμνηστήρων της. Ἐπιτέλους μάθαμε, 40 χρόνια μετά, ὅτι τὰ κείμενα ποὺ διαβάζουμε δὲν εἶναι ἁπλῶς κείμενα, εἶναι βιώματα, ὅπως διδάσκουν οἱ μεγάλοι πανεπιστημιακοὶ θεωρητικοί μας(*). Καὶ ποὺ καὶ νὰ θέλαμε νὰ τὰ ἀντιγράψουμε μεταφράζοντάς τα σὲ μιὰ ἄλλη γλώσσα, θὰ ἦταν ἀκατόρθωτο. Δὲν ξέρω ἂν τὸ διάβασα κάπου στόν Ντεριντὰ ἢ τὸν Μπόρχες, ἀλλὰ μοῦ φαίνεται πὼς καὶ τὸ «Ode on a Grecian Urn» ἐὰν θελήσω νὰ τὸ ἀντιγράψω στὴ γλώσσα του ἀπὸ τὸ ἀγγλικὸ πρωτότυπο τῆς πρώτης ἔκδοσής του στὸ λάπτοπ μου, δὲν θὰ εἶναι τὸ ἴδιο ἀκριβῶς κείμενο, καὶ θὰ δικαιοῦται ὁ ἀντιγραφικὸς πληκτρολογικός μου μόχθος μιὰ κάποια προστασία τοῦ ὀνόματός μου!… Γράφουμε πάνω στὰ ἀντιγραμμένα, ποὺ λένε (Γέητς!)…