Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 21 Ιουλίου 2017

Καμένος


Του Βελούχη Αρειώτη

ΧΑΝΔΟΝ

«Έχει συντάξει ευλαβικώς όλα του τα αυτοπυρπολημένα ελαττωματικά κύτταρα σε αυστηρά απόλυτους στρατιωτικούς σχηματισμούς εδώ και καιρό σε μιαν γωνιά του εγκεφάλου του που επικοινωνεί χωρίς άλλην εντολή με την καρδιά του και τους ξαναβάζει φωτιά κάθε πρωί στ’ αμάξι, στα κόκκινα φανάρια που αργούνε χαρακτηριστικώς και στις στροφές με τις Φιλιππινέζες και τις Σριλανκέζες που βολτάρουν γιαγιάδες ξεχασμένες απ’ τα παιδιά και τα εγγόνια τους, κάθε βράδυ στις έρημες οδούς που κατρακυλάει η θλίψη του τραβώντας τον στο σπίτι, ρουφώντας λαίμαργα νότες στην διαπασών από Πουλικάκο, Dylan, Λογαρίδη και Rolling Stones, βυθιζόμενο στις στροφές των ματιών και των καροτσιών τους, ψάχνοντας να θυμηθεί γιατί στον διάολο ακούει αυτήν την μουσική ακόμη σεργιανώντας τούτη την μαστουρωμένη άσφαλτο μιας πόλης που αιωνίως κοιμάται και που έχει βαλθεί να ξεριζώσει ό,τι μπορεί, μα πάντα θα σκοντάφτει στον αναπάντεχο παλμό ενός παλιού του ονείρου. Κάποτε μαγείρευαν ξέγνοιαστα οι άνθρωποι χωρίς το τηλεοπτικό χρονόμετρο, περιμένοντας φίλους. Τα άγχη τους δεν εξαντλούνταν στο ψήσιμο του ψαριού, στην θερμοκρασία του κρασιού και στον ενδυματολογικό κώδικα, μα κουβέντιαζαν – τι μαγεία, κουβέντιαζαν στ’ αλήθεια… – για όλα εκείνα που ρουφούσαν τις ώρες της ημέρας τους, η οποία τότε αγνοούσε τις μετρήσεις της τηλεθεάσεως και αναλωνόταν σε θέματα ταπεινά που αγγίζανε πραγματικά τις ανάγκες, τα όνειρα, τις επιθυμίες της ζωής τους, όπως λόγου χάριν το πώς περνούν αυτοί οι ίδιοι αυτές τις ώρες, όπως το πώς ερωτεύονται κι όπως το πώς απογοητεύονται. Πόσο μακριά είναι, γαμώ το, η εποχή που στερούμασταν κάτι για να αποκτήσουμε ένα βινύλιο και να μοιραστούμε με τους φίλους μας τον τρόπο που κερνούσε τα σόλα του ο κιθαρίστας; Κάποτε οι άνθρωποι είχαν κάτι να γοητευθούν, αν θυμάστε. Μπορούσαν να διαθέσουν χρόνο για να γοητευθούν από κάποιον ή από κάτι. Δεν πουλούσαν όσο όσο την ζωούλα τους στο μεροκάματο και ό,τι περίσσευε, στην νοσηρή κακομοιριά μιας συσκευής μετά τις οκτώ επειδή αφυδατώνονταν από όλην αυτήν την ανούσια τρεχάλα.

Τρίτη 28 Μαρτίου 2017

Η έννοια της προόδου (και η ανάπτυξη): Η αστική και η μαρξιστική αντίληψη

Του Ευτύχη Μπιτσάκη
Ομότιμος Καθηγητής Πανεπιστημίου Ιωαννίνων

Ο εκσυγχρονισμός και η ανάπτυξη είναι σήμερα κεντρικός στρατηγικός στόχος
των κυβερνήσεων και κεντρικές έννοιες της προπαγάνδας. Ποια είναι όμως η ουσία αυτής της πολιτικής, η οποία καλύπτεται από την αχλύ της ιδεολογίας; Εκσυγχρονισμός και ανάπτυξη ταυτίζονται με την πρόοδο. Τι σημαίνει όμως πρόοδος; Και ειδικότερα τι σημαίνει πρόοδος στην εποχή της «παγκοσμιοποίησης»;

Η τάση για τεχνολογική ανανέωση, η τάση για αναδιάρθρωση των κεφαλαιοκρατικών σχέσεων και η τάση για παγκοσμιοποίηση, είναι εγγενείς στον καπιταλισμό. Η τάση αυτή έγινε κυρίαρχη στην εποχή μας με τη θυελλώδη ανάπτυξη των φυσικών επιστημών και της τεχνολογίας. Η ανάπτυξη όμως οδήγησε στη γενική ευημερία όπως φαντάζονταν οι ιδεολόγοι της πρώιμης αστικής τάξης; Οδήγησε στην εκλογίκευση των κοινωνικών σχέσεων και στην «αιώνια ειρήνη»; (Καντ). Τα γεγονότα είναι γνωστά. Η τεχνολογική πρόοδος είχε ως συνέπεια την πρωτοφανή αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας και κατά συνέπειαν την πρωτοφανή συγκέντρωση κοινωνικού πλούτου και κεφαλαίου. 
Αλλά η συσσώρευση κεφαλαίου είχε ως συνέπεια, μέσα από την παγκοσμιοποίηση των αντιθέσεων και του ανταγωνισμού, την επίσης πρωτοφανή συγκεντροποίηση.
Σήμερα την παγκόσμια οικονομία την ελέγχει ένα αριθμός πολυεθνικών γιγάντων, που αντίστοιχα καθορίζει την παγκόσμια πολιτική. Έτσι η τεχνολογική πρόοδος αποδείχθηκε «θεομηνία» (Μαρξ) για τους λαούς του πλανήτη. Η παγκοσμιοποίηση είναι προπαντός παγκοσμιοποίηση του παρασιτικού - χρηματιστικού κεφαλαίου (1-1,5 τρισεκ. δολάρια διακινούνται ημερησίως στους καθεδρικούς του τζόγου) και παγκοσμιοποίηση των ενδογενών αντιθέσεων του καπιταλισμού. Ειδικότερα η τάση για παγκοσμιοποίηση συμβάδισε με την πολιτική του νεοφιλελευθερισμού και είχε ως συνέπεια την ένταση της εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης, την ένταση της ανεργίας, και την καταστροφή των εργασιακών σχέσεων. Συνεπώς την όξυνση της αντίθεσης φτώχειας πλούτου. Για ποια πρόοδο μιλάμε λοιπόν;

Η αναπτυξιακή ιδεολογία δεσπόζει σήμερα και στη χώρα μας. Οι έννοιες: ανάπτυξη, τεχνολογική πρόοδος, παραγωγικότητα κλπ., έχουν γίνει κεντρικές έννοιες του πολιτικού λόγου. Βασικός στόχος εξάλλου της σημερινής κυβέρνησης είναι ο «εκσυγχρονισμός». Η τεχνολογική και οικονομική ανάπτυξη ταυτίζεται κατά κανόνα από τους προπαγανδιστές με την πρόοδο. Αλλά η ανάπτυξη δεν είναι ουδέτερη έννοια: υπάρχει καπιταλιστική ανάπτυξη και ανάπτυξη προς όφελος της εργατικής τάξης και ευρύτερα των εργαζομένων, η οποία, αναπόφευκτα, έχει αντικαπιταλιστική κατεύθυνση. Για ποια ανάπτυξη λοιπόν μιλάμε; Ποιοι θα ωφεληθούν από την τυχόν τεχνολογική και οικονομική ανάπτυξη, και ποιοι θα την πληρώσουν; Αντίστοιχα, τι σημαίνει πρόοδος; Υπάρχει γενική πρόοδος και γενικό καλό; Μπορούμε σήμερα να μιλάμε με τους όρους του αφηρημένου, αστικού ανθρωπισμού; Το κείμενο που ακολουθεί δεν θα εισέλθει στις ελληνικές πτυχές του προβλήματος. Ωστόσο, μια απόπειρα θεωρητικής αποσαφήνισης έχει άμεση πολιτική εμβέλεια.

Τετάρτη 28 Σεπτεμβρίου 2016

Δημοπράτες και (ορθόδοξοι) "ταλιμπάν"

Του Θόδωρου Παντούλα

Ένας φίλος σκανδαλίστηκε από το θέαμα που αντίκρισε στην Τήνο. Τον σκανδάλισε ο "τριτοκοσμικός" θρησκευτικός τουρισμός που ανηφορίζει έρποντας για την Μεγαλόχαρη. Κι ύστερα οι ίδιοι, «οι ορθόδοξοι ταλιμπάν», που σπρώχνουν για να επιβιβαστούν στο βαπόρι της επιστροφής. Επίσης έκπληκτος (αλλά και χωρίς κανένα εμφανή, τουλάχιστον, λόγο) ο ίδιος εκτιμά, ότι το πλήθος των πιστών, που ανήκουν στο ίδιο κοινωνικό σώμα με αυτόν που το αποστρέφεται, «μπορεί να λυντσάρει έναν άνθρωπο χωρίς κανέναν ιδιαίτερο λόγο απλά και μόνο επειδή μπορεί να φέρει ένα ξένο χαρακτηριστικό»! Και απολήγει: «τα άλλα, περί Διαφωτισμού κ.λπ. αποτελούν μεγάλη πολυτέλεια για να συζητηθούν όταν η δεισιδαιμονία και ο σκοταδισμός ακόμα καθορίζουν τόσα πολλά πράγματα...».

Νομίζω ότι η πολυκαιρισμένη καραμέλα της «προόδου» πικρίζει. Εν πάση περιπτώσει δεν χρειάζεται όλα να «προοδεύουν» και να διαφωτίζονται. Ας μείνουν και μερικά αμαγάριστα από την λοιμική της «προόδου» και την έπαρση του Διαφωτισμού. Η ανθρωπότητα –σε πείσμα των απανταχού διαφωτισμένων ιεροκηρύκων και αξιολογητών της προόδου– δεν έκαμε την παραμικρή πρόοδο στο φιλί και καρφάκι δεν καίγεται σε όσους αγαπούν.

Ας πάμε τώρα στους παντελώς άστοχα αποκαλούμενους «ορθόδοξους ταλιμπάν» κι ας αναγνωρίσουμε ότι μερικοί άνθρωποι (πιθανώς λιγότερο διαφωτισμένοι και προοδευμένοι απ’ εμάς) έχουν τα θάρρητά τους και με τον Θεό και τους αγίους του. Μ’ αυτά τα θάρρητα κάνουν και συμφωνίες μαζί τους. Και, ενίοτε, κρατούν και τον λόγο τους. Και στο πολύ πρόσφατο παρελθόν κάποιοι απ’ αυτούς θεμέλιωσαν εκκλησιές, σχολειά, νοσοκομεία, γηροκομεία κ.λπ. Και πολλοί απ’ αυτούς πέθαναν πάμφτωχοι. Και κάποιοι μαρτύρησαν και τους τιμά ως αγίους η Εκκλησία. Οι υπόλοιποι μπορεί και να σπρώχνονται στις προκυμαίες αλλά έτσι είναι, νομίζω, ο άνθρωπος «και για το καλό και για το κακό» καμωμένος. Κι όσοι δεν το κατάλαβαν αυτό άνοιξαν δρόμο σε λογιών λογιών ολοκληρωτισμούς.

Τρίτη 30 Αυγούστου 2016

Ο πολιτισμός του θεάματος

Η υπεράσπιση της υψηλής κουλτούρας συνδέεται με τη μεγάλη φροντίδα για την ελευθερία και τη δημοκρατία

Από τον Θανάση Γιαλκέτση, Εφημερίδα των Συντακτών
 Ο ακόλουθος διάλογος μεταξύ του Περουβιανού νομπελίστα λογοτέχνη Μάριο Βάργκας Λιόσα και του Γάλλου φιλοσόφου Ζιλ Λιποβετσκί δημοσιεύτηκε στην περιοδική επιθεώρηση Lettera Internazionale.

 Ας δούμε όμως τώρα τις αρνητικές, ξεκινώντας από την εξαφάνιση –ή από την κατάρρευση– της υψηλής κουλτούρας, που οδήγησε στον θρίαμβο μιας μεγάλης σύγχυσης. Μαζί με το τέλος της υψηλής κουλτούρας, είμαστε μάρτυρες και του τέλους ορισμένων αισθητικών αξιών. Οι παλιοί κανόνες που μας επέτρεπαν να διακρίνουμε το έξοχο, το μέτριο και το απαίσιο δεν λειτουργούν πλέον. Ολα εξαρτώνται από το γούστο του πελάτη (…). Αν η κουλτούρα είναι μόνον ψυχαγωγία, τίποτα δεν είναι σημαντικό. Αν το ζητούμενο είναι να διασκεδάζουμε, ένας απατεώνας μπορεί να με διασκεδάσει πολύ περισσότερο από ένα πρόσωπο βαθιά αυθεντικό. Αν όμως η κουλτούρα σημαίνει κάτι περισσότερο από αυτό, τότε είμαστε σε άσχημη κατάσταση. Εγώ δεν είμαι αντικαπιταλιστής. Ο καπιταλισμός συνέβαλε σε μια μεγάλη πρόοδο της ανθρωπότητας. Ωστόσο, οι μεγάλοι θεωρητικοί της αγοράς έλεγαν πάντοτε ότι ο καπιταλισμός είναι ένας ψυχρός μηχανισμός, που δημιουργεί πλούτο αλλά και εγωισμό.
 Μάριο Βάργκας Λιόσα: Το βιβλίο μου «Ο πολιτισμός του θεάματος» είναι ένα δοκίμιο που εκφράζει ανησυχία, για να μην πω αγωνία, καθώς βλέπουμε ότι αυτό που εννοούσαμε ως «κουλτούρα» όταν ήμουν νέος μετασχηματίστηκε, στη διάρκεια της ζωής μου, σε κάτι πολύ διαφορετικό σε σχέση με τις δεκαετίες του 1950, 1960 και 1970.

Παναγιώτης Κονδύλης: Εκπλήσσομαι αν κάποιος συμφωνεί μαζί μου

Αναδημοσιεύουμε την εκτενή συνέντευξη που έδωσε στον Σπύρο Τσακνιά για το περιοδικό ΔΙΑΒΑΖΩ, (Απρίλιος 1998). 

Σπύρος Τσακνιάς: Ο αναγνώστης των βιβλίων και των άρθρων σας παρατηρεί τελευταία ένα είδος στροφής του στοχασμού σας προς την πολιτική ανάλυση. Πού αποδίδετε αυτή τη στροφή; 

Παναγιώτης Κονδύλης: Το αόρατο χρονολόγιο της σκέψης δεν συμπίπτει αναγκαστικά με την ορατή χρονολογική σειρά των δημοσιεύσεων: Τα πρώτα μου βιβλία πραγματεύονταν, βέβαια, θέματα που σύμφωνα με τις συχνά παραπλανητικές τρέχουσες ταξινομήσεις θεωρούνται «φιλοσοφικά» ή πάντως «θεωρητικά». Όμως στην πραγμάτευση αυτών των θεμάτων δεν με ώθησε το αποκλειστικό ενδιαφέρον για τη «φιλοσοφία» και η ανυπαρξία πολιτικών ενδιαφερόντων, αλλά πολύ περισσότερο ένας προβληματισμός συνυφασμένος εξ αρχής με την πολιτική, τόσο υπό την ευρεία όσο και υπό την στενότερη έννοια του όρου.

Τετάρτη 10 Αυγούστου 2016

O Εκσυγχρονισμός της παράδοσης

eksygxronismos

Του Γιώργου Καραμπελιά
Ένας  φίλος έστειλε τις παρατηρήσεις του στην διακήρυξη μας  στην  ιστοσελίδα του Άρδην. Επειδή πιστεύω πως θίγει ένα βασικό ζήτημα της άποψής μας, εκείνο του «εκσυγχρονισμού της παράδοσης»  απάντησα εκτενώς και  πιστεύω πως είναι χρήσιμη η αναπαραγωγή αυτού του διαλόγου .
Γ.Κ.
Το σχόλιο του Μ. Παπαχαραλάμπους
«Με το κείμενο συμφωνώ. Όποιος στοιχειωδώς αγαπά τον συνάνθρωπο και πιστεύει εις κοινωνία συντάσσεται μαζί του.
Έχω όμως να προτάξω μία απορία. Αφορά την άποψη ότι η παράδοσή μας πρέπει να εκσυγχρονιστεί. Έχω ακούσει κι άλλες φορές τον κ. Καραμπελιά να το αναφέρει αυτό σαν πρόταγμα χωρίς δυστυχώς να επιμείνει και να εξηγηθεί.
  1. Θα ήθελα να μάθω ας πούμε σε τι, ντε και καλά, ο Παπαδιαμάντης κι ο Βιζυηνός, υπολείπονται και χρειάζονται ντε και καλά …εκσυγχρονισμό!
    Ποιο είναι αυτό το σύγχρονο και υγιές παράδειγμα το οποίο έχει ξεπεράσει την παράδοσή μας και στο οποίο πρέπει να καθρεφτιστεί και να …κάνει δήλωση μετανοίας (ή λίφτινγκ εκσυγχρονιστικό)!
  2. Νομίζω ότι ο κ. Καραμπελιάς παρασυρμένος ίσως από κεκτημένο προοδευτισμό τα τσουβαλιάζει όλα.
Πιστεύω ότι η Ελλάδα σήμερα δεν είναι σε στάδιο κρίσης. Κρίση υπάρχει όταν φας τα δάνεια και δεν έχεις να τα επιστρέψεις. Αυτά είναι απλά που συνέβαιναν και θα συμβαίνουν όσο υπάρχουν άνθρωποι.
Η Ελλάδα είναι σε στάδιο Αλλοτρίωσης: Αλλοιώνεται η σχέση της με τον γλυκύτατο παραδοσιακό Κοινοτισμό της και τον μοναδικό Λαϊκό Πολιτισμό της…»
ΜΠΑΜΠΗΣ ΠΑΠΑΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ

Πέμπτη 2 Ιουνίου 2016

«ΧΩΡΙΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ» Ο εκσυγχρονισμός των ελληνικών πολιτικών θεσμών και η ορθόδοξη παράδοση

Βασίλης Ξυδιάς

Το θέμα αυτής της εισήγησης* είναι «ο εκσυγχρονισμός των ελληνικών πολιτικών θεσμών και η ορθόδοξη παράδοση», αλλά, όπως ίσως θα έχετε αντιληφθεί, ο κύριος τίτλος παραπέμπει σ’ ένα από τα κλασικά έργα της παιδικής λογοτεχνίας, στο μυθιστόρημα του Έκτορος Μαλώ «Χωρίς Οικογένεια». Το μυθιστόρημα αυτό μιλά για ένα ορφανό παιδί, που ρίχτηκε σε μια μεγάλη περιπλάνηση σ’ άγνωστα και μακρινά μέρη. Μέσα απ’ αυτήν του την περιπέτεια το παιδί μπόρεσε να αναπτυχθεί και να ωριμάσει σαν άνθρωπος χάρη στη συντροφιά και την πνευματική καθοδήγηση ενός γέροντα, που αναπλήρωσε την αγάπη και την προστασία της χαμένης του οικογένειας. Αυτός το βοήθησε να αντιμετωπίσει τους κινδύνους και να προσανατολιστεί θετικά στους ορίζοντες του νέου, αχανούς κόσμου, που ξανοιγόταν εμπρός του.
Ανάλογη είναι, νομίζω, η περιπέτεια των νεωτέρων Ελλήνων, που, αποκομμένοι από τις κοινοτικές μας ρίζες, περιπλανώμεθα σε ξένα και άγνωστα πολιτιστικά και πνευματικά εδάφη. Μόνο που στην περίπτωσή μας λείπει ο γέρος σύντροφος, ο σοφός προστάτης και καθοδηγητής, ο φορέας δηλ. μιας πνευματικής παράδοσης, ικανής να αναπληρώσει το κενό των χαμένων μας θεσμών και παραδόσεων.
Έτσι, χωρίς ψυχοσυναισθηματική ασφάλεια και χωρίς πνευματική καθοδήγηση οι Έλληνες ταλαντευόμαστε διχασμένοι ανάμεσα σε δυο εξίσου αδιέξοδες προοπτικές:
  •  Οι περισσότεροι (οι θεωρούμενοι «προοδευτικοί») ακολουθούν τη γραμμή του λεγόμενου «εκσυγχρονισμού» και του «εξευρωπαϊσμού». Έχοντας ρίξει μαύρη πέτρα σε ό,τι θυμίζει το παρελθόν, προχωρούν χωρίς δισταγμούς στην υιοθέτηση κάθε τι μοντέρνου και ξενικού.
  •  Κι οι υπόλοιποι (οι θεωρούμενοι «συντηρητικοί») αναζητούν την επιστροφή στην ασφάλεια των χαμένων εθνικών και θρησκευτικών παραδόσεων. Μόνο που αυτή η επιστροφή δεν είναι (δεν μπορεί να είναι) πραγματική. Είναι μια φαντασιακή – και εν πολλοίς υποκριτική – προσκόλληση σε ιδεατά σχήματα, εντελώς άσχετα με τη ζωντανή πραγματικότητα.

Πέμπτη 22 Οκτωβρίου 2015

Παράδοση και Εκσυγχρονισμός στην Ελλάδα του 21ου αιώνα


Λαοκράτης Βάσσης


Ο ελληνισμός καλείται, «αναγιγνώσκοντας» σωστά την τρισχιλιετή διαδρομή του και τις ανελαστικές απαιτήσεις του αινιγματικού γυρίσματος των καιρών μας (αλλαγή αιώνα και χιλιετίας), να χαράξει την πολιτιστική του στρατηγική στην τροχιά της αμήχανα ενοποιούμενης Ευρώπης και του δυσανάγνωστα παγκοσμιοποιούμενου διεθνούς περιβάλλοντος, όπου, με κατακλυσμιαία την εξάπλωση μιας φαιάς υποκουλτούρας, μαζί με τα εθνικά κράτη, πρωτίστως δοκιμάζονται οι πολιτιστικές ιδιαιτερότητες, που είναι συνυφασμένες με την ύπαρξη των εθνικών συλλογικοτήτων και την πολύχρωμη ομορφιά της πλανητικής μας πατρίδας.

Δεν πρόκειται για νέο πρόβλημα καθώς, με διαφορετικές κάθε φορά όψεις και αιχμές, ταλανίζει τη νεοελληνική πνευματική ζωή απ’ την προεπαναστατική ακόμη περίοδο. Όπως δεν πρόκειται και για δικό μας μόνο πρόβλημα, καθώς, με διαφορετικό διατακτικό και διαφορετική ένταση, απασχόλησε και απασχολεί όλους τους λαούς απ’ τη μια άκρη της γης ως την άλλη.

Τετάρτη 16 Σεπτεμβρίου 2015

O μύθος της κοινής κουλτούρας.



της Νατάσσας Πολονύ (εκπαιδευτικός – δημοσιογράφος)
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΑΡΔΗΝ, τεύχος 63.

«Το κυρίαρχο πάθος είναι να ζεις για τη στιγμή – να ζεις για τον εαυτό σου, όχι για τους προγόνους ή τους απογόνους σου. Χάνουμε γοργά την αίσθηση ότι ανήκουμε σε μια διαδοχή γενεών που ξεκίνησαν από το παρελθόν και προεκτείνονται στο μέλλον»
Ήδη από το 1979, ο Christopher Lash είχε διαγνώσει την αρρώστια των σύγχρονων κοινωνιών μέσα από τη μορφή του ναρκισσιστικού ατόμου, που είναι ανίκανο να τοποθετήσει τον εαυτό του στον κατακόρυφο άξονα ενός γενεαλογικού δέντρου, ανίκανο να δει πιο πέρα από τη δική του ζωή. Του ατόμου-μονάδα, που ταξιδεύει μόνο του στον ακύμαντο ωκεανό της καταναλωτικής κοινωνίας. Αυτό το άτομο, που το παρουσιάζουμε σαν πρότυπο στους νέους, ξέρει μόνο τον οριζόντιο άξονα του δικτύου. Αξίες του είναι το «σήμερα» και η ισότητα. Όχι οι κάθετες γραμμές, η δια­δοχή, η κληρονομιά. Το αίσθημα της κληρονομιάς τού εί­ναι άγνωστο. Ιστορικό παράδοξο, αν σκεφτούμε ότι μέ­χρι τώρα ο άνθρωπος ζούσε πάντα συνεχίζοντας και ξα­ναδιαβάζοντας το παρελθόν του. Το κείμενο του Georges Duby με τίτλο ακριβώς «Κληρονομιά» [L’ Héritage], το οποίο κλείνει το βιβλίο του Fernand Braudel για τη Με­σόγειο, αποτελεί ύμνο στην «ανθρώπινη τελείωση», στην «υπερηφάνεια και την ευτυχία να είσαι άνθρωπος» που γεννιούνται από τον «ασυγκράτητο τροπισμό», την ασυ­νείδητη έλξη που νιώθει κάθε άνθρωπος για το πολιτι­στικό λίκνο στο οποίο γεννήθηκε. Είναι ένας ύμνος στη μετάδοση της κουλτούρας ως «μαγιάς δημιουργίας». Δεν νοείται μέλλον χωρίς παρελθόν. Ούτε εκσυγχρονισμός χω­ρίς δεύτερη ανάγνωση, επανερμηνεία όσων προηγήθηκαν και ένταξή τους στις νέες παραστάσεις και αξίες.

Σάββατο 12 Σεπτεμβρίου 2015

Γιδοβοσκός με φράκο

Του Χρήστου Γιανναρά


Σ​​το πεδίο του θεωρητικού πολιτικού προβληματισμού (αν υπάρχει, σήμερα πια, τέτοιο πεδίο), όσοι πολίτες ελλαδικοί επιμένουν να δηλώνουν προσανατολισμό με ετικέτες του τύπου: Αριστερά, Δεξιά, Κέντρο, Κεντροαριστερά, Κεντροδεξιά, θα διακινδύνευα να τους συστήσω, όσο μπορώ διακριτικότερα, να ελέγξουν, ιατρικά, τους δείχτες νοημοσύνης τους. Αν απαιτήσουν να εξηγήσω το γιατί, θα απαντήσω ότι ο χώρος της επιφυλλίδας δεν επαρκεί ή είναι κρίμα να χαραμιστεί για να εξηγηθούν τα αυτονόητα.

Στα αυτονόητα συμπεριλαμβάνεται και η πείρα όλων μας στην Ελλάδα, τα τελευταία έξι τουλάχιστον χρόνια: Μας κυβέρνησαν όλες οι ιδεολογικές ετικέτες και ήταν όλες διαχειριστικές της μιας και μόνης κοινωνικής επιδίωξης: να συντηρηθεί ή να μεγιστοποιηθεί κατά το δυνατό (ή ακόμα και με παρανοϊκό υπερδανεισμό) η καταναλωτική ευχέρεια των ψηφοφόρων. Απέδειξαν όλα τα κόμματα ότι λογαριάζουν ιδιοτελώς τους πολίτες μόνο σαν ψηφοφόρους, απέδειξαν όλοι οι πολιτευόμενοι, μα απολύτως όλοι, ότι το πρώτο (ή το μόνο) που τους ενδιαφέρει είναι η επανεκλογή τους. Να επανεκλεγούν κερδίζοντας τις εντυπώσεις και οι εντυπώσεις κερδίζονται όταν υπόσχεσαι αύξηση εισοδημάτων, όχι θεσμικές μεταρρυθμίσεις που θα αποκαθιστούσαν κράτος λειτουργικό, κράτος δικαίου, κράτος πρόνοιας.Ολα τα κόμματα, με όποια ιδεολογία κι αν προσπαθούν να ξεγελάσουν τους μειωμένης νοημοσύνης πολίτες, μόλις έγιναν κυβέρνηση μοίρασαν με τους συγκυβερνώντες τα ρουσφέτια (4-3-1), διόρισαν σε όλους τους διοικητικούς κόμβους των κρατικών θεσμών και των δημόσιων οργανισμών κομματικούς κλακαδόρους, ανέβασαν σε υπουργικούς θώκους μικρονοϊκά ή και γελοία άτομα ευρείας τηλεοπτικής «αναγνωρισιμότητας». Και ταυτόχρονα συνεχίζουν να ρητορεύουν τυποποιημένα ιδεολογήματα «σοσιαλιστικά», «φιλελεύθερα», «ριζοσπαστικώς αριστερά», «κεντρώα». Ξέρουν ότι μεγάλη μερίδα τάχα και πολιτών προσδένονται τυφλά και άλογα σε ένα κόμμα όπως και σε μια ποδοσφαιρική ομάδα – η ιδεολογική ετικέτα είναι το ακριβές ανάλογο της τυχαίας ονομασίας των κερδοσκοπικών αθλητικών εταιρειών.

Δευτέρα 7 Σεπτεμβρίου 2015

Ο ΤΑΞΙΚΟΣ ΚΥΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ ΔΙΑΜΑΝΤΟΥΡΟΥ

E-mailΕκτύπωσηPDF

Του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΣΩΤΗΡΗ
Λίγοι άνθρωποι απολαμβάνουν ανάλογη ιδεολογική ασυλία,περιβεβλημένοι σχεδόν ένα φωτοστέφανο που αποτρέπει οποιαδήποτε σοβαρή συζήτηση πάνω στο τι πραγματικά λένε, όσο ο Νικηφόρος Διαμαντούρος. Οι διαδοχικές θητείες του ως Συνηγόρου του Πολίτη στην Ελλάδα και ως Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή συνέβαλαν σε αυτό, μαζί με την ακαδημαϊκή του καριέρα. Πλέον, ο Νικηφόρος Διαμαντούρος ετοιμάζεται για την είσοδό του στη Βουλή, καταλαμβάνοντας την πρώτη θέση στο ψηφοδέλτιο επικρατείας του Ποταμιού.
Στην πραγματικότητα, ο Νικηφόρος Διαμαντούρος είναι ο κατεξοχήν θεωρητικός του εκσυγχρονισμού ως στρατηγικής που στρέφεται ενάντια στις λαϊκές τάξεις, ο θεωρητικός ενός ταξικού κυνισμού, που η πιο ακραία έκφρασή του είναι τα Μνημόνια.
Με αφετηρία ένα αγγλικό κείμενό του το 1993, που στα ελληνικά θα κυκλοφορήσει το 2000, σε μορφή βιβλίου και με τον τίτλο «Πολιτισμικός δυϊσμός και πολιτική αλλαγή στην Ελλάδα της Μεταπολίτευσης», ο Διαμαντούρος θα κηρύξει τον πόλεμο σε αυτό που θα ονομάσει «κουλτούρα των μη προνομιούχων» ή «παρωχημένη κουλτούρα» (underdog culture). Σύμφωνα με το σχήμα του Διαμαντούρου, το βασικό πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας είναι οι απαιτήσεις των υποτελών τάξεων, των εργαζομένων και των άλλων λαϊκών στρωμάτων. Αυτές οι απαιτήσεις κοινωνικής δικαιοσύνης, αναδιανομής και ισότητας (κατά τον Διαμαντούρο «ισοπεδωτικός εξισωτισμός») αλλά και τα αντικαπιταλιστικά αντανακλαστικά αυτών των στρωμάτων, όπως αποτυπώθηκαν στον πολιτικό και κινηματικό ριζοσπαστισμό της Μεταπολίτευσης, είναι τα μεγάλα εμπόδια σε κάθε απόπειρα εκσυγχρονισμού.
 Έτσι, στο κείμενο του Διαμαντούρου, γραμμένο λίγο πριν ανατείλει η εποχή Σημίτη και η λέξη «εκσυγχρονιστές» εισβάλλει στο προσκήνιο, ως πολιτικός προσδιορισμός, το αίτημα τουεκσυγχρονισμού χάνει κάθε επίφαση προόδου και γίνεται μια πολεμική κραυγή των δυνάμεων του κεφαλαίου και των συμμάχων τους ενάντια στη λαϊκές τάξεις, το διεκδικητισμό τους, τις κατακτήσεις που είχαν στην περίοδο της Μεταπολίτευσης.

Τετάρτη 26 Αυγούστου 2015

Η εσωτερική ασυνέπεια των σύγχρονων προοδευτικών μας - Ρομαντισμός, Χριστιανισμός, πρόοδος

Γιώργος Παναγιωτίδης
 
Ζούμε εδώ και πολλά χρόνια ακόμη υπό την επιρροή ενός ρεύματος που επιθυμεί την εσωτερίκευση μίας νέας ιδεολογίας και ενός νέου τρόπου ζωής εν Ελλάδι· τούτο το ρεύμα το ονοματίζουν οι κήρυκές του ως Διαφωτισμό, ορθολογισμό και τα όμοια με αυτά. Αυτό το ρεύμα υπήρξε έως επικυρίαρχο επί πολλά έτη. Βασικά εχθρευόταν “κάθε τι το παλιό”, την παράδοση ή, καλύτερα, ό,τι του φαινόταν ως παράδοση που σχετιζόταν κατ’ εξοχήν με την Εκκλησία, την οποία εξ άλλου συνδέει με τον “Μεσαίωνα”· δηλαδή αυτό που ορισμένοι Γάλλοι ουμανιστές του 18ου αιώνα επινόησαν προπαγανδιστικά ως ”Moyen Age”, για να το σχετίσουν αντιθετικά με τους λεγόμενους Νέους Χρόνους.
Ο Ευ. Παπανούτσος, όντας φιλόσοφος και θεολόγος, αλλά όχι ρητά Χριστιανός -ως προχωρημένη ηλικία τουλάχιστον-, έγραψε κάπου (στα “Μέτρα της εποχής μας”) πως “ο φιλόσοφος του Μεσαίωνα είναι ο Αριστοτέλης” και πως πάντως το κυριότερο στοιχείο του “Μεσαίωνα” είναι η καταπιεστική πολιτική εξουσία της ιεραρχίας της “εκκλησίας”· μόνη αυτή η ανάληψη κοσμικής εξουσίας από κληρικό χαρακτηρίζεται ως “μίξις άμικτος και τέρας αλλόκοτον” από τον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη και Φιλοκαλιστή μέγα, που ακολουθεί ένα δρόμο ριζικά διαφορετικό από την επιβολή της Εκκλησίας ως Civitate Dei του Αυγουστίνου πάνω στην Πολιτεία. Συνεπώς, ένας Διαφωτισμός αυτού του είδους που εξελίχθηκε στην Ευρώπη και ιδίως, αν όχι αποκλειστικά, στην Γαλλία, δεν θα μπορούσε ποτέ να ανθίσει εγχώρια. Άλλωστε, όπως ο Κώστας Ουράνης γράφει σε ένα άρθρο του για την κυρίαρχη και πλέον δημοφιλή μορφή του γαλλικού Διαφωτισμού, τον Βολταίρο, αυτός έγινε δημοφιλής χάρις στους λιβέλλους, τα δοκίμια και τα “άρθρα” του, όπου “πήρε θέση απέναντι στους πολιτικοκοινωνικούς θεσμούς της εποχής του και, κυριότερα, απέναντι στην θρησκεία - και, πιο συγκεκριμένα, στον καθολικισμό.

Τρίτη 21 Απριλίου 2015

Χρήστος Βακαλόπουλος: Η 21η Απριλίου κι εμείς

Δεν είμαστε πια οι ίδιοι άνθρωποι που μεγαλώσαμε μαζί στο γυμνάσιο στη διάρκεια της δικτατορίας. Μαζευτήκαμε τότε γύρω από ένα συγκρότημα ροκ, τους Peppers και αργότερα Ρέμπελους, που πρόλαβαν να παίξουν σε μερικές συναυλίες και να βγάλουν ένα δίσκο σαράντα πέντε στροφών στην εταιρεία Zodiac, λίγο πριν διαλυθούν μέσα σ’ αυτή την παρεξήγηση που ονομάσθηκε μεταπολίτευση. Πίσω μας είχαμε έναν κόσμο ουσιώδους αφέλειας που δεν τον ξαναβρήκαμε ποτέ, παρ’ όλο που τα πρώτα χρόνια της χούντας συνέχιζε ακόμα να υπάρχει – οι άνθρωποι έβγαζαν καρέκλες στους δρόμους της Κυψέλης, οι θερινοί κινηματογράφοι γέμιζαν στις ταράτσες, στα πάρτυ όλοι ντρεπόντουσαν με την άνεσή τους. Όμως αυτός ο κόσμος άρχισε να εξαφανίζεται σε όφελος της τηλεόρασης, των ντισκοτέκ και του φαινομενικού αντίβαρού τους, της αμφισβήτησης.
 
Μπήκαμε στη δικτατορία μικρά παιδιά που δεν ήξεραν να ερωτεύονται και να ντρέπονται, να ελπίζουν και να χαίρονται, και βγήκαμε από εκεί κάτι κουρασμένα παλληκάρια ασχέτως ηλικίας, υποψιασμένοι για τα πάντα, έτοιμοι να αναλύσουν το παραμικρό, ανίκανοι να ψωνισθούμε με κάτι, στρατιώτες ενός μέλλοντος που ερχόταν με σιγουριά αλλά δεν φάνηκε ποτέ, ενός μετά που μας έχει αρπάξει από το λαιμό και δε λέει να μας αφήσει ήσυχους ούτε δευτερόλεπτο. Εφτά ολόκληρα χρόνια μαθαίναμε ο ένας τον άλλο να περιφρονεί τον τόπο του και να θαυμάζει ένα μυθικό τόπο, αποτελούμενο από συγκροτήματα ροκ, φοιτητικές εξεγέρσεις, ξεσπάσματα της κραιπάλης, ελεύθερες σχέσεις, πρίγκηπες της παρακμής, χιλιάδες παιδικές χαρές για μεγάλους. Μάθαμε να περιμένουμε κάτι και ξεμάθαμε να βλέπουμε τι γινόταν γύρω μας. Την ώρα που ο Παττακός εκτελούσε το εθνοσωτήριο έργο του μαζεύοντας γόπες στην οδό Πατησίων και ο Καράγιωργας έχανε το χέρι του ώστε να γίνει αργότερα υπουργός ο Κατσιφάρας, εμείς φανταζόμαστε τη ζωή σαν ένα σόλο του Τζίμι Χέντριξ ή μια ροχάλα του Κον Μπεντίτ. Την ίδια στιγμή η Ελλάδα έπαιρνε την όψη της οδού Αχαρνών αλλά αυτό δεν μας ένοιαζε καθόλου, η Ελλάδα δεν υπήρχε για μας, όπως δεν υπήρχε και για όλους αυτούς τους αντιστασιακούς που ήρθαν αργότερα από το εξωτερικό μ’ αυτό το κουρασμένο ύφος του ανθρώπου-που-ένοιωσε-τα-πάντα-στο-πετσί-του, την Ελλάδα τη χαρίζαμε στους χουντικούς μαζί με το δημοτικό τραγούδι. Εμείς οι ίδιοι, στρατιώτες του μέλλοντος, βάλαμε ένα χεράκι ώστε να την κρύψουμε για πάντα από τους εαυτούς μας και σχεδόν την τελειώσαμε μέσα μας.

Πέμπτη 16 Απριλίου 2015

Καμύ: Ευρωπαϊκός πολιτισμός

  «Υπάρχει μια Ευρώπη αστική, ατομίστρια, εκείνη που σκέφτεται τα ψυγεία της, τα γαστρονομικά της εστιατόρια, που λέει "εγώ δεν ψηφίζω"»

 «ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΙΑ ΕΥΡΩΠΗ ΑΣΤΙΚΗ, ΑΤΟΜΙΣΤΡΙΑ, εκείνη που σκέφτεται τα ψυγεία της, τα γαστρονομικά της εστιατόρια, που λέει "εγώ δεν ψηφίζω". Πρόκειται, μα την αλήθεια, για την αστική Ευρώπη. Τούτη εδώ δεν θέλει να ζήσει. Λέει βέβαια ότι θέλει να ζήσει, αλλά τοποθέτησε τη ζωή σ' ένα επίπεδο τόσο χαμηλό που έχει ελάχιστες πιθανότητες να παραταθεί στην ιστορία, φυτοζωεί, και καμιά κοινωνία δεν μπόρεσε να φυτοζωήσει για πολύ. Εδώ, όμως, δεν βλέπω κάτι που να είναι η έκφραση του κλασικού μέτρου. Βλέπω μόνον έναν ατομικιστικό μηδενισμό, αυτόν που λέει "δεν θέλουμε ούτε ρομαντισμό ούτε υπερβολή, δεν θέλουμε να ζήσουμε στα όρια ούτε να γνωρίσουμε τη διάσπαση". Αν δεν θέλετε να ζήσετε στα όρια ούτε να γνωρίσετε τη διάσπαση, τότε δεν πρόκειται να ζήσετε, και κυρίως η κοινωνία σας δεν θα ζήσει. 

ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΜΑΘΗΜΑ, ΚΑΙ ΤΟ ΛΕΩ ΕΠΕΙΔΗ ΑΝΤΙΤΑΣΣΟΜΑΙ κατηγορηματικά στην ιδεολογία των λαϊκών δημοκρατιών, το μεγάλο μάθημα λοιπόν που μας έρχεται από την Ανατολή είναι ακριβώς το νόημα της συμμετοχής σε μια κοινή προσπάθεια, και δεν υπάρχει κανένας λόγος να απορρίψουμε αυτό το παράδειγμα. 

ΑΠΟ ΤΟΥΤΗ ΤΗΝ ΑΠΟΨΗ, ΔΕΝ ΕΠΙΚΡΟΤΩ ΚΑΘΟΛΟΥ την αστική Ευρώπη. Απεναντίας, θα ασπαστώ μια θέση που λέει: "γνωρίζουμε τα άκρα, τα ζήσαμε, θα τα ζήσουμε όταν θα χρειαστεί, και μπορούμε να πούμε πως τα ζήσαμε γιατί βιώσαμε τα γεγονότα που μας επέτρεψαν να τα γνωρίσουμε". Υπήρξε, πράγματι, μια γαλλική εθνική αλληλεγγύη, όπως και μια ελληνική αλληλεγγύη, η αλληλεγγύη της οδύνης. Τούτη την αλληλεγγύη μπορούμε να την ξαναβρούμε ανά πάσα στιγμή και όχι μόνο με την όψη της οδύνης. Αν συλλογιζόμασταν αρκετά αυτή την εμπειρία, είμαι πεπεισμένος ότι θα καταλαβαίναμε καλύτερα το νόημα του μέτρου, που νοείται ως η συμφιλίωση αντιφάσεων και, ειδικά, στο κοινωνικό και πολιτικό πεδίο, ως η συμφιλίωση των δικαιωμάτων και των καθηκόντων του ατόμου. 

Μια περιεκτική παρουσιαση του Εργου του Ζ ..Μπαουμαν απο τον Γ. Σιακαντάρη στην Βιβλιοθήκη της ''Ε''

ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΖΙΓΚΜΟΥΝΤ ΜΠΑΟΥΜΑΝ
Ο άνθρωπος ως εμπόρευμα
ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΣΙΑΚΑΝΤΑΡΗ

Ο άνθρωπος ως εμπόρευμα

Αποσπασμα :
'' Η κοινωνιολογική σκέψη του Μπάουμαν είναι σε ευθεία αντιπαράθεση με τον «κατεστημένο» κοινωνιολογικό λόγο, αφού αυτό που τον ενδιαφέρει δεν είναι το πώς λειτουργούν τα δομικά συστήματα, αλλά κυρίως πώς βιώνουν οι άνθρωποι τις σχέσεις τους μέσα στα συστήματα, πώς οι παγκόσμιες στρατηγικές κυριαρχίας έχουν άμεσο αντίκτυπο στις ιδιωτικές πτυχές των ανθρώπινων σχέσεων και πώς μεταβάλλονται οι ζωές των ανθρώπων.
Η σκέψη του Μπάουμαν αποτελεί ένα σύγχρονο κατηγορητήριο κατά του «εξαναγκαστικού» εκσυγχρονισμού.
Στο στόχαστρό του συμπεριλαμβάνονται οι «παράπλευρες απώλειες» της εκσυγχρονιστικής διαδικασίας και όχι ο εκσυγχρονισμός.

Μπάουμαν: Σχεδιάστε νέες ελπίδες


Ο Μπάουμαν αποτελεί ιδιαίτερη περίπτωση διανοητή. Οπαδός του Mαρξ, απέναντι στον οποίο όμως στέκεται κριτικά. Αφοσιωμένος μαθητής του Βέμπερ και φίλος της ερμηνευτικής στις κοινωνικές επιστήμες, αποτελεί μια πένα που δεν εφησυχάζει. Ο Μπάουμαν δεν είναι ένας κλασικός ακαδημαϊκός. Γι’ αυτόν, το σημαντικό είναι η κοινωνική ανάλυση, η οποία στόχο έχει να μας κάνει «να αναστοχαστούμε τους όρους με τους οποίους σκεφτόμα­στε, φανταζόμαστε και προσπαθούμε να αναδιαμορφώσουμε τις ελπίδες, τις ζωές και τις κοινωνίες μας».
ΟΙ ΦΤΩΧΟΙ ΘΑ ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ ΜΑΖΙ ΜΑΣ: ΑΥΤΟ ΜΑΣ ΔΙΔΑΣΚΕΙ Η ΛΑΪΚΗ ΣΟΦΙΑ. Ωστόσο, αυτό για το οποίο η λαϊκή σοφία δεν είναι αρκετά σίγουρη και ξεκάθαρη είναι, πρώτον, το δύσκολο ερώτημα σχετικά με το πώς κατασκευάζονται οι φτωχοί και πώς κάποιοι καταλήγουν να θεωρούνται φτωχοί, και, δεύτερον, το βαθμό στον οποίο η μέθοδος κατασκευής και θεώρησης των φτωχών εξαρτάται από τον τρόπο που όλοι μας -οι συνηθισμένοι άνθρωποι, οι ούτε φτωχοί αλλά ούτε και πλούσιοι- διάγουμε τις ζωές μας καθημερινά και επαινούμε ή αποδοκιμάζουμε τον τρόπο με τον οποίο εμείς και οι άλλοι τις βιώνουμε.

Πιέρ Πάολο Παζολίνι: Ο καταναλωτισμός είναι φασισμός χειρότερος από τον κλασικό


Στις 30 Οκτωβρίου του 1975, τρεις μέρες πριν την δολοφονία του, ο Πιέρ Πάολο Παζολίνι παραχώρησε συνέντευξη τύπου στη Στοκχόλμη, όπου είχε μεταβεί για να παρουσιάσει τη νέα του ταινία Σαλό ή οι 120 ημέρες στα Σόδομα. Το αιφνίδιο γεγονός του θανάτου του ματαίωσε τη ραδιοφωνική αναμετάδοσή της, με αποτέλεσμα το αρχείο να παραπέσει για χρόνια. Τελικά η συνέντευξη –εκτενή αποσπάσματα της οποίας παραθέτουμε εδώ– ήρθε στο φως της δημοσιότητας το 2011. Επανεμφανίστηκε τότε, για άλλη μια φορά, η ρηξικέλευθη, ανυποχώρητα κριτική και στοχαστική, ενίοτε απελπισμένη, αλλά πάντοτε μαχητική φωνή του Παζολίνι.

Η πλήρης επικράτηση του καταναλωτισμού, η συνεπακόλουθη πολιτισμική ομογενοποίηση και ισοπέδωση, ο ολοένα πιο ασφυκτικός έλεγχος της ίδιας της ζωής από την ανεξέλεγκτη, σχεδόν άναρχη δύναμη της εξουσίας, η χειραγώγηση των σωμάτων μέσω της βιοπολιτικής είναι μόνο μερικά από τα ζητήματα που ο Παζολίνι έθιξε στο πλαίσιο αυτής της συνέντευξης. Σαράντα χρόνια μετά, η σκέψη του όχι μόνο επιβεβαιώνεται πολλαπλώς, αλλά συνεχίζει να φωτίζει το κοινωνικοπολιτικό και πολιτισμικό παρόν και τις συντελεσμένες συμφορές, που επέφερε η παρούσα τάξη πραγμάτων.

Ακολουθεί λοιπόν η φωνή της «καλύτερης νιότης», εκείνη που αμφιβάλει για όλα και αναμετριέται με όλα, εκείνη που δε συνετίζεται και επιμένει· είναι η φωνή του Πιέρ Πάολο Παζολίνι που έχει πάντα στο κέντρο της την αγάπη για τον άνθρωπο στην ολότητά του.

Κυρίες και κύριοι, ο κύριος Παζολίνι βρίσκεται εδώ για να παρουσιάσει τη νέα του ταινία. Μόλις την τελείωσε και πρόκειται για μια ταινία που αφορά τα Σόδομα…

Παρασκευή 3 Απριλίου 2015

«Ευρωπαϊσμός»: η παιδική ασθένεια του Ελληνισμού


Aντώνης Ανδρουλιδάκης
Καταρχάς, να υπογραμμίσουμε κάτι που αν και είναι αυτονόητο, ακούγεται στ’ αυτιά μας μάλλον κάπως περίεργα. Το να είναι κανείς «Ευρωπαίος» –όποια έννοια και αν αποδίδουμε στον όρο- δεν είναι καθεαυτό κάτι καλύτερο ή ανώτερο από το να είναι Αφρικανός, Ασιάτης, Αμερικανός ή Αυστραλός. Ή μήπως όχι;

Αυτό το υποβόσκον ερωτηματικό, η πιθανότητα δηλαδή να εισπράττουμε –να θεσμίζουμε φαντασιακά- τον Ευρωπαϊσμό, πιθανόν σε ασυνείδητο επίπεδο, ως κάτι «μοναδικά μοναδικό», ενάντια και στο ίδιο το εξισωτικό πρόταγμα του, ενάντια στο ευρωπαϊκό καθώς το λέμε κεκτημένο, ίσως να αποκρύπτει κάτι βαθύτερο την νεοελληνική συλλογική ψυχοσύνθεση.

Όλοι, νομίζω, γινόμαστε καθημερινά μάρτυρες, τόσο από τα δεξιά όσο και από τα αριστερά του πολιτικού φάσματος, μιας ρητορικής που διαχέεται και διαπερνά οριζόντια το σύνολο σχεδόν του πολιτικού συστήματος. Στον Ευρωπαϊσμό ομνύει ο κάθε Τζήμερος και οι φαιδροί νεοφιλελέδες, στον Ευρωπαϊσμό ορκίζονταν οι εκσυγχρονιστές του Σημίτη, στον Ευρωπαϊσμό υποτάσσονταν οι ακροδεξιοί του Σαμαρά, στον Ευρωπαϊσμό πίνουν νερό οι ποταμίσιοι Χίπστερς και οι κηπουροί του Γιωργάκη, τον αλληλέγγυο Ευρωπαϊσμό ευαγγελίζεται, ακόμη, και η κυρίαρχη αφήγηση του ΣΥΡΙΖΑ.

Είμαι βέβαιος ότι οι πιτσιρικάδες του μέλλοντος μας θα ακούνε «Ευρωπαϊσμός» και θα ρωτάνε με κυνικό «δέος»: Ποιός είναι αυτός ο τύπος ρε μεγάλε;

Μάλιστα είναι τέτοια η νοηματοδοτική, σχεδόν υπαρξιακή, ισχύς της έννοιας «Ευρωπαϊσμός» που καταλήγουν αρκετοί να επικρίνουν τον ΣΥΡΙΖΑ για αντιευρωπαϊσμό, ενώ δεν είναι καθόλου τυχαία η προσπάθεια ταύτισης της Αντιμνημονιακής πολιτικής με αντιευρωπαϊκά χαρακτηριστικά.

Τι συμβαίνει λοιπόν, στην ελληνική κοινωνία, αν θέλει κανείς να υπερβεί τα μάλλον εύκολα σχήματα του τύπων των «ευρωλιγούρηδων» κ.λπ.; Τι συμβαίνει και αποδεχόμαστε συλλογικά τον Ευρωπαϊσμό, όχι απλά ως ένα ταυτοτικό μας χαρακτηριστικό, αλλά ως περίπου υπαρξιακό μας προαπαιτούμενο; Ένα «κάτι» εκ των ων ουκ άνευ! Δεν υπήρξε άραγε, ποτέ άλλοτε, η ελληνική κοινωνία χωρίς αυτόν τον προσανατολισμό; Γιατί μοιάζει να κινδυνεύουμε να μην υπάρχουμε χωρίς αυτόν;

Πρόκειται για μια «υπερεγωτική λειτουργία», θα σας έλεγαν οι ψυχαναλυτές.

Τρίτη 7 Οκτωβρίου 2014

ΕΜΕΙΣ ΕΠΙΜΕΝΟΥΜΕ ΣΤΙΣ ΝΤΑΛΙΚΕΣ!!!

Κάποτε κάποιοι (Μ. Χαραλαμπίδης),  επιμένανε για τρένο στην Εγνατία, ώστε να γίνει αντάξια των ευρωπαϊκών αυτοκινητοδρόμων. Δυστυχώς οι "εκσυγχρονιστές" του κ. Σημίτη επέβαλαν μια άλλη πολιτική, του τζόγου και του χρηματιστηρίου!!!
Έτσι, οι νταλίκες υπερίσχυσαν ενός οικονομικού, οικολογικού, δημόσιου μέσου μεταφοράς.
Η πατρίδα μου η Καλαμάτα χωρίς τρένο 100 χρόνια από τότε που αυτό είχε καταστεί για τους συμπατριώτες μου το βασικό μεταφορικό μέσο πρόσβασης για την πρωτεύουσα.
Πόσα θύματα άραγε έχουμε θρηνήσει λόγω έλλειψης  τρένου στη εθνική οδό Πάτρας - Αθήνας;
Κοντά στη υπανάπτυξη και τα μνημόνια να τους χρεώσουμε και αυτά...

Παρασκευή 23 Μαΐου 2014

Ιδεολογική προσέγγιση του εκσυγχρονισμού

του Πικραμένου Πάνου

Άρδην τ. 57

Το 1996, μετά τον θάνατο του Ανδρέα Παπανδρέου, την εξουσία κατέλαβε η ομάδα των «εκσυγχρονιστών». Η πολιτική αυτή τάση ηγήθηκε του ΠΑΣΟΚ και με πρωθυπουργό τον Κώστα Σημίτη κυβέρνησε την Ελλάδα 8 ολόκληρα χρόνια μέχρι το 2004, οπότε και ηττήθηκε με μεγάλη διαφορά στις βουλευτικές εκλογές.

Σήμερα, το ΠΑΣΟΚ, κάνοντας αυτοκριτική, εντοπίζει τις αιτίες της εκλογικής ήττας στην «αλαζονεία της εξουσίας», στο ότι ως κυβέρνηση δεν έδωσε την πρέπουσα σημασία στην «καθημερινότητα», στο «καλάθι της νοικοκυράς», στα φαινόμενα γενικευμένης διαφθοράς, στο Aσφαλιστικό, στο Χρηματιστήριο κ.ά

Και πολύ ορθά είναι όλα αυτά. Όμως, οι εκσυγχρονιστές σκόπιμα παραλείπουν να υπενθυμίσουν και έναν άλλο, ιδιαίτερα σημαντικό, λόγο ο οποίος οδήγησε το ΠΑΣΟΚ στην απώλεια της εμπιστοσύνης του λαού: τον πολιτιστικό πόλεμο που κήρυξαν στην ελληνική κοινωνία, τη συστηματική προσπάθεια που κατέβαλαν για να μεταλλάξουν τη συνείδησή της, την πολιτιστική ταυτότητά της και για να αναθεωρήσουν την ιστορία της.

Πρέπει να τονίσω ότι πλανώνται όσοι νομίζουν ότι ο «εκσυγχρονισμός» είναι απλώς μία πολιτική τάση στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ, η οποία γενικά έχει ως σκοπό να εισάγει νεωτερισμούς την ελληνική κοινωνία. Ούτε βέβαια και όλο το ΠΑΣΟΚ είναι εκσυγχρονιστικό. Το αντίθετο μάλιστα, αφού πρόκειται για ένα κόμμα που μεταπολιτευτικά απετέλεσε το ευρύτερο μέσο έκφρασης της λαϊκής βούλησης.
Οι εκσυγχρονιστές όμως, αν και μειονότητα στην αρχή, κατόρθωσαν να υπερισχύσουν, να παραγκωνίσουν και, σε ορισμένες περιπτώσεις, να αποβάλουν άλλες τάσεις στο εσωτερικό του κόμματος και σε λίγα μόνο χρόνια να μεταβληθούν σε κυρίαρχη δύναμη. Επίσης, με τον όρο «εκσυγχρονισμός-εκσυγχρονιστές» δεν εννοούμε οπωσδήποτε την επονομαζόμενη ομάδα των εκσυγχρονιστών του ’95-’96, ούτε μόνο την σημερινή τάση των εκσυγχρονιστών που συσπειρώνεται γύρω από τον Κώστα Σημίτη. Εννοούμε ολόκληρο το ιδεολογικοπολιτικό ρεύμα το οποίο έγινε επίσημη πολιτική με την εκλογή Σημίτη και αργότερα του Γ. Παπανδρέου στην Προεδρία του ΠΑΣΟΚ.